Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΧΟΙΝΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΧΟΙΝΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

14 Αυγούστου 2025

Τό Πάσχα τῆς Θεοτόκου

Σχοινᾶς Φώτιος

Θεολογικό σχόλιο στήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου

Ἡ ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ὀνομάζεται Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ. Ἡ ὀνομασία αὐτή δέν εἶναι τυχαία οὔτε ἔχει μόνο κοινωνιολογικό χαρακτῆρα, ἀλλά καί βαθύτατα θεολογικό. Μέ ἄλλα λόγια χαρακτηρίζουμε τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου ὡς Πάσχα τοῦ Καλοκαιριοῦ ὄχι μόνο γιατί ὁ Ἑλληνικός λαός εὐλαβεῖται, σέβεται καί τιμᾶ βαθύτατα τή Θεοτόκο καί ὡς ἐκ τούτου ἑορτάζει τήν Κοίμησή της μέ ἀντίστοιχη λαμπρότητα μέ αὐτήν πού ἑορτάζει τό Κυριακόν Πάσχα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί γιατί ὑπάρχει βαθύτατα θεολογική συνάφεια μεταξύ τῶν δύο αὐτῶν ἑορτῶν. Αὐτή τή θεολογική συνάφεια μεταξύ τοῦ Πάσχα τῆς ἀνοίξεως, τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ, τῆς Ἀναστάσεως καί μεταστάσεως τῆς Θεοτόκου θά προσπαθήσουμε νά διερευνήσουμε στήν παροῦσα ἐργασία μας. Ὁδηγός μας θά ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μέ τό βιβλίο του Κῆπος χαρίτων, ἔκδ. Σωτηρίου Ν. Σχοινᾶ, Βόλος 1958, ὅπου θά γίνονται καί οἱ σχετικές παραπομπές (εἶναι πιθανώτατο νά ὑπάρχουν καί νεώτερες ἐκδόσεις.

 Γιά τήν διευκόλυνση τοῦ ἀναγνώστη σημειώνουμε ὅτι τό προκείμενο θέμα ἀναλύει ὁ ἅγιος Νικόδημος στό κεφάλαιο Ἑρμηνεία τῆς ἑνάτης ὠδῆς τῆς Θεοτόκου καί πιό συγκεκριμένα στήν ἑρμηνεία τοῦ στίχου «ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατός»).
 
Τὀ μυστήριον τῆς Θεοτόκου εἶναι ἀρρήκτως συνημμένο μέ τό μυστήριον τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ἡ Θεοτόκος συμμετεῖχε ἐνεργῶς σέ ὅλες τίς φάσεις τῆς ἐπιγείου δράσεως τοῦ θεανδρικοῦ τόκου της καί ἡ παρουσία της βαίνει ἀντιστοίχως μέ τήν παρουσία τοῦ υἱοῦ της. Ἔτσι ὅπως ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἀπέθανε θάνατο πραγματικό, δηλαδή ἐχωρίσθη ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα του καί τριήμερος ἀνέστη ἐκ νεκρῶν ἔτσι καί ἡ Θεομήτωρ ἀπέθανε θάνατο πραγματικό, ἀνέστη ἐκ νεκρῶν καί μετέστη στήν οὐράνιο βασιλεία ζῶσα μετά τοῦ θεοδόχου καί θεοδοξάστου σώματός της. Συνήθως δέν ὁμιλοῦμε γιά ἀνάσταση, ἀλλά γιά μετάσταση τῆς Θεοτόκου. Ὅμως κατά τόν ἅγιον Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη ἡ ἔννοια «μετάστασις» περιλαμβάνει καί τήν ἔννοια «ἀνάστασις», ὅθεν νομιμοποιούμεθα ἀπολύτως θεολογικῶς νά ὁμιλοῦμε περί ἀναστάσεως τῆς Θεοτόκου.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος γράφει στήν σελίδα 212: «Ἀφίνω νά λέγω τά μεγαλεῖα, ὅπου ἐχάρισεν ὁ Θεός εἰς τήν Παρθένον μετά θάνατον∙ διότι αὐτή οὐχ ἁπλῶς μετέστη μόνον, ἀλλά καί ἀνέστη, τῆς παναχράντου αὐτῆς ψυχῆς ἑνωθείσης πάλιν μετά τοῦ θεοδόχου της σώματος, καί οὕτως ἀνελήφθη εἰς τούς οὐρανούς καί συμβασιλεύει τῷ Υἱῷ αὑτῆς καί Θεῷ».

04 Μαρτίου 2025

Ἡ νηστεία κατά τούς ἱερούς Κανόνες


από Φώτης Σχοινάς


Ἡ λέξη νηστεία εἶναι σύνθετη ἐκ τοῦ ἀρνητικοῦ μορίου νη‑ καί τοῦ ρήματος ἐσθίω καί δηλώνει τήν πλήρη ἀποχή ἀπό πάσης τροφῆς ἤ τήν ἀποχή ἀπό ὁρισμένες τροφές.

Ἡ νηστεία ὡς θεσμός παρατηρεῖται σέ ὅλους τούς λαούς ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων.Στόν Χριστιανισμό εἰσήχθη ἀπό τόν Ἰουδαϊσμό, κατ᾽ ἀναλογία καί ἀντίθεση πρός αὐτόν, ἀλλά ἀντί Δευτέρας καί Πέμπτης πού ἐνήστευαν οἱ Ἑβραῖοι, οἱ Χριστιανοί ἐνήστευαν Τετάρτη καί Παρασκευή, τήν Τετάρτη ὡς ἀνάμνηση τῆς προδοσίας τοῦ Ἰούδα, τήν Παρασκευή ὡς ἀνάμνηση τοῦ Σταυρικοῦ Πάθους τοῦ Χριστοῦ.

