«Ἡ ὀμορφιὰ θὰ σώσει τὸν κόσμο»
Ντοστογιέφσκυ
Προσπαθῶ νὰ κάνω τεράστιο ἅλμα πίσω στὴ ζωή μου, νὰ θυμηθῶ πότε αἰσθάνθηκα τὴν ὕπαρξη τοῦ χρόνου. Ὅ,τι καταλαβαίνω πὼς πρέπει νὰ συνέβη ὀφείλεται στὶς διηγήσεις τῆς μάνας μου. Ἀναπληρώνω ἀπὸ τὴν πείρα τοῦ μεγαλώματος τῶν δικῶν μου παιδιῶν, ἢ τῶν παιδιῶν φίλων μου.
Πότε ἕνα μικρὸ παιδὶ φτάνει τελικὰ νὰ λέει «αὔριο» ἢ «χθὲς» ἔχοντας συνείδηση ἑνὸς χρονικοῦ μεγέθους ἴδιου μὲ αὐτὸ ποὺ ἔχουν οἱ γύρω του; Θὰ πρέπει νὰ παιδεύτηκα, ἀπ’ ὅ,τι ἔλεγε ἡ μάνα μου ― εἶχα κλείσει τὰ τρία καὶ μπέρδευα τὶς χρονικὲς ἀλληλουχίες. Προηγήθηκε ἡ αἴσθηση τοῦ «αὔριο» ἀπὸ τὴν αἴσθηση τοῦ «σήμερα» καὶ τοῦ «χθές». Κι ὅταν ἔμαθα πιὰ νὰ τὰ προσδιορίζω σωστὰ αὐτὰ τὰ τρία χρονικὰ σημεῖα, χαιρόμουν γιὰ τὶς ἐπιβραβεύσεις τῶν μεγάλων. Τὸ μπέρδεμα ὅμως ἐλλόχευε ὕπουλα στὴ ζωή μου, πάντα ἀγωνιοῦσα γιὰ τοὺς σωστοὺς προσδιορισμούς. Συχνὰ αἰσθανόμουν τὸ «αὔριο» ὡς «σήμερα», καμιὰ φορὰ καὶ ὡς «χθές», ἀλλὰ τέτοια αἰσθήματα τὰ κρατοῦσα γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Στοὺς γύρω μου φανέρωνα πάντοτε αὐτὸ ποὺ περίμεναν ἀπὸ μένα, ἐπιδίωκα ἀπὸ μικρὸς νὰ σέβομαι τὶς κοινὲς συμβάσεις. Ἕνα μυστικὸ ἄρχισε σιγὰ σιγὰ νὰ διαμορφώνεται στὴ ζωή μου, ἕνα μυστικὸ ποὺ πῆρε ὑπαρξιακὲς διαστάσεις ὅταν πῆγα σχολεῖο καὶ οἱ δάσκαλοι βάλθηκαν, μὲ ζῆλο καὶ ἐπιμέλεια, νὰ μοῦ μάθουν τοὺς κανόνες τῆς ζωῆς. Τώρα δὲν ἦταν μόνο τὰ τρία βασικὰ μεγέθη (χθές, σήμερα, αὔριο), ἀλλὰ προστέθηκαν καὶ ἄλλοι χρονικοὶ προσδιορισμοί: ὁ μήνας, τὸ ἔτος, ἡ χρονικὴ περίοδος, τὸ μέτρημα τῆς ὥρας καὶ τῶν λεπτῶν ― καὶ στὸ μάθημα τῆς ἱστορίας τὸ «πρὸ Χριστοῦ» καὶ «μετὰ Χριστόν».