από Στέλιος Κούκος
Προφανώς ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης, ο ξάδελφος, του «άλλου Αλέξανδρου», είναι καλύτερος πεζογράφος από τον ξάδελφό του τον Παπαδιαμάντη! Και μάλιστα κατά παρασάγκας!
Ως προς αυτό είμαι απολύτως απόλυτος! Αυτός, ο ξάδελφος, του ξαδέλφου του τα έχει όλα τακτοποιημένα, βατά, όμορφα, γλυκά χωρίς άναρχες και ετσιθελικές παρεκβάσεις. Δεν πλατειάζει στα κείμενά του.
Και δεν κάθεται να συνορίζεται, να μαλώνει με τον κόσμο, και μάλιστα χρονιάρες μέρες, να απαντά στους... καλοθελητές, (γιατί άκουσε, γιατί είπαν γι' αυτόν), να διατυπώνει μανιφέστα, διακηρύξεις -είναι αυτό το πράγμα λογοτεχνία;- όπως ο ξάδελφος!
Καλά τριτεξάδελφος!
Σ' αυτόν τον Αλέξανδρο του Μωραϊτίδη, του άλλου Αλέξανδρου του Αδαμαντίου ξάδελφο, συντονίζεσαι αφήνεσαι και πας. Φτάνει να έχεις επιβιβαστεί και αποπλεύσει: «Με του βοριά τα κύματα». Ή και με του βοριά τα... κείμενα.
Όσο και αν οι θάλασσες, οι τρικυμίες, οι προορισμοί και οι τόποι είναι ίδιοι, εδώ στον δικό του λογοτεχνικό χώρο νιώθεις πως ο καιρός είναι ευδείελος (εύδιος, καθαρός). (Λέξη που άκουσα από τον Ν.Γ. Πεντζίκη σε προφορικό λόγο, μιλώντας για κάτι που συνέβη στην Θεσσαλονίκη, αλλά έμεινα στο ευδείελος. Μου ήταν αρκετή η λέξη και έτσι έχασα την λοιπή ιστορία).
Ως προς αυτό είμαι απολύτως απόλυτος! Αυτός, ο ξάδελφος, του ξαδέλφου του τα έχει όλα τακτοποιημένα, βατά, όμορφα, γλυκά χωρίς άναρχες και ετσιθελικές παρεκβάσεις. Δεν πλατειάζει στα κείμενά του.
Και δεν κάθεται να συνορίζεται, να μαλώνει με τον κόσμο, και μάλιστα χρονιάρες μέρες, να απαντά στους... καλοθελητές, (γιατί άκουσε, γιατί είπαν γι' αυτόν), να διατυπώνει μανιφέστα, διακηρύξεις -είναι αυτό το πράγμα λογοτεχνία;- όπως ο ξάδελφος!
Καλά τριτεξάδελφος!
Σ' αυτόν τον Αλέξανδρο του Μωραϊτίδη, του άλλου Αλέξανδρου του Αδαμαντίου ξάδελφο, συντονίζεσαι αφήνεσαι και πας. Φτάνει να έχεις επιβιβαστεί και αποπλεύσει: «Με του βοριά τα κύματα». Ή και με του βοριά τα... κείμενα.
Όσο και αν οι θάλασσες, οι τρικυμίες, οι προορισμοί και οι τόποι είναι ίδιοι, εδώ στον δικό του λογοτεχνικό χώρο νιώθεις πως ο καιρός είναι ευδείελος (εύδιος, καθαρός). (Λέξη που άκουσα από τον Ν.Γ. Πεντζίκη σε προφορικό λόγο, μιλώντας για κάτι που συνέβη στην Θεσσαλονίκη, αλλά έμεινα στο ευδείελος. Μου ήταν αρκετή η λέξη και έτσι έχασα την λοιπή ιστορία).