Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2023

Πόσοι ήταν τελικά οι Έλληνες της Μικράς Ασίας το 1922

Ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας τη δεκαετία του 1910 – Οι Μητρόπολεις του μικρασιατικού χώρου – Οι διωγμοί των Ελλήνων από τους Τούρκους (1913-1918)- Τουρκοφωνία: ένα πρόβλημα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας


Μιχάλης Στούκας


Στο άρθρο μας που δημοσιεύθηκε στις 27/11/2023 με τίτλο «Πώς ο Ελληνικός Στρατός έφτασε 60 χιλιόμετρα έξω από την Άγκυρα», ανάμεσα στα 280 και πλέον σχόλια υπήρχαν κάποια που ανέφεραν ότι κακώς έγινε η Μικρασιατική Εκστρατεία γιατί δεν υπήρχαν ελληνικοί πληθυσμοί στην περιοχή έτσι ώστε να δικαιολογείται εθνικά η επιχείρηση του Στρατού μας και επίσης, οι πληθυσμοί αυτοί να συνδράμουν τους Έλληνες όπως θα γινόταν για παράδειγμα στη Βόρειο Ήπειρο, όπου κατοικούσαν σχεδόν αποκλειστικά Έλληνες.




Με λίγα λόγια ορισμένοι θεωρούν ότι πρόκειται για μιας μορφής ιμπεριαλιστική εκστρατεία. Βέβαια αυτά όλα δεν συνοδεύονται από την παράθεση στοιχείων για το πόσοι ήταν οι Έλληνες στη Μικρά Ασία στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Στο βιβλίο του «ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΑΙΓΗΪΔΟΣ», ο Σπυρίδων Γ. Πλουμίδης (κυκλοφορεί από το βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ) παραθέτει αναλυτικά και επίσημα στοιχεία για τη σύνθεση του μικρασιατικού πληθυσμού. Σε ένα άλλο ιδιαίτερα σπάνιο βιβλίο, τη «ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ» του Παντελή Μ. Κοντογιάννη (πρώτη έκδοση Αθήνα 1921, ανατύπωση 1995) υπάρχουν λεπτομέρειες για την πανσπερμία των λαών που ζούσαν στη Μικρά Ασία και εξονυχιστική αναφορά σε πόλεις και κωμοπόλεις της, με αναφορά στην πληθυσμιακή τους σύνθεση. Από τα δύο αυτά βιβλία και την «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ» της ΕΚΔΟΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ αντλήσαμε στοιχεία για το σημερινό μας άρθρο.

Οι λαοί της Μικράς Ασίας το 1920



Όπως γράφει ο Παντελής Μ. Κοντογιάννης στη Μικρά Ασία κατοικούσαν κυρίως Τούρκοι και Έλληνες. Κατοικούσαν ακόμα Εβραίοι, Αρμένιοι και Λεβαντίνοι (απόγονοι των Φράγκων που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή από την εποχή των Σταυροφοριών) και διάφοροι άλλοι λαοί. Οι Έλληνες ήταν περίπου οι μισοί από τους Τούρκους. Υπήρχαν πολλοί ακόμα λαοί όμως που θεωρούνταν Τούρκοι καθώς ήταν Μωαμεθανοί. Ο Κοντογιάννης θεωρεί ότι επρόκειτο για απομεινάρια παλαιών κατοίκων που εξισλαμίσθηκαν και αναμείχθηκαν με άλλους. Οι λαοί αυτοί κατά τον Κοντογιάννη ήταν οι Γιουρούκοι, οι Ζεϊμπέκηδες, οι Αφσάροι, οι Τονιαλήδες, οι Οφίτες, οι Λαζοί, οι Ανσαρίτες ή Φελάχοι και οι Αθίγγανοι. Με την ευκαιρία να σημειώσουμε εδώ ότι Αθίγγανοι στα βυζαντινά χρόνια ονομάζονταν τα μέλη μιας θρησκευτικής αίρεσης (θα γράψουμε περισσότερα σύντομα) και δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με τους σημερινούς Ρομά

