Άριστος Κάτσης
Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου του Ανατολικού Λονδίνου Βασίλης Κ. Φούσκας στο πρόσφατο βιβλίο του «Το Μελάνωμα της Κύπρου.
Λονδίνο, 9 Μαρτίου 2022
Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ,
Οφείλω, ως ακαδημαϊκός και ως Έλληνας πολίτης, να σας επιστήσω την προσοχή σε καίρια ζητήματα που αφορούν την εθνική ανεξαρτησία της Ελλάδας, δηλ. την ικανότητα της πολιτικής ηγεσίας να λαμβάνει αποφάσεις με γνώμονα το συμφέρον όλων των κοινωνικών τάξεων και όλων των Ελλήνων και Ελληνίδων. Σας θυμίζω, ακόμα, την ηθική και πολιτική υποχρέωση του Ελληνικού κράτους να προστατεύει, να βοηθά και να υπηρετεί σε ανθρωπιστικό, οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο, τον ελληνισμό που βρίσκεται εκτός των συνόρων της χώρας. Η ευμάρεια και η πρόοδος των ελληνικών κοινοτήτων του εξωτερικού αποτελούν την κοινωνική, πολιτισμική και πολιτική διαφήμιση της Ελλάδας και της πρωθυπουργίας σας, καθώς και την όποια επιρροή μπορούν ν’ ασκήσουν πάνω στις κυβερνήσεις των κοινωνιών στις οποίες ζουν και εργάζονται.
Η συνάντησή σας με τον κ. Ερντογάν σ’ αυτή τη συγκυρία είναι λάθος, δεν υπηρετεί τις παραπάνω αρχές. Το ίδιο λάθος ήταν – και είναι – η παραχώρηση στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία και η συμμετοχή της χώρας στη προπαγανδιστική αντι-Ρωσική εκστρατεία. Δεν χρειαζόταν τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από ανθρωπιστική βοήθεια προς το λαό της Ουκρανίας και ειδικά τους Έλληνες που ζουν εκεί.
Η παρακμή της Δύσης και οι ευκαιρίες της Ελλάδας
Θέλω ακόμα να σας πω ότι, πλέον, δεν είμαστε «με τη σωστή πλευρά της ιστορίας» – αν ποτέ ήμασταν – για τον απλούστατο και πραγματιστικό λόγο ότι οι ΗΠΑ δεν είναι αυτό που ήταν το 1945, δηλ. η μία και μοναδική πυρηνική δύναμη με τις τεράστιες δυνατότητες οικονομικών παροχών και παγκόσμιων επενδύσεων. Το χρέος των ΗΠΑ σήμερα έχει ξεπεράσει τα $30 τρις, ενώ η απο-βιομηχανοποίησή της έχει φτάσει σε ανησυχητικά επίπεδα. Το δολάριο άρχισε να παραπαίει ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και οι στρατιωτικές ήττες των ΗΠΑ σε Ιράκ, Αφγανιστάν και Συρία έδειξαν τα όρια της πολιτικής τους επιρροής. Η δε παγκόσμια χρηματιστηριακή κρίση καθώς και η κρίση της Ευρωζώνης έδειξαν τα όρια της οικονομικής επέκτασης του Ευρω-Ατλαντισμού σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σήμερα υπάρχουν κι άλλες δυνάμεις τις οποίες δεν λαμβάνετε υπόψη σας, ούτε οικονομικά ούτε πολιτισμικά ούτε και πολιτικά. Αυτό το θεωρώ μεγάλο λάθος. Η πολιτική σας έπρεπε να είναι περισσότερο ζυγισμένη και να προχωρεί σε υβριδικές κοινοπραξίες-συνεργασίες με χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Ρωσία. Δεν είναι μόνο οι ΗΠΑ και η ΕΕ που διαθέτουν τεχνολογίες και know–how. Υπάρχει η Κίνα, η Ρωσία, η Ινδία. Αυτό δεν σημαίνει «αποδέσμευση από το ΝΑΤΟ» ή «έξοδο από την ΕΕ και την Ευρωζώνη». Σημαίνει, όμως, μία πραγματικά ανεξάρτητη εθνική πολιτική με στόχο, για παράδειγμα, την αποδοχή επενδυτικών προτάσεων και εισαγωγής νέων τεχνολογικών καινοτομιών, με ενεργή Ελληνική-κρατική συμμετοχή, από Κίνα, Ινδία, Ρωσία, Ιαπωνία, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της ΕΕ/Γερμανίας. Έτσι, σταδιακά, τα συμφέροντα των ξένων επενδυτών θα υπαχθούν στα συμφέροντα της Ελλάδας και η προκύπτουσα οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας θα αποβαίνει τόσο υπέρ του λαού όσο και υπέρ της Ελληνικής επιχειρηματικής δραστηριότητας. Αυτός είναι ο ορισμός της ακηδεμόνευτης εθνικής πολιτικής.
