Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΜΕΜΑΝ Α.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΜΕΜΑΝ Α.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 17 Μαρτίου 2024

Κυριακή των Απόκρεω



Κυριακή των Απόκρεω


(…)Είναι η αγάπη και πάλι που αποτελεί το θέμα της Κυριακής της Απόκρεω. 
Ευαγγελικό ανάγνωσμα της μέρας είναι η παραβολή του Χριστού για την 
Τελευταία Κρίση (Ματθ, 25, 31‐46). 
Όταν ο Χριστός θα έρθει να μας κρίνει ποιο θα είναι το κριτήριο Του; 
Η παραβολή μας δίνει την απάντηση:
η αγάπη – όχι ένα απλό ανθρωπιστικό ενδιαφέρον για μια αφηρημένη δικαιοσύνη και για κάποιους, ανώνυμους «φτωχούς», αλλά η συγκεκριμένη και προσωπική αγάπη για τον άνθρωπο, για κάθε ανθρώπινο πρόσωπο με το οποίο ο Θεός με φέρνει σε επαφή στη ζωή μου. (…)

(…)Η παραβολή για την Τελευταία Κρίση αναφέρεται στη χριστιανική αγάπη. 
Δεν είμαστε όλοι καλεσμένοι να δουλέψουμε για την «ανθρωπότητα», όμως ο καθένας μας έχει λάβει το δώρο και τη χάρη της αγάπης του Χριστού. 
Ξέρουμε ότι όλοι οι άνθρωποι τελικά έχουν ανάγκη απ’ αύτη την προσωπική αγάπη, έχουν ανάγκη να τους αναγνωρίζεται δηλαδή η μοναδικότητα της ψυχής τους στην οποία αντανακλάται όλη η ομορφιά της δημιουργίας μ’ ένα ξεχωριστό τρόπο. 
Ξέρουμε ακόμα ότι οι άνθρωποι βρίσκονται «ἐν φυλακῇ», είναι «πεινῶντες καὶ διψῶντες» ακριβώς γιατί τους λείπει αυτή η προσωπική αγάπη. 
Τέλος ξέρουμε ότι όσο στενά και περιορισμένα και αν είναι τα πλαίσια της προσωπικής μας ύπαρξης ο καθένας από μας δημιουργήθηκε υπεύθυνος για μια μικρή θέση στη Βασιλεία του Θεού, και έγινε υπεύθυνος εξαιτίας αυτού του δώρου της αγάπης του Χριστού. 
Έτσι είτε έχουμε είτε δεν έχουμε αποδεχτεί αυτή την ευθύνη, είτε αγαπήσαμε είτε αρνηθήκαμε την αγάπη, πρόκειται να κριθούμε. Γιατί «ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25,40).

π. Αλέξανδρος Σμέμαν, Μεγάλη Σαρακοστή – Πορεία προς το Πάσχα, 11η έκδοση, Εκδ. Ακρίτας, Αθήνα,2006

Φωτ. Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου, Ναύπλιο

ΠΗΓΗ: Τίνα Βλασταράκου fb

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟΝ ΒΡΕΦΟΣ

 

 Πατρός ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΜΕΜΑΝ  

      "Το παιδί ως Θεός, ο Θεός ως παιδί…

Γιατί δημιουργείται αυτή η ζωηρή συγκίνηση την περίοδο των Χριστουγέννων όταν οι άνθρωποι, ακόμη και αυτοί με χλιαρή πίστη ή ακόμη και οι άθεοι, παρατηρούν αυτό το μοναδικό, ασύγκριτο θέαμα της νεαρής μητέρας να κρατά το παιδί στην αγκαλιά της, και γύρω τους οι «Μάγοι οι από Ανατολών», οι ποιμένες, δροσεροί από τη νυχτερινή τους σκοπιά στους αγρούς, τα ζώα, ο ανοιχτός ουρανός, ο αστέρας; Γιατί είμαστε τόσο βέβαιοι, αλλά και συνεχώς ανακαλύπτουμε, πως σ’ αυτόν το θλιβερό πλανήτη μας δεν υπάρχει τίποτε ομορφότερο και πιο χαρμόσυνο απ’ αυτό το θέαμα, που το πέρασμα των αιώνων αποδείχτηκε ανίκανο να ξεριζώσει από τη μνήμη μας; Επιστρέφουμε σ’ αυτό το θέαμα οποτεδήποτε δεν έχουμε άλλο καταφύγιο, οποτεδήποτε έχουμε βάσανα στη ζωή, και αναζητούμε αυτό που θα μας ελευθερώσει.

