Του Μπάμπη Ανδριανόπουλου
Για τις κυράδες εκείνων των καιρών που δεν ζήτησαν τίποτα και έδωσαν τα πάντα.
Γεωργία Σκοπούλη " ΑΥΤΕΣ ΠΟΥ ΓΙΝΑΝ ΕΝΑ ΜΕ ΤΗ ΓΗ"
Από το στόμα των αφηγητριών:
"... - Τρεις νύχτες του Δεκεμβρίου να κάτσουμε εδώ δεν τελειώνουν αυτά...
- Και με πάντρεψαν. Ούτε στήθος, ούτε τα ρούχα μου είχα ακόμη!
- Μόλις τελείωσα το Δημοτικό, άρχισα και το όργωμα. Μου άρεσε. Αν μ' έβλεπες να κάνω χωράφι! Πέταγα.
- Με τα πόδια και ξυπόλυτες. Τα παπούτσια στο χέρι για να μην χαλάσουν.
- Και αρχίσαμε με την σειρά από σπίτι σε σπίτι να θάβουμε τους νεκρούς.
- Το δρεπάνι για το θέρο τόχα πάντα δεμένο στη μέση μου για να μην το χάνω.
- Α, παλιόγρια! μου λεν. Έρχονται μπάμ-μπούμ, έχετε λίρες, έχετε λίρες... Καταστραφήκαμαν.
- Με την πεθερά μου ήμασταν φίλες, σαν μάνα με κόρη.
- Είχε την οχιά στη γλώσσα μέχρι να πεθάνει.
- Το πιο ωραίο ήταν ο ξέφλος. Φαγητά, τραγούδια, χοροί. Αξέχαστες βραδιές!
Τώρα οι νέοι δε χορεύουν, δεν τραγουδάνε με το στόμα. Άλλοι λεν τραγούδια γι' αυτούς...
- Έβαλε τα χέρια μέσα η μαμή κι ανακάτευε.
- Η μάνα φοβόταν μήπως μείνω έγκυος και μας ζητήσουν προίκα παραπάνω!
- Κάθε χρόνο που ερχόταν έπιανε και από ένα παιδί.
- Πέθανε κι η γιαγιά. Ένα χρόνο τώρα είμ' ελεύθερη.
- Γιαγιά, φέρε ένα μαξιλάρι να βάλω στο κεφάλι του μπαμπά γιατί πέθανε.
- Για την αγρότισσα, που απ' αυτήν τρώνε ψωμί, κανένας δεν ασχολείται. ..."
Η Μαρινέλλα Βλαχάκη έστησε μια σπουδαία θεατρική παράσταση βασισμένη σε επτά από τις 68 αφηγήσεις γυναικών της Ηπείρου που περιέχονται στο βιβλίο.
Κι εδώ έρχεται η Ελένη Τέγου με ένα απόλυτα ταιριαστό ποίημα:
"Mάνα αγρότισσα"
Βγαλμένο από αφηγήσεις γερόντων στο χωριό Μαυρομμάτι της Καρδίτσας, που φιλοξενεί τη σπηλιά που γεννήθηκε ο «γιος της καλογριάς», Αρχιστράτηγος του’ 21 Γεώργιος Καραϊσκάκης.

