Από Σπύρος Παναγιώτου
Ηεκλογή της Ελλάδας της κυβέρνησης Μητσοτάκη ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ είχε ένα τίμημα. Την άνευ όρων αποδοχή των σχεδιασμών των πιο φιλοπόλεμων χωρών της Δυτικής συμμαχίας και την πειθήνια υπακοή στους διπλωματικούς χειρισμούς που επιλέγονται στα πιο κρίσιμα διεθνή θέματα.
Έτσι στα τέλη Δεκέμβρη του 2024, λίγους μήνες μετά την ανάδειξή της στο Σ.Α. (Ιούνιος 2024), η χώρα απείχε από την ψηφοφορία της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ σχετικά με την έκφραση γνώμης του Διεθνούς Δικαστηρίου όσον αφορά τις υποχρεώσεις σε ανθρωπιστικό επίπεδο του Ισραήλ έναντι των Παλαιστινίων. Το ψήφισμα αυτό κατατέθηκε από 23 χώρες του ΟΗΕ (Αίγυπτος, Αλγερία, Βολιβία, Βραζιλία, Γουιάνα, Ινδονησία, Ιορδανία, Ιρλανδία, Ισπανία, Κατάρ, Κολομβία, Κουβέιτ, Λιβύη, Μαλαισία, Μπελίζ, Ναμίμπια, Νορβηγία, Νότια Αφρική, Σαουδική Αραβία, Σλοβενία, Υεμένη, Χιλή, συν την Παλαιστίνη) και αποσκοπούσε στην αντιμετώπιση της σύγκρουσης Ισραήλ-Παλαιστίνης μέσω της συμμόρφωσης με το διεθνές δίκαιο, διασφαλίζοντας δικαιοσύνη και λογοδοσία, και υποστηρίζοντας το δικαίωμα του Παλαιστινιακού λαού στην αυτοδιάθεση. Τονιζόταν η επείγουσα ανάγκη για τον τερματισμό της κατοχής και την επίτευξη μιας δίκαιης και διαρκούς ειρήνης στην περιοχή. Η Γ.Σ. του ΟΗΕ ενέκρινε το ψήφισμα, καθώς υπερψηφίστηκε από 137 κράτη (μεταξύ αυτών και η Κύπρος), ενώ 22 κράτη απείχαν και μόλις 12 καταψήφισαν.
Η ελληνική αντιπροσωπεία «δικαιολόγησε» προσχηματικά τη στάση αποχής δηλώνοντας ότι «η χώρα μας, αν και συμμερίζεται τις ανησυχίες που διατυπώθηκαν στο σχέδιο ψηφίσματος, απείχε διότι πιστεύει ότι πρέπει να δοθεί χρόνος για αντίδραση στα δύο τελευταία ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, που αφορούν το έργο της UNRWA και την απαίτηση εκεχειρίας, τα οποία υπερψήφισε η Ελλάδα».