Πολύ νωρίς, ἤδη ἀπό τῶν Ἀποστολικῶν χρόνων, ὅπως μαρτυρεῖ ἡ Διδαχή τῶν Ἀποστόλων, ἡ ὁποία ἐγράφη περί τά τέλη τοῦ Α ́ μ.Χ. αἰῶνος, καθιερώθηκε στήν Χριστιανική Ἐκκλησία ἡ νηστεία τῆς Τετάρτης καί Παρασκευῆς.Ἐπίσης ἐνωρίς καθιερώθηκε ἡ νηστεία πρό τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεως. Ὅπως ἔχει γραφεῖ «τήν βάσιν τῶν χριστιανικῶν νηστειῶν ἀπετέλεσαν ἐν ἀρχῇ τά Πάθη καί ἡ Ἀνάστασις τοῦ Ἰησοῦ. Διά τοῦτο πρώτη καί ἀρχαιοτάτη εἶναι ἡ πρό τοῦ Πάσχα νηστεία, ἔχουσα τήν προέλευσιν ἀπό τῶν ἀποστολικῶν χρόνων, εἰς ἀνάμνησιν τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου καί τοῦ ἀποχωρισμοῦ».[1]

28 Ιουλίου 2024

Ἡ ἀλλοτρίωση τοῦ συγχρόνου ἀθλητισμοῦ ἐν σχέσει πρός τό ἀρχαῖο ἑλληνικό ἀθλητικό ἰδεῶδες

από Φώτης Σχοινάς




 Ὁ ἀθλητισμός εἶναι τό σύγρονο ὅπιο τῶν λαῶν
Ἰονέσκo

Μέ τό παρόν σημείωμα θέλω νά σκιαγραφήσω σέ γενικώτατες καί ἁδρές γραμμές πῶς ἀντιλαμβανόταν ἡ ἀρχαία ἑλληνική σκέψη τόν ἀθλητισμό, γιά νά καταδειχθεῖ σαφῶς ἡ ἀπόκλιση τοῦ συγχρόνου ἀθλητισμοῦ ἀπό τό αὐθεντικό ἀρχαῖο ἀθλητικό πνεῦμα, ὅπως εἶναι ἐκπεφρασμένο ἀπό τούς ἐπιφανεστέρους ἐκπροσώπους τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς διανοήσεως. Χάριν τῆς ἱστορίας νά σημειώσουμε ὅτι οἱ ἀρχαῖοι Ὀλυμπιακοί ἀγῶνες ἐτελέσθησαν τό πρῶτον τό 776 π.Χ. στήν Ὀλυμπία τῆς Ἠλείας καί καταργήθηκαν τό 393 μ.Χ. ἀπό τόν Μέγα Θεοδόσιο ὡς ἀπάδοντες πρός τό πνεῦμα τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Ὅμηρος καί ἀθλητισμός


Ἤδη ἀπό τόν Ὅμηρο, «τόν ἡγεμόνα τῆς ἑλληνικῆς παιδείας», ἔχουμε τήν πρώτη νύξη γιά τήν ἀσχολία καί ἐπίδοση τῶν Ἑλλήνων σέ ἀθλητικές δραστηριότητες (Βλ. Ὀδύσσεια θ στιχ. 110-130) Ὅμως, ὅπως σαφῶς καταφαίνεται ἀπό τήν προσβλητική πρός τόν Ὀδυσσέα ἀπάντηση τοῦ Εὐρυάλου ἡ ἀθλητική δραστηριότητα ἀντιδιαστέλλεται πρός κάθε ἐμποροναυτική δραστηριότητα πού ἀποσκοπεῖ στήν κτήση κέρδους: «Καί τοῦ ἀπάντησε τότε ὁ Εὐρύαλος μέ λόγια προσβλητικά: Ναί, ναί, ξένε, γιατί δέν μοιάζεις μέ ἄνθρωπο πού ἔχει ἐμπειρία στούς ἀγῶνες, πού ξέρει ὁ κόσμος, ἀλλά μοῦ φαίνεσαι ἕνας ἀπό κείνους, πού, περιπλανώμενοι μέ πολύκοπα πλοῖα, ἐπιβλέπουν τούς ναῦτες, πού εἶναι ἔμποροι καί καταγράφουν τά φορτία κι ὁ νοῦς τους εἶναι στά ἐμπορεύματα καί στά ἀποταμιευμένα κέρδη. Καθόλου δέν μοιάζεις μέ ἀθλητή». (Ὁμήρου, Ὀδύσσεια θ στιχ. 158-164, μετάφραση Παναγιώτης Γιαννακόπουλος, τόμος 2, ἐκδ. Κάκτος, Ἀθήνα 1992, σελ. 125). Τώρα κατά πόσον ἡ ὅλη σύγχρονη ἀθλητική δραστηριότητα εἶναι ἀμέτοχη καί δέν ἀποβλέπει σέ χρηματικό κέρδος εἶναι ζήτημα ἐκτός πάσης συζητήσεως.

