Του Βασίλη Λαμπόγλου
Μια ελιά πανάρχαια στον χώρο της αρχαίας πολιτείας Μεσσήνης, βασανισμένη από τις θύελλες, τους ανέμους και τους καύσωνες, τις αλλεπάλληλες πυρκαγιές που εξαϋλωσαν το γερασμένο δέρμα και το πλούσιο φύλλωμά της, γύμνωσαν την σκαμμένη σάρκα της, απόκοψαν τα υπερυψωμένα μπράτσα της, και όμως δεν κατάφεραν να την θανατώσουν, κυκλοφορούν ακόμη μέσα της χυμοί που τρέφουνε βλαστάρια νέα, τρυφερά με φύλλα φρέσκα ασημένια που ξεπηδούν και χαίρονται ξανά τον ήλιο.
Στη βαριά σκιά που έριχνε στα νιάτα της τριγύρω η γερασμένη σήμερα ελιά, ποιος ξέρει πόσοι και πόσοι κάθισαν να δροσιστούν, να ξαποστάσουν και να κουβεντιάσουν.
Έργο εκπληκτικό της Φύσης μιας σπάνιας αισθητικής που ανταγωνίζεται τα σιδερένια δέντρα των καλλιτεχνών μας που υψώνονται στη θέση των χαμένων κιόνων της βόρειας στοάς στη μεσσηνιακή ΑΓΟΡΑ, εκεί ακριβώς όπου οι Μεσσήνιοι του άστεως, βασανισμένοι κάποτε κι αυτοί σαν την πανάρχαια ελιά, διωγμένοι απ’ την πατρίδα πρόσφυγες σε ξένες χώρες, έκαναν τώρα αμέριμνοι τον βραδινό περίπατό τους, θαυμάζοντας τους ανδριάντες των ευεργετών, των φημισμένων στρατηγών, των μυθικών ηρώων, των βασιλέων και των θεών ανάμεσα στους κίονες και τις μεταλλικές δημιουργίες άξιων επώνυμων Ελλήνων καλλιτεχνών που υψώνονται, απλώνονται, κινούνται ως όντα του παρόντος που ζουν ταυτόχρονα στο παρελθόν, στον τότε χρόνο και χώρο της απώτερης καταγωγής τους.
-Κείμενο του Πέτρου Θέμελη
-37 χρόνια η Αρχαία Μεσσήνη αποκαλυπτοταν ψηφίδα με ψηφίδα,πέτρα με πέτρα,κίονα με κίονα χάρη στον άοκνο Επιστήμονα , Δάσκαλο και Άνθρωπο.