Μωαμεθανοί στο θρήσκευμα όχι όμως και Τούρκοι ως προς την καταγωγή ήταν και μία άλλη κατηγορία κατοίκων της Μ. Ασίας, οι «μουατζίρηδες» μετανάστες δηλαδή, όπως τους αποκαλούσαν οι Τούρκοι που προήλθαν από χώρες που αποσπάστηκαν τον 19ο αιώνα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτοί εγκαταστάθηκαν στη Μικρά Ασία. Μάλιστα η Τουρκία τους πρόσφερε και διευκολύνσεις για να ενισχύσει το τουρκικό στοιχείο του πληθυσμού. Αυτοί ήταν: οι Κούρδοι, οι Κιρκάσιοι, οι Τάταροι, οι Γεωργιανοί, οι Βόσνιοι και οι Πομάκοι ενώ μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1830 εγκαταστάθηκαν εκεί πολλοί Τούρκοι που ζούσαν στον Ελλαδικό χώρο και μετά το 1897 και πολλοί Τουρκοκρήτες. Οι Έλληνες ζούσαν στη Μικρά Ασία χιλιάδες χρόνια. Ήταν πυκνά εγκατεστημένοι στα βόρεια και τα δυτικά παράλια της χερσονήσου, αραιότερα στο κεντρικό οροπέδιο και ακόμα πιο αραιά στις περιοχές πέρα από τον Αντίταυρο και τον Παρύαδρο (οροσειρά μεταξύ του ποταμού Άλη και της Αρμενίας). Οι Έλληνες της Μ. Ασίας ήταν απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων των αποικιών αλλά και των ντόπιων κατοίκων της Μ. Ασίας που εξελληνίστηκαν από τον Μέγα Αλέξανδρο και τους Βυζαντινούς. Τον 19ο αιώνα το ελληνικό στοιχείο στη Μικρά Ασία ενισχύθηκε από Έλληνες των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, κυρίως της Λέσβου αλλά και της Ηπείρου. Η Σμύρνη, οι Κυδωνίες, τα Άδανα, η Ταρσός και η Μερσίνα ήταν οι πόλεις όπου εγκαταστάθηκαν κυρίως αυτοί. Αν και αρκετοί Έλληνες έχασαν κάποια στιγμή τη μητρική τους γλώσσα κι έγιναν σταδιακά τουρκόφωνοι, με την ίδρυση των σχολείων επανέκτησαν σχεδόν ολοκληρωτικά τη γνώση της ελληνικής. Τέλος πυκνός και συμπαγής ήταν ο ελληνικός πληθυσμός στον Πόντο που αποτελούσε την πλειοψηφία των κατοίκων αν και πολλοί Πόντιοι είχαν μεταναστεύσει στην Καύκασο και την Κριμαία.

Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2023

Πώς ο Ελληνικός Στρατός έφτασε 60 χιλιόμετρα έξω από την Άγκυρα (22 Αυγούστου/ 4 Σεπτεμβρίου 1921)

Ο ελληνικός θρίαμβος στο Εσκί Σεχίρ - Το Συμβούλιο της Κιουτάχειας και η απόφαση για κίνηση προς τα ανατολικά - Ο Ελληνικός Στρατός 60 χιλιόμετρα έξω από την Άγκυρα - Ο παγκόσμιος θαυμασμός και ο πανικός του Κεμάλ - Η απόφαση για αναδίπλωση των Ελλήνων.




Μιχάλης Στούκας


Αρχές Σεπτεμβρίου 1921 ο Ελληνικός Στρατός έφτασε σε απόσταση μόλις 60 χιλιομέτρων από την Άγκυρα προκαλώντας παγκόσμιο θαυμασμό, αλλά και πανικό στον Κεμάλ και τους συνεργάτες του.

Επρόκειτο για το απώτατο όριο της ελληνικής προέλασης.

Θα δούμε σήμερα πώς οι Έλληνες έφτασαν ως εκεί, ποιες ήταν οι τουρκικές αντιδράσεις, πώς έγινε η αναδίπλωση του Στρατού μας και αν η κίνηση αυτή ήταν σωστή ή λανθασμένη.