Ὁ Πλάτων καί ὁ ἀθλητισμός

30 Σεπτεμβρίου 2022

Συμπεριφορικά καί μαθησιακά προβλήματα στά σύγχρονα παιδιά καί ἐφήβους


Τά πιό δύσκολα προβλήματα πού ἔχει νά ἀντιμετωπίσει ὁ σύγχρονος ἐκπαιδευτικός εἶναι τά προβλήματα συμπεριφορᾶς καί οἱ μαθησιακές δυσκολίες τῶν σύγχρονων μαθητῶν. Μέ τό λεκτικό μόρφωμα «προβλήματα συμπεριφορᾶς» ἐννοοῦμε τήν ἔκδηλη ἤ λανθάνουσα ἐπιθετική συμπεριφορά ὁρισμένων παιδιῶν καί ἐφήβων, τήν ἀδυναμία διαχείρισης τῶν ἀρνητικῶν συναισθημάτων τους, ὅπως, π.χ., τοῦ θυμοῦ, τήν ἀδυναμία ἐπίλυσης μέ εἰρηνικό τρόπο τῶν ὅποιων συγκρούσεών τους, τήν ἀδυναμία ἡ λογική νά ἐλέγχει τίς παρμητικές ἐκδηλώσεις τους, τόν ἐκφοβισμό (bullying), τή θυματοποίηση καί τήν ἄσκηση βίας, λεκτικῆς ἤ καί σωματικῆς, στούς συμμαθητές τους. Μέ τό λεκτικό σύνολο «μαθησιακές δυσκολίες» ἐννοοῦμε τό σύνολο τῶν παθογενῶν καταστάσεων πού ἐμποδίζουν τή μάθηση, ὅπως, π.χ., εἶναι ἡ δυσλεξία, ἀλλά κυρίως τήν παγερή ἀδιαφορία τῶν συγχρόνων μαθητῶν γιά τή μάθηση καί τή λεγόμενη Δ.Ε.Π.Υ. (Διαταραχή ἐλλειμματικῆς προσοχῆς/ὑπερκινητικότητα).

Τά συμπτώματα τῆς Δ.Ε.Π.Υ. εἶναι σέ γενικές γραμμές τά ἀκόλουθα: ἡ μαθησιακή ἀπόδοση τῶν μαθητῶν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἰδιαίτερη ὑφή καί λειτουργία τοῦ ἔργου μέ τό ὁποῖο ἀσχολοῦνται. Ἀκόμη οἱ μαθητές παρουσιάζουν σημαντική δυσκολία νά μάθουν καινούργια πράγματα, παρουσιάζουν ἀδυναμία ἐλέγχου τῆς συμπεριφορᾶς καί ἀδυναμία τροποποίησης τῆς συμπεριφορᾶς, ὥστε νά εἶναι αὐτή κοινωνικά ἀποδεκτή καί νά τούς ἐπιτρέπει τήν ὁμαλή προσαρμογή τους σέ «διαφορετικά» περιβάλλοντα. Ἀκόμη τά παιδιά μέ Δ.Ε.Π./Υ. ἔχουν ἀδυναμία νά ὀργανώσουν καί νά ὁλοκληρώσουν διάφορα πράγματα ἔγκαιρα, ἔχουν διασπασμένη προσοχή, ἀδυνατοῦν νά συγκεντρωθοῦν πέρα τῶν 5 λεπτῶν, ἀδυνατοῦν νά προσηλωθοῦν σέ ἕνα στόχο ἤ καί δραστηριότητα, μεταπηδοῦν ἀπό τή μία δραστηριότητα στήν ἄλλη, δέν ἠρεμοῦν σχεδόν ποτέ, δέν περιμένουν τή σειρά τους, δέν σκέφτονται πρίν ἐνεργήσουν. Δηλαδή ἐνεργοῦν ἐντελῶς αὐθόρμητα καί παρορμητικά, προτοῦ ἡ λογική σκέψη ἐπιβάλλει τούς ὅποιους φραγμούς της. Βεβαίως τά προβλήματα συμπεριφορᾶς καί μαθήσεως τίς συντριπτικά περισσότερες φορές  συνυπάρχουν, ἀλληλοδιαπλέκονται, ἀλληλεπιδροῦν καί ἀνατροφοδοτοῦνται μεταξύ τους.

Τά προβλήματα συμπεριφορᾶς καί οἱ μαθησιακές δυσκολίες ἀποτελοῦν πηγή ἄγχους καί στρές στούς ἐκπαιδευτικούς. Σέ ἔρευνα τοῦ Πανεπιστημίου Κρήτης σέ δεῖγμα περίπου 600 ἐκπαιδευτικῶν τῆς συγκεκριμένης περιφέρειας, ἕνα ὑψηλό ποσοστό ἐκπαιδευτικῶν δήλωσε ὅτι τά προβλήματα συμπεριφορᾶς τῶν μαθητῶν (89,1 %), ἡ ἀντιμετώπιση τῶν μαθησιακῶν δυσκολιῶν (83,5 %) καί ἡ ἔλλειψη ἀνταπόκρισης τῶν μαθητῶν (75,9 %) ἀποτελοῦν τούς κύριους παράγοντες πού προκαλοῦν ἄγχος καί στρές στούς ἐκπαιδευτικούς. (Ἠλία Κουρκούτα, Προβλήματα συμπεριφορς στά παιδιά, ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 2007, σελ. 33).

Τά χαρακτηριστικά τῶν παιδιῶν μέ μόνιμες διαταραχές συμπεριφορᾶς εἶναι: Πολύ χαμηλές σχολικές ἐπιδόσεις (καί δυσκολίες μάθησης). Ὑψηλά ποσοστά σχολικῆς ἀποτυχίας καί σχολικῆς ἐγκατάλειψης. Φτωχές ἕως ἀνύπαρκτες κοινωνικές σχέσεις.Ὑψηλά ποσοστά συναισθηματικῶν δυσκολιῶν. Συγκρούσεις μέ τούς γονεῖς καί τούς ἐκπαιδευτικούς. Κοινωνική ἀπόρριψη ἤ ἀπομόνωση (Ἠλία Κουρκούτα, ὅ.π.,σελ. 53). Ἡ κατάθλιψη καί τό ἄγχος φαίνεται ἀπό σχετικές ἔρευνες πώς συνδέονται μέ τίς διαταραχές συμπεριφορᾶς, μέ τή διάσπαση τῆς προσοχῆς καί τήν ὑπερκινητικότητα.