Όμως στην ευαγγελική διήγηση για τη γέννηση του Ιησού Χριστού, η μητέρα και το παιδί δε λένε ούτε μία λέξη, ωσάν οι λέξεις να είναι περιττές, επειδή καμιά λέξη δεν μπορεί να ερμηνεύσει, να ορίσει ή να εκφράσει το νόημα όσων έλαβαν μέρος και εκπληρώθηκαν εκείνη τη νύχτα. Και παρ’ όλα αυτά χρησιμοποιούμε λέξεις εδώ, όχι για να εξηγήσουμε ή να ερμηνεύσουμε, αλλά επειδή, όπως η Γραφή λέει, «εκ γάρ του περισσεύματος της καρδίας το στόμα λαλεί» (Ματθ. 12, 34). Είναι αδύνατο κάποιος, που ξεχειλίζει η καρδιά του, να μη μοιραστεί με άλλους τα βιώματά του.

Οι λέξεις «παιδίον» και «Θεός» είναι οι πλέον αποκαλυπτικές για το μυστήριο των Χριστουγέννων. Κατά κάποιο τρόπο, είναι ένα μυστήριο που απευθύνεται στο παιδί που συνεχίζει να ζει μυστικά μέσα σε κάθε ενήλικα, στο παιδί που συνεχίζει να ακούει ό,τι ο ενήλικας έχει πάψει να ακούει, και που ανταποκρίνεται με μια χαρά, που ο ενήλικας, μέσα στον γήινο, υπερώριμο, κουρασμένο και κυνικό κόσμο που ζει, αδυνατεί να νιώσει. Μάλιστα, τα Χριστούγεννα είναι μια γιορτή για τα παιδιά, όχι μόνο εξαιτίας του χριστουγεννιάτικου δένδρου που διακοσμούμε και φωτίζουμε, αλλά μ’ έναν πολύ βαθύτερο τρόπο, και μόνο τα παιδιά δεν ξαφνιάζονται για το ότι, όταν ο Θεός κατέρχεται στη γη, έρχεται ως παιδί.

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2022

«Η Ευχαριστία», το κύκνειο άσμα του π. Αλέξανδρου Σμέμαν


από Δημήτρης Γ. Ιωάννου




Τα βιβλία του μεγάλου θεολόγου π. Αλεξάνδρου Σμέμαον μάς έκαναν ξανά να αγαπήσουμε και να επαναπροσεγγίσουμε τα Μυστήρια και τις ακολουθίες της Εκκλησίας.

 Δεν θα λάθευε κανείς αν αποκαλούσε τον π. Σμέμαν «πασχάλιο» ιερέα, γιατί όλα του τα έργα διαπερνώνται από την ευφρόσυνη χαρά της ορθόδοξης λατρείας, από το ευχαριστιακό πνεύμα που διέπει την όλη προσευχή της Εκκλησίας. Στο παρόν κείμενο θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε ένα μέρος από το σπουδαίο έργο του «Ευχαριστία», το οποίο και έγραψε προς το τέλος της ζωής του. Θα προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε κάποιες από τις αρχές που διαπερνούν ολόκληρο το έργο του, την λειτουργική του θεολογία.

Ο π. Σμέμαν ξεκινά μιλώντας για την ατομικιστική λειτουργική ευσέβεια, που επηρεάζει σήμερα τους περισσότερους πιστούς ακόμη και την ώρα της Θείας Λειτουργίας. Πρόκειται για μια δυτική επιρροή, η οποία κυριάρχησε για δεκαετίες στον ορθόδοξο χώρο. Κάθε πιστός είναι μαθημένος κατ΄οίκον να μιλά μόνος μόνω με τον Θεό του, πράγμα το οποίο είναι μεν καλό, αλλά δεν έχει θέση στην εκκλησιαστική λατρεία. Ο δυτικός σχολαστικισμός προπαντός και κατόπιν σύνολη η δυτική θεολογία, μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα, έπαψε να ενδιαφέρεται για την όλη ιερολογία της θείας Ευχαριστίας και επικεντρώθηκε στο πρόβλημα του πότε ακριβώς καθαγιάζονται τα τίμια δώρα σε σώμα και αίμα Χριστού, τι είναι η μετουσίωση κλπ. Το όλο μυστήριο της Ευχαριστίας έπαψε να αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος των ειδικών, που από την όλη ακολουθία απομόνωσαν μια στιγμή και θεώρησαν το υπόλοιπο μέρος περίπου ως περιττό.