Ο ελληνικός θρίαμβος στη μάχη του Εσκί Σεχίρ- Σεϊντή Γαζή


Από τις 25 Ιουνίου (παλαιό ημερολόγιο) 1921 ξεκίνησαν οι ελληνικές επιχειρήσεις προς Εσκί Σεχίρ, Κιουτάχεια και Αφιόν Καραχισάρ. Ο Στρατός μας υπερφαλάγγισε τους εχθρούς από βορρά προς νότο και απελευθέρωσε δεκάδες πόλεις και κωμοπόλεις, ανάμεσά τους τις τρεις πόλεις στις οποίες αναφερθήκαμε παραπάνω.

Φαίνεται ότι η κατάληψη των πόλεων αυτών δεν ήταν στον αρχικό σχεδιασμό, αλλά σαφώς και αποτελούσε τεράστια επιτυχία, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι αποτελούσαν σιδηροδρομικό κόμβο. Στις 8 Ιουλίου (παλαιό ημερολόγιο) οι κεμαλικοί επιχείρησαν σφοδρή αντεπίθεση εναντίον του Ελληνικού Στρατού, κυρίως στο κενό που υπήρχε μεταξύ του Α’ και του Β’ Σώματος Στρατού.


Αρχικά, οι ελληνικές δυνάμεις αιφνιδιάστηκαν, σύντομα όμως οι διοικητές των μεραρχιών με τις πρωτοβουλίες που ανέλαβαν απέκρουσαν τις επιθέσεις και υποχρέωσαν τους κεμαλικούς να οπισθοχωρήσουν ταχύτατα, αλλά συντεταγμένα 45 χιλιόμετρα ανατολικότερα. Η μάχη αυτή έμεινε στην ιστορία ως σύγκρουση Εσκί Σεχίρ- Σεϊντή Γαζή. Οι κεμαλικοί υπέστησαν τεράστιες απώλειες, όμως δεν εξοντώθηκαν τελείως, καθώς μεγάλο τμήμα τους διέφυγε πέρα από τον Σαγγάριο.

Τρίτη 11 Ιουλίου 2023

Φώτης Κόντογλου: Έλληνες και Τούρκοι




Τον καιρό που φανερωθήκανε οι Τούρκοι στη Μικρά Ασία ήτανε μια μικρή φυλή. Για να πληθύνουνε πιάσανε και αλλαξοπιστούσανε τους ντόπιους, που οι περισσότεροι ήτανε Έλληνες. Μ’ αυτόν τον διαβολικό τρόπο, που λένε πως τον σοφίστηκε ένα ιμάμης, γινήκανε ένα μεγάλο έθνος. Αλλά αυτός ο τεχνητός τρόπος για να πληθαίνουνε έπαψε κάποτε και πιάσανε πάλι να λιγοστεύουνε. Ο Γερμανός καθηγητής Krumbacher γράφει πως όσον καιρό η Τουρκία θρεφότανε από τους λαούς που είχε σκλαβώσει κι από τα πλούτη που ήτανε μαζεμένα επί αιώνες, μεγάλωνε και δυνάμωνε, ως που έγινε ο φόβος της Ευρώπης. Αλλά σαν περάσανε πια εκείνα τα ευτυχισμένα χρόνια άρχισε να πίνει το δικό της αίμα, που δεν μπαίνει στη θέση του με τίποτα. Μ’ όλο που είχανε χαρέμια με πολλές γυναίκες και μ’ όλο που ήταν αφέντες σ’ αυτή τη χώρα, ολοένα κατρακυλούσανε, αντί να πάνε μπροστά. Σ’ αυτό συνέργησε πολύ η αδιάκοπη και πολύχρονη στρατολογία, μα περισσότερο η παρά φύση ασωτεία κι ο εκφυλισμός ήταν η αιτία που αραίωνε ολοένα ο τούρκικος πληθυσμός, βάλε και την κακή διοίκηση, μ’ όλο που την ίδια διοίκηση είχανε και οι Έλληνες ραγιάδες και μάλιστα πολύ χειρότερη.