19 Ιουνίου 2022

Ἡ ὁμωνυμία στόν Ἰωάννη Δαμασκηνό καί στούς Ἡσυχαστές Πατέρες


Στήν παροῦσα ἀνακοίνωση θά ἀσχοληθῶ μέ τό πρόβλημα τῆς ὁμωνυμίας στόν Ἰωάννη Δαμασκηνό καί στούς Ἡσυχαστές Πατέρες τῆς ὑστεροβυζαντινῆς καί μεσοβυζαντινῆς περιόδου καί συγκεκριμένα στίς ἀντιλατινικές πραγματεῖες τίς σχετικές μέ τό περί ἐκπορεύσεως καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δόγμα τῶν Λατίνων (τό περίφημο filioque).

Συγκεκριμένα ἡ ὁλη προβληματική μου θά στραφεῖ στήν διερεύνηση τῶν ἑξῆς δύο ἐρωτημάτων:

  1. Ποιά εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰωάννη Δαμασκηνοῦ γιά τήν ὁμωνυμία καί κατά πόσον αὐτή συμφωνεῖ ἤ ἀποκλίνει ἀπό τήν ἀντίστοιχη διδασκαλία τοῦ Ἀριστοτέλη;
  2. Ποιά εἶναι ἡ ἐφαρμογή τῆς ὁμωνυμίας ἐκ μέρους τῆς ὀρθοδόξου θεολογικῆς σκέψεως στίς ἀντιαιρετικές πραγματεῖες τοῦ Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ καί τῶν Ἡσυχαστῶν Πατέρων;
  3. Συναφῶς πρός τό πρῶτο ἐρώτημα ἔχουμε νά παρατηρήσουμε τά ἑξῆς: Κατ̓ ἀρχήν ὁ Δαμασκηνός ἀσχολεῖται ἐκτενῶς μέ τήν προβληματική τῆς ὁμωνυμίας στά «Φιλόσοφα Κεφάλαια» ἤ «Διαλεκτικά», ὅπως ἐπεκράτησαν νά ὀνομάζονται στή Δύση ἀπό τόν ΙΕ΄ αἰώνα. Ἐδῶ ἀναφύεται εὐλόγως τό ἐρώτημα:

28 Μαΐου 2022

Ὁ συμβολισμός τῆς Ἁγίας Σοφίας


 

   Ὁ ναός τῆς τοῦ Θεοῦ ἐνυποστάτου Σοφίας, δηλαδή τοῦ Χριστοῦ, εἶναι τό  σύμβολο τοῦ Μεσαιωνικοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως ὁ ναός τοῦ Παρθενῶνος εἶναι τό σύμβολο τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πνεύματος καί τῆς Δημοκρατίας. Ὅπως ἔχει γραφεῖ, «Δύο μεγάλους καί μακραίωνες πολιτισμούς ἐδημιούργησε στό πέρασμα τῶν χρόνων τό ἑλληνικό πνεῦμα. Σύμβολο καί μνημεῖο τοῦ καθενός ἕνας ναός, ἀφιερωμένος καί τίς δύο φορές στήν πάνω ἀπό τά ἀνθρώπινα μέτρα θεία σοφία: Ὁ ναός τοῦ Παρθενῶνος, τῆς θεᾶς δηλ. τῆς σοφίας Ἀθηνᾶς, ἐνσαρκώνει καί ἐκφράζει στούς αἰῶνες τό ἀρχαῖο ἑλληνικό πνεῦμα καί ὁ ναός τῆς τοῦ Θεοῦ Ἁγίας Σοφίας, συμβολίζει τόν βυζαντινό ἑλληνοχριστιανικό πολιτισμό καί συμπυκνώνει τά κύρια ἰδεώδη του τῆς ὅλης ὑπερχιλιετοῦς ζωῆς του. Μέ μία μεταξύ τους χρονική ἀπόσταση δέκα ἀκριβῶς αἰώνων, τά δύο αὐτά παράλληλα καί μεγαλόπνοα καλλιτεχνικά καί πνευματικά μνημεῖα ἀποτελοῦν ἕκαστον, θά ἔλεγε κανείς, τό πεπρωμένο ἀπόσταγμα τῶν ἰδεῶν καί τῶν ἰδεωδῶν ὄχι ἁπλῶς ἑνός λαοῦ, ἀλλά δύο πολύ μεγάλων ἐποχῶν».[1] Καί οἱ δύο ναοί ἐκφράζουν ἀρχιτεκτονικά τόν Λόγο. Ὁ Παρθενών συμπυκνώνει ἀρχιτεκτονικά καί συμβολίζει τόν Λόγο, τό μέγιστο ἀρχαιοελληνικό ἐπίτευγμα, δηλ. τή λογική καί τό μέτρο καί ἡ Ἁγία Σοφία τόν ἐνυπόστατο Λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν Χριστό. Συναφῶς ἔχει γραφεῖ: «Ἀπέναντι στήν ὀρθολογιστική καθαρότητα τῆς ἀρχαιοελληνικῆς ἀρχιτεκτονικῆς ἡ Ἁγία Σοφία λειτουργεῖ μέ ὅρους ὑπερβατικούς, σάν ἕνα θαῦμα πού ὑπερβαίνει τούς φυσικούς νόμους τῆς βαρύτητας.Στήν κλασική ἀρχιτεκτονική ἀποθεώνεται ἡ λογική, στή βυζαντινή τό ὑπέρλογο. Ἕνα ἡμισφαίριο πού κρέμεται σέ μεγάλος ὕψος, σχεδόν 70 μ. θαρρεῖς ἀπό τό πουθενά καί κρύβει ἰδιοφυῶς τούς τρόπους στήριξης του» (Μάνος Στεφανίδης)[2]

