Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2024

Η Γενιά του ’30 και το νόημα της σήμερα (Β΄ μέρος)




του Γιώργου Καραμπελιά


Η νεοελληνική Αναγέννηση (1700-1922) έθετε ως αίτημά της την ανασύσταση, στην Ευρώπη, ενός κράτους συνέχειας του Βυζαντίου («πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ’ναι») – ένα κράτος αρκετά ισχυρό ώστε να σταθεί αυτεξούσιο πολιτισμικά και πολιτικά στον ιστορικό χώρο δράσης του ελληνισμού. Σε περίπτωση επιτυχίας αυτού του εγχειρήματος, ο νεώτερος ελληνισμός θα μπορούσε να ξαναστείλει «στην Κόκκινη Μηλιά» τους παρείσακτους Οθωμανούς και να συνεχίσει από εκεί που είχε μείνει η ελληνική ιστορία το 1204.

Η Μικρασιατική Καταστροφή έθεσε τέλος σε μια τέτοια αξίωση και οι ιστορικές περιπέτειες που ακολούθησαν, η Κατοχή, ο Εμφύλιος και η αποτυχία της Ένωσης με την Κύπρο, επιδείνωσαν αυτή τη γεωπολιτική αδυναμία καθώς ο ελληνισμός, χωρίς ουσιαστικά νέο όραμα, θα περιπέσει σε μια ατελείωτη διελκυστίνδα εσωτερικών διενέξεων και εμφυλίων διαμαχών.

Κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου της Βιέννης, το 1814-1815, ο Καποδίστριας, αφού απέτυχε να πείσει τον ίδιο τον τσάρο Αλέξανδρο για την ανάγκη δημιουργίας ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, θα προσανατολιστεί σε μια πολιτισμική διαφωτιστική δραστηριότητα, που θα εκφραστεί μάλιστα με τη δημιουργία της Φιλομούσου Εταιρείας:

Ἡ Ἑλλὰς πρέπει κατὰ τὸν Καποδίστριαν νὰ κηρυχθῇ ὁμοφώνως ὑφ’ ὅλων τῶν Δυνάμεων χώρα ἀφιερωμένη ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον εἰς τὰς ἐπιστήμας καὶ τὴν διαφώτισιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸ ἔδαφός της νὰ κηρυχθῇ ἐκ τῶν ἔξω ἀπρόσβλητον, ἐσωτερικῶς δὲ νὰ κρατηθῇ μακρὰν πάσης ξένης ἀναμίξεως. Κειμένη μεταξὺ Ἀσίας καὶ Εὐρώπης εὐκόλως θὰ κατανοῇ ἡ Ἑλλὰς τὸ νόημα τῆς μυστικοπαθοῦς ζωῆς τῆς Ἀνατολῆς, ἐνῶ ἀπὸ τὴν ἄλλην πλευρὰν θὰ δέχεται τὸ ἐκλεπτυσμένον πνεῦμα τῶν Εὐρωπαίων, δημιουργοῦσα κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον μίαν δι’ ὁλόκληρον την ἀνθρωπότητα σωτήριον ἰσορροπίαν[1].

Η γενιά του 1930 και ο Βενιζέλος στη μεγάλη του ειρηνική τετραετία –1928-1932– θα επιχειρήσουν να υλοποιήσουν εν μέρει το πρόταγμα του Καποδίστρια. Το κουτσουρεμένο ελληνικό κράτος να ενσωματώσει στα περιορισμένα όριά του τον πληθυσμιακό πλούτο και την ιστορική και πολιτισμική παράδοση του ελληνισμού ως αξιόπιστη και αυτόνομη συνιστώσα της Ευρώπης.

Εν τούτοις, ο Πόλεμος και ο Εμφύλιος που ακολούθησαν μετέθεσαν το επίκεντρο στην επιλογή στρατοπέδου (αμερικανική Δύση ή σοβιετική Ανατολή) και στην εσωτερική παραταξιακή και ταξική αντιπαράθεση. Άλλωστε, κατεστράφη ό,τι είχε απομείνει από την παλιά αστική τάξη, και κυριάρχησε μια δωσιλογική ή μαυραγορίτικη τάξη ενώ, στην άλλη πλευρά, η Αριστερά, και λόγω των διώξεων που υπέστη, συνέτριψε κάθε κριτικό λόγο. Και η μόνη αναλαμπή υπήρξε η δεκαετία του 1960, η «Χαμένη Άνοιξη» του Τσίρκα.

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2024

Η Γενιά του ’30 και το νόημα της σήμερα (Α΄ μέρος)


από Γιώργος Καραμπελιάς 

13 Φεβρουαρίου 2024


Κωνσταντίνος Παρθένης, Αποθέωση του Αθανασίου Διάκου, Λάδι σε καμβά, 371 x 380 εκ. Δωρεά Σοφίας Παρθένη Εκτίθεται, Εθνική Πινακοθήκη

Ξύπνησα μὲ τὸ μαρμάρινο τοῦτο κεφάλι στὰ χέρια

ποὺ μοῦ ἐξαντλεῖ τοὺς ἀγκῶνες καὶ δὲν ξέρω ποῦ νὰ τ’

ἀκουμπήσω

Ἔπεφτε στὸ ὄνειρο καθὼς ἔβγαινα ἀπὸ τὸ ὄνειρο

ἔτσι ἑνώθηκε ἡ ζωή μας καὶ θὰ εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ

ξαναχωρίσει.

Γιῶργος Σεφέρης, Μυθιστόρημα

ΜΕΡΟΣ Α΄


«Εἰς σέ προστρέχω Τέχνη τῆς Ποιήσεως»


Στην Ελλάδα, η διαμόρφωση μιας δημιουργικής κοινωνικής και πολιτικής σκέψης υπήρξε πάντοτε αναιμική, κατ’ εξοχήν ως συνέπεια του εμπορικού και μεταπρατικού έναντι της Δύσεως χαρακτήρα της μεγαλοαστικής τάξης και της ελληνικής ακαδημαϊκής διανόησης, καθώς και του διάσπαρτου χαρακτήρα του ελληνισμού. Γι’ αυτό και η τέχνη –κατ’ εξοχήν η ποίηση– θα αποτελέσει τον προνομιακό τόπο μέσα από τον οποίο δολιχοδρομούσαν ιδεολογικές, φιλοσοφικές και πολιτικές προσεγγίσεις. Δεν υπάρχει κανένα πολιτικό κείμενο που να εκφράζει με τόση ενάργεια την Επανάσταση όσο οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι του Σολωμού· την εποχή της Μεγάλης Ιδέας και των Βαλκανικών Πολέμων όσο η ποίηση του Παλαμά, ο Δωδεκάλογος του Γύφτου και η Φλογέρα του βασιλιά. Η κρίση του οικουμενικού ελληνισμού αναρριγά μέσα στην ποίηση του Καβάφη και το τέλος του στο Μυθιστόρημα του Σεφέρη.

Το 1935 κυκλοφορεί η ποιητική συλλογή του Ανδρέα Εμπειρίκου, Υψικάμινος, εκδίδεται η ποιητική συλλογή, Μυθιστόρημα του Γ. Σεφέρη, ο Οδ. Ελύτης δημοσιεύει στο περιοδικό Τα Νέα Γράμματα τα πρώτα του ποιήματα. Όπως θα γράψει ο Αντρέας Καραντώνης, «ό,τι αργότερα θ’ αποτελέσει το σώμα της νέας ποίησης, πρωτοεκδηλώνεται μέσα στα χρονικά όρια του 1935…».