 Ασφαλώς και είναι σημαντικό θέμα το πότε γίνεται ο καθαγιασμός των τιμίων δώρων, το πόσο σημαντική είναι πράγματι η επίκληση του Αγίου Πνεύματος, παρόλα αυτά η όλη ιεροτελεστία παρουσιάζει μια ενότητα και μια οργανική συνάφεια που δεν έχει νόημα να απομονώσουμε κάποιες στιγμές. Θα πρέπει να δούμε όχι μόνο την στιγμή της μεταβολής αλλά την όλη τελετή σαν μυστήριο. Και αυτό το έργο αναλαμβάνει ο π. Σμέμαν, να μας κάνει να νιώσουμε ξανά την όλη Ευχαριστία ως Μυστήριο.

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2017

ΤΟ ΘΕΙΟΝ ΒΡΕΦΟΣ


Πατρός Αλεξάνδρου Σμέμαν

Το παιδί ως Θεός, ο Θεός ως παιδί… Γιατί δημιουργείται αυτή η ζωηρή συγκίνηση την περίοδο των Χριστουγέννων όταν οι άνθρωποι, ακόμη και αυτοί με χλιαρή πίστη ή ακόμη και οι άθεοι, παρατηρούν αυτό το μοναδικό, ασύγκριτο θέαμα της νεαρής μητέρας να κρατά το παιδί στην αγκαλιά της, και γύρω τους οι «Μάγοι οι από Ανατολών», οι ποιμένες, δροσεροί από τη νυχτερινή τους σκοπιά στους αγρούς, τα ζώα, ο ανοιχτός ουρανός, ο αστέρας; Γιατί είμαστε τόσο βέβαιοι, αλλά και συνεχώς ανακαλύπτουμε, πως σ’ αυτόν το θλιβερό πλανήτη μας δεν υπάρχει τίποτε ομορφότερο και πιο χαρμόσυνο απ’ αυτό το θέαμα, που το πέρασμα των αιώνων αποδείχτηκε ανίκανο να ξεριζώσει από τη μνήμη μας; Επιστρέφουμε σ’ αυτό το θέαμα οποτεδήποτε δεν έχουμε άλλο καταφύγιο, οποτεδήποτε έχουμε βάσανα στη ζωή, και αναζητούμε αυτό που θα μας ελευθερώσει.

Σάββατο 16 Ιουλίου 2016

Η σχέση του Εσπερινού και του Όρθρου με τη Δημιουργία του Κόσμου και τη Σωτηρία μας (& την καθημερινή μας ελπίδα)

Ένα συγκλονιστικό κείμενο του πατρός Αλέξανδρου Σμέμαν (Alexander Schmemann), που μας προσφέρει υπέροχα στοιχεία από τη βαθιά πνευματική και ελπιδοφόρα σημασία των δύο αυτών αρχαίων ακολουθιών, δηλαδή τελετουργιών της Εκκλησίας μας, του Εσπερινού (που γίνεται το βράδυ, και εσπέρα = βράδυ) και του Όρθρου, που γίνεται το πρωί, πριν τη θεία λειτουργία (όρθρος = πολύ πρωί). 
Για την ακολουθία του Όρθρου κάπως περισσότερα στοιχεία δείτε εδώ:http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/tributes/leitoyrgika/sunday_matins.htm.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Για να Ζήσει ο Κόσμος, μτφρ. Ζήσιμου Λορεντζάτου, εκδ. Δόμος 1987 (επανέκδ. 2001), κεφ. «Ο καιρός της αποστολής», σελ. 88-97.
Οι πορτοκαλιές παρενθέσεις δικές μας.

Αντίθετα με την κοσμική εμπειρία του χρόνου, η λειτουργική μέρα αρχίζει με τον εσπερινό, και τούτο σημαίνει: αρχίζει το βράδυ. Αυτό φυσικά είναι ανάμνηση του βιβλικού: Και εγένετο εσπέρα, και εγένετο πρωί, ημέρα μία (Γένεσις, 1,5). Ωστόσο είναι κάτι περισσότερο από ανάμνηση. Γιατί αληθινά το τέλος κάθε χρονικής «μονάδας» είναι που φανερώνει το αχνάρι και το νόημα του χρόνου, που χαρίζει στο χρόνο την πραγματικότητά του.
Ο χρόνος πάντα είναι αύξηση, όμως μονάχα στο τέλος μπορούμε να διακρίνουμε την κατεύθυνση αυτής της αύξησης και να παρατηρήσομε τους καρπούς της. Στο τέλος κάθε μέρας, στο βράδιασμα κάθε μέρας, ο Θεός βλέπει τη δημιουργία Του ως καλήν· στο τέλος της δημιουργίας είναι που ο Θεός τη χαρίζει στον άνθρωπο. Και έτσι η Εκκλησια αρχίζει στο τέλος της μέρας τη λειτουργία του καθαγιασμού του καιρού (=χρόνου).