Του Γεωργίου Παπασίμου
Η πρόσφατη σύνοδος για την κλιματική κρίση στο Μπακού του
Αζερμπαϊτζάν, χώρα με τεράστια αποθέματα ορυκτών καυσίμων φαίνεται να αποτελεί
το «κύκνειο άσμα» της αναληφθείσας εδώ και χρόνια παγκόσμιας πρωτοβουλίας για
μείωση των εκπομπών άνθρακα και διατήρηση στα επόμενα χρόνια της αύξησης της μέσης
θερμοκρασίας της γης στον 1,5 βαθμό Κελσίου. Και αυτό γιατί όχι μόνο χάθηκε
αυτός ο στόχος που είχε τεθεί στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού , αφού σύμφωνα
με αξιόπιστα επιστημονικά προγράμματα φαίνεται ότι ο πλανήτης οδηγείται σε ένα
μονοπάτι αύξησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2,7 βαθμούς Κελσίου ως
το τέλος του αιώνα , αλλά και γιατί απουσίαζαν επιδεκτικά εν συνόλω οι μεγάλοι παγκόσμιοι ρυπαντές (ΗΠΑ, Κίνα,
Ινδία, Ρωσία κλπ) , ενώ αντίθετα υπήρξε τεράστια συμμετοχή χιλιάδων εκπροσώπων
– λομπιστών των συμφερόντων του κλάδου των ορυκτών καυσίμων!
Θα πρέπει να ξεκαθαριστεί, ότι η κλιματική κρίση αποτελεί
συνδυασμό δύο βασικών παραγόντων : αφενός των παρενεργειών του Ήλιου προς τον
πλανήτη μας, αφού σύμφωνα με τις πλέον έγκυρες επιστημονικές απόψεις
εμφανίζονται τέτοια φαινόμενα (ο πλανήτης έχει ξαναζήσει την ίδια φάση πριν από
3 με 5 εκατομμύρια χρόνια, όπου ήταν 2-3 βαθμούς θερμότερος) κάτι που είναι
ανεξάρτητο της ανθρώπινης δραστηριότητας, και αφετέρου από την επιθετική,
άναρχη καπιταλιστική επέκταση και λειτουργία που πραγματοποιείται χωρίς κανένα
φραγμό επιβαρύνοντας τον πλανήτη και την ανθρώπινη ζωή, δηλαδή, της αέναης
κυριαρχίας του καπιταλισμού των ορυκτών καυσίμων.
Χαρακτηριστική αποτυχία της πρόσφατης Συνόδου, που
χαρακτηρίστηκε και ως «Σύνοδος Χρηματοδότησης» (!), ήταν η τελική δέσμευση των
ανεπτυγμένων χωρών για χορήγηση χρηματοδότησης προς τις χώρες του Νότου στο
ύψος μόλις των 100 δις δολαρίων ετησίως, κάτι που υπολείπεται δραματικά των
αναγκαίων πόρων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής κρίσης σε όλον
το πλανήτη, με το αίτημα των αναπτυσσόμενων χωρών για χρηματοδότηση το 2025 να
ανέρχεται στο 1 τρις δολάρια ετησίω.
Είναι συνεπώς προφανές ότι όπως άλλωστε αποδείχθηκε και από
τις προηγούμενες αντίστοιχες συνεδριάσεις σε Αίγυπτο, Γαλλία, Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα, παρά την κρισιμότητα των στιγμών, η φιλοδοξία για δεσμευτικές
συμφωνίες περιορισμού της χρήσης ορυκτών καυσίμων και του τριπλασιασμού των
ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε όλο το πλανήτη, σε συνδυασμό με την οικονομική
ενίσχυση των ευάλωτων χωρών, βρίσκονται στο κενό, αφού οι μεγάλοι παγκόσμιοι
ρυπαντές του πλανήτη, πέραν των υποκριτικών διακηρύξεων τους συνεχίζουν
απρόσκοπτα τη χρήση των προϊόντων άνθρακα, πετρελαίου και λιγνίτη, χωρίς καμία
ουσιαστική δέσμευση για περιορισμό τους και παράλληλα πρωταγωνιστούν στην
τεράστια ενεργειακή κρίση, που συνθλίβει τις κοινωνίες. Αυτό επιτείνεται και
από τις συνεχείς πολεμικές συγκρούσεις με υπόστρωμα την πλανητική ηγεμονία στον
υπό διαμόρφωση νέο πολυπολικό κόσμο και τη σοβαρή απειλή για το κλίμα από την
κυριαρχία των αρνητών της κλιματικής κρίσης υπό τη προφανή επήρεια των
συμφερόντων των πολυεθνικών γύρω από τα ορυκτά καύσιμα.
Παραμένει μέσα σε αυτό το τοπίο μόνη η Ε.Ε. ως υπέρμαχη των
επιβεβλημένων μέτρων για τη πράσινη μετάβαση, και αυτό γιατί έχει πλήρη έλλειψη
αποθεμάτων υδρογονανθράκων με συνέπεια να συνδέεται η ανάγκη της ενεργειακής
αυτονομίας και απεξάρτησης της από το ρωσικό φυσικό αέριο και το σουδαραβικό
πετρέλαιο. Πλην όμως, λόγω της απρονοησίας και της επιπολαιότητας των ηγετών
της βρίσκεται εν μέσω της βαθιάς παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης «γυμνή» με τη
δραματική αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και του πετρελαίου με αποτέλεσμα
να απειλούνται οι οικονομίες της και οι κοινωνίες της, εμφανίζοντας την εικόνα
του «χρήσιμου ηλιθίου» της Ιστορίας. Την ώρα που αυτή λαμβάνει μέτρα για τη
μείωση των ρύπων και βγάζει από το σύστημα τις μονάδες παραγωγής άνθρακα και
λιγνίτη, οι υπόλοιποι παγκόσμιοι ρυπαντές, αφενός συνεχίζουν τη χρήση
υδρογονανθράκων και αφετέρου χρησιμοποιούν αυτούς για την πρόκληση της παρούσας
παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης.
Αμείλικτοι επ’ αυτού είναι οι αριθμοί. Η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος στην Ε.Ε., που προέρχεται από άνθρακα ανέρχεται σε ποσοστό 17%, όταν στην Κίνα το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 65%, στην Ινδία σε 72% και στις ΗΠΑ σε 25%. Ακόμα και αν η Ε.Ε. εξάλειφε πλήρως τη χρήση του άνθρακα και του λιγνίτη, η συνεισφορά της στο παγκόσμιο αυτό πρόβλημα θα ήταν ελάχιστη, δεδομένου ότι οι υπόλοιποι παγκόσμιοι ρυπαντές δεν αναλαμβάνουν καμία υποχρέωση μείωσης, αλλά αντιθέτως λόγω της ενεργειακής κρίσης, αυξάνουν περαιτέρω τη χρήση του άνθρακα.