Ο Έλληνας αντέχει πολύ περισσότερο από τον Τούρκο, γιατί έχει περισσότερη ζωή μέσα του κι η εξυπνάδα του τον δυναμώνει, το πνεύμα του τον στερεώνει, η εργατικότητά του κάνει τη ζωή του πιο ευχάριστη κι αυτόν ανοιχτόκαρδο και αισιόδοξο. Ενώ ο Τούρκος έχει πολλά καλά, είναι καλοκάγαθος, απλοϊκός και φιλόξενος, σαν δεν τον έχει πιάσει ο φανατισμός, που τον κάνει από πρόβατο θεριό, αλλά είναι βαρύς και αδιάφορος, δεν αγαπά τη δουλειά, δεν έχει το κέφι που έχει ο Έλληνας, κι αυτή η φυσική νωθρότητά του χειροτερεύει από την πίστη που έχει στο «κισμέτ», στο γραφτό κι έτσι κι η λίγη δραστηριότητά του χάνεται ολότελα.

Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2023

Mε αφορμή το θάνατο του Γιώργου Δερτιλή...




Του Βλάση Αγτζίδη


Άλλος ένας από τους σημαντικούς της ελληνικής διανόησης έφυγε. Τον Δερτιλή τον γνώρισα μέσα από το δίτομο έργο του "Ιστορία του Eλληνικού Kράτους (1830-1920)" (εκδόσεις Εστία, 2004) . Έργο κλασικό γιατί στη θέση της προγονολατρίας και ενός παρωχημένου εθνικισμού που έφτασε να σημαίνει τον φυλετισμό, όπου ο όρος "ελληνική ιστορία" ταυτιζόταν μόνο με τη Σαλαμίνα, τον Μαραθώνα και το 1821, έφερνε τη γνώση της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας η οποία όπως γράφει και ο ίδιος, παρέμενε άγνωστη σε πολλά σημεία της και εν πολλοίς ανερμήνευτη καθ' εαυτήν.

Με τη μελέτη αυτή ο Δερτιλής προσπάθησε να ερμηνεύσει την ιστορία του ελληνικού κράτους, το οποίο δημιουργείται το 1830 εκ του μηδενός. Και παρόλα αυτά και τις κοινωνικές της δυσπλασίες καταφέρνει να αναπτύξει μια οικονομία, που επιτρέπει τη συμμετοχή της Ελλάδας στις κοσμογονικές αλλαγές που θα γίνουν κατά την ύστερη περίοδο κατάρρευσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά την άνοδο στην οθωμανική εξουσία των ακραίων εθνικιστών, των Νεότουρκων. Βέβαια τώρα και με απόσταση μιας μεγάλης χρονικής περιόδου γνωρίζουμε ότι οι εσωτερικές αντινομίες που υπήρχαν στο εσωτερικό του ελληνικού κράτους ήταν τέτοιου βάθους και καταστροφικής ένταση, που αρκούσαν κάποιες εξωτερικές συνθήκες να δημιουργήσουν ένα σχετικό πλαίσιο. Και τότε βρισκόμασταν μπροστά στον ανορθολογισμό της αυτοϋπονόμευση των ίδιων των κρατικών γεωπολιτικών συμφερόντων, όπως έγινε με την ήττα του 1922, με την απαξίωση και την περιφρόνηση μεγάλου τμήματος του ελληνικού έθνους, που θεωρήθηκε εν δυνάμει ανταγωνιστικό.

Αν ο Δερτιλής μας δίνει μια πλήρη ιστορία του ελληνικού κράτους, μας λείπει η αντίστοιχη ιστορία του "άλλου μισού" του ελληνισμού. Αυτού που παρέμεινε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και άνθισε οικονομικά και πολιτισμικά την περίοδο που εγκαινίασαν οι μεγάλες οθωμανικές μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ.

 Υπάρχουν κάποια αποσπασματικά στοιχεία σε διάφορες μελέτες όπως αυτή των  D. Gontikas, Ch. Issawi (Ottoman Greeks in the age of nationalism, Darwin Press, 1999) ή του Βασίλη Νότη (Εκβιομηχάνιση και οικονομική ανάπτυξη στην Τουρκία, εκδ. Ίδρυμα Μεσογειακών μελετών, Αθήνα, 1986) κ.ά.

Από τα αποσπασματικά αυτά στοιχεία προκύπτει ότι οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν το 1914 φαίνεται ότι ήταν περί τα  2.2 εκατομμύρια (1.8 στη Μικρά Ασία και 400 χιλιάδες στην Ανατολική Θράκη με την Κωσταντινούπολη) σ’ ένα συνολικό πληθυσμό 10 περίπου εκατομμυρίων. Η οικονομική τους ισχύ ήταν μεγαλύτερη της πληθυσμιακής τους αναλογίας.