Στην ποίηση και στο δοκιμιακό του έργο, ο Γιώργος Σεφέρης εξέφρασε ίσως με τον πιο ολοκληρωμένο τρόπο την οριστική, αμετάκλητη, απώλεια του οικουμενικού ελληνισμού αλλά και την ανάγκη να βυθιστούμε στην παράδοσή του για να τον κρατήσουμε ζωντανό. Σε ένα νεανικό του γράμμα, λίγο μετά την Καταστροφή, ο Σεφέρης, γεμάτος αγανάκτηση και πίκρα, θα γράψει στην αδελφή του:

«…Γιατί νὰ μὴν ἦταν βολετὸ νὰ εἶχα ξεκληριστεῖ κι ἐγώ, μαζὶ μὲ τ’ ἄλλα τὰ παιδιὰ ποὺ ξεκληριστήκανε πέρα στοὺς κάμπους τῆς ντροπῆς, ἀπὸ βλακεῖες ἠλιθίων ἐγωϊστῶν… ὅλοι μας εἴμαστε μὲ δάκρυα στὰ μάτια, μὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ξαναπέσει ἡ Σμύρνη στὰ χέρια τοῦ Τούρκου, τὸ χωράει τὸ κεφάλι ἀνθρώπου· τώρα ποὺ σοῦ γράφω τὸ μισοφέγγαρο ἴσως στὸ κονάκι, καὶ ὁ ἥλιος βασιλεύει ἥσυχος σὰν καὶ πάντα… Εἶμαι δυστυχισμένος ἀδερφή μου…»

Όμως, «δυναμωμένος με θεωρία και μελέτη»[1], φέρνοντας «πίσω αὐτὰ τ᾿ ἀνάγλυφα μιᾶς τέχνης ταπεινῆς», θα γράψει, ανάμεσα στον Δεκέμβριο του 1933 και του 1934, την ποιητική συλλογή, το Μυθιστόρημα, σταθμό στην ποιητική δημιουργία του νεότερου ελληνισμού, όπου αναμετράται με τον Μύθο και την Ιστορία, μπροστά στο οριστικό τέλος του οικουμενικού ελληνισμού. 
Γράφει άλλωστε ο ίδιος:

«Εἶναι τὰ δυό του συνθετικὰ ποὺ μ’ ἔκαναν νὰ διαλέξω τὸν τίτλο αὐτῆς τῆς ἐργασίας· ΜΥΘΟΣ γιατί χρησιμοποίησα ἀρκετὰ φανερὰ μιὰ ὁρισμένη μυθολογία· ΙΣΤΟΡΙΑ, γιατὶ προσπάθησα νὰ ἐκφράσω, μὲ εἱρμό, μιὰ κατάσταση τόσο ἀνεξάρτητη ἀπὸ μένα ὅσο καὶ τὰ πρόσωπα ἑνὸς μυθιστορήματος[2]. «

Σε αυτή την ποιητική ελεγεία, θα συμπυκνώσει το ύστατο δράμα του ελληνισμού που παίχτηκε μέσα σε τρία χρόνια: Από το ζενίθ της ιστορικής αποκατάστασης:

 «Τὸν ἄγγελο/τὸν περιμέναμε προσηλωμένοι τρία χρόνια…/ψάχναμε νὰ βροῦμε πάλι τὸ πρῶτο σπέρμα/γιὰ νὰ ξαναρχίσει τὸ πανάρχαιο δράμα»,

 μέχρι το ναδίρ της μεγάλης διάψευσης: 

«Γυρίσαμε στὰ σπίτια μας τσακισμένοι/μ᾿ ἀνήμπορα μέλη, μὲ τὸ στόμα ρημαγμένο/ ἀπὸ τὴ γέψη τῆς σκουριᾶς καὶ τῆς ἁρμύρας…». Και, τέλος, η ελπίδα μιας έστω χθαμαλότερης συνέχειας: «Φέραμε πίσω/αὐτὰ τ᾿ ἀνάγλυφα μιᾶς τέχνης ταπεινῆς».

Ο Γιάννης Σκαρίμπας θα θρηνήσει το σπασμένο καράβι του ελληνισμού και των ανθρώπων που έζησαν μετά την Καταστροφή:

«Σπασμένο καράβι νά ’μαι πέρα βαθιά / ἔτσι νά ’μαι…

Νά ’ν’ ἡ θάλασσα ἄψυχη καὶ τὰ ψάρια νεκρά/ ἔτσι νά ’ναι

καὶ τὰ βράχια κατάπληκτα καὶ τ’ ἀστέρια μακριά/ νὰ κοιτᾶνε…

σ’ ἀμμουδιὰ πεθαμένη καὶ σὲ κούφιο νερό/ νὰ κοιμᾶμαι[3]


Το ίδιο και στη ζωγραφική, ίσως για πρώτη φορά μετά τη μεγάλη αγιογραφική παράδοση και τον Θεόφιλο: Πικιώνης, Παρθένης, Κόντογλου Τσαρούχης, Βασιλείου, Παπαλουκάς, Διαμαντόπουλος, Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Εγγονόπουλος, Μόραλης, κ.λπ..

Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

“Η Woke ατζέντα, τα ομόφυλα ζευγάρια & το ρήγμα στην ελληνική κοινωνία

Το Άρδην διοργάνωσε τη Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2024 εκδήλωση – συζήτηση με θέμα:

Η Woke ατζέντα, τα ομόφυλα ζευγάρια & το ρήγμα στην ελληνική κοινωνία”
 (βίντεο)
από Άρδην - Ρήξη 12 Φεβρουαρίου 2024





Μίλησαν οι:

π. Βασίλειος Θερμός, ψυχίατρος παιδιών και εφήβων, Καθηγητής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών

Γιώργος Καραμπελιάς, Συγγραφέας – επικεφαλής Κ. Άρδην

Μελέτης Μελετόπουλος, Συγγραφέας – Δρ. Κοινωνιολογίας

στον χώρο πολιτικής και πολιτισμού, “Ρήγας Βελεστινλής”, Ξενοφώντος 4, Αθήνα


ΠΗΓΗ:https://ardin-rixi.gr/archives/255412
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

Το κρυφό σχολειό της Τήνου




του Γιώργου Καραμπελιά

 απόσπασμα από το βιβλίο του Εκκλησία και γένος εν αιχμαλωσία (Εναλλακτικές Εκδόσεις 2018)


Ανάλογης αξίας είναι πλείστα όσα από τα λοιπά επιχειρήματά του Αγγέλου. Αναρωτιέται επί παραδείγματι: Πώς θα αμφισβητηθεί το γεγονός ότι ο Γύζης εμπνεύστηκε τον γνωστό πίνακά του για το κρυφό σχολειό από το μοναστήρι της Αγίας Τριάδας στην Τήνο, το οποίο «πριν την Επανάσταση ονομαζόταν “Το Κρυφό Σχολειό”»[1]; Και απαντά: «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να αμφισβητήσει κανείς [ ] την ύπαρξη της παράδοσης αυτής καθεαυτής»! «Απλώς η ιστορική πραγματικότητα, που έρχεται σε τέλεια αντίθεση με την παράδοση, θα μας ευκολύνει να ερμηνεύσουμε την διάδοση της παράδοσης»(!) «Το νησί δηλαδή, όπως είναι γνωστό, έπεσε στα χέρια των Τούρκων μόλις το 1718. Η μεταβολή όμως αυτή δεν αλλοίωσε κατά τίποτε απολύτως τις έως τότε συνθήκες ζωής των κατοίκων.[ ] Αντίθετα θα είναι στο εξής μία από τις πιο ιδανικές για τουρκοκρατούμενα μέρη» [2].

Ακόμα όμως και να δεχτούμε ότι, υπό τις νέες συνθήκες, οι Τήνιοι, πουόντως απολάμβαναν καθεστώς αυτοδιοίκησης, ζούσαν χωρίς τουρκική καταπίεση, πως αυτό ερμηνεύει την διαπιστωμένη ύπαρξη του τοπωνυμίου; Διότι το τοπωνύμιο, όπως παραδέχεται και ο ίδιος, υπήρχε πριν την Επανάσταση. Διαβάζουμε στη βιογραφία του Γύζη, γραμμένη το 1925, από τον αρμοδιότερο, την εποχή του, διευθυντή του μηνιαίου περιοδικού Πινακοθήκη (1901-1926), Δ.Ι. Καλογερόπουλο:

Την εικόνα ενεπνεύσθη εκ της γενετείρας του. Εν Τήνω υπάρχει μία μικρά μονή της Αγίας Τριάδος, κτισθείσα προ διακοσίων ετών επί της όχθης χειμάρρου, ονομαζομένη κατά τους προ της Επαναστάσεως χρόνους το «Κρυφό σχολειό», διότι εν τη μονή αυτή εδιδάσκοντο κρυφίως τα γράμματα και την θρησκείαν τα παιδιά των Τηνίων υπό δώδεκα καλογήρων…[3]

Βέβαια, όπως προαναφέραμε, παραμένει όντως αδιευκρίνιστη η καταγωγή του τοπωνυμίου, δεδομένου ότι, επί πεντακόσια χρόνια, έως το 1715, το νησί βρισκόταν υπό ενετική κατοχή και εν συνεχεία η άμεση τουρκική παρουσία παρέμενε υποτυπώδης, αλλά ο καθηγητής Φάνης Κακριδής διερευνά και μια άλλη, βάσιμη τουλάχιστον, πιθανότητα:

Η πληροφορία έχει αμφισβητηθεί, καθώς στην Τήνο μόνο τυπικά κυριαρχούσαν οι Τούρκοι. Σωστά, αλλά μήπως οι Φράγκοι, που διαφεντεύαν το νησί δεν ήταν χειρότεροι; Η Καθολική Εκκλησία, που από τον 17ο αιώνα πατούσε γερά στην Τήνο με τους Ιησουίτες, ασκούσε στην Ελλάδα έντονο προσηλυτισμό, και πριν από την Επανάσταση ο Κοραής φοβόταν προπαντός την πολύ εκτεταμένη σχολική δραστηριότητα των Ιησουιτών στις ορθόδοξες περιοχές: οι Ιησουίτες, έγραψε, σπουδάζουν νὰ στερεώσωσι τὴν ὕπαρξίν των ἐπάνω τῆς ἀπαιδευσίας τῶν λαῶν». Μήπως αυτή η πολιτική είχε οδηγήσει τους ορθόδοξους ιερείς ν’ αντιδρούν δίνοντας κρυφά μαθήματα ελληνισμού και ορθοδοξίας στις Εκκλησιές τους;[4]

Σάββατο 19 Αυγούστου 2023

Οι αρνητές του Κρυφού Σχολειού και ο εξωραϊσμός της Τουρκοκρατίας

από Γιώργος Καραμπελιάς 



Μια σειρά κειμένων του Γιώργου Καραμπελιά για την ελληνική ιστορία.

