Δημήτρης Γ. Ιωάννου
Ποιες είναι ωστόσο οι διαφορές της περί προσώπου θεολογίας του πατρός Δημητρίου από την αυγουστίνεια-σχολαστική παράδοση; Το θέμα είναι πολύ δύσκολο, και τελείως επιγραμματικά, μάλλον ανιχνευτικά, θα αποτολμήσω, προς χάριν του διαλόγου, να ψελλίσω κάποιες σκέψεις. Ίσως κλειδί για την ορθόδοξη ερμηνεία περί προσώπου, και μάλιστα του προσώπου ως διυποκειμενικής πραγματικότητας, αποτελεί η φράση του αγίου Αθανασίου, που, προσπαθώντας να εξουδετερώσει την άποψη των Αρειανών ότι ο Υιός προήλθε από την βούληση του Πατρός (αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ο Υιός θὰ ήταν κτίσμα), υποστήριξε την «εκ της ουσίας του Πατρός» (και όχι της βουλήσεως) γέννηση του Υιού. Μάλιστα, όπως πολύ σωστά τονίζουν διάφοροι θεολόγοι, ο Μέγας Αθανάσιος θεωρούσε παράφρονα εκείνον που έθετε μεταξύ του Πατρός και του Υιού «βούληση και σκέψη», κάποια δηλαδή στοχαστικότητα ή οποιασδήποτε μορφής βολονταρισμό – βουλησιοκρατία («Μαίνοιτο γὰρ ἄν τις μεταξὺ τιθεὶς Πατρὸς καὶ Υἱοῦ βούλησιν καὶ σκέψιν. Καὶ γὰρ ἕτερόν ἐστι λέγειν, Βουλήσει γέγονεν, ἕτερον δὲ, ὅτι Ἴδιον φύσει τὸν Υἱὸν αὐτοῦ ἀγαπᾶ καὶ θέλει αὐτόν».) [1]
Δεν είναι δηλαδή καθόλου μια βουλητική, ή στοχαστική φορά, αυτή που θεμελιώνει τις αγιοτριαδικές προσωπικές σχέσεις, όπως ακριβώς συμβαίνει στην θεολογία του αγίου Αυγουστίνου. Αυτή η βουλητική ή στοχαστική φορά μπορεί ενίοτε να αποδοθεί και με τον όρο «σχέση» (για τον άνθρωπο «άμεση σχέση», «συνάντηση», συναναστροφή», και γενικά υιοθέτηση της αυγουστινείας θεωρίας ότι πρόσωπο σημαίνει «σχέση του εγώ με το συ» [essere ad alium]) [2], μολονότι, όμως, όπως θα δούμε παρακάτω, ο όρος μπορεί να λάβει και ορθόδοξο νόημα.