11 Νοεμβρίου 2019

Ἡ μεταθανάτια κατάσταση τῆς ψυχῆς

Ἡ κατάσταση τῆς ψυχῆς μετά θάνατον
  1. Εἰσαγωγικές παρατηρήσεις
Τό ἄρθρο αὐτό ἀποτελεῖ ἀπόπειρα ἀνταποκρίσεως στό αἴτημα τῆς κ. Βασιλικῆς Κ. γιά τή μεταθανάτια κατάσταση τῶν ψυχῶν καί τή δυνατότητα ἡμῶν τῶν ζώντων νά βοηθήσουμε στήν ἀνάπαυσή τους.
Κατ’ἀρχήν πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι τή δυνατότητα μετανοίας καί ὡς ἐκ τούτου τῆς σωτηρίας ἔχουμε μόνο στήν παροῦσα ἐνσώματη καί ἔγχρονη ζωή. Ἡ μετάνοια συνδέεται μέ τήν ἐν σώματι καί ἐν χρόνῳ ζωή. Μετά ἀπό αὐτή   δέν ὑπάρχει δυνατότητα μετανοίας. Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης λέγει ὅτι οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων στόν ἅδη θά ἤθελαν νά ζήσουν μόνο πέντε λεπτά στήν παροῦσα ζωή γιά νά προλάβουν νά μετανοήσουν. Ὅμως ἀποτελεῖ ἀκλόνητη πεποίθηση καί διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὅτι οἱ ψυχές τῶν κεκοιμημένων μποροῦν νά βοηθηθοῦν πολύ καί ἀποτελεσματικά ἀπό ἐμᾶς τούς ζωντανούς. Τά μέσα βοηθείας πρός τούς κεκοιμημένους εἶναι ἡ μνημόνευσή τους στή Θεία Λειτουργία, τά μνημόσυνα, ἡ προσωπική προσευχή γιά αὐτούς καί οἱ διάφορες ἀγαθοεργίες μέ προεξάρχουσα τήν ἐλεημοσύνη.
  1. Μόνο ἡ παροῦσα ζωή εἶναι καιρός μετανοίας
Κατά τόν μεγάλο δογματολόγο καθ. Παναγιώτη Τρεμπέλα «μόνον ἡ παροῦσα ζωή εἶναι καιρός μετανοίας καί ἀγώνων πρός τήν πρόοδον ἐν τῇ ἀρετῇ»(Π.Ν.Τρεμπέλα, Δογματική, τόμος 3, ἐκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων ὁ Σωτήρ, Ἀθῆναι 1979, σελ. 372).Μετά τόν θάνατο δέν ὑφίσται δυνατότητα μετανοίας καί διορθώσεως.

