Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2020

Πανδημία και Εκκλησία


 Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου

Δρ. Θεολογίας, αν. καθηγητής της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθήνας

Αρχισυντάκτης του περιοδικού «Σύναξη»

Δεν μπορώ να κάνω ρεπορτάζ, δεν μπορώ δηλαδή να υποκριθώ ουδέτερο βλέμμα. Γράφω ως πιστός, του οποίου η κοινωνική στάση διαμορφώνεται από την πίστη του και όχι παρά την πίστη του. Και γράφω με οδύνη και με δίψα.

Ξεκινώ με την οδύνη. Αφορά την αθλιότητα που μαστίζει το σπιτικό μου - την Εκκλησία. Από τις αρχές Μαρτίου ξεκίνησε μια απίστευτη σύγκρουση στα σπλάχνα του εκκλησιαστικού και θεολογικού χώρου. Ο χώρος αυτός είναι πολύ σύνθετος. Δεν μονοπωλείται από τους επισκόπους, ούτε από τους μισαλλόδοξους που είναι οι αγαπημένοι των ΜΜΕ. Για κάθε προβληματισμένο άνθρωπο λοιπόν αποτελεί λοιπόν ασύγγνωστη ελαφρότητα η παραγνώριση αυτής της συνθετότητας.

Από τη μια, εκκλησιαστικοί άνθρωποι εκφράζουν με εκκωφαντική ένταση μαγικές εννοήσεις της θρησκευτικής ζωής, από τον ισχυρισμό ότι μέσα στον ναό ουδεμία ισχύ έχει ο ιός, μέχρι την απόφανση ότι η μάσκα εμποδίζει τη σχέση πιστού και Θεού. Το ενδιαφέρον (το οδυνηρά ενδιαφέρον) εδώ είναι το γεγονός ότι αυτές οι εννοήσεις διατυπώνονται στο όνομα της ακραιφνούς ευσέβειας, κι όμως αποτελούν βάναυση στρέβλωσή της! Ουδέποτε δίδαξε ο Χριστιανισμός ότι σταματά η αναμέτρηση με τη θνητότητα μέσα στην ιστορία. Αντιθέτως, καυχάται για την παράδοξη νίκη των μαρτύρων (δηλαδή αυτών που βίωσαν εντελώς την ευαλωτότητα μένοντας απροσκύνητοι) και για αγίους που πέθαναν ασθενείς και αθεράπευτοι, δεξιωνόμενοι στο έπακρο το μυστήριο του πανανθρώπινου πόνου. Η προσδοκία της Ανάστασης αφορά –ας το πω έτσι– τη μεταϊστορία.

Από την άλλη, κατατίθενται (πάντα εντός του εκκλησιαστικού και θεολογικού χώρου) ρηξικέλευθες προτάσεις για τη δυνατότητα συνέχισης της εκκλησιαστικής ζωής με αλλαγές στους τρόπους έκφρασής της. Αυτό είναι καίριο σημείο της τρέχουσας τιτανομαχίας, καθόσον για άλλους οι τρόποι είναι κάτι ιερό που δεν επιδέχεται αλλαγή (πράγμα που όμως διαψεύδεται και από την ιστορία και από τη θεολογία), ενώ για άλλους υπάρχει διάκριση μεταξύ του μυστηρίου καθαυτό και των τρόπων τέλεσής του. Σύμφωνα με τη δεύτερη οπτική, οι τρόποι οφείλουν μεν να είναι οι κατάλληλοι ώστε να εκφράζουν (και να μη στρεβλώνουν) το νόημα, αλλά πάντως δεν ταυτίζονται με το νόημα. Όποτε οι τρόποι αναγορεύονται σε ιερούς και αμετάβλητους, έχουμε απλώς ειδωλολατρία στα σπλάχνα του χώρου ο οποίος υποτίθεται ότι οφείλει να είναι κατεξοχήν αντι-ειδωλολατρικός. Η θεολογική συζήτηση έχει πιάσει από την πρώτη στιγμή και το θέμα της θείας Κοινωνίας. Ο πιστός φυσικά εμπιστεύεται το μυστήριο ως αυτοπρόσωπη παρουσία του Θεού του. Όμως αυτό δεν μπορεί να ζητηθεί να γίνει αξίωμα όλης της κοινωνίας. Η συζήτηση συνεπώς αφορά τους τρόπους με τους οποίους δύναται να συνεχιστεί η Κοινωνία, χωρίς να δημιουργεί υπόνοιες για κίνδυνο μετάδοσης του ιού. Αυτό αποτελεί εκκρεμότητα πρωτίστως για την Εκκλησία. Δεν περιμένουμε από το κράτος να την κατανοεί. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει το θέμα εμμέσως, με ολοσχερές κλείσιμο, ουσιαστικά, των ναών. Σύμφωνα με την Κοινή Υπουργική Απόφαση η λατρεία τελείται αποκλειστικά από τον ιερέα «και το αναγκαίο βοηθητικό προσωπικό χωρίς την παρουσία άλλων φυσικών προσώπων». Τα περί «βοηθητικού προσωπικού» αποτυπώνουν μια ιεροκρατική αντίληψη, πόρρω απέχουσα από την χριστιανική συνείδηση ότι κανονικά οι πιστοί δεν είναι ούτε θεατές ούτε καταναλωτές, αλλά συλλειτουργοί.

Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

Αύριο χωρίς εκκλησία...

Του Γιώργου Τασιόπουλου


Γιώργο λένε και εμένα και αν την Κυριακή πάω για αγορές να με χρησιμοποιήσετε ως παράδειγμα προς αποφυγήν με όλους τους χαρακτηρισμούς που θα μου αναλογούν...

Στα μικρά μου χρόνια στο χωριό που ζούσα, τις Κυριακές πηγαίναμε όλοι εκκλησία. Μετά καθόμαστε όλοι κάτω από τον πλάτανο της αυλής της και ανεβαίναμε και στα δύο καφενεία του χωριού. Εκεί μαθαίναμε όλα τα νέα!!! Πρώτα τα δικά μας, του χωριού. Αποφάσιζαν οι μεγαλύτεροι για τα κοινοτικά έργα με προσωπική εργασία. Να ανοίξουμε αγροτικούς δρόμους, να συντηρήσουμε τα εξωκλήσια μας, να βάλουμε το Σάββατο ένα χέρι όλοι μαζί να ραβδίσουμε τις ελιές του Πάνου που είναι άρρωστος στην Αθήνα.

Όταν ανέβηκα φοιτητής το '80 στην Αθήνα, τα πράγματα ήταν κάπως αλλιώς. Εκσυγχρονιζόμαστε σιγά σιγά και οι εκκλησίες δε μάζευαν τόσο κόσμο. Μόνο που όλοι περιμέναμε τίποτε αργίες να την κάνουμε για το χωριό. Δεν υπάρχει άλλος λαός να μισεί τόσο την πόλη που ζει, όσο ο Έλληνας, και να είναι τόσο δεμένος με τον τόπο που γεννήθηκε! Και όταν φτάσαμε την δεκαετία του 90' ίσως και ενωρίτερα και το χωριό άρχισε να αλλάζει. Έπιναν "αγροτικό", ουίσκι στο καφενείο, οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις έφεραν κάποια ευημερία και έτσι από τα πολιτιστικά στέκια βρέθηκαν προοδευτικοί άνθρωποι που άντεξαν στη δύσκολη μετεμφυλιακή εποχή, να γίνονται θαμώνες των "σκυλάδικων". Δε σε μετρούσαν πια στα καφενεία με το πόσο ψωμί και κρεμμύδι φάγατε μαζί, αλλά από τα κυβικά που οδηγείς και τη θέση που σε διόρισε ο δεξιός ή ο αριστερός κομματάρχης...

Έτσι μας βρήκε ευάλωτους ο νεοφιλελευθερισμός και κάποιες Κυριακές το χρόνο, στην αρχή για shoping therapy ανοίξανε τα μαγαζιά, δεν πηγαίναμε και εκκλησία. Τώρα, ήρθε και ο κορωνοϊός και τα Super Market είναι ανοιχτά και μας περιμένουν, μόνο οι εκκλησίες μας θα είναι κλειστές!!! 

 Εμένα μου άρεσε ακόμη και στις μέρες μας να πηγαίνω εκκλησία, και μετά έστω και μόνος, να πίνω ένα καφέ να ξαναζώ ως ανάμνηση τις Κυριακές των παιδικών μου χρόνων. 

 Αύριο χωρίς εκκλησία και καφέ θα ανέβω στο Αιγάλεω όρος πάνω από το Περιστέρι. Αιγάλεω λέγαν και τα βουνά πάνω από το χωριό μου στην Τριφυλία. Φαίνεται, έτσι το βάπτισαν οι πρώτοι Μεσσήνιοι που μετοίκησαν στην Δυτική Αθήνα. Τρεις φορές το έκαναν, την τελευταία φορά οι ηττημένοι του εμφυλίου. Λες τώρα να ήρθε το "Τέλος της ιστορίας" που έγραψε ο Φουκουγιάμα, εκεί που λέγαμε ότι διαψεύστηκε, και να ξεχάσουμε το χωριό μας;

Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

H Θεία Κοινωνία και μια…ιστορία!!!



Στην ορθόδοξη κοινότητα η Θεία Κοινωνία, η Μετάληψη, η Μεταλαβιά είναι μια σπουδαία κοινωνική και αγαπητική εμπειρία. Ο ορθόδοξος χριστιανός «κοινωνάει», δηλαδή μοιράζεται, δηλαδή επικοινωνεί, δηλαδή συμμετέχει, δηλαδή ενώνεται με τον αδελφό του στην κατάλυση του σώματος και του αίματος του Θεού τους.