Είναι γνωστές οι δυσκολίες που συναντούσαν οι Έλληνες για να δημιουργήσουν και να στερεώσουν τα σχολεία τους κάτω από το άγρυπνο βλέμμα των Οθωμανών. Γι’ αυτό και η εκπαίδευση των Ελλήνων αποτελούσε ένα διαρκές άθλημα. Εξ ου και η σύνδεσή της, συμβολικά, με το «κρυφό σχολειό».

Βέβαια, στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, λειτουργούσαν σχολεία και με αυτή την έννοια δεν υπήρχε, για ολόκληρη την ιστορική περίοδο και όλες τις περιοχές, κάποια γενικευμένη και μόνιμη «απαγόρευση». Ταυτόχρονα, όμως, οι Τούρκοι κατεδίωκαν, για πολλές δεκαετίες μετά την Άλωση, την εκπαίδευση των Ελλήνων, έκλειναν σχολεία, απαγόρευαν ακόμα και τη χρήση της ελληνικής γλώσσας και δεν επέτρεπαν επί αιώνες την ίδρυση σχολείων στη Μ. Ασία. Άλλωστε, τον μεγάλο ιδρυτή σχολείων, τον Κοσμά Αιτωλό, εν τέλει τον απαγχόνισαν.

Κατά συνέπεια, η αναφορά στο «κρυφό σχολειό» ενέχει τη μορφή συμβόλου για τις διώξεις που αντιμετώπιζε η παιδεία στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Άλλωστε, αυτό θέλουν εν τέλει να αμφισβητήσουν οι αποδομητές, ιστορικοί και μη, αρνούμενοι την ύπαρξη του κρυφού σχολειού: τον καταπιεστικό και «φωτοσβεστικό» χαρακτήρα της οθωμανικής εξουσίας.

Από τον Κωνσταντίνο Κούμα στον Αδαμάντιο Κοραή


Οι Οθωμανοί με δυσκολία έδιναν άδειες για την ίδρυση σχολείων, ακόμα και κατά τον 18ο αι. –σχεδόν πάντοτε κατόπιν δωροδοκίας–, ή τα έκλειναν σε πολλές περιοχές, όπως συνέβη μετά τα Ορλωφικά, το 1770.

Διαθέτουμε μάλιστα τη σχετική μαρτυρία του Κούμα. Ο Κωνσταντίνος Κούμας, γεννημένος στη Λάρισα το 1777, κοραϊστής, εχθρικά διακείμενος προς τη Φιλική Εταιρεία, αναφέρει πως έγινε «δεκαετὴς χωρὶς νὰ ἴδῃ οὔτε ἐκκλησίαν (διότι τὴν εἶχαν κρημνίσει οἱ Τοῦρκοι ), οὔτε κοινὸν σχολεῖον, διότι ἐφυλάττετο ἔγκλειστος, διὰ τὸν φόβον τῶν Γιανιτσάρων», ως συνέπεια του κλίματος των διώξεων που επικρατούσε μετά τα Ορλωφικά: «Ἕνα μόνον ναὸν εἶχαν, τιμώμενον εἰς ὄ­νο­μα τοῦ ἁ­γί­ου Ἀ­χιλ­λί­ου­­­­­, καὶ τοῦ­τον τὸν ἐ­κρή­μνι­σαν. Με­τὰ πα­ρέ­λευ­σιν εἰ­κο­σι­τεσ­σά­ρων ἐ­τῶν, [ ] ἀ­νε­κτί­σθη ὁ να­ὸς οὗ­τος … διὰ φρον­τί­δος τοῦ ἀ­ξι­ε­παί­νου μη­τρο­πο­λί­του Λα­ρίσ­σης Διονυσίου Καλλιάρχου κα­τὰ τὸ 1794 ἔ­τος, ὁ­πό­τε ὁ κα­λὸς οὗ­τος ποι­μὴν ἀ­νή­γει­ρε καὶ τὸ πα­λαι­ὸν Ἑλ­λη­νι­κὸν σχο­λεῖ­ον»[1].

Πέμπτη 3 Αυγούστου 2023

Σε µια νέα ιστορική εποχή

από Γιώργος Καραμπελιάς 



Από το νέο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά «Το Λυκόφως του μηδενισμού, Η Ελλάδα μπροστά σε και νέα ιστορική εποχή» που κυκλοφορεί από τις «Εναλλακτικές Εκδόσεις».


Ο ελληνισμός, στα 100 χρόνια που ακολούθησαν το 1922, έζησε τρεις αλλεπάλληλους καθοδικούς κύκλους, παρότι στο εσωτερικό τους μπορούν να επισημανθούν και στιγμές έξαρσης και ανόδου. Σε αντίθεση λοιπόν με ένα εύκολο και γραμμικό σχήμα του τύπου «θρίαμβοι και καταστροφές», που διαδέχονται οι μεν τις δε, αδιαφοροποίητα και σχεδόν τυχαία, οι τρεις αυτοί ιστορικοί κύκλοι, 1922-1949, 1949-1974 και 1974-2019, αναπαριστούν τρεις αδιαμφισβήτητα καθοδικούς κύκλους.

Ο πρώτος θα εγκαινιαστεί με τη Μικρασιατική Καταστροφή και θα ολοκληρωθεί με το τέλος του Εμφυλίου, με την Ελλάδα αιμάσσουσα, κατεστραμμένη, με συρρικνωμένο οικονομικό και γεωπολιτικό αποτύπωμα, καθώς θα μεταβληθεί και πάλι, μετά από δεκαετίες, σε ένα κράτος απόλυτα εξαρτημένο, ανάλογο με εκείνο του 19ου αιώνα.

Η επόμενη ιστορική φάση θα ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς, με τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της Κύπρου και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, για να τελειώσει με μία εθνική καταστροφή, την απώλεια μεγάλου μέρους της Κύπρου, την ουσιαστική ήττα του ελληνικού στρατού και την απαρχή της γενίκευσης των τουρκικών διεκδικήσεων απέναντι στον ελλαδικό χώρο.

Η τρίτη περίοδος, παρότι θα εγκαινιαστεί με δημοκρατικές κατακτήσεις και νικητήριους παιάνες, θα εισέλθει σταδιακά σε μια μακρά περίοδο παρακμής, η οποία, πίσω από το προσωπείο της καταναλωτικής ευωχίας και του παρασιτικού εκσυγχρονισμού, θα οδηγήσει στην αποβιομηχάνιση της χώρας, στη δημογραφική συρρίκνωση και, τέλος, στην ίδια την κατάρρευση του κυρίαρχου οικονομικοκοινωνικού μοντέλου. Το μεγαλύτερο μέρος της δημόσιας και της ιδιωτικής περιουσίας θα εκχωρηθεί στις ξένες τράπεζες και τις ξένες δυνάμεις ενώ, παράλληλα, η τουρκική επιθετικότητα θα ανέβει πολλά ντεσιμπέλ παραπάνω, απαιτώντας πλέον τη δορυφοροποίηση της Ελλάδας και της Κύπρου στον νεο-οθωμανισμό.

Τετάρτη 26 Ιουλίου 2023

Αγαπητοί προφεσόροι, οι Τούρκοι μας χρωστάν

από Γιώργος Καραμπελιάς 


Θ’ απευθυνθώ προς τον Ζαβίνα πρώτα,

κι αν ο μωρός αυτός δεν μ’ εκτιμήσει,

θα πάγω στον αντίπαλό του, τον Γρυπό.

Κι αν ο ηλίθιος κι αυτός δεν με προσλάβει,

πηγαίνω παρευθύς στον Υρκανό.

Θα με θελήσει πάντως ένας απ’ τους τρεις.

Κι είν’ η συνείδησίς μου ήσυχη

για το αψήφιστο της εκλογής.

Βλάπτουν κι οι τρεις τους την Συρία το ίδιο.

Κ. Καβάφης, «Ας φρόντιζαν»


του Γιώργου Καραμπελιά


Ο ελληνικός λαός, στις εκλογές του 2019 και πολύ περισσότερο σε εκείνες του 2023, επισφράγισε την αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ, ως ιδεολογικού και πολιτικού πυρήνα του εθνομηδενισμού. Κόμμα που είχε συσπειρώσει το μεγαλύτερο μέρος του μηδενιστικού apparat της ύστερης μεταπολίτευσης, από τον Αντώνη Λιάκο και τη Μαρία Ρεπούση, έως τον Δημήτρη Χριστόπουλο και τον Κωνσταντίνο Τσουκαλά: από τον καθηγητή Σημίτη και τον ΓΑΠ, μετακόμισαν ή, στην καλύτερη περίπτωση, «γοητεύτηκαν», από τον ΣΥΡΙΖΑ – και παρεμπιπτόντως την εξουσία.

Ο «χώρος», όμως, κατά την πρώτη μνημονιακή περίοδο μέχρι το δημοψήφισμα του 2015, είχε διασπαστεί, καθώς η κυβέρνησή ΣΥΡΙΖΑ περιλάμβανε και μια ισχυρή «λαϊκιστική» και/ή ρωσική και αντιευρωπαϊκή συνιστώσα, από τον Βαρουφάκη και τον Λαφαζάνη μέχρι τον Πάνο Καμμένο και τους ΑΝΕΛ.

Έτσι, μέρος του σημιτικού χώρου θα εγκαταλείψει και το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βανιζέλου, που συνεργαζόταν με τον «εθνικιστή» και «αντιμνημονιακό» Σαμαρά, και θα στραφεί προς τη ΔΗΜΑΡ και το μνημονιακό, και εξίσου μηδενιστικό με τον ΣΥΡΙΖΑ, Ποτάμι.

Και μόνο μετά το δημοψήφισμα του 2015 και την εκπαραθύρωση των Βαρουφάκη, Λαφαζάνη, θα αρχίσουν και πάλι αρκετοί να επανακάμπτουν στον ΣΥΡΙΖΑ ενώ, με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, οι Χριστόπουλος, Τσιτσελίκης, Μητσός, Ηρακλείδης, Κοππά και σύσσωμο το ΕΛΙΑΜΕΠ θα αναφωνήσουν αφερίμ.

Κάποιοι, μετά το ναυάγιο Μεϊμαράκη, θα πλησιάσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ως τον εκσυγχρονιστή πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας· παρότι θα τους απογοητεύσει, τουλάχιστον εν μέρει, με την αντίθεσή του στη σύναψη της συμφωνίας των Πρεσπών και κυρίως, μετά το 2019, με την «εθνικιστική» του πολιτική στον Έβρο και στο Ανατολικό Αιγαίο, ή με την «επιθετική» του ομιλία στο αμερικανικό Κογκρέσο, το 2022.

Αρκετοί θα παραμένουν, έτσι χολωμένοι, γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ, ή σε «κύκλους» ανάλογους με εκείνους του Ευάγγελου Βενιζέλου, περιμένοντας την ευκαιρία να ανακάμψουν. Άλλωστε, το ΒΗΜΑ, τα ΝΕΑ και ιστοσελίδες όπως το in.gr, τηρώντας τη σημιτική παράδοση του «Συγκροτήματος», και λιγότερο η «Καθημερινή», θα τους παρηγορούν, αποζημιώνοντάς τους με τη συστηματική φιλοξενία των «αναλύσεών» τους –παρότι σχεδόν κανείς δεν τις διάβαζε–, κρατώντας τους εν εγρηγόρσει για ώρα ανάγκης.

Δευτέρα 10 Ιουλίου 2023

Το παιδομάζωμα στο δημοτικό τραγούδι


Γράφει ο Γιώργος Καραμπελιάς – ΑΡΗΔΝ


«Ανάθεμά σε βασιλιᾶ»


Ορισμένοι ιστορικοί και δημοσιογράφοι, στα πλαίσια της γενικευμένης «απομυθοποίησης των εθνικών μύθων», θέλησαν να παρουσιάσουν και το παιδομάζωμα ως μια μορφή εν πολλοίς «εθελοντικής στρατολογίας» των ραγιάδων ώστε να ξεφύγουν από τη φτώχια[1]!

Γνωρίζουμε, ωστόσο, από πολλές πηγές, πως, πέρα από ορισμένες περιπτώσεις εθελούσιας αποδοχής του παιδομαζώματος, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι γονείς προσπαθούσαν να προφυλάξουν τα παιδιά τους, τα έκρυβαν, τα μεταμφίεζαν σε κορίτσια ή πλήρωναν μεγάλα ποσά για να τα πάρουν πίσω· εξάλλου, η άρνησή τους να συμμορφωθούν τιμωρούνταν με θάνατο, ενώ μαρτυρούνται και αρκετές εξεγέρσεις.

Ακόμα και στην Πελοπόννησο, όπου το παιδομάζωμα είχε πολύ μικρότερη έκταση, δεδομένου ότι η Τουρκοκρατία θα ολοκληρωθεί μόλις το 1715, ο Ράνσιμαν αναφέρεται σε εξέγερση ενάντια στη διεξαγωγή παιδομαζώματος η οποία «οργανώθηκε από τους χριστιανούς Αλβανούς το 1565»[2].

Στον αρχόμενο 18ο αιώνα, οι τελευταίες μαρτυρίες που διαθέτουμε αφορούν την εξέγερση των Nαουσαίων σε απόπειρα διενέργειας παιδομαζώματος, το 1705. Τότε, σύμφωνα με έγγραφα του ιεροδικείου της Βέροιας, οι κάτοικοι αρνήθηκαν να παραδώσουν τα παιδιά τους και πάνω από εκατό άνδρες, με επικεφαλής τον Zήση Kαραδήμο και τους γιους του, ύψωσαν τη σημαία της ανταρσίας η οποία και καταπνίγηκε μετά την άφιξη τουρκικού ιππικού. Πάντως, το δημοτικό τραγούδι θα «απαντήσει» σε αυτή την ιστοριογραφική διαμάχη με… τους στίχους του.

Ἀ­νά­θε­μά σε, βα­σι­λιᾶ, καὶ τρὶς ἀ­νά­θε­μά σε,

μὲ τὸ κα­κὸν ὁπό­κα­μες, καὶ τὸ κα­κὸ ποὺ κά­νεις.

Στέλ­νεις, δέ­νεις τοὺς γέ­ρον­τας, τοὺς πρώ­τους τοὺς πα­πᾶδες

νὰ μά­σῃς παι­δο­μά­ζω­μα, νὰ κά­μῃς γε­νι­τσά­ρους.

Κλαῖν’ οἱ γο­ναῖ­οι τὰ παι­διά, κ’ οἱ ἀ­δερ­φὲς τ’ ἀ­δέρ­φια,

Κλαί­γω κ’ ἐ­γὼ καὶ καί­γο­μαι καὶ ὅ­σο θὰ ζῶ θὰ κλαί­γω.

Πέρ­σι πῆ­ραν τὸν γιό­κα μου, φέ­το τὸν ἀ­δελ­φό μου.

(ΑΑ, «Ιστορικά Άσματα», Θ΄-Β΄, σ. 133)


Και αν το ηπειρωτικό τραγούδι στρέφεται ανοικτά ενάντια στον βασιλιά, για «τὸ κακό ποὺ κάνει», το θεσσαλικό ανάλογο δεν δείχνει μεν την ίδια αποκοτιά, αλλά συγκεντρώνει, θαρρείς σε ένα τραγούδι, ολόκληρη την κλίμακα της καταπίεσης («γουργὰ ψουμὶ, γουργὰ κρασὶ, γουργὰ καλὸ προσφάι»), με αποκορύφωμα την πράξη του παιδομαζώματος.

Ἕ­νας πα­σι­ᾶς κα­τέ­βι­νι ἀ­ποὺ μέ­σα ’ποὺ τήμ-Πό­λη,

μή­δι σὶ χά­νι πέ­ζι­ψι, μη­δὲ σὶ γι­ρουν­τά­δι­ο,

μόν’ πῆ­γε κι ξι­πέ­ζι­ψι στῆς χή­ρας τοὺ πα­λά­τι.

Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2023

Γ. Καραμπελιάς: Η Γενιά του ’30 στο μεταίχμιο του 20ού αιώνα

από το Άρδην τ. 25-26, Μάιος-Ιούλιος 2000

Στο μεταίχμιο της ελληνικής ιστορίας

Μεγάλωσα σε μια εποχή που ένιωθε βαριά και ίσως αφόρητη την παρουσία της “γενιάς του ’30” πάνω της. Ανατράφηκα με τον Βενέζη και τον Θεοτοκά, τον “Κοτζάμπαση του Καστρό-πυργου” του Καραγάτση και τον “Επιτάφιο” του Ρίτσου, το σεφερικό “Μυθιστόρημα” και το “Μαραμπού”, την Υψικάμινο” του Εμπειρίκου και τα δοκίμια του Δημαρά. Γνώρισα τα δοκίμια του Κάλας μέσα από ξεχασμένα τεύχη της “Κομμουνιστικής Επιθεώρησης”, κάτω από άγνωστα ψευδώνυμα (Σπιέρρος) και τραγούδησα το “Άξιον Εστί”. Είδα τη ζωγραφική με τα μάτια του Τσαρούχη και την Αρχαία τραγωδία μέσα από τη σκηνοθεσία του Δημήτρη Ροντήρη. Συχνά τότε, νέος, δυσανασχετώντας γι’ αυτήν την πανταχού παρούσα “ξεπερασμένη” γενιά, ευαγγελίστηκα την έλευση μιας “καινούργιας γενιάς” που θα ξεπερνούσε την “προηγούμενη”, τη “γενιά της ήττας”, του Αναγνωστάκη, του Κύρου, του Λεοντάρη, και θα οικοδομούσε ένα θαρραλέο μέλλον, “υπερβαίνοντας επιτέλους” τον επαρχιωτισμό της ψωροκώσταινας, ατενίζοντας ^ θαρραλέα και χωρίς μάταιους ελληνοκεντρισμούς τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο που ανέτελλε μέσα από τα οδοφράγματα του ’68, τους Μπητλς και τον κινηματογράφο του Γκοντάρ.

Βέβαια δεν είχα διαβάσει τότε το “Ελεύθερο Πνεύμα” του Γιώργου Θεοτοκά, για να κατανοήσω πως και η δική του γενιά, η “γενιά του ’30”, έτρεφε την ίδια ακριβώς φιλοδοξία, “να τρέξει επιτέλους με γρήγορα αυτοκίνητα” την “Λεωφόρο Συγγρού” και να ξεπεράσει τον “Καημό της ρωμιοσύνης”, να συμβάλει στη δημιουργία μιας Ελλάδας που θα έπαιζε στο εξής ενεργητικό ρόλο στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού πολιτισμού. “Όταν ο παλιός κόσμος πίσω μας θα καίγεται”! Αυτό υπήρξε και το ιδεώδες της δικής μου γενιάς, της “γενιάς του ’60”. Οι γενιές μας έμοιαζαν, και ίσως γι’ αυτό νιώθαμε τόσο έντονα να μας βαραίνει η παρουσία της γενιάς του ’30. Υπήρξαμε και οι δύο μεταπολεμικές, και οι δύο μετά μια μεγάλη καταστροφή, την Μικρασιατική και τον Εμφύλιο, και οι δύο σε εποχές μεγάλων ζυμώσεων, η πρώτη μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, εμείς μετά την αντιαποικιακή. Μετά την Κύπρο, την Κούβα και τον Κάστρο, ταυτόχρονα με το Βιετνάμ, τον Γκεβάρα, τον Μάο και το κίνημα του ’68, της εφόδου στον ουρανό. Και οι δύο ζήσαμε σε μια στιγμή οικονομικής και πολιτιστικής άνθησης, που έλαβε τέλος με… μια δικτατορία, και μια κατοχή (είτε του ’40 είτε της Κύπρου).

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2022

Ο Γ. Καραμπελιάς συνομιλεί με τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Γεώργιο Γ΄ (βίντεο)


Συζήτηση του Γιώργου Καραμπελιά με τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου (τότε μητροπολίτη Πάφου) Γεώργιο Γ΄

Η συζήτηση πραγματοποίηθηκε Τετάρτη 19 Απριλίου 2017 στο Καφέ του Ιανού θέμα: «Κύπρος και ελληνική ταυτότητα».

Ακούστε τον νέο Αρχιεπίσκοπο να μιλά για την πορεία του Κυπριακού και τις απειλές που αντιμετωπίζει ο ελληνισμός της Κύπρου από την κατοχική Τουρκία.

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2022

Εµείς και η Ρωσία…

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στις 12 Απριλίου 2018. 

Δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα γιατί ο άκριτος αντιρωσισμός έχει πάρει διαστάσεις ανησυχητικές στις ημέρες μας.




Οι άκριτοι αντίπαλοι και οι πρόθυµοι υποτακτικοί

του Γιώργου Καραµπελιά


O ελληνισμός διατηρεί μια πολύ παλιά σχέση με τη Ρωσία, πάνω από χίλια χρόνια, από την εποχή του εκχριστιανισμού των Ρώσων από τον Βλαδίμηρο, το 988. Έκτοτε οι τύχες των δύο λαών συνδέθηκαν στενά, για το καλύτερο ή το χειρότερο. Και οι δύο αντιμετώπισαν τις εισβολές και την επιθετικότητα τόσο των δυτικών, όσο και, κατ’ εξοχήν, των «ανατολικών» τους αντιπάλων: Στην Ελλάδα, τους σταυροφόρους, από τα δυτικά, και τα τουρκικά φύλα στα ανατολικά, που μετά από απόπειρες τετρακοσίων χρόνων, με αφετηρία το Ματζικέρτ το 1071, θα επιτύχουν την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Οι Ρώσοι θα αντιμετωπίσουν και αυτοί μια ανάλογη διττή επιβουλή. Από τους Τεύτονες ιππότες και τους Σουηδούς στα δυτικά και τους τουρκικής καταγωγής Μογγόλους στα ανατολικά. Και τόσο οι Έλληνες, όσο και οι Ρώσοι, δέθηκαν στενά με την Ορθοδοξία, που ταυτίστηκε οιονεί με την εθνική τους ταυτότητα, ενώ η κοινότητα των αντιπάλων τους διαμόρφωσε μία εθνική ευαισθησία ταυτόχρονα αντιδυτική και αντίισλαμική ή αντιτουρκική.

Όμως, οι ιστορικές τύχες των δύο λαών υπήρξαν εντελώς διαφορετικές. Οι Ρώσοι, στο κέντρο μίας αχανούς πεδιάδας ηπειρωτικών διαστάσεων, θα συγκροτήσουν ένα ανάλογων διαστάσεων κράτος, το οποίο, από τον Ιβάν τον Τρομερό και στο εξής, θα επεκτείνεται, τόσο προς τα δυτικά, όσο και, κυρίως, προς τα νότια και τα ανατολικά, υποτάσσοντας και έναν μεγάλο αριθμό τουρκόφωνων και ισλαμικών πληθυσμών γενικότερα. Για πολλούς αιώνες, θα βρεθεί σε ανοικτή αντιπαράθεση με τις δύο μεγάλες ισλαμικές αυτοκρατορίες στα νότια σύνορά της, το Ιράν και κυρίως την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία, τη στιγμή της μεγαλύτερης εξάπλωσής της, έφτανε μέχρι τα νότια σύνορα της τότε Πολωνίας. Από την εποχή του Μεγάλου Πέτρου και της Μεγάλης Αικατερίνης, στους πολέμους που ξέσπασαν η Ρωσία θα εκδιώξει την Οθωμανική Αυτοκρατορία από τη νότια Ρωσία και τα βόρεια και βορειοανατολικά παράλια της Μαύρης Θάλασσας.

Την ίδια στιγμή, οι Έλληνες, ζώντας σε μια εντελώς διαφορετική γεωγραφική πραγματικότητα, στον διάσπαρτο χώρο του Αιγαίου και της ελλαδικής χερσονήσου, θα χάσουν, από τον ενδέκατο μέχρι τον δέκατο τρίτο αιώνα, το μόνο ηπειρωτικό βάθος που διέθεταν, δηλαδή τη Μικρά Ασία, και το επίκεντρο του ελληνισμού θα μεταφερθεί στα στενά όρια της ελλαδικής χερσονήσου, δηλαδή της αρχέγονης κοιτίδας του ελληνικού πολιτισμού. Έτσι κατέστη σχεδόν αναπόφευκτη η υποταγή των Ελλήνων, αρχικώς στους Δυτικούς (μετά το 1204), και στους Οθωμανούς (μετά το 1453). Πλέον, η σχέση Ρώσων και Ελλήνων θα αντιστραφεί και οι τελευταίοι, μετά τον 18ο αιώνα, θα προσβλέπουν σχεδόν αποκλειστικά στους πρώτους για την απελευθέρωση τους. Οι Δυτικοί, αντίθετα, που συγκρούονταν με τους Τούρκους –αρχικώς η Ισπανία και κυρίως η Βενετία–, θα πάψουν να αποτελούν αντίπαλο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και, μπροστά στον «ρωσικό κίνδυνο», από τον 18ο αιώνα και μετά, θα στηρίζουν την ακεραιότητα της τελευταίας. Εξάλλου, η οικονομική ανάπτυξη των Ελλήνων, από τα μέσα του 18ου αιώνα, θα τους μεταβάλει σε άμεσους ανταγωνιστές των Άγγλων και Γάλλων στην Ανατολική Μεσόγειο.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022

Σεμινάριο Ιστορίας Γ. Καραμπελιά: Από το 1897 στο 1909 – Κρητική Επανάσταση και Μακεδονικός Αγώνας


Ο Γιώργος Καραμπελιάς, με αφετηρία την έκδοση του βιβλίου του, 1909-1922, Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα, εγκαινιάζει, από την Δευτέρα 3 Οκτωβρίου, μια σειρά ιστορικών σεμιναρίων για την περίοδο 1909-1922, που θα διεξάγονται κάθε δεύτερη Δευτέρα. 