02 Νοεμβρίου 2019

Ἡ μεταθανάτια κατάσταση τῆς ψυχῆς

Ἡ κατάσταση τῆς ψυχῆς μετά θάνατον
  1. Εἰσαγωγικές παρατηρήσεις
Τό ἄρθρο αὐτό ἀποτελεῖ ἀπόπειρα ἀνταποκρίσεως στό αἴτημα τῆς κ. Βασιλικῆς Κ. γιά τή μεταθανάτια κατάσταση τῶν ψυχῶν καί τή δυνατότητα ἡμῶν τῶν ζώντων νά βοηθήσουμε στήν ἀνάπαυσή τους.
Κατ’ἀρχήν πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι τή δυνατότητα μετανοίας καί ὡς ἐκ τούτου τῆς σωτηρίας ἔχουμε μόνο στήν παροῦσα ἐνσώματη καί ἔγχρονη ζωή. Ἡ μετάνοια συνδέεται μέ τήν ἐν σώματι καί ἐν χρόνῳ ζωή. Μετά ἀπό αὐτή   δέν ὑπάρχει δυνατότητα μετανοίας. Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης λέγει ὅτι οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων στόν ἅδη θά ἤθελαν νά ζήσουν μόνο πέντε λεπτά στήν παροῦσα ζωή γιά νά προλάβουν νά μετανοήσουν. Ὅμως ἀποτελεῖ ἀκλόνητη πεποίθηση καί διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὅτι οἱ ψυχές τῶν κεκοιμημένων μποροῦν νά βοηθηθοῦν πολύ καί ἀποτελεσματικά ἀπό ἐμᾶς τούς ζωντανούς. Τά μέσα βοηθείας πρός τούς κεκοιμημένους εἶναι ἡ μνημόνευσή τους στή Θεία Λειτουργία, τά μνημόσυνα, ἡ προσωπική προσευχή γιά αὐτούς καί οἱ διάφορες ἀγαθοεργίες μέ προεξάρχουσα τήν ἐλεημοσύνη.
  1. Μόνο ἡ παροῦσα ζωή εἶναι καιρός μετανοίας
Κατά τόν μεγάλο δογματολόγο καθ. Παναγιώτη Τρεμπέλα «μόνον ἡ παροῦσα ζωή εἶναι καιρός μετανοίας καί ἀγώνων πρός τήν πρόοδον ἐν τῇ ἀρετῇ»(Π.Ν.Τρεμπέλα, Δογματική, τόμος 3, ἐκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων ὁ Σωτήρ, Ἀθῆναι 1979, σελ. 372).Μετά τόν θάνατο δέν ὑφίσται δυνατότητα μετανοίας καί διορθώσεως.
Ὁ Κύριλλος Ἱεροσολύμων δηλώνει  ὅτι «τῆς μετανοίας καί τῆς ἀφέσεως ἐν τῇ ζωῇ ταύτῃ μόνον τήν προθεσμίαν ἐχούσης…οὐκ ἔστι μετά θάνατον λοιπόν τούς ἐν ἁμαρτίαις τελευτήσαντας ὡς εὐεργετηθέντας αἰνεῖν, ἀλλ’ ἀποδύρεσθαι»(Κυρίλλου Κατηχήσεις 18, 14, PG 33 1032- 1033). Ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει ὅτι «τῆς μετανοίας καί τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν ὁ παρών ἐστι καιρός, ἐν δέ τῷ μέλλοντι αἰῶνι ἡ δικαία κρίσις καί ἀνταπόδοσις» καί ὅτι «μετά τήν ἐντεῦθεν ἀπαλλαγήν οὐκ ἔστι καιρός κατορθωμάτων, τοῦ Θεοῦ τόν παρόντα καιρόν ἐπιμετρήσαντος εἰς ἐργασίαν τῶν πρός τήν αὐτοῦ εὐαρέστησιν» (Μ. Βασιλείου PG 31 700-701). Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος κηρύσσει ὅτι «οὐκ ἐστίν ἐν ᾅδη τοῖς ἀπελθοῦσιν ἐξομολόγησις καί διόρθωσις.Συνέκλεισε γάρ ὁ Θεός  ἐνταῦθα μέν καί βίον καί πρᾶξιν, ἐκεῖ δέ τήν τῶν πεπραγμένων ἐξέτασιν» (Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΣΤ ́, PG 35, 944). Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἀποφαίνεται ὅτι «ὁ παρών βίος πολιτείας ἐστι καιρός, μετά δέ τήν τελευτήν κρίσις καί κόλασις», ὡς ἐκ τούτου «ἕως μέν ἄν ἐν τῷ βίῳ τούτῳ ὦμεν τῷ παρόντι, δυνατόν διαφυγεῖν τήν τιμωρίαν μεταβαλομένους (=ἐάν ἀλλάξουμε, ἐάν δηλαδή μετανοήσουμε), ἐκεῖ δέ ἀπελθόντες ἀνήνυτα (=ἀνώφελα) οἰμώξομεν». (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, PG 57, 416).
  1. Εἶναι δυνατή ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν στή μέλλουσα ζωή;
Ἀπό τά ἀνωτέρω Πατερικά χωρία συμπεραίνουμε ἀβιάστως

11 Οκτωβρίου 2019

Ἡ σύνθεση τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καί τῆς πατερικῆς σκέψεως στό ἔργο τοῦ π. Γ. Φλωρόφσκυ - Φώτης Σχοινάς

