
Το έργο και η θεολογία του μακαριστού Αναστάσιου Γιαννουλάτου (1929-2025) είναι πολυεπίπεδο και το μελετάμε εδώ και πολύν καιρό. Στο κείμενο που ακολουθεί ψηλαφώ την καίρια συμβολή του στην διαύγαση της Ιεραποστολής ως μαρτυρίας και διακονίας, σε απόλυτη αντιδιαστολή προς την αποικιοκρατική στρέβλωσή της. Προς τούτο επικεντρώνω σε δύο χρονικές ενότητες:
Πρώτον, στο ξεκίνημά του κατά την δεκαετία του 1960 (πράγμα βασικό για να κατανοηθεί ότι διεμβόλισε την εκκλησιαστική και κοινωνική πραγματικότητα με μια νέα ματιά),
και δεύτερον στην οπτική του όπως αυτή ολοκληρώθηκε στις τελευταίες δεκαετίες του βίου του (πράγμα βασικό για να αντιληφθούμε το εύρος το οποίο έδωσε στην αποστολή / Ιεραποστολή της Εκκλησίας). Για προσωπικούς λόγους η καρδιά μου χτυπάει ιδιαίτερα στην δεύτερη ενότητα, ωστόσο είναι απαραίτητο να τηρήσω την χρονική σειρά τους.
Για να εντάξουμε στο διάνυσμα του χρόνου αυτά τα δύο «άκρα» (το ξεκίνημα και το καταστάλαγμα), ας κρατήσουμε κατά νου ορισμένους βασικούς σταθμούς της πολύ μακράς και πλούσιας πορείας του:
Για να εντάξουμε στο διάνυσμα του χρόνου αυτά τα δύο «άκρα» (το ξεκίνημα και το καταστάλαγμα), ας κρατήσουμε κατά νου ορισμένους βασικούς σταθμούς της πολύ μακράς και πλούσιας πορείας του:
Αποφοίτησε από τον Θεολογική Σχολή το 1952 και σε λίγο εγκαινίασε την συμμετοχή του σε διεθνείς οργανισμούς (όπως το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών) και διεθνή φόρα. Το 1960 έγινε κληρικός, το 1972 χειροτονήθηκε επίσκοπος Ανδρούσης και ξεκίνησε την πορεία του ως καθηγητής Ιστορίας Θρησκευμάτων στην Θεολογική Σχολή Αθηνών.