Του ΒΑΣΙΛΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΦΟΥΣΚΑ
Μελέτησα το εξαιρετικό πόνημα του Αλέξη Παπαχελά πριν ακόμα καλά-καλά κυκλοφορήσει σε έντυπη μορφή, εφόσον ο εκδοτικός οίκος, Μεταίχμιο, είχε την καλοσύνη, μετά από αίτημά μου, να μου το στείλει ηλεκτρονικά, προκειμένου να προχωρήσω σε έγκαιρη συγγραφή κριτικής παρουσίασης του βιβλίου στα αγγλικά, όπως και έγινε.
Στη συνέχεια παρακολούθησα τις παρουσιάσεις του βιβλίου σε Αθήνα, Λευκωσία και στην Οικονομική Σχολή του Λονδίνου, καθώς και βιβλιοκριτικές που υπογράφουν οι πιο σημαίνουσες κυπριολογικές πένες σε Ελλάδα και Κυπριακή Δημοκρατία.
Μάλιστα, μετά την εξαιρετική παρουσίαση του Μιχάλη Ιγνατίου στην ιστοσελίδα του Hellas Journal και στον Φιλελεύθερο δεν θα μπορούσα να προσθέσω τίποτα σ’ ό,τι αφορά τους επαίνους του βιβλίου, με κορύφωση το αυθεντικό ηχητικό ντοκουμέντο του «πολεμικού συμβουλίου» της χούντας το πρωί της 20ης Ιουλίου 1974, με τον παραπαίοντα δικτάτορα, Δημήτρη Ιωαννίδη, να έχει χάσει παντελώς τον έλεγχο της κατάστασης και να τραυλίζει λέγοντας μεταξύ άλλωνQ
Πώς τη γνώριζε τη «λύση»; Μιλούσε στις 20 Ιουλίου ωσάν να υπήρχε κάποιου είδους «προ-συμφωνία» με το τουρκικό επιτελείο υπό την αιγίδα προφανώς των Αμερικανών – αν και κάτι τέτοιο δεν συνάγεται ρητά από πουθενά, ούτε απ’ το ηχητικό ντοκουμέντο ούτε από τα αρχεία, όπως θα μας πει σωστά ο Παπαχελάς.
Ας δούμε, όμως, τι μας λένε τα γεγονότα και τι μπορούμε να συνάγουμε απ’ αυτά.
Πρώτο, η μαρτυρία του πράκτορα της ΚΥΠ στην Κερύνεια, Αλέξανδρου Σημαιοφορίδη –μαρτυρία που αναφέρει ο ίδιος ο Παπαχελάς– ο οποίος, πέρα απ’ τις πολλαπλές προειδοποιήσεις του στους χουντικούς ότι η Τουρκία ετοιμάζεται για επέμβαση, απορούσε όταν έβλεπε από πολύ κοντά τις αποβατικές δυνάμεις των Τούρκων μέσα στα σκάφη τους να συμπεριφέρονται ως να μην συμβαίνει τίποτε, με κανένα ίχνος αγωνίας και πολεμικής ετοιμότητας. Ωσάν να πηγαίνουν για παραθέριση, ωσάν να γνώριζαν ότι δεν θα βρουν αντίσταση στο Πέντε Μίλι.
