«Χειραφέτηση», «ελευθερία», «δικαιώματα», «επιθυμία», «ταυτότητα», «πρόοδος», «αντιεξουσία», «ηδονή», «οικολογία», «έμβια όντα», «βιοτεχνολογία» και τόσα άλλα, πολλά εισαγωγικά, που στάμπαραν λέξεις, όπως το καυτό σίδερο στο δέρμα των ζώων που πάνε για σφαγή. Λέξεις που χάνουν το νόημα τους και καταλήγουν να σημαίνουν το αντίθετό τους, που καταλήγουν να οδηγούν στο αντίθετό τους.
Ήταν στον απόηχο του Μάη του 68, όταν ο φιλόσοφος Ντελέζ και ο (σε πολλά διεισδυτικός) ψυχίατρος Γκουαταρί, με το έργο τους «Ο αντι-Οιδίποδας»(1972), οδήγησαν εντελώς στα άκρα τα απελευθερωτικά μηνύματα που έφερνε στην ασφυκτικά περίκλειστη κοινωνία των προηγούμενων καιρών, η δεκαετία του ΄60.
Συνδέοντας την «απελευθέρωση» του ατόμου, ως υποκείμενο και αντικείμενο σχέσεων, με την αναζήτηση και ικανοποίηση της επιθυμίας με κάθε τρόπο και μέσο, κατέληξαν να ηγεμονεύσουν μιας δήθεν επαναστατικής αλλαγής, που στην ουσία μετέτρεπε το σώμα σε μέσον-αντικείμενο. Σε μια μηχανή ικανοποίησης επιθυμιών και κατανάλωσης του Άλλου, υλοποιώντας με το προσωπείο της χειραφέτησης, τις καλύτερες εξουσιαστικές φαντασιώσεις του μαρκήσιου Ντε Σαντ.
Όμως, όπως μας θυμίζει ο ψυχαναλυτής Μάσσιμο Ρεκαλκάτι, στο εκπληκτικό βιβλίο του «Το σύμπλεγμα του Τηλέμαχου»(Γονείς και παιδιά μετά τη δύση του πατέρα – εκδόσεις Κέλευθος), ακόμα κι αυτοί οι «πατέρες» της αντι-οιδιπόδειας κουλτούρας, προειδοποιούσαν για τους μικροφασισμούς που κρύβει αυτή η «αντικαθεστωτική» υλοποίηση κάθε συνειδητής και ασυνείδητης επιθυμίας.
Οι Ντελέζ και Γκουαταρί, εκμηδενίζοντας το όριο και την ηθική, που με τη μορφή της ενοχής και της αυτοτιμωρίας οριζόταν στο αρχαίο δράμα, «σκοτώνοντας» εντέλει τον Οιδίποδα, παρ’ όλα αυτά προειδοποιούσαν, για την ακραία εφαρμογή της προτροπής τους : «Η μητέρα μπορεί να θεωρηθεί εξουσιοδοτημένη να αυνανίζει τον γιο;, ο πατέρας να μπορεί να γίνει μαμά;». Περιγράφοντας έτσι, 10 χρόνια μετά τον αντι-Οιδίποδα, τους μικρο-Οιδίποδες που γεννιούνται εκεί που νόμιζαν ότι μπορεί να υπάρχει μόνο η απελευθέρωση της επιθυμίας ως επαναστατική πράξη. Τονίζουν, μάλιστα, ότι χρειάζεται προσοχή ώστε αυτή η απαίτηση, «να μην μετατραπεί σε καταστροφή, σκέτη και απλή κατάργηση, πάθος κατάργησης» (…) Προσοχή ώστε αυτή η «γραμμή φυγής που απορρίπτει το όριο να μην γίνει «γραμμή θανάτου» («Τα Χίλια Επίπεδα»-1980).
Άραγε, μας θυμίζουν όλα τα παραπάνω, πράξεις και συμβολισμούς των ημερών μας; Μα, αυτό όχι μόνο αυτό είναι σαφές, αλλά ζούμε και την ουσιαστική πραγματοποίησή τους. Άλλωστε το ναρκισσιστικό κίνημα ενός επιφανειακού δικαιωματισμού (πρόσφατα κρατικοποιημένου, με την ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ του 3%, επιφανούς τμήματος του «κινήματος»), αντλεί το θεωρητικό του οπλοστάσιο από την ακραία κινηματική οντολογία των Ντελέζ και Γκουαταρί, αλλά και του πρώιμου Φουκά, του Ντεριντά, κ.α