Του Δημήτρη Σταματάκη
25 Αυγούστου 1922, ανυπεράσπιστη η Σμύρνη . . .
. . .Ώρα με την ώρα η κατάσταση γίνεται πιο δύσκολη. Η Σμύρνη κατακλύζεται συνεχώς από πρόσφυγες του εσωτερικού. Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, αεικίνητος και ακούραστος, τρέχει στην προκυμαία, στις γειτονιές, για να τους παρηγορήσει, να τονώσει το ηθικό τους. Επισκέπτεται τους προξένους των μεγάλων δυνάμεων. Τους παρακαλεί να δεχτούν πρόσφυγες στα καράβια τους. Καμμιά όμως ανταπόκριση στις αγωνιώδεις εκκλήσεις του.
Τον συμβουλεύουν μόνο όλοι, να εγκαταλείψει τη Σμύρνη για να σωθεί ο ίδιος. Αλλά εκείνος δεν κάμπτεται. «Αρχαία παράδοσις του ελληνικού κλήρου, αλλά και καθήκον του καλού ποιμένος» απαντά σταθερά ο μετά από λίγο εθνομάρτυρας, «είναι να παραμένει με το ποίμνιόν του… ΄Αν έφευγα, θα με κατεδίωκον αι σκιαί του Ιερού Πολυκάρπου και του Αγίου Γρηγορίου του Ε΄ ως προδότην και ανάξιον διάδοχόν των … Εφ' όσον και ένας ακόμη εκ των πιστών του ποιμνίου μου ευρίσκεται ενταύθα, είμαι υποχρεωμένος να μείνω και εγώ. Αδυνατώ να σας ακολουθήσω».
Το βράδυ της ίδιας ημέρας ο Χρυσόστομος απευθύνει επιστολή προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο στη Γαλλία, όπου εκείνος είχε αποσυρθεί. Στην επιστολή αυτή, που είναι το κύκνειο άσμα του μεγάλου Μάρτυρος της Εκκλησίας της Σμύρνης, επισημαίνει τα σφάλματα του εθνάρχου στο χειρισμό του μικρασιατικού ζητήματος. Την έστειλε με το καράβι που πήρε μαζί του τον ελληνικό στρατό.
*Το κείμενο της επιστολής:
"Εν Σμύρνη
Τη 25 Αυγούστου 1922
Αγαπητέ φίλε και αδελφέ κ. Ελευθέριε Βενιζέλε,