Βασίλης Κων/νου Φούσκας*
Στο Παναγιώτη Φυλακτό, ναυτεργάτη,
στον οποίο οφείλονται πολλά απ’ τα οποία διηγούμαι εδώ
Αφορμή για το κείμενο αυτό στάθηκε μία σύντομη – αλλά κατατοπιστικότατη και περιεκτική – ανάλυση του Γιώργου Οικονομάκη στο Ριζοσπάστη για τα Ελληνο-τουρκικά και τη κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο τίτλος του άρθρου ήταν «Οι δύο πατρίδες».[1] Σ’ αντίθεση με κατευναστικές και κοσμοπολίτικες προσεγγίσεις για «συμβιβασμό με το γείτονα που έχει δίκιο» και το «να προσφύγουμε στη Χάγη για όλα τα θέματα που θέτει η Τουρκία», ο Οικονομάκης, με αφετηρία τις αναλύσεις του Μαρξ και του Λένιν, ακολουθεί μια (πολιτική) ταξική ανάλυση του θέματος και εξηγεί τα αίτια της σύγκρουσης και των διαπλεκόμενων συμφερόντων. Στον υποτιθέμενο αντίποδα αυτών των νεο-φιλελευθερων-κοσμοπολίτικων αναλύσεων βρίσκονται οι «κρατοκεντρικές-ρεαλιστικές» προσεγγίσεις των διεθνών σχέσεων της χώρας, οι οποίες τείνουν ν’ αποκόπτουν της πολιτική βαθμίδα και τη βαθμίδα άμυνας-ασφάλειας από την οικονομική τους βάση και το διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Συνήθως, αναλύσεις αυτού του είδους τείνουν σ’ ένα υπέρμετρο και ανεδαφικό υπερ-πατριωτισμό, οδηγώντας σε εσφαλμένη εκτίμηση του συσχετισμού διπλωματίας και ισχύος μέσα στη συγκυρία. Πολλές δε από τις αναλύσεις αυτές εμπνέονται από μία καταστροφική εθνικιστική ιδεολογία. Ακόμα, η οπτική της ταξικής ανάλυσης του Οικονομάκη τον διαχωρίζει από «δομικές» αναλύσεις του καπιταλισμού των Βαλκανίων και της Εγγύς Ανατολής, που είτε αντλούν από το δομικό Μαρξισμό του Αλτουσέρ είτε απ’ το νεο-φιλελεύθερο οπλοστάσιο παραμένουν, κατά τη γνώμη μου, ελλιπείς για τη κατανόηση των υποκειμένων της ιστορικής διαδικασίας και των διακρατικών συγκρούσεων που την διαπερνούν.
Η προσέγγιση του Οικονομάκη (και, εν πολλοίς, του ΚΚΕ)
Ο Οικονομάκης ξεκινά την αφήγησή του με την αναγνώριση της ένταξης των «εγχώριων αστικών τάξεων» σε μια «ιμπεριαλιστική πυραμίδα» – προσοχή: δεν χρησιμοποιεί τον όρο «ιμπεριαλιστική αλυσίδα», όπως κάνει ο Γιάννης Μηλιός και άλλοι συνεργάτες του στις Θέσεις – η οποία πάλλεται απ’ τους ανταγωνισμούς των κρατών που συμμετέχουν σ’ αυτή. Με σύντομη αναφορά στο Λένιν, τεκμηριώνει τη σημασία των πρώτων υλών στη κερδοφορία του κεφαλαίου και το στέριωμα του μονοπωλιακού καπιταλισμού, ειδικά με την υφαρπαγή του πλούτου των «υπανάπτυκτων κρατών» και την αποικιοποίηση, παράγοντες που δρουν ανασταλτικά στη «πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους». Οι πρόσφατοι ανταγωνισμοί κρατών στην Ανατολική Μεσόγειο, θα πει ο Οικονομάκης, αποτελούν εκφράσεις του διεθνούς ανταγωνισμού για οικειοποίηση πρώτων υλών στη περιοχή. Ο πόλεμος δεν αποκλείεται. Αυτός, είναι συνέπεια της «άνισης ανάπτυξης» η οποία πριμοδοτεί μια χώρα (και την αστική της τάξη) σε βάρος της άλλης με συνέπεια αυτή η χώρα να έχει υπέρμετρες διεκδικήσεις. Μια τέτοια χώρα είναι σήμερα η Τουρκία.