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2022 στις 19.00 το δεύτερο σεμινάριο με θέμα: Από το 1897 στο 1909 – Κρητική Επανάσταση και Μακεδονικός Αγώνας 

Επόμενο σεμινάριο: 3. Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2022 με θέμα: Η επανάσταση του 1909 και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2022

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2022

1909-1922: Διχασμός ή σύγκρουση δύο στρατηγικών για τον ελληνισμό;

Βιβλιοπαρουσίαση: Γιώργος Καραμπελιάς 1909-1922, Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2022.

Του Γιώργου Ρακκά

Tο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά 1909-1922, Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα (Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2022) συνεισφέρει σε νέες οπτικές στην ιστορική έρευνα, την συλλογική αυτογνωσία, καθώς και στη δημόσια συζήτηση που γίνεται για τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Κατ’ αρχάς, καλύπτει με την προσέγγισή του το ιδεολογικό χάσμα των επίσημων εορτασμών. Υιοθετώντας την διαλεκτική περί «καταστροφών και θριάμβων», την οποία αρέσκεται να επαναλαμβάνει συχνά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, οι επίσημοι εορτασμοί προσανατολίζονται περισσότερο στο τρίπτυχο «Καταστροφή-Προσφυγιά/Ανασυγκρότηση», και επιμένουν στην επαύριον του 1922. Ιδίως στον εμπλουτισμό της ελλαδικής κοινωνίας με τους ανθρώπους και τον πολιτισμό του Ελληνισμού από τον Πόντο και τη Μικρασία.

Έτσι όμως, παραμένουν ανέγγιχτα τα ιστορικά αίτια της Καταστροφής, ενώ, η αδήριτη πραγματικότητα ότι ιδρυτικό γεγονός της σύγχρονης Τουρκίας στέκει η ‘γενοκτονική μηχανική’ της περιόδου 1912-1922 και πάλι παραμερίζεται (γιατί άραγε;).

Ο συγγραφέας οδηγείται στην ερμηνεία του 1922, από το 1909. Αντιμετωπίζει αυτά τα χρόνια ως μια ενιαία περίοδο. Εκείνο δε που την ενοποιεί είναι ότι στην διάρκειά τους εξελίσσεται μια επανάσταση, που δεν είναι άλλη από την απόπειρα ολοκλήρωσης της Μεγάλης ιδέας, αρχικώς με την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Ηπείρου, στη συνέχεια, με το πέρασμα στην άλλη πλευρά του Αιγαίου για την τελευταία πράξη, την χειραφέτηση του Ελληνισμού στον Πόντο και την Μικρά Ασία.

Η Μικρασιατική εκστρατεία, επομένως, που μέχρι και σήμερα η Αριστερά καταγγέλλει ως ‘ιμπεριαλιστική’, και διάφορες άλλες δυνάμεις αξιολογούν ως «τυχοδιωκτική» κρίνοντας ότι αποτελούσε ένα εγχείρημα έξω από τις υλικές δυνατότητες και τα μεγέθη του ελληνικού κράτους, υπήρξε καρπός μιας κινητοποίησης ολάκερου του ελληνισμού: Της συμμαχίας, όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας, των δυνάμεων του ευρύτερου ελληνισμού, με τις αντιολιγαρχικές δυνάμεις που δρούσαν μέσα στην κρατική επικράτεια.

Ξεκινάει με την επανάσταση του 1909, προχωράει με αποφασιστικότητα στην εσωτερική ανάταξη και στις νίκες των Βαλκανικών πολέμων, για να προσκρούσει από το 1915 και έπειτα στην ανάδυση και την αντίδραση του μικροελλαδισμού. Πυρήνας της αντιβενιζελικής παρατάξεως, οι ελίτ που διαμορφώθηκαν μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, στήριζαν την ισχύ τους στον κρατικό του υδροκεφαλισμό και την παρασιτική υφή του, και γι’ αυτό συνέδεαν τα συμφέροντά τους με την «μικρή, πλην τίμια Ελλάδα».

Η αντίθεση ελληνισμού και μικροελλαδισμού αποτελεί και το ‘αρχιμήδειο σημείο’ του συγγραφέα, που του επιτρέπει να διαπιστώσει και τα βαθύτερα αίτια του Διχασμού. Ξεφεύγει έτσι από την επιφανειακή οπτική που προσεγγίζει την αντίθεση βενιζελικών και αντιβενιζελικών σε ιστορικό κενό, δίχως να την εντάσσει στη μεγαλύτερη διάρκεια, και να βλέπει την προϊστορία της στην ευρύτερη διαμάχη μεταξύ των δύο στρατηγικών –της Μεγάλης Ιδέας από την μία, της «Ελλάδας της Μελούνας» από την άλλη.

Η μεγάλη πλειοψηφία των σημερινών ιστορικών, εξάλλου, είτε κατασκευάζουν ‘αφηγήσεις’ συγκεντρώνοντας αποσπασματικά ιστορικά τεκμήρια σέ ένα δικό τους κολάζ, είτε πέφτουν θύμα της υπερεξειδίκευσής τους: παίρνουν ως σημείο αφετηρίας τους κάποιες ορισμένες ψηφίδες της μεγάλης ιστορικής εικόνας, και από αυτές προσπαθούν να καταστρώσουν ερμηνευτικά σχήματα για το όλον.

Ο Καραμπελιάς, αντίθετα, παραμένει ως προς αυτό κλασικός. Πραγματεύεται διεξοδικά τις ιστορικές πηγές, και χτίζει μεθοδικά μια σφαιρική ιστορική προσέγγιση:

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2022

Εισαγωγή κύκλου σεμιναρίων: 1909-1922, Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα



Ο Γιώργος Καραμπελιάς, με αφετηρία την έκδοση του βιβλίου του, 1909-1922, Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα, εγκαινιάζει, από την Δευτέρα 3 Οκτωβρίου, μια σειρά ιστορικών σεμιναρίων για την περίοδο 1909-1922, που θα διεξάγονται κάθε δεύτερη Δευτέρα. Σύνοψη των Σεμιναρίων θα αποστέλλεται διαδικτυακά σε όλους τους συμμετέχοντες.

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2022

Η ήττα του 1922 δεν ήταν προδιαγεγραμμένη – Αυλή και ολιγαρχία συμμάχησαν με τους αντιπάλους της Ελλάδας

του Γιώργου Καραμπελιά από Το Ποντίκι

Σήμερα, εκατό χρόνια μετά την Καταστροφή του 1922, έχουν εκλείψει οι λόγοι που επέβαλλαν τη χρήση του όρου Διχασμός ως ενός όρου που χρησιμοποιείται για να κατευνάζειτα εμφύλια πάθη του διχασμού και να επουλώνει τα τραύματα του ξεριζωμού. Και συχνά, μέσα από την «ουδετερότητά» του, αυτός ο όρος χρησιμοποιείται με τρόπο που να εξισώνει τα δύο στρατόπεδα του Εθνικού Διχασμού και να σχετικοποιεί τις εκατέρωθεν ευθύνες – «όλοι φταίγανε, άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο» –, ο Βενιζέλος δε επαινείται κατ’ εξοχήν, αν όχι αποκλειστικά, για το εκσυγχρονιστικό του έργο.

Αρκετοί ιστορικοί εκθειάζουν μάλιστα τον Μεταξά – σταθερά αντίθετο στη Μικρασιατική Εκστρατεία – παρασιωπώντας τον πρωταγωνιστικό, φιλογερμανικό και αντεπαναστατικό ρόλο του στη διάρκεια του Διχασμού. Μάλιστα οι αριστερής απόκλισης συγγραφείς βρίσκονται σε δυσχερέστερη θέση· ενώ συμφωνούν με τις θέσεις του Μεταξά για τη Μικρά Ασία, δυσκολεύονται να τον υπερασπιστούν εξ αιτίας του επιγενέστερου ρόλου του ως του ηγέτη της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου.

