Μαρία Θεοδωροπούλου 

Αν και ο Φρόυντ σε όλη τη διάρκεια της ερευνητικής και συγγραφικής του πορείας παρουσιάζει ένα μόνιμο ενδιαφέρον για τη γλώσσα και τη συνδέει με την προβληματική του ασυνειδήτου -είναι γνωστή η παρομοίωση που κάνει σχετικά με τα όνειρα, ότι δηλαδή είναι γρίφοι που πρέπει να αποκρυπτογραφηθούν-, εκείνος ο οποίος θέτει τη γλώσσα σε πρωταρχική σύνδεση με το ασυνείδητο και τη δόμηση του υποκειμένου είναι ο Ζακ Λακάν. Ο Λακάν προγραμματικά διατυπώνει τη θεωρία του ως "επιστροφή στον Φρόυντ", μια επιστροφή που κατά τα φαινόμενα κινήθηκε προς δύο κατευθύνσεις: η μία με την κυριολεξία της λέξης -επιστρέφουμε από κάπου που έχουμε φύγει· και όντως η ψυχανάλυση τον καιρό της εναρκτήριας ομιλίας του Λακάν
("Ο λόγος της Ρώμης" 26-27/9/1953) παρουσιάζει συμπτώματα αν όχι φυγής, τουλάχιστον απομάκρυνσης, από το πνεύμα του Φρόυντ -απόδειξη ο αμερικάνικος νεοφροϋδισμός και η ένταξη της ψυχανάλυσης στους κλάδους της πειραματικής ψυχολογίας. Το άλλο πνεύμα της επιστροφής είναι "συνδηλωτικό": επιστρέφουμε σε κάτι, αφού πρώτα έχουμε πάει αλλού, και γυρνούμε εμπλουτισμένοι από την εμπειρία του καινούριου τόπου. Αυτός ο καινούριος τόπος είναι για τον Λακάν η γλωσσολογία, και πιο συγκεκριμένα η γλωσσολογία όπως αναπτύχθηκε από τον θεμελιωτή της F. deSaussure.

Σε μια εποχή που ο στρουκτουραλισμός, παιδί της σωσσυριανής σκέψης, έχει εμπνεύσει νέες θεωρήσεις στη γλωσσολογία και την ανθρωπολογία, σε μια εποχή που σφραγίζεται από "επαναναγνώσεις" (ο Αλτουσέρ ξαναδιαβάζει τον Μαρξ και ο Φουκώ την ψυχιατρική), ο Λακάν στρέφεται στη γλωσσολογία μέσα από δύο βασικά σημεία: