Ο τίτλος του κειμένου προέρχεται από ένα λάθος. Ξεκίνησα να γράφω -στο μυαλό μου πρώτα- ένα κείμενο για το νεσεσέρ που βρήκα πεταμένο στο δρόμο. Και πόσο δυσκολευόμουν να το σπρώξω, αφού ζύγιζε όσο δύο άντρες καλοταϊσμένοι.
Έπειτα, καθώς “είδα” ξανά την εικόνα, κατάλαβα ότι είχα χρησιμοποιήσει λάθος λέξη. Τα νεσεσέρ είναι εκείνα τα τσαντάκια όπου βάζεις τα απαραίτητα για το ταξίδι.
Ίσως θα ήταν πιο αστείο αν δεν αντιλαμβανόμουν το ολίσθημα, γιατί τότε θα ήταν ένα φανταστικό κείμενο. Πώς γίνεται ένα νεσεσέρ να ζυγίζει όσο δύο άντρες; Και μάλιστα καλοταϊσμένους;
Τι θα μπορούσε να έχει μέσα, για να είναι τόσο βαρύ; Ούτε καν πλάκες χρυσού. Ίσως όσμιο. Ένα κυβικό μέτρο οσμίου ζυγίζει 25 τόννους. Οπότε ένα νεσεσέρ γεμάτο όσμιο μπορεί να ζύγιζε παραπάνω από δυο άντρες. Και θα γινόμουν και πλούσιος αν το είχα βρει.
~~
Δυστυχώς η πραγματικότητα σπάνια γίνεται τόσο συναρπαστική. Το όσμιο δεν φυτρώνει στα δέντρα. Και μ’ αυτά που βρίσκεις στον δρόμο δεν λύνεις το οικονομικό σου πρόβλημα. Τις περισσότερες μέρες, εμείς οι απλοί θνητοί, τις περνάμε ανάμεσα στον πόνο και στην ανία (ο Σοπενχάουερ το ‘χε πει), με κάποιες εκλάμψεις ευτυχίας, τόσο σπάνιες όσο η ευφυΐα για τον Ραταπλάν.
Κάτι τέτοιο αισθανόμουν εκείνο το βράδυ, ένα κενό στο στομάχι που ήθελα να γεμίσω με ό,τι υπήρχε διαθέσιμο στην κουζίνα. Οι αρχαίοι δεν πίστευαν ότι η έδρα της ψυχής είναι το στομάχι; Ε, λοιπόν, έχει μια λογική. Γι’ αυτό όταν νιώθουμε άδειοι θέλουμε να τρώμε.
Περπατούσα κι έψαχνα για κάποιο νόημα. Κάτι που θα κρατάει λίγο περισσότερο χρόνο.
“Όλες μας οι προσπάθειες ενάντια στην εντροπία είναι καταδικασμένες”, σκεφτόμουν. “Για να καθαρίσεις το σπίτι, για να φτιάξεις το αυτοκίνητο και τα δόντια σου, για να μείνεις -όσο μπορείς- αδύνατος και υγιής, για να έχεις μια οικονομική κατάσταση που να μην προκαλεί τα γέλια και τα κλάματα.”