Καθοριστικός ο εμφύλιος

Υποτιμάται έτσι και συσκοτίζεται η επαναστατική διάσταση μιας περιόδου που αποτέλεσε τη συνέχεια και την ολοκλήρωση της Επανάστασης του 1821. Και εάν η ελληνική εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση διαρκεί έναν ολόκληρο αιώνα – εγκαινιάζεται το 1821 και λήγει το 1922 –, οι δύο αποφασιστικές στιγμές της βρίσκονται στην αρχή και στο τέλος της περιόδου, από το 1821 έως το 1830 και από το 1909 έως το 1922.

Με ζητούμενο πάντοτε την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας του Ρήγα, της Φιλικής και του… Βενιζέλου: δηλαδή την απελευθέρωση από την οθωμανική κυριαρχία και τη δημιουργία ενός κράτους ικανού να στεγάσει τους Έλληνες στη μεγάλη τους πλειοψηφία.

Καθόλου συμπτωματικά δε, και στις δύο περιπτώσεις, το σημαντικότερο εμπόδιο στην υλοποίηση «τῆς μεγάλης ταύτης ἰδέας» υπήρξε ο Εμφύλιος Πόλεμος, που, στη δεύτερη περίπτωση ως «Διχασμός», εστράφη κυριολεκτικώς ενάντια στην Επανάσταση. Διότι, εάν στη διάρκεια των γεγονότων του ’21 ο Κολοκοτρώνης ένιωθε πανίσχυρος στο στρατιωτικό πεδίο αλλά αδύναμος στο διπλωματικό, αναγνωρίζοντας πως «χρειαζόμαστε και τους μπαρμπέρηδες», δηλαδή τους πολιτικούς, δεν συνέβαινε κάτι ανάλογο μετά το 1909.

Τώρα η ηγεσία της επανάστασης διέθετε μακρά επαναστατική εμπειρία και πλήρη ηγεμονία στο πολιτικό, ιδεολογικό και διπλωματικό πεδίο. Γι’ αυτό και οι πολιτικοί της αντίπαλοι, η Αυλή και η ολιγαρχία, για να την αντιμετωπίσουν, θα συμμαχήσουν με τους ίδιους τους αντιπάλους της Ελλάδας, τη Γερμανία, τους Βουλγάρους, ακόμα και τους Οθωμανούς, ώστε να επικρατήσουν στο εσωτερικό πεδίο.

Άλλωστε η ίδια η αφετηρία της περιόδου, η Επανάσταση του 1909, συνιστά ένα κίνημα όχι ενάντια στους Οθωμανούς ή τους Βουλγάρους, αλλά απ’ ευθείας ενάντια στην ολιγαρχία και το Παλάτι. Οι τελευταίοι, μάλιστα, μετά το 1915, παύουν να αποτελούν απλώς μια «αντίπαλη πολιτική μερίδα» και μεταβάλλονται απροκάλυπτα σε αντεπαναστατική δύναμη. Κάτι στο οποίο δεν έφθασε ποτέ ο μέγας αντίπαλος του Κολοκοτρώνη, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο οποίος εκπροσωπούσε πάντοτε μια πτέρυγα της Επανάστασης – συμπαθή ή αντιπαθή.

Δεν ήταν μοιραίο γεγονός

Όποιος λοιπόν προσεγγίσει, με τη μεγαλύτερη δυνατή αμεροληψία, τις πηγές και τα γεγονότα της εποχής δεν μπορεί παρά να πειστεί πως την καταστροφή του οικουμενικού ελληνισμού δεν την προκάλεσε ένας απροσδιόριστος και εξισορροπητικός «Διχασμός», ούτε υπήρξε ένα μοιραίο γεγονός, ένα fatum.

Χωρίς αμφιβολία αποτέλεσε τη συνέπεια των λυσσαλέων προσπαθειών της ολιγαρχικής αντεπανάστασης να αποτρέψει την ήττα της. Ήττα αναπόφευκτη εάν συντελούνταν η αιφνίδια διεύρυνση των ορίων του ελληνικού κράτους με τη συμπερίληψη του αλύτρωτου ελληνισμού.

Συναφώς η Καταστροφή το 1922 δεν μπορεί και δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί αποκλειστικώς με βάση τα τρία τελευταία χρόνια της περιόδου (1919-1922), μετά την αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη. Πρόκειται για ένα ακόμα σύνηθες σφάλμα, που αρνείται να δει την ιστορική περίοδο 1909-1922 ως ένα όλον, ώστε να ερμηνεύσει αποτελεσματικά και τις εξελίξεις της τριετίας 1919-1922.

Εάν, επί παραδείγματι, δεν ληφθεί υπόψη η μακρά περίοδος του Διχασμού, είναι αδύνατον να κατανοηθεί η εκλογική περιπέτεια του 1920 και τα όσα ακολούθησαν. Ο ίδιος ο Διχασμός, δε, θα πρέπει να αναχθεί στις ιστορικές του ρίζες, της αντιπαράθεσης ελλαδισμού και ελληνισμού, που χρονολογείται από τον 19ο αιώνα τουλάχιστον. Και πάντως θα πρέπει να εξεταστεί τουλάχιστον με αφετηρία το 1909.

Η μεγάλη εξόρμηση

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2022

Η εθνικοαπελευθερωτική Αριστερά κυριαρχεί μέχρι το 1918 στην Ελλάδα

Η Αριστερά και η Μεγάλη Ιδέα (Α΄ μέρος)

Χάρτης της Ελλάδας όπως καθορίστηκε από την συνθήκη των Σεβρών το 1920.

Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, 1909-1922, Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις   

Παρότι  είναι ευρύτατα γνωστή η στάση της κομμουνιστικής Αριστεράς, εναντίον της Μικρασιατικής Εκστρατείας αγνοείται το γεγονός  έως το 1918-19 στο εσωτερικό της κυριαρχούν τα ρεύματα που αναδείκνυαν τη σημασία του εθνικού ζητήματος, παρότι διακινούνταν και αντίθετες απόψεις. Και αυτό διότι μετά το 1919 κυριάρχησε η κομμουνιστική Αριστερά στο σοσιαλιστικό κίνημα της Ελλάδα πνίγηκαν όλα τα άλλα ρεύματα και «ξεχάστηκε» η παλαιότερη ιδεολογία της ελληνικής Αριστεράς.

Πράγματι οι ρίζες της στον 19ο αιώνα ήταν μάλλον γαριβαλδινού χαρακτήρα, συναρτώντας την κοινωνική απελευθέρωση με την απελευθέρωση των υπόδουλων λαών της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Παναγιώτης Πανάς, στην Αλήθεια, τόνιζε, ήδη το 1861, πως το νόημα του «ἀληθοῦς» ριζοσπαστισμού δεν έχει «ὡς μόνο του δόγμα τὴν ἐθνικὴν ἀποκατάστασιν, ἀλλὰ καί τὴν ἐπὶ τὰ βελτίῳ τῆς κοινωνίας ἀνάπλασιν»[1].

Οι γεννήτορες του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος, ο Πλάτων Δρακούλης, (1858 – 1942)  που εξέδιδε το Άρδην, και ο Σταύρος Καλλέργης την εφημερίδα Σοσιαλιστής, και είχαν οργανώσει από κοινού τον πρώτο εορτασμό της εργατικής Πρωτομαγιάς, το 1893, συνδύαζαν τις κοινωνιστικές τους αντιλήψεις με τον πατριωτισμό. Ο Πλάτων Δρακούλης θα προχωρήσει στην ίδρυση του Συνδέσμου των Εργατικών Τάξεων της Ελλάδος (ΣΤΕΤ), στα 1908, και του Ελληνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, που συμπεριλάμβαναν στους στόχους τους και τις εθνικές διεκδικήσεις ενώ στη συνέχεια θα στηρίξει ανοικτά τους Φιλελευθέρους.

Ο Σταύρος Καλλέργης (1864-1926), που οργάνωσε τον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο και εξέδιδε την εφημερίδα Σοσιαλιστής, θα συμμετάσχει μαζί με τον ομοϊδεάτη του Μαρίνο Αντύπα στην επανάσταση της Κρήτης και θα εκλεγεί αντιπρόσωπος στην Επαναστατική Συνέλευση του Αρκαδίου και βουλευτής στην εθνική εξέγερση του 1912. Ο Κεφαλλονίτης Μαρίνος Αντύπας (1872-1907), συνεχιστής του επτανήσιου ορθόδοξου ριζοσπαστισμού, μετά την Κρήτη θα συγκρουστεί με τους μεγαλοκτηματίες της Θεσσαλίας και θα δολοφονηθεί το 1907.