 Υπολογίζεται ότι το 50% του επενδεδυμένου κεφαλαίου στη βιομηχανία, καθώς και το 60% σε κλάδους μεταποίησης ανήκαν σε πολίτες που προέρχονταν από τις ελληνικές οθωμανικές κοινότητες. Το 1912, από τις 18.063 εμπορικές επιχειρήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε Έλληνες ανήκε το 46%, το 23% σε Αρμένιους, το 15% σε μουσουλμάνους.

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2023

Πρέπει να ξαναδιαβάσουμε τι έγραφαν η Λούξεμπουργκ και ο Γληνός για την Οθωμανική Αυτοκρατορία

Ο Γεώργιος Σκληρός και η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχαν προβεί σε ορισμένεις διαπιστώσεις για την Τουρκία που παραμένουν επίκαιρες ακόμα και σήμερα.





Αγτζίδης Βλάσης


Ο πατέρας της Νεοελληνικής κοινωνιολογίας και ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες διανοούμενους που εισήγαγε την ελληνική σκέψη στα πλέον προχωρημένα ρεύματα επιστημονικής σκέψης της Ευρώπης, υπήρξε ο Τραπεζούντιος Γεώργιος Κωνσταντινίδης, που έγινε γνωστός με το ψευδώνυμο “Σκληρός”. Το 2019, με αφορμή τα 100 χρόνια από τον θάνατο του, η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών είχε διοργανώσει ένα επιστημονικό συνέδριο για την αποτίμηση της μνήμης του.

Στο συνέδριο αυτό έχουν κατατεθεί πολύ σημαντικές αναλύσεις επιφανών επιστημόνων. Η δική μου εισήγηση είχε επικεντρωθεί στην θεώρηση του Σκληρού για το χαρακτήρα του Νεοτουρκικού κινήματος του 1908. Ο τίτλος της ήταν: “Το Νεοτουρκικό Κίνημα του 1908 και η ανάλυση της φυσιογνωμίας του με τη χρήση των νέων αναλυτικών εργαλείων από τον Γεώργιο Σκληρό”.

Ο Γεώργιος Σκληρός είναι αυτός που εισήγαγε την κοινωνιολογία στην Ελλάδα και χρησιμοποίησε τη μαρξιστική θεώρηση για να αναλύσει την ελληνική κοινωνία. Πέθανε στο Κάιρο της Αιγύπτου σε ηλικία μόλις 41 χρόνων, λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1919 (22 Δεκεμβρίου 1919 με το παλαιό ημερολόγιο-4 Ιανουαρίου 1920 με το νέο). Υπήρξε ένας κορυφαίος διανοούμενος, που ακόμα δεν έχει βρει τη θέση του στο πάνθεον των σύγχρονων Ελλήνων διανοητών. Όμως η σημασία του έργου του ήταν γνωστή στους διανοούμενους της εποχής του.

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2022

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ : ΤΟΥΡΚΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)




Ὁ ὅρος «Τουρκία» ποὺ χαρακτηρίζει σήμερα τὰ ἄλλοτε ἑλληνικότατα ἐδάφη μας, προέρχεται ἐκ τῆς λέξεως tulga ( = ἐνείλημα κεφαλῆς, τουρμπάνι) τὸ ὁποῖον χαρακτήριζε τοὺς Τούρκους ἡγεμόνες. 
Ἡ λέξις tulga προέρχεται καὶ αὐτὴ ἐκ τῆς ἑλληνικῆς λέξεως «τύλη» ( =ἐξόγκωμα, στρογγυλὸν προσκέφαλον, μέρος τοῦ σώματος ποὺ ἔχει κυρτωθεῖ ἀπὸ πίεσιν), ἐξ οὗ καὶ τυλυφάντης εἶναι ὁ ὑφαίνων σκεπάσματα, ἐξ οὗ καὶ turkey στὰ ἀγγλικὰ εἶναι ἡ γαλοποῦλα, λόγῳ τοῦ κυρτωμένου λειρίου της. Ἐκ τῆς τύλης/ τύλας λοιπὸν ἐδημιουργήθη ἡ λέξις tulga καὶ διὰ ἐναλλαγῆς τῶν ὑγρῶν λ-ρ > turga > turgi > Τοῦρκοι. 

