Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΥΜΠΕΡΑΤΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΥΜΠΕΡΑΤΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2021

Μερικά παιδαγωγικά σχόλια στη συζήτηση για τις πλατφόρμες «νέας» ιστορίας και το σχολείο.

Μιχάλης Λυμπεράτος

Με αφορμή το κείμενο των κ. Αθανασιάδη και Μαντζαρίδου που αναρτήθηκε στην Εκπαιδευτική Λέσχη και απαντά στις έντονες αντιρρήσεις για τις «πλατφόρμες» και τα «σενάρια» ιστορίας που φιλοδοξούν να ενταχθούν στα σχολεία, αν και δεν νομίζω ότι έγιναν πράγματι αντιληπτές οι ενστάσεις αυτές, ωστόσο δράττομαι τις ευκαιρίας για μερικές παρατηρήσεις, αποκλειστικά παιδαγωγικού αυτή τη φορά χαρακτήρα. Γιατί όταν εκπονούνται τέτοια σχέδια τίθενται εκ των πραγμάτων μερικά προαπαιτούμενα ερωτήματα, ιδίως όταν τα προγράμματα αυτά απευθύνονται σε μαθητές. Το πρώτο και κυρίαρχο αφορά στο που ακριβώς και επί της ουσίας στοχεύει ένα τέτοιο εγχείρημα. Στην ενίσχυση της υπάρχουσας ιστοριογνωσίας; Στην αλλαγή των επικρατούσας ιστορικής αντίληψης που πρέπει να διορθωθεί; Ή στον χειρισμό της ελληνικής ιστορίας ώστε να προσαρμοστεί στις ευρύτερες απαιτήσεις του φορέα που χρηματοδοτεί τα προγράμματα αυτά;

Και είναι δεσπόζον το ερώτημα γιατί, αν και στην κοινωνία μας περισσεύει η αθωότητα, το γεγονός ότι το θέμα συνδέεται με τους στόχους των Επιτροπών της Γερμανο-ελληνικής φιλίας («Ελληνογερμανική Συνέλευση», «Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον», «Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας» κ.α.) και εκπορεύεται και χρηματοδοτείται από αυτές γεννά έναν προβληματισμό, ιδίως σε σχέση με την ιδιοτυπία ώστε μια πρωτοβουλία οργανισμών μιας ξένης χώρας να εμπλέκεται με τα εκπαιδευτικά προγράμματα μιας άλλης, ακόμα και αν τα προγράμματα αυτά εκπονούνται από Έλληνες. Γιατί μια μικρή μετατόπιση της ιστορικής επιχειρηματολόγιας, για παράδειγμα εν σχέσει με τις ευθύνες του γερμανικού στρατού για τις καταστροφές που προκάλεσε στην Ελλάδα, που επιμερίζονται από αυτές των Ναζί ως μέλη ενός πολιτικού κόμματος και όχι ως κρατικός μηχανισμός, βγάζουν από το κάδρο της υπόθεσης το γερμανικό κράτος (όπως κάποιοι πιστεύουν), με συνέπεια να επιτρέπονται νομικιστικοί ελιγμοί για να αποτιναχθούν οι απαιτήσεις για την καταβολή πολεμικών αποζημιώσεων στην Ελλάδα. Έτσι, οι μαθητές μετατρέπονται σε έμμεσοι πολλαπλασιαστές αυτής της μετατόπισης.

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2021

Οι «πλατφόρμες προφορικών μαρτυριών», η «νέα ιστορία» και το σχολείο


Μιχάλης Λυμπεράτος

Εδώ και τουλάχιστον μια 40ετία βρίσκεται σε εξέλιξη μια διεθνής απόπειρα αναθεώρησης των αντιλήψεων, των πεποιθήσεων και γνώσης για την ιστορία του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Προφανώς αυτό συνδέεται με την στρατηγική των μηχανισμών παγκοσμιοποίησης ώστε να αρθούν τα εμπόδια στην «επικοινωνία» μεταξύ των λαών στα πλαίσια της διεθνούς αγοράς, ιδίως όταν αυτά σχετίζονται με οδυνηρές μνήμες ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης χωρών, όπως αυτή που κορυφώθηκε με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σχετίζεται και με την επιδίωξη χωρών, όπως η Γερμανία, που πρωτοστάτησαν στη διαδικασία αυτή και απώλεσαν μεταπολεμικά, ως τιμωρία, την θέση τους στην διεθνή κοινότητα να αναδιατάξουν τις μεταξύ τους σχέσεις με τις άλλες υπερδυνάμεις και να επανέλθουν στους διεθνείς οργανισμούς παγκόσμιων αποφάσεων, όπως το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, χωρίς, μάλιστα, να αποκαταστήσουν και να αποδώσουν πίσω τμήμα της παραγόμενης υπεραξίας που δήωσαν στον πόλεμο.

Δεν είναι όλα αυτά ανεξάρτητα από την επανάκαμψη εθνικισμών μετά την πτώση ή παράλληλα με αυτήν των ανατολικών συστημάτων, όπως εκδηλώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, εθνικισμός που ανανεώνεται πρόσφατα υπό νέους όρους, συνεπεία της κρίσης του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος και της ευχέρειας που παρέχουν οι νέες τεχνολογίες της «κοινωνίας της γνώσης», ώστε να σταματήσει η εδαφική αναζήτηση φτηνής εργασίας και να αξιοποιηθεί η εξ αποστάσεως τηλε-ιδιοποίηση της, με αποτέλεσμα την στροφή επενδύσεων από την περιφέρεια στο «κέντρο». Το γεγονός ότι σταδιακά επανέρχεται το κέντρο βάρους στα «μητρικά» κεφάλαια των πολυεθνικών, και όχι πλέον μόνο στις τεχνολογίες αιχμής, όπως συνέβαινε μέχρι πρόσφατα, ενισχύει και τα έθνη-κράτη και τις ιδεολογίες που τους αντιστοιχούν. Ειδικά σε περιπτώσεις, όπως η Γερμανία, η οικονομική ευχέρεια που της παρείχε η επιτελική της θέση μέσα στην Ε.Ε και τα κέντρα αποφάσεων της, επιβοήθησε στην οικονομική της γιγάντωση, κάτι που διεκδικεί τώρα και σε αναφορά με τις παγκόσμιες σφαίρες εξουσίας, υπερβαίνοντας τον τυπικό αποκλεισμό της από αυτές. Σε μια εποχή γενικής αναθέρμανσης των εθνικισμών χώρες που ελέγχουν τις οικονομικές διαδικασίες σε περιφερειακούς συνασπισμούς αναζητούν διακαώς να επιλύσουν τις υπάρχουσες ιστορικά διαμορφωμένες «δυσπιστίες».