Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2024

Γ. Καραμπελιάς,«25 μαθήματα ελληνικής ιστορίας» Μέρος 6ο: Από τον οικουμενικό στον νεώτερο ελληνισμό

Μέρος 6ο: Από τον οικουμενικό στον νεώτερο ελληνισμό



Από το Ματζικέρτ στο 1204

Η Οικουμενική περίοδος του ελληνικού έθνους διαρκεί λίγο πολύ μέχρι τους Κομνηνούς Αυτοκράτορες. Τότε, οι Βυζαντινοί αρχίζουν να πιέζονται ασφυκτικά τόσο στα ανατολικά, όταν ηττώνται από τους Σελτζούκους Τούρκους στο Ματζικέρτ, και από τα δυτικά, όταν οι Νορμανδοί καταλαμβάνουν τη Σικελία και τη νότιο Ιταλία, επίσης το 1071. Αμέσως μετά αποβιβάστηκαν στο Δυρράχιο, και μετά από λίγα χρόνια πολιόρκησαν και τη Θεσσαλονίκη[1]. Ταυτόχρονα, στα Βαλκάνια, οι Σέρβοι δημιουργούν το πρώτο τους κράτος, οι Βούλγαροι ανασυστήνουν την «Αυτοκρατορία» τους, οι Αρμένιοι συγκροτούν βασίλεια στην Κιλικία. Άρα, οι εναπομείναντες υπήκοοι του Βυζαντίου παύουν να ανήκουν πλέον σε ένα αληθινά οικουμενικό κράτος και στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι πλέον και «Έλληνες το γένος». Αυτή τη μετάβαση σηματοδοτεί, στο πεδίο της λογοτεχνίας, ο Διγενής Ακρίτας. Τα ακριτικά τραγούδια διαμορφώνονται σαν «δημοτικά τραγούδια», στα σύνορα της Μικράς Ασίας με τη Συρία, μέσα από τη σύγκρουση με τους Άραβες, ήδη από τον 10ο ή ίσως και τον 9ο αιώνα· πάνω στην προϋπάρχουσα λαϊκή παράδοση θα στηριχτεί η συγγραφή του έπους του Βασίλειου Διγενή Ακρίτη – λόγιο κείμενο, που έχει γραφεί την εποχή των Κομνηνών, μετά τη μάχη του Ματζικέρτ, ίσως και μετά τη μάχη του Μυριοκεφάλου. Το έπος του Βασίλειου Διγενή Ακρίτη αντλεί από τα ακριτικά δημοτικά τραγούδια κατά τον ίδιο τρόπο που τα Ομηρικά Έπη στηρίχτηκαν σε παλαιότερα λαϊκά τραγούδια και ραψωδούς· στη συνέχεια δε, κατασκευάζονται νέα δημοτικά τραγούδια –εν μέρει και με βάση αυτό το έπος– που εξαπλώνονται σε ολόκληρο τον ελληνισμό, τα οποία και θα συναντήσουμε με ελάχιστες παραλλαγές στην Κύπρο, στον Πόντο, στην Κρήτη. Προφανώς, τις χρονολογίες που επιλέγονται για να ορίσουν την αφετηρία ή το τέλος μιας ιστορικής περιόδου –αυτού που αποκαλούμε νεώτερο ελληνισμό στην περίπτωσή μας– θα πρέπει να τις αντιλαμβανόμαστε μάλλον ως οδοδείκτες και ως συμβολικά ορόσημα. Έτσι, επί παραδείγματι, από πολλούς έχει προταθεί ως αφετηριακή χρονολογία για τον νεώτερο ελληνισμό, όχι το 1204 αλλά το 1071 στη διττή σημειολογία του, της μάχης του Ματζικέρτ και της κατάληψης της Νότιας Ιταλίας από τους Νορμανδούς. Το 1071 σηματοδοτεί τα προοίμια της οριστικής εξάντλησης του οικουμενικού ελληνισμού, ενώ το 1204 συνιστά την αφετηρία του νεώτερου. Και πράγματι, υπάρχουν πολλά στοιχεία που συνηγορούν σε μια τέτοια χρονολόγηση, όπως η ανάπτυξη του ακριτικού τραγουδιού και των παραλογών, η εμφάνιση της νεώτερης δημώδους γλώσσας μας κ.λπ. Κατά τον 11ο αιώνα, ενισχύεται το σερβικό κράτος, υπό τον Στέφανο Βοϊσλάβο (1037-1051), που νίκησε τον βυζαντινό στρατό το 1041. Ωστόσο, κατά τα τέλη του 11ου αιώνα, οι Βυζαντινοί υπέταξαν και πάλι τους Σέρβους, ενώ είχαν ήδη καθυποτάξει τους Βουλγάρους. Το 1172, ο Στέφανος Νεμάνια θα στασιάσει εναντίον των Βυζαντινών κα,ι παρότι το 1190 θα ηττηθεί από τον Ισάακιο Β΄ Άγγελο, η Σερβία θα αναγνωριστεί ως ανεξάρτητη οντότητα. Μετά δε το 1204, οι Σέρβοι όχι μόνο θα καταστούν πλήρως ανεξάρτητοι αλλά σύντομα θα καταλάβουν μεγάλο μέρος των βυζαντινών εδαφών. Οι Αρμένιοι, από τον 11ο μέχρι τον 14ο αιώνα, επειδή είχαν κατακτηθεί από τους Τούρκους, θα διαμορφώσουν αρμενικό βασίλειο στην Κιλικία. Οι Βούλγαροι θα επαναστατήσουν το 1187-1188 εναντίον του Βυζαντίου και θα δημιουργήσουν το Β΄ Βουλγαρικό κράτος το οποίο και θα αναγνωριστεί με συνθήκη από τους Βυζαντινούς το 1202. Έτσι, παρότι το 1071 σηματοδοτεί την έναρξη μιας περιόδου ιστορικής συρρίκνωσης της βυζαντινής Οικουμένης, το γεγονός ότι, κατά την περίοδο 1071-1204, οι Βυζαντινοί Έλληνες θα ανακτήσουν ένα μεγάλο μέρος της Μικράς Ασίας και την Αντιόχεια, καθώς και το γεγονός ότι η οριστική αποκοπή Σέρβων και Βουλγάρων θα πραγματοποιηθεί κατά τα τέλη του 12ου αιώνα, μας υποχρεώνει να χαρακτηρίσουμε την περίοδο 1071-1204 ως περίοδο μετάβασης από τον οικουμενικό ελληνισμό στον κατ’ εξοχήν εθνοκρατικό. Οι απαρχές του νεώτερου ελληνισμού Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο Διγενής Ακρίτας υπήρξε «διγενής» και εν τοις πράγμασι, διότι ο πατέρας του, αραβικής καταγωγής, ερωτεύτηκε την Ελληνίδα μητέρα του, εκχριστιανίστηκε και έγινε ορθόδοξος. Καθώς αναπτύσσεται η σύγκρουση με το επιθετικό ισλάμ –αρχικώς τους Άραβες και μετά τους Τούρκους–, και τον επίσης επιθετικό καθολικισμό, –το 1054 επισημοποιείται το Σχίσμα των Εκκλησιών–, η θρησκευτική ταυτότητα, καθίσταται καθοριστική και η ορθοδοξία ταυτίζεται οιονεί με την ελληνική ταυτότητα....

ΠΗΓΗ:https://youtu.be/kaxpClcOuXE?si=8-3BXjz1Zz79R3f6
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.