Έχοντας στο νου αυτό που υποστηρίζει ο ψυχογλωσσολόγος A. Maijd για τα συναισθήματα, ότι «μπορούν να συμπεραίνονται από τον λόγο ακόμα και όταν δεν αναφέρονται ρητά»1 αναζήτησα πολλές φορές τα συναισθήματα στους στίχους του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Και αυτό γιατί όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος σε συνέντευξή του: «Δεν με ενδιαφέρει στα τραγούδια μου να περιγράψω συναισθήματα αλλά να μεταφέρω εικόνες, καμιά φορά περίεργες, ακατανόητες ή ανύπαρκτες αλλά πάντως ξεκάθαρες που μπορούν όμως να οδηγήσουν κάποιον να νιώσει πιθανόν νέα συναισθήματα». Τέτοιες εικόνες υπάρχουν και στο τραγούδι ‘Τρυγητής’, το οποίο θα επιχειρήσω να αναλύσω, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τη θεωρία της εννοιακής μεταφοράς,2 με στόχο την παρουσίαση του συναισθήματος στο οποίο οδηγεί τουλάχιστον εμένα. Το περιθώριο για διαφορετικού τύπου αναγνώσεις ή βιωματικές προσλήψεις είναι, αν μη τι άλλο, ανοιχτό.
Τα κάλλη σου βατόμουρα κι είπα να σου τα κόψω.Αγκάθια μ’ αγκυλώσανε μα ό,τι είναι θα τελειώσω.Εμένα κι αν μου τ’ αρνηθείς κι ώσπου να καμαρώσεις,θα ‘ρθει ο άγριος τρυγητής κι ό,τι έχεις θα του δώσεις.Γι’ αυτό λοιπόν τα κάλλη σου σε μένα να τα δώσεις. 
Παράβλεψε τα λάθη μου και τα ελαττώματά μου.Κοίτα πώς τρέμει η ανάσα μου και τ’ ακροδάχτυλά μου.Στο φως που τρέχει γρήγορα ν’ ανέβεις γητευτή μουκι αν γελαστώ κι αν τυφλωθώ, θα ‘ναι η αμοιβή μου.Στο φως ν’ ανέβεις και να ‘ρθεις, αυτή ‘ναι η γιορτή μου. 
Θέλω να πω στους βάρβαρους και στους ειδωλολάτρεςπως έχω βάρος και Θεό και γι’ αυτονών τις πλάτες.Θεό που κάθεται στη γη, ξέρω τη γειτονιά του,που ‘χει την αυταρέσκεια και δε θωρεί μπροστά του.Μα σαν θα ‘ρθει ο τρυγητής, θα βρει τη γιατρειά του.Θα ‘ρθει ο άγριος τρυγητής, να βρει τη γιατρειά του.
Ο Παπακωνσταντίνου ξεκινάει τους στίχους με τη μεταφορά του κάλλους ως βατόμουρου («τα κάλλη σου [είναι] βατόμουρα») από την οποία πηγάζουν συνεπαγωγικά και οι αμέσως επόμενες: εφόσον τα βατόμουρα δηλώνουν τα κάλλη ενός ανθρώπου, η κοπή και η αρπαγή τους δηλώνουν την απόλαυση του κάλλους («και είπα να σου τα κόψω»), τα αγκάθια είναι οι δυσκολίες που προκύπτουν κατά την απόλαυση («αγκάθια μ’ αγκυλώσανε») και το τέλος της κοπής των βατόμουρων είναι το τέλος της απόλαυσης («μα ό,τι είναι θα τελειώσω»). Εκφράζεται με αυτόν τον τρόπο την ερωτική επιθυμία του Χ (ο αφηγητής) να απολαύσει τα κάλλη της Ψ (ο αποδέκτης της αφήγησης) και η αποφασιστικότητα του παρά τις ενδεχόμενες δυσκολίες.