Του Γεωργίου Μπαμπινιώτη
"Καλά Χριστούγεννα" φίλες και φίλοι.
Δίνω σήμερα ένα κείμενό μου για την "Κυριακή προσευχή", που μού ζητούν εκλεκτοί φίλοι μου, όπως το έχω αναλύσει γλωσσολογικά και περιλαμβάνεται στο βιβλίο μου "Η γλώσσα μας: 180 κείμενα για την γλώσσα" (Κέντρο Λεξικολογίας, 2020, σελ. 670).
Κατά το κείμενο τού Ευαγγελίου, την παραδίδει ο ίδιος ο Κύριος στους ανθρώπους (εξ ου και «κυριακή» προσευχή), λέγοντας «οὕτως οὖν προσεύχεσθε ὑμεῖς» και συνοδεύοντάς την με ένα πολύ διδακτικό ηθικό αλλά και γλωσσικό σχόλιο:
«Προσευχόμενοι δὲ μὴ βαττολογήσητε, ὥσπερ οἱ ἐθνικοί. Δοκοῦσι γὰρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται. Μὴ οὖν ὁμοιωθῆτε αὐτοῖς· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν» (Ματθ. 6, 7-9).
Εξ ορισμού ως προσευχή, ως κείμενο ευχών και αιτημάτων / παρακλήσεων, το κείμενο τής κυριακής προσευχής (γνωστό και ως «Πάτερ ἡμῶν») λειτουργεί με έναν κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας, την τροπικότητα. Είναι ο μηχανισμός τής γλώσσας που, άλλοτε γραμματικοποιημένος (με τη μορφή των εγκλίσεων τής προστακτικής, τής υποτακτικής και τής ευκτικής, όπως συμβαίνει στην Αρχαία Ελληνική) και άλλοτε λεξικοποιημένος (με «δείκτες τροπικότητας», όπως τα ας, να και θα στη Νέα Ελληνική), χρησιμοποιείται από τον ομιλητή τής Ελληνικής για επικοινωνιακές ανάγκες όπως η έκφραση επιθυμίας, ευχής, παράκλησης, προτροπής, προσταγής, απαγόρευσης, απειλής κ.τ.ό.
Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι υπόδειγμα λιτότητας, περιεκτικότητας και ευθυβολίας. Περιλαμβάνει