Καὶ φυσικῶς εἶναι περιττὸν νὰ γραφτεῖ πὼς τῶν κατ' ἐξοχὴν Τούρκων ἡ κοιτίς τους ηὑρίσκετο στὰ βάθη τῆς Ἀσίας, ὅπου ζοῦσαν νομαδικῶς. Τὰ μέρη τὰ ὁποῖα θεωροῦνται σήμερα «Τουρκία» φέρουν ὅλα ἑλληνικότατα ἤ ἔστω βαρβαροποιημένα ἑλληνικὰ ὀνόματα. Ἄλλωστε πῶς θὰ ἦτο δυνατὸν νὰ συμβαίνει τὸ ἀντίθετον ὅταν συγκροτημένη γλῶσσα μὲ ἀλφάβητον οἱ Τοῦρκοι ἀπέκτησαν μόλις τὸν 20ον αἰ., ὅταν πρωτοχρησιμοποίησαν τὸ ἀρκαδικὸν καὶ μετ' ἔπειτα εὐβοϊκὸν ἀλφάβητον, ἤτοι τὸ λεγόμενον «λατινικόν» καὶ βγῆκαν σταδιακῶς άπὸ τὸν ἀναλφαβητισμὸν ποὺ τοὺς μάστιζε. 

Γράφει ὁ Ἡρόδοτος ( «Ἱστορίαι», Ζ', 73) περὶ τῆς ΦΡΥΓΙΑΣ : 

«Βρίγες χρόνον ὅσον Εὐρωπήιοι ἐόντες σύνοικοι ἦσαν Μακεδόσι, μεταβάντες δὲ ἐς τὴν Ἀσίην ἅμα τῇ χώρῃ καὶ τὸ οὔνομα μετέβαλον [ἐς Φρύγας]». 

Ἤτοι οἱ Φρύγες δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τοὺς Βρίγες, τοὺς συνοίκους τῶν Μακεδόνων οἱ ὁποῖοι ὅταν ἔφτασαν στὴν Ἀσία καὶ ἔφτιαξαν ἐκεῖ ἀποικίες μαζὶ μὲ τὴν χώρα, ἤλλαξαν καὶ τὸ ὄνομα σὲ Φρύγες (διὰ συνήθους ἐναλλαγῆς τῶν β-φ καὶ υ-ι). 

Γιὰ τὴν δὲ ΛΥΔΙΑ ( < Λυδός, υἰὸς Ἄτυος καὶ Καλλιθέας) καὶ καὶ τὴν ΜΥΣΙΑ (μυσίη = ὀξυά, βλ. καὶ Μυσία Δήμητρα < μυσιῶ) ἀναφέρει (Ζ', 74) : 

«Λυδοὶ δὲ ἀγχοτάτω τῶν Ἑλληνικῶν εἶχον ὅπλα. οἱ δὲ Λυδοὶ Μηίονες ἐκαλέοντο τὸ πάλαι, ἐπὶ δὲ Λυδοῦ τοῦ Ἄτυος ἔσχον τὴν ἐπωνυμίην, μεταβαλόντες τὸ οὔνομα». 

«Ἐκ δὲ Ἄτυος καὶ Καλλιθέας τῆς Χωραίου Λυδὸν φῦναι καὶ Τυρρηνόν· καὶ τὸν μὲν Λυδὸν αὐτοῦ καταμείναντα τὴν πατρῴαν ἀρχὴν παραλαβεῖν καὶ ἀπ´ αὐτοῦ Λυδίαν τὴν γῆν ὀνομασθῆναι· Τυρρηνὸν δὲ τῆς ἀποικίας ἡγησάμενον πολλὴν κτήσασθαι τῆς Ἰταλίας καὶ τοῖς συναραμένοις τοῦ στόλου ταύτην θέσθαι τὴν ἐπωνυμίαν», Ῥωμαϊκὴ ἀρχαιολογία, 27,2.