Ο Νικόλαος Γιαννιός (1885-1958) είχε χρηματίσει γραμματέας του Γιάννη Ψυχάρη στο Παρίσι, το 1903-1905, ενώ στην Κωνσταντινούπολη, το 1908-1910, υπήρξε αρχισυντάκτης της εφημερίδας Λαός –όργανο του δημοτικιστικού «Ἀδερφάτου τῆς Ἐθνικῆς Γλώσσας»– και συνεργάστηκε με τον Ίωνα Δραγούμη. Παράλληλα, ενεπλάκη στο σοσιαλιστικό κίνημα της οθωμανικής Αυτοκρατορίας με το «Σοσιαλιστικό Κέντρο της Τουρκίας» και εξέδιδε την εφημερίδα Εργάτης. Τελικώς, καταδιωγμένος από τους Νεότουρκους, θα καταφύγει στην Αθήνα και το 1911 θα ιδρύσει το Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθήνας[2].

Όμως, η ενσωμάτωση των νέων εδαφών μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, και ιδιαίτερα εκείνων της Θεσσαλονίκης, θα προκαλέσει τεκτονικές μετατοπίσεις στο σοσιαλιστικό και εργατικό κίνημα. Στη Θεσσαλονίκη, τουλάχιστον το 40% του πληθυσμού ήταν εβραϊκής καταγωγής, οι δε Εβραίοι εργάτες αποτελούσαν την πλειοψηφία της εργατικής τάξης. Μέσα στον αναβρασμό που είχε προκαλέσει η επανάσταση των Νεοτούρκων, οι Εβραίοι εργάτες θα ιδρύσουν, τον Ιούλιο του 1909, τη «Σοσιαλιστική Εργατική Ομοσπονδία», γνωστότερη ως Φεντερασιόν, η οποία επεκτάθηκε σε μια σειρά πόλεων της Μακεδονίας και αναγνωρίστηκε ως το επίσημο τμήμα της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στην οθωμανική Αυτοκρατορία[3].

Όταν πραγματοποιήθηκε η ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στο ελληνικό κράτος, η Φεντερασιόν αρχικώς την αντιμετώπισε αρνητικά, καθώς δεν συμμεριζόταν την ιδεολογία και τους πόθους των Ελλήνων. Σταδιακώς, όμως, μετά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο, θα αρχίσει να συμμετέχει ενεργά στην εργατική και σοσιαλιστική κίνηση της χώρας – τα δε σωματεία της Θεσσαλονίκης ήταν πολύ ισχυρότερα από εκείνα της νότιας Ελλάδας. Σύντομα, η Φεντερασιόν, που υποστήριζε την ουδετερότητα, θα συγκρουστεί με τον Γιαννιό και τον Δρακούλη, που τάσσονταν υπέρ της συμμετοχής της Ελλάδας στον Α΄ ΠΠ. Η Φεντερασιόν θα συμμετάσχει στις εκλογές του 1915 μαζί με τη βασιλική Αντιπολίτευση και θα εκλέξει τον Αριστείδη Σίδερι και τον Άλμπερτ Κουριέλ ως τους πρώτους Έλληνες σοσιαλιστές βουλευτές. Όμως, εξαιτίας και της στενής σύνδεσης σημαντικού μέρους των Εβραίων της Θεσσαλονίκης με τη Γαλλία, η αντίθεσή τους προς τον πόλεμο σταδιακώς θα μετριαστεί.

Πάντως, μέχρι την εδραίωση της ρωσικής Επανάστασης, οι οπαδοί της στήριξης των εθνικών αιτημάτων της Ελλάδας θα κυριαρχούν στο εσωτερικό του εργατικού κινήματος· μάλιστα, το 1917, ο Νίκος Γιαννιός θα συμμετάσχει στην κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης και, μαζί με τον Γιάννη Πετσόπουλο, θα εκδώσουν τον Ριζοσπάστη που στήριζε τις εθνικές διεκδικήσεις της Ελλάδας. Ο Δημήτρης Γληνός θα αναλάβει τη γενική Γραμματεία του Υπουργείου Παιδείας ενώ ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος ο μεταφραστής του Κομμουνιστικού Μανιφέστου θα χρηματίσει το 1917 υπεύθυνος της κρατικής λογοκρισίας.[4] Σοσιαλιστές αντιπρόσωποι θα συμμετάσχουν και στις Διασκέψεις Ειρήνης: στο Λονδίνο –Πολυζόπουλος, Αλεξιάδης Δρακούλης, οι Σίδερις και Κουριέλ, και ο Π. Δημητράτος– με στόχο να επηρεάσουν τους Ευρωπαίους αντιπροσώπους υπέρ των ελληνικών θέσεων. Το ίδιο το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος (ΣΕΚΕ), το μετέπειτα ΚΚΕ, θα δημιουργηθεί το 1918, με τις ευλογίες της κυβέρνησης, στα πλαίσια της ενίσχυσης της ελληνικής παρουσίας στο ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κίνημα. Άλλωστε, και οι «Κοινωνιολόγοι» του Παπαναστασίου και οι ριζοσπάστες του Φιλάρετου θα συνταχθούν με τον Βενιζέλο.

Τρίτη 14 Ιουνίου 2022

Τα ιδρυτικά σύμβολα της Τουρκίας: Το ξίφος και το σαρίκι

«Ποιος θα τον σταματήσει;… Για τον Ατατούρκ, το μέτρο ήταν η χώρα. Για τον Ερντογάν, ολόκληρος ο κόσμος».

Του Γιώργου Καραμπελια

Μέχρι πρόσφατα, τόσο ο Μουσταφά Κεμάλ, ως το πρότυπο ενός ιακωβινικού κοσμικού τουρκικού εθνικισμού, όσο και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ως το πρότυπο ενός δημοκρατικού και λαϊκού ισλάμ, προβάλλονταν συστηματικά από τον Τύπο και τις κυβερνήσεις της Δύσης ως οι εναλλακτικές εκφράσεις ενός ειρηνευμένου τουρκισμού. Όμως το δοκιμίο του πρώην διευθυντή του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου της ΓαλλίαςJean-François Colosimo, Το ξίφος και το Σαρίκι, που εκδόθηκε στα ελληνικά από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις τον Δεκέμβριο του 2021. Καταδεικνύει με ακλόνητα επιχειρήματα την εσώτερη ταυτότητα όλων των πλευρών του τουρκισμού, που χρησιμοποιεί ταυτόχρονα το ξίφος και το σαρίκι. Άλλωστε η ταύτιση του Κεμαλικού Κιλισντάρογλου με τον ισλαμιστή Ερντογάν έναντι της Ελλάδας είναι εδώ για να μας την υπενθυμίζει.

Το βιβλίο του Κολοζιμό όχι μόνο αποδομεί αυτή την ψευδή εικόνα αλλά ταυτόχρονα καταδεικνύει τη βαθύτερη ενότητα που συνδέει τον ένα με τον άλλο, τον Κεμάλ με τον Ερντογάν, με μοναδικό στόχο και επιδίωξη την κυριαρχία.

Ο Κεμάλ, επιχείρησε διά πυρός και σιδήρου να μεταβάλει την πολυεθνική αυτοκρατορία σε ένα εθνικό τουρκικό κράτος που χρησιμοποίησε τα όπλα της Δύσης, γι’ αυτό και προχώρησε στην υιοθέτηση μιας σειράς μέτρων εκδυτικισμού – εισαγωγή του λατινικού αλφαβήτου, κατάργηση της μαντίλας, κοσμικό κράτος κ.λπ.﮲ μεταρρυθμίσεις που φάνταζαν στα μάτια τόσο των φιλελεύθερων όσο και των συντηρητικών Ευρωπαίων ως μία απροϋπόθετη προσχώρηση στον διαφωτισμό και τη Δύση.

Άλλωστε, η Τουρκία αποτελούσε ήδη από τον Μεσοπόλεμο μια δύναμη ανάσχεσης της σοβιετικής επιρροής, γεγονός που ενίσχυε τον δυτικό στραβισμό. Έβλεπαν στην Τουρκία ένα κοσμικό ανεξίθρησκο κράτος ξεχνώντας πως το τουρκικό «κοσμικό» κράτος αφορούσε αποκλειστικά μουσουλμανικούς πληθυσμούς, μετά τη γενοκτονία, την εκδίωξη ή τη φίμωση των χριστιανικών πληθυσμών. Ο εθνοκρατικός τουρκισμός επιχειρούσε την ενσωμάτωση όλων των μουσουλμάνων κατοίκων της Τουρκίας – μέσω της προπαγάνδας ή και της βίας αν χρειαζόταν.