Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

22 Ιουνίου 2025

«Παναγούδα: θαυμάσια τοποθεσία για τη σκήτη μας»


του ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΩΑΝΤΩΝΙΟΥ


Στις 28 Νοεμβρίου 1914 ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Άγγελος Σικελιανός μετρούσαν ήδη δέκα μέρες στο Άγιον Όρος. Το προσκύνημα και η αναζήτηση ενός λυτρωτικού δρόμου που από καιρό η ψυχή τους ζητούσε (αξεδίψαστη από τη δόξα που είχαν προαναγγείλει ο Όφις και το κρίνο ή ο Αλαφροΐσκιωτος), τους είχε φέρει μάλλον απροσδόκητα εδώ. Τρεις μόλις ημέρες μετά την συγκλονιστική και για τους δυο γνωριμία τους στην Αθήνα, στις 12 Νοεμβρίου 1914, όπου ευθύς αναγνωρίστηκαν ως αδελφοί, σε μιαν εποχή που ένας ολόκληρος κόσμος γκρεμιζόταν (θυμίζω πως το φθινόπωρο εκείνο η Ευρώπη βυθιζόταν στο τέλμα ενός χωρίς προηγούμενο πολέμου), ένα λεύκωμα που τυχαία τράβηξε ο Καζαντζάκης από τη βιβλιοθήκη του Σικελιανού (αν πιστέψουμε τη μυθοποιημένη εκδοχή για την απόφαση του ταξιδιού, όπως στην «Αναφορά στον Γκρέκο» διαβάζουμε), τους είχε φέρει στο περιβόλι της Παναγιάς. 

Από τις 18 Νοεμβρίου που πήραν το καραβάκι για το Όρος (μετά από ένα τριήμερο στη Θεσσαλονίκη) ως τις 28 οι δύο νέοι φίλοι είχαν ήδη επισκεφθεί τις μονές Ιβήρων, Σταυρονικήτα και Παντοκράτορος.

Ξεκινώντας το πρωί της 28ης Νοεμβρίου από τη μονή Παντοκράτορος για να πάνε στην παρακείμενη (ρωσική τότε) σκήτη του Προφήτη Ηλία, το μονοπάτι τούς βγάζει στην Παναγούδα, στη δασώδη ασκητική περιοχή της Καψάλας, σε ένα ρημαγμένο κάθισμα της οποίας, πολλά χρόνια αργότερα (το 1979) επρόκειτο να εγκατασταθεί ο όσιος Παΐσιος. 

Η καταγραφή του Νίκου Καζαντζάκη (ο τίτλος που ήδη διαβάσατε) για εκείνη τη μέρα φαίνεται πως είναι μεταγενέστερη, γράφτηκε μάλλον όταν κοίταξε μετά από δεκαετίες ξανά το ημερολόγιό του, πάντως είναι πολύ πριν η εξηρτημένη από τη μονή Κουτλουμουσίου Παναγούδα πάρει την κατοπινή της δόξα εξαιτίας της παρουσίας του Παϊσίου.

 Σε μια απόληξη λοφίσκου, μέσα σε πυκνή βλάστηση, στον δρόμο από τις Καρυές προς την Ιβήρων, με το παλαιό εκκλησάκι του Γενέσιου της Θεοτόκου (εξ ου Παναγούδα), στη νοτιοανατολική γωνιά της καλύβης και μια πόρτα να βγάζει στην απλωταριά και τη μαγική θέα προς τις Καρυές, ήταν όντως «θαυμάσια τοποθεσία για τη Σκήτη» τους.

31 Οκτωβρίου 2017

Α. Σικελιανός - Εικοσιοχτώ του Οχτώβρη του 1940



Σήμερα 28 Οκτωβρίου 2011, 71 χρόνια από αυτή του 40'. Οι συνειρμοί, οι συγκρίσεις, που επιβάλει η ιστορική μνήμη ίσως γίνονται αναπόφευκτοι. Συγκρίσεις, τολμώ να πω, που δεν αφορούν τα ιστορικά γεγονότα, δεν αφορούν την φύση ή την ειρωνική διάθεση πολλές φορές της Ιστορίας, μα την αδυσώπητη εμμονή της να μας ελέγχει κάθε φορά προσωπικά. Κάθε φορά που αποφασίζουμε για το μέλλον. Και όσο και αν το αποφεύγουμε, το δήγμα της για αυτούς που το βιώνουν, νομίζω, θα είναι οξύ.

Η αναμέτρηση σήμερα, αν και τόσο διαφορετική, παραμένει η ίδια. Αναμέτρηση, πρώτα, εσωτερική. Ο πειρασμός να αποδεχτεί κανείς τις εξωτερικές συγκυρίες ως καθοριστικές, να θεωρήσει τον εαυτό του μονάχα ως ένα άτομο αντιμέτωπο με προβλήματα πρώτα ιδιωτικά και μετά καθολικά, είναι πολλές φορές μεγάλος. Ίσως είναι μια ύστατη προσπάθεια να θωρακιστεί μια αντίληψη ακεραιότητας του ατομικού Εγώ μας. Αισθάνομαι, πως σήμερα, σε αυτή ακριβώς την αναμέτρηση δεν κερδίζουμε, καθώς έχουμε χάσει την αίσθηση ανάγκης για πραγματική κοινωνία μεταξύ μας, να κοινωνούμε τις ανάγκες, τα προβλήματά μας μαζί τις ιδέες μας, την ανάγκη να διαμορφώσουμε συλλογικά τις μεταξύ μας σχέσεις και το περιβάλλον μας, να οραματιστούμε για ένα μέλλον δικό μας.

Αν και υπάρχουν σχεδόν όλες οι προϋποθέσεις πλέον για μια συλλογική αντίδραση απέναντι στις δυνάμεις που επιβάλλουν το δικό τους καθεστώς, οι περισσότερες αντιδράσεις που προκύπτουν, προκύπτουν ως διασπασμένες αντιδράσεις απέναντι στη καταπάτηση ατομικών δικαιωμάτων και κεκτημένων και όχι τόσο λόγω κοινωνικών αισθημάτων και αλληλεγγύης, κάτι που φάνηκε ήδη από τις πρώτες διαδηλώσεις. Οι διαδηλώσεις προέκυπταν μεμονωμένες, έπειτα από κάθε «επίθεση» στην κάθε κοινωνική ομάδα, δίχως αλληλεγγύη από/ για την υπόλοιπη κοινωνία. Δυστυχώς δεν είδα φοιτητές να μάχονται με το ίδιο πάθος για τις συντάξεις και τους μισθούς, ούτε και τους υπόλοιπους για την παιδεία.