Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 11 Ιουνίου 2023

Φώτης Κόντογλου: Η Μελαγχολία των Παλαιολόγων





Τον καιρό που δούλευα στον Μυστρά, τύχαινε πολλές φορές να βρεθώ μοναχός μέσα στην Περίβλεπτο.

Τ’ απόγεμα η εκκλησία σκοτείνιαζε κι αγρίευε. Από πάνου από την σκαλωσιά άκουγα πατήματα. «Κανένα φάντασμα θα περπατά», συλλογιζόμουνα, και γύριζα το κεφάλι μου πάντα κατά το μέρος που στεκόντανε ζωγραφισμένοι οι στρατιώτες και οι πολεμάρχοι. Στεκόντανε στη σειρά ένα γύρο, λίγο ψηλότερα από το χώμα, οι περισσότεροι με βγαλμένα μάτια, τρυπημένοι στο στήθος, πολλοί απ αὐτοὺς κομματιασμένοι από τις σπαθιές. Σε πολλά κεφάλια είχε απομείνει γερό ένα μάτι μοναχά, μα κείνο το μάτι έβλεπε σαν δέκα ζωντανά.

Μνήσθητί μου, Κύριε! Χρόνια πέρασα μέσα σε κείνη την εκκλησιά, και μ’ όλα τούτα ανατρίχιαζα, σύγκρυο με διαπερνούσε. Κείνοι οι χορταριασμένοι τοίχοι ήτανε ζωντανοί, καρδιές χτυπούσανε, νεύρα τανυζόντανε, σπαθιά, σαργίτες, ταρκάσια, σκουτάρια τρίζανε απάνω στα κορμιά. «Και ιδού, σεισμός και προσήγαγε τα οστά, εκάτερον προς την αρμονίαν αυτού. Και είδον· και ιδού επ αὐτὰ νεύρα και σάρκες εφύοντο, και ανέβαινεν επ αὐτὰ δέρμα επάνω. Και εισήλθεν εις αυτά το πνεύμα και έζησαν και έστησαν επί των ποδών αυτών, συναγωγή πολλή σφόδρα».

Τρίτη 9 Απριλίου 2019

Θέματα Ελληνικής Ιστορίας Οι επιδράσεις της αρχαίας ελληνικής Γραμματείας στους βυζαντινούς ιστορικούς (η περίπτωση της Άννης Κομνηνής)


Άννα Κομνηνή
γράφει ο Αρχιμ. Κύριλλος Κεφαλόπουλος
Ιστορικός 

Πρόλογος

Η παρούσα εργασία, όπως δηλώνει και ο τίτλος της, σκοπόν έχει να αναδείξει την επίδραση που άσκησαν οι αρχαίοι κλασσικοί ιστορικοί (ιδίως οι Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Ξενοφών, Πολύβιος, Πλούταρχος) στην βυζαντινή ιστοριογραφία, για την οποία αποτέλεσαν πρότυπα προς μίμησιν ως προς το ύφος και την μεθοδολογία. Δεν κομίζουμε κάτι νέο, εφ’ όσον οι βυζαντινολόγοι έχουν αποδείξει πέραν πάσης αμφιβολίας τον ισχυρό πνευματικό σύνδεσμο μεταξύ αρχαίας κλασσικής γραμματείας και βυζαντινής ιστοριογραφίας. Επομένως, η εργασία μας έχει περισσότερον χαρακτήρα συνθετικό παρά πρωτοποριακό ή καινοτόμο. Το ενδιαφέρον μας στην παρούσα εργασία θα επικεντρωθεί στο έργο της Άννης Κομνηνής, κόρης του αυτοκράτορος Αλεξίου Α΄Κομνηνού, «Αλεξιάς». Μέσα από μία σύντομη εισαγωγική περιδιάβαση γενικά στην βυζαντινή ιστοριογραφία, θα επικεντρωθούμε στο πρόσωπο της Άννης Κομνηνής, και στο ιστορικό της έργο, μέσα από το οποίο θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε επιδράσεις της αρχαίας κλασσικής γραμματείας.

Γενικά για την βυζαντινή ιστοριογραφία.

Οι βυζαντινοί ιστορικοί μας κατέλειπαν αξιόλογα έργα από απόψεως ιστοριογραφίας και λογοτεχνίας. Πολλοί εξ αυτών υπήρξαν σπουδαίοι ιστορικοί, αν και δεν εκτιμήθηκαν δεόντως από τους συγχρόνους τους, οι οποίοι προτιμούσαν να διαβάζουν τους αρχαίους κλασσικούς ιστορικούς (Θουκυδίδη, Ηρόδοτο, Ξενοφώντα, Πολύβιο, Πλούταρχο) και να θαυμάζουν με προγονική υπερηφάνεια τους αρχαίους Έλληνες, των οποίων οι Βυζαντινοί αποτελούσαν φυσικούς και πνευματικούς κληρονόμους.

Είναι γνωστή η σχέση των Βυζαντινών με τον ελληνικό πολιτισμό και η αγάπη και ο σεβασμός που έτρεφαν για την προγονική τους πολιτιστική κληρονομιά. Δικαίως αισθάνονταν υπερήφανοι για το ένδοξο ελληνικό τους παρελθόν και για τα ιστορικά και πνευματικά επιτεύγματα των προγόνων τους. Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο ήταν αναμενόμενο να αναπτυχθεί έντονο ενδιαφέρον για την μελέτη της αρχαίας κλασσικής γραμματείας, αλλά και μία τάση μιμήσεως των προγενεστέρων ως πρότυπα λογοτεχνικά, φιλολογικά, γλωσσικά και ιστορικά.

