Της Ευγενίας Σαρηγιαννίδη
Η φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι σε θέση να πραγματοποιηθεί με την αντίστροφη ακριβώς μορφή: ως αστυνομική παγκοσμιοποίηση, ολικός έλεγχος, τρόμος της ασφάλειας.
J. Baudrillard,
«Το Πνεύμα της Τρομοκρατίας», εκδ. Κριτική, 2002, σ. 46
Τα μέτρα για την αντιμετώπιση και τη διαχείριση της πανδημίας και η εφαρμογή τους στον πληθυσμό παρέχουν στον κοινωνικό επιστήμονα, αλλά και στον ψυχολόγο ιδιαίτερα, ένα ευρύτατο πεδίο μελέτης κοινωνικών συμπεριφορών, νοοτροπιών και κοινωνικής σκέψης. Επομένως, όσο κι αν στοχοποιείται ή και ποινικοποιείται η κάθε κριτική προσέγγιση της συζήτησης περί της διαχείρισης της πανδημίας, δεν θα έπρεπε να ξεφεύγει από το βλέμμα του κοινωνικού επιστήμονα η ανάλυση, ενδεχομένως και η απόπειρα ερμηνείας των προϋποθέσεων, αλλά και των συνεπειών αυτής της διαχείρισης .
Για την αρχή του παρόντος άρθρου θα επικεντρωθούμε στο παράδειγμα του μέτρου του γενικευμένου ελέγχου των υγειονομικών πιστοποιητικών από διάφορες επαγγελματικές κατηγορίες. Πιο συγκεκριμένα, αναφερόμαστε στην εκχώρηση επισήμως (από το νόμο και το κράτος) εξουσιών στα άτομα που υπερβαίνουν τον κοινωνικό τους ρόλο. Πλέον ο κάθε υπάλληλος (στο καφέ, στο κατάστημα ρούχων ή οπουδήποτε αλλού), εκπαιδεύεται να γίνει αφενός τμήμα του ελεγκτικού μηχανισμού, αφετέρου εξουσιοδοτείται να επισύρει σε ένα πρώτο επίπεδο περιορισμούς στον παραβάτη συμπολίτη του (αφού του απαγορεύει να εισέλθει στο χώρο, να καθίσει στο καφέ ή να ψωνίσει). Έτσι, ο κάθε πολίτης αποκτά ειδικά προνόμια στην σχέση του με τον συμπολίτη του και παράλληλα ευθύνες άσκησης εξουσίας επί του άλλου. Ζητείται επί παραδείγματι στον κάθε πολίτη – πελάτη καταστημάτων λιανικής ή εστίασης, να επιδεικνύει ταυτότητα στον κάθε συμπολίτη του, πέραν από τα πιστοποιητικά υγείας του, δίνοντας διάφορες πληροφορίες, από την ημερομηνία γέννησής του μέχρι το όνομα του πατέρα ή της μητέρας του. Κατά αυτόν τον τρόπο, καλλιεργείται ένα
«διαίρει και βασίλευε» κατακερματισμένο σε επίπεδο ατόμου, όπου όλοι γίνονται εν δυνάμει αστυνόμοι και ταυτόχρονα εν δυνάμει παραβάτες. Η κοινωνική συνεκτικότητα διαρρηγνύεται στη βάση της, αφού όλοι αποτελούν για όλους όχι μόνο υγειονομική απειλή, αλλά και ελεγκτικό μηχανισμό. Κατά αυτόν τον τρόπο, η δημοκρατία καταλύεται όχι μόνο σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και στο βιωμένο επίπεδο της καθημερινής ζωής. Και αυτή η εκπαίδευση στην ανελευθερία , στην αστυνόμευση και τον μόνιμο έλεγχο εξοικειώνει τα άτομα με την ανελευθερία και τον ολοκληρωτισμό, διευρύνει προς τα κάτω μια φασίζουσα νοοτροπία και τα διαπαιδαγωγεί όχι μόνο να θεωρούν αυτή την κατάσταση ως φυσική και αυτονόητη, αφού όπως υποτίθεται, γίνεται για το καλό των πολιτών, αλλά ως ένδειξη μιας ψυχοδιανοητικής προόδου, έναντι του παλαιού κόσμου των «υπανάπτυκτων» που τους εκπαίδευσαν σε υπερβατικότητες κάτι αναχρονιστικές ιδεολογίες, σαν κι αυτές που διαβάζουμε στο Θούριο του Ρήγα «Κάλλιο να ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή κλπ.»
Όπως σημειώνει ο Παπαμιχαήλ (1) , ο σύγχρονος λοιπόν, σαστισμένος φιλελεύθερος δικαιωματούχος, για να μην περιθωριοποιηθεί (π.χ. ως «ψεκασμένος», ως «συνωμοσιολόγος», ως «αρνητής» κλπ.) ή για να μην τιμωρηθεί ως παραβάτης, είναι πλέον νομικά και ηθικά εξαναγκασμένος να αποδεχτεί, άλλοτε με δυσφορία άλλοτε όχι, την περιστολή των πλέον στοιχειωδών ελευθεριών του. Στις σύγχρονες, χαοτικές μητροπόλεις που κατοικεί πλάι σε άτομα αποξενωμένα μεταξύ τους και ανταγωνιστικές μικροομάδες συμφερόντων, η κρατικώς και αστυνομικώς ασκούμενη, γενικευμένη επιτήρηση της συμμόρφωσης των πολιτών ως δείγμα της υποταγής που οφείλουν οι επιτηρούμενοι στην επιτηρούσα αρχή, αποτελεί την πίσω πλευρά του αναχρο-φιλελεύθερου ατομισμού. Θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε επομένως τι είδους πατερναλιστικός ολοκληρωτισμός υποσκάπτει τα θεμέλια της αστικής δημοκρατίας, όταν τα αστικά δημοκρατικά συντάγματα καταστρατηγούνται «για το καλό» των πολιτών με τρόπο τόσο προκλητικό, ή όταν ο θεσμός της δικαιοσύνης, χωρίς να κρατά πλέον ούτε τα στοιχειώδη προσχήματα, έχει πάψει να λειτουργεί;