Η μετάληψη κατά το ορθόδοξο τυπικό, δηλαδή η κοινωνία από το ίδιο ποτήρι, με την ίδια «λαβίδα», πάει να πει το ίδιο κουταλάκι, εκτός από ύψιστη θέση στην ορθόδοξη λειτουργική ζωή, έχει και ύψιστη σημασία συλλογικότητας και αγάπης για την ορθόδοξη κοινότητα. Η Θεία Κοινωνία είναι κοινότητα, είναι κομμουνισμός, γιατί ο πιστός πίνει από το ποτήρι του άλλου και έτσι βιώνει την αγάπη για τον πλησίον.Στο λειτουργικό των καθολικών η κοινωνία γίνεται με την «αποστειρωμένη» και εξατομικευμένη όστια, τι σόι «κοινωνία» είναι αυτή, όπου ο καθένας έχει το προσωπικό του κομμάτι; Μου θυμίζει αντίστοιχα την εξομολόγηση που στα καθολικά εξομολογητήρια γίνεται πίσω από ένα καφασωτό, όπου ο παπάς δεν μπορεί καν να δει τον πιστό. Μα κομβικό στοιχείο της εξομολόγησης είναι η ταπείνωση, τι σόι ανώνυμη ταπείνωση είναι αυτή;

Ο ελληνικός λαός, αλλά όχι μόνο αυτός, πίνει από το ίδιο ποτήρι με τον φίλο για να δείξει την αγάπη και την αδελφοσύνη που τον ενώνει με τον άλλο, στους γάμους οι σύντροφοι πίνουν επίσης από το ίδιο ποτήρι, «πιες λίγο από το τάσι μου/ αδέλφι και καρντάσι μου…» λέει το τραγουδάκι.

Όταν ήμασταν παιδιά έπρεπε πριν πάμε να κοινωνήσουμε να φιλήσουμε τους δικούς μας και να τους ζητήσουμε να μας συγχωρήσουν. Τους γονείς μας, τα αδέλφια μας, τους παππούδες, που καμιά φορά τους φιλούσαμε και το χέρι.

Η μάνα μου, που παρεμπιπτόντως στη ζωή της ψήφιζε ΚΚΕ εσωτερικού ή – το πιο δεξιά– ΠΑΣΟΚ (του Αντρέα), μου ζητούσε να τη συγχωρήσω κάθε φορά που πήγαινε να κοινωνήσει. Και αυτό συνέβαινε πολλές φορές το χρόνο. Όταν ήμουν παιδί εύρισκα αστείο αυτό το τελετουργικό, ως έφηβος της έλεγα ένα βαριεστημένο «σε συγχωρώ» και όταν μεγάλωσα (κι εγώ κι εκείνη) την πλάκωνα στα μπινελίκια γιατί καταλάβαινα πως το προηγούμενο διάστημα είχε νηστέψει, πράγμα προβληματικό για την επιβαρυμένη υγεία της.

Σαν παιδιά ρωτούσαμε μεταξύ μας στις μεγάλες γιορτές αν κοινωνήσαμε ή πότε θα κοινωνήσουμε. Μετά τη μετάληψη έπρεπε να παίζουμε με προσοχή, ειδικά μπάλα, για να μην χτυπήσουμε, ματώσουμε και έτσι φύγει η Θεία Κοινωνία. Δεν έπρεπε να φτύσουμε και δεν επιτρεπόταν να μασήσουμε τσίχλα, διότι ακριβώς θα έπρεπε να την φτύσουμε κάποια στιγμή. Έτσι εμείς βρίσκαμε τη μεσοβέζικη λύση να την καταπίνουμε. Στα πολύ μικρά παιδιά έλεγαν ακόμα πως θα «βγάλουν ένα χρυσό δοντάκι» αφού κοινωνήσουν. Μικρές χαζομαρούλες δηλαδή, που όμως όλες έφερναν μαζί τους μια σπουδαία δύναμη: έφτιαχναν κοινότητα και συλλογικότητα, ύφαιναν κοινωνικό ιστό.

Θαυμάζω τους πιστούς που μεταλαβαίνουν βέβαιοι πως κοινωνούν το αίμα και το σώμα του Θεανθρώπου μέσα από τα ίδια σκεύη με τους άλλους αδελφούς τους στην κοινότητα. Όχι γιατί είμαι εξίσου πιστός, για το ακριβώς αντίθετο. Γιατί η δική τους πίστη τους κάνει καλύτερους ανθρώπους από τη δική μου αμφιβολία.

Υ. Γ.: Είναι αστείο να ζητάμε από την εκκλησία να σταματήσει τη μετάληψη ή τις λειτουργίες. Οι εκκλησίες λειτουργούν με όρους πίστης και μεταφυσικές καταξιώσεις. Η ευθύνη για την απαγόρευση τυχόν επικίνδυνων θρησκευτικών πρακτικών, είναι στην πολιτεία, στο κράτος, που είναι κράτος για όλους τους πολίτες, πιστούς ή άπιστους, ένθεους ή άθεους, χριστιανούς, μουσουλμάνους, πολυθεϊστές, αγνωστικιστές, ανιμιστές ή ο,τιδήποτε άλλο. Το έκανε σήμερα. Είναι αργά, είναι γρήγορα; Ποιος ξέρει αν θα μπορέσουμε να το μάθουμε ποτέ. Όπως και νά ‘χει, ο Θεός μαζί μας…