Γράφει πολύ χαρακτηριστικά ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σε μίαν επιστολή του προς κάποιον σοφιστή Αβλάβιον: «πυνθάνομαί σε σοφιστικής εράν, και το χρήμα είναι θαυμάσιον, οίον σοβαρόν φθέγγεσθαι, μέγα βλέπειν, βαδίζειν υψηλόν καιμετέωρον, το λήμμα σοι φέρειν εκείσε εις Μαραθώνα και Σαλαμίνα, ταύτα δη τα ημέτερα καλλωπίσματα, και μηδέν εννοείν, ότι μη Μιλτιάδας και Κυναιγέρους και Καλλιμάχους τε και Τηλεμάχους, και πάντα εσκεύασθαι σοφιστικώς».[1]

Δευτέρα 17 Απριλίου 2017

Η ελληνική παιδεία και ο πολιτισμός στο Βυζάντιο

ἀρχιμ. Κύριλλου Κεφαλόπουλου

Στὴ βυζαντινὴ παιδεία ἡ Ἐκκλησία κατεῖχε σημαντικὸ ρόλο. Τὰ πρῶτα γράμματα τὰ μικρὰ παιδιὰ τὰ μάθαιναν σὲ σχολεῖα ποὺ διατηροῦσε ἡ Ἐκκλησία (ἀνάγνωση, γραφή, γραμματική, ψαλμούς, μουσική, ἱερὰ ἱστορία). Μετὰ τὴ βασικὴ αὐτὴ ἐκπαίδευση ἀκολουθοῦσε ἡ γενικὴ ἐγκύκλιος παιδεία, ὅπου τὰ μεγαλύτερα παιδιὰ διδάσκονταν γραμματική, ρητορική, ποιητική, ἱστορία, φιλοσοφία καὶ μαθηματικά. Ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους συγγραφεῖς διδάσκονταν Ὅμηρο, Ἡσίοδο, Πίνδαρο, κείμενα τοῦ Δημοσθένους, τοῦ Λυσίου, βασικὲς φιλοσοφικὲς ἀρχὲς τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους, παράλληλα μὲ κείμενα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ (Ψαλτήριο, Παροιμίαι Σολομῶντος κ.ἄ.) καὶ τοὺς Πατέρες. Ὅσοι ἐπιθυμοῦσαν ἀνώτερες σπουδὲς μποροῦσαν νὰ φοιτήσουν σὲ πανεπιστημιακὰ ἱδρύματα ποὺ διατηροῦσαν τὸ κράτος καὶ ἡ Ἐκκλησία. Οἱ αὐτοκράτορες μερίμνησαν ἰδιαιτέρως γιὰ τὶς ἀνώτερες σπουδές. Ἤδη ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο εἶχε ἱδρυθεῖ καὶ λειτουργοῦσε στὴν Κων/πολη ἀνώτερο ἐκπαιδευτήριο, τὸ ὁποῖο ἐπὶ Θεοδοσίου Β’ (425) ἀναδιοργανώθηκε καὶ ἔμελλε νὰ ἀποτελέσει κορυφαῖο ἐκπαιδευτικὸ ἵδρυμα πανεπιστημιακοῦ ἐπιπέδου, γνωστὸ ὡς Πανδιδακτήριον, μὲ συνεχῆ λειτουργία ὣς τὴν Ἅλωση τῆς Πόλεως. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι πρὶν ἀπὸ τὴν ἵδρυση τοῦ Πανδιδακτηρίου ὑπῆρχαν σὲ ἄλλες πόλεις τῆς Αὐτοκρατορίας ἀνώτερες σχολὲς φημισμένες, ὅπως οἱ σχολὲς Φιλοσοφίας καὶ Ρητορικῆς στὴν Ἀθῆνα, τὸ «Μουσεῖον» τῆς Ἀλεξάνδρειας, ἡ Νομικὴ Σχολὴ τῆς Βηρυττοῦ, ἡ Ἀντιόχεια, ὅπου δίδασκε ὁ μέγας διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς Λιβάνιος. 
Διδασκόταν στὸ Πανδιδακτήριον ἑλληνικὴ καὶ λατινικὴ ρητορική, γραμματικὴ καὶ φιλολογία, ἡ νομικὴ ἐπιστήμη καὶ ἡ φιλοσοφία (στὰ πλαίσια τῆς ὁποίας ἐντασσόταν καὶ ἡ ἰατρική, οἱ ἰατροφιλόσοφοι). Ἡ νομοθεσία προέβλεπε κτηριακὴ ὑποδομή, κρατικὴ μισθοδοσία τῶν καθηγητῶν, τίτλους καὶ προνόμια κοινωνικά. Ἡ ἐπιλογὴ τῶν καθηγητῶν γινόταν μὲ αὐστηρὰ κριτήρια ἐπιστημονικῆς γνώσης καὶ ἤθους. Μεγάλες μορφὲς σπούδασαν καὶ ἐδίδαξαν ὡς καθηγητὲς τοῦ Πανδιδακτηρίου, ὅπως ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Λέων ὁ Φιλόσοφος καὶ Μαθηματικὸς (9ος αἰ), ὁ Μιχαὴλ Ψελλός, ὁ μετέπειτα Πατριάρχης Ἰω. Ξιφιλίνος (11ος αἰ), ὁ Εὐστάθιος, μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (12ος αἰ), οἱ Γεώργιος ὁ Ἀκροπολίτης καὶ Θεόδωρος Μετοχίτης, ἀμφότεροι Μεγάγοι Λογοθέτες τοῦ κράτους, ὁ Γεώργιος Σχολάριος, γιὰ νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ ἀπὸ τὰ πιὸ γνωστὰ ὀνόματα.