Στήν παροῦσα ἐργασία θά ἐξετάσουμε ὁρισμένες πτυχές τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καί πῶς αὐτές συντίθενται μέ τήν πατερική σκέψη ἔτσι ὥστε νά ἀποτελέσουν ἕνα καινοφανές πολιτισμικό κατόρθωμα πού ἀναγέννησε ὁλοκληρωτικά ἕναν θνήσκοντα κόσμο καί ταυτόχρονα ἀποτέλεσε τήν ἀπαρχή μιᾶς νέας ἐποχῆς. Ἡ ἐξέταση αὐτή θά γίνει μέ βάση καί γνώμονα τό ἔργο τοῦ κορυφαίου ὀρθοδόξου θεολόγου τοῦ αἰώνα μας, τοῦ π. Γ. Φλωρόφσκυ.
Κατ᾿ ἀρχήν θεωροῦμε περιττό νά τονίσουμε ὅτι στό πρόσωπο τοῦ π. Γ. Φλωρόφσκυ συναντῶνται ἡ ἄρτια θεολογική κατάρτιση μέ τήν ἐξίσου ἄρτια φιλοσοφική κατάρτιση. Πρᾶγμα – λυπηρόν εἰπεῖν – ὄχι σύνηθες στόν ὀρθόδοξο θεολογικό χῶρο. Στό ἔργο του καί διάσπαρτα σέ διάφορες μελέτες, στίς ὁποῖες θά παραπέμπουμε ἑκάστοτε, καί ὄχι σέ μία καί μόνο συστηματική ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ μελέτη, ἰχνηλατεῖται εὐκρινῶς καί μέ σπάνια διεισδυτικότητα ἐμβανθύνσεως ἡ σύνθεση τοῦ ἀρχαίου κόσμου καί τῶν ἰδεῶν του μέ τό νέο μήνυμα τοῦ χριστιανισμοῦ. Πρέπει εὐθύς  ἐξ ἀρχῆς νά τονίσουμε ὅτι οἱ χριστιανοί Πατέρες ἀπεδόθησαν σέ μιά ἐργώδη προσπάθεια νά ἀποδομήσουν ἕνα παλαιό κόσμο καί νά δομήσουν ἕνα καινούργιο. Βρέθηκαν ἀντιμέτωποι μέ τήν περιρρέουσα πολιτισμική ἀτμόσφαιρα ἑνός κόσμου κουρασμένου καί παρερχομένου καί μέ τά ἰδεολογικά καί φιλοσοφικά ἐργαλεῖα τοῦ κόσμου αὐτοῦ ἔκτισαν ἕνα νέο σφριγηλό καί ζωντανό. Στό ἔργο τους αὐτό χρησιμοποίησαν ἐκλεκτικῶς τήν ἀρχαία φιλοσοφία – καί κυρίως τό νεοπλατωνισμό – καί τήν ἐνοφθάλμισαν ὀργανικά στό νέο τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι. Παρέλαβαν ἐκλεκτικῶς ὅρους καί σχήματα τῆς ἀρχαίας σκέψεως, τούς προσέδοσαν καινούργιο νόημα ἀκριβῶς γιά νά ἐκφράσουν τήν ἀποκαλυφθεῖσα ἀλήθεια. Αὐτό ἦταν τό βάπτισμα ἐν πυρί τῆς σκέψεως τῶν χριστιανῶν πατέρων πού ἐμπέδωσαν στόν ἀνατέλλοντα κόσμο. Πολύ εὔστοχα γράφει ὁ π. Γ. Φλωρόφσκυ: «Ἡ νέα θέα τοῦ ἀνθρώπινου προορισμοῦ, κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, δέν ἦταν δυνατόν νά ἐκφρασθῆ ἀκριβῶς καί ἐπαρκῶς μέ τούς φιλοσοφικούς ὅρους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἦταν ἐπιτακτική ἀνάγκη νά δημιουργηθῆ ἕνα νέο σύνολο ἐννοιῶν, πρίν ἡ χριστιανική πίστις ἐκφρασθῆ καί ἀναπτυχθῆ μέσα σ’ ἕνα θεολογικό σύστημα ἐν ἀλληλουχίᾳ. Τό πρόβλημα δέν ἦταν ἐκεῖνο τῆς προσαρμογῆς, ἀλλά μᾶλλον μιᾶς ριζικῆς ἀλλαγῆς τῶν θεμελιακῶν τρόπων τοῦ σκέπτεσθαι»[1].
Ἡ χριστιανική σκέψη ἐκφράστηκε μέσα – καί σέ ἀντιπαράθεση – πρός τίς ἑλληνικές κατηγορίες σκέψεως. Τά δάνεια αὐτά – ἔστω καί μεταπλασμένα σέ νέο τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι – δέν εἶναι τυχαῖα. Ἀναντίρρητα ὑπάρχει, παρ᾿ ὅλες τίς ριζικές διαφορές, μιά συγγένεια σκέψεως καί νοοτροπίας, ἀνάμεσα στήν ἑλληνική καί χριστιανική σκέψη. Εἰ δ᾿ ἄλλως ἡ ὀργανική αὐτή σύζευξη – καί ὄχι μόνο σύζευξη – ἀλλά καί μετάπλαση θά ἦταν ἀδύνατη. Ὁ χριστιανισμός βρῆκε ἕνα στέρεο ἔδαφος στό ὁποῖο θά μποροῦσε νά ἀκουμπήσει καί νά θεμελιώσει τό δικό του οἰκοδόμημα. Ἡ συνάντηση τοῦ χριστιανισμοῦ μέ τόν ἑλληνισμό δέν εἶναι ἀσφαλῶς «τυχαία» καί «συμπτωματική». Δέν ὀφείλεται σέ τυφλές ἱστορικές συγκυρίες. Ὁ Ἑλληνισμός διέθετε ἐν δυνάμει τή ζύμη ἐκείνη τῆς σκέψεως καί τῆς διανοήσεως πού θά μεταβάλλονταν στό καινούργιο φύραμα. Ὁ π. Γεώργιος εἶναι ἀποκαλυπτικός στό σημεῖο αὐτό:

20 Σεπτεμβρίου 2019

Ἡ ἱστορία τῆς ἐπιβολῆς τοῦ Filioque

Ο θεολογικές, γλωσσικές καί πολιτικές προϋποθέσεις τς πιβολς το Filioque

Το Φώτη Σχοιν*

Τό Filioque, ὅτι δηλαδή τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται καί κ το Υο, συνιστᾶ αἱρετική ἀπόκλιση τῆς Δύσεως καί ὄχι ζήτημα θεολογούμενον, ὅπως ὑποστηρίζουν ὁρισμένοι σύγχρονοι θεολόγοι καί θεολογοῦντες. Λέγεται ὅτι τό πρῶτον ἐμφανίσθηκε σέ δύο συνόδους τοῦ Τολέδου τό 547 καί τό  589 [1]. Οἱ σύνοδοι αὐτές πρόσθεσαν στό Σύμβολο τῆς Πίστεως τό Filioque. Πολλοί δογματολόγοι ἀμφισβητοῦν τό γεγονός αὐτό καί θεωροῦν ὅτι ἐμφανίσθηκε ἀργότερα σέ ἄλλες συνόδους τῆς Δύσεως [2]. Προτοῦ ὅμως προβοῦμε στήν ἱστορική πλευρά τοῦ ζητήματος, θεωροῦμε σκόπιμο νά ἐξετάσουμε ἐν ἄκρᾳ συντομίᾳ τίς θεολογικές, γλωσσικές καί πολιτικές προϋποθέσεις τοῦ Filioque στή Δύση.
Ὁ πρῶτος Πατέρας τῆς Δύσεως ὁ ὁποῖος ὑποστηρίζει καί διατυπώνει ρητά καί μέ σαφήνεια τό Filioque εἶναι ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος. [3] Ὅμως καί στήν προαγουστίνεια θεολογική παραγωγή τῆς Δύσεως ἀνιχνεύονται ὁρισμένες θεολογικές τάσεις πού ὁδηγοῦν στό Filioque. Ἡ κυριώτερη καί βασικώτερη θεολογική τάση εἶναι ἡ σύγχυση τῆς θεολογίας καί τῆς οἰκονομίας στήν Ἁγία Τριάδα. Συγκεκριμένα οἱ δυτικοί Πατέρες, ἅγιος Ἱλάριος Πουατιέ καί ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων, μολονότι ἦσαν ὑπέρμαχοι τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Νικαίας καί τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἀκολουθοῦσαν τήν Τριαδολογία τοῦ Μ. Ἀθανασίου καί τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων, κάνουν θεολογία ὅσον ἀφορᾶ τήν Ἀγία Τριάδα συγχέοντάς την μέ τήν οἰκονομία. Μέ ἄλλα λόγια συγχέουν τίς ἀΐδιες ἐνδοτριαδικές σχέσεις μέ τήν ad extra οἰκονομία τῆς Ἁγίας Τριάδος. Συνέπεια τούτου εἶναι ὅτι δέν κάνουν σαφῆ διάκριση ἀνάμεσα στήν ἀΐδια ὑπαρκτική ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (πού γίνεται ἐκ μόνου τοῦ Πατρός) καί στήν ἐν χρόνῳ ἀποστολή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (πού γένεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ). [4] Στό σημεῖο αὐτό κρίνουμε ἀναγκαῖο νά διασαφηνίσουμε ὅτι κατά τήν ὈρθόδοξοΤριαδολογία ἡ προαιώνια ὑπαρκτική  ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται ἐκ μόνου τοῦ Πατρός, ἐνῶ ἡ ἔγχρονος πέμψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν κόσμο γίνεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Μόνη θεογόνος πηγή καί  ἀρχή στήν Ἁγία Τριάδα εἶναι ὁ Πατήρ, ὁ ὁποῖος προαιωνίως γεννᾶ τόν Υἱό καί ἐκπορεύει τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ἄλλο πρᾶγμα ἡ προαιώνια ὑπαρκτική πρόοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ἀΐδιος ἐκπόρευση τοῦ τρίτου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος (ἰδιότητα μόνου τοῦ Πατρός) καί ἄλλο πρᾶγμα ἡ οἰκονομική ἔγχρονος ἀποστολή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν κόσμο (ἰδιότητα καί τοῦ Υἱοῦ). Τοῦτο οἱ Δυτικοί Πατέρες δέν τό ἔκαναν σαφῶς καί κατηγορηματικῶς, χωρίς ὅμως καί νά φθάσουν στήν ὑποστήριξη τοῦ Filioque, καί ἔμειναν πιστοί στό Σύμβολο τῆς Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως καί τήν Καππαδοκική θεολογία. Τοὐναντίον ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος μή μπορώντας νά κατανοήσει τήν Καππαδοκική Τριαδολογία καί συγχέοντας θεολογία καί οἰκονομία στήν Ἁγία Τριάδα διετύπωσε ρητῶς καί σαφῶς τό Filioque. Ὁ μακαριστός π. Ἰωάννης Ρωμανίδης γράφει: «Κατά τόν ζ΄ αἰῶνα γένετο γνωστόν  ες τήν νατολήν, τι ο λατινόφωνοι Ρωμαοι μίλουν περί κπορεύσεως το γίου Πνεύματος κ το Πατρός καί το Υος κφρασις πάρχει ες τόν μβρόσιον καί ς διδασκαλία τό πρτον ες τόν Αγουστνον. Ες τόν μβρόσιον  κ το Υο κπόρευσις σημαίνει τήν ν χρόν πέμψιν το γίου Πνεύματος λλ̉ οχί τόν τρόπον τς πάρξεως ατον ες τόν Αγουστνον  κπόρευσις σημαίνει καί πέμψιν καί τρόπον πάρξεως.  διδασκαλία το μβροσίου εναι ρθόδοξος, ν το Αγουστίνου δέν εναι»[5] Σημειωτέον ὅτι ὁ ὅρος «τρόπος πάρξεως» δηλοῖ τά ἀκοινώνητα ὑποστατικά ἰδιώματα τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἔτσι τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Πατρός εἶναι τό ἀγέννητον (ὁ Πατήρ ὑπάρχει ἀγεννήτως‒καί ἀναιτίως), τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ εἶναι τό γεννητόν (ὁ Υἱός ὑπάρχει γεννητῶς‒καί αἰτιατῶς), τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι τό ἐκπορευτόν (τό Ἅγιον Πνεῦμα ὑπάρχει ἐκπορευτῶς‒καί αἰτιατῶς).

26 Ιουλίου 2018

Αἰσχύλος καί Δημοκρατία

Φώτης Σχοινᾶς


1. Εἰσαγωγικές παρατηρήσεις


    Ὁ Αἰσχύλος θεωρεῖται ὁ πατέρας τῆς Ἀττικῆς τραγωδίας. Ἔχει γραφεῖ ὅτι «ὁ Αἰσχύλος εἶναι ὁ οὐσιαστικός δημιουργός τῆς τραγωδίας, ὁ Σοφοκλῆς ὁ ὥριμος ἐκφραστής της καί ὁ Εὐριπίδης ὁ ψυχρός ἐκτελεστής της».[i] Ὁ Αἰσχύλος ζεῖ, δημιουργεῖ καί γράφει στό πέρασμα ἀπό τόν 6ο στόν 5ο αἰώνα, ὅταν ἀφ᾿ ἑνός μέν εἶναι ζωντανές οἱ μνῆμες τοῦ ἀρχαϊκοῦ μύθου, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ συγκροτεῖται, ἑδραιώνεται καί λειτουργεῖ ἡ νεαρή – ἀκόμη – Ἀθηναϊκή δημοκρατία. Εἶναι ἀκόμη χαρακτηριστικό ὅτι τήν ἴδια ἐποχή – πρῶτες δεκαετίες τοῦ 5ου αἰώνα, συγκεκριμένα ἀπό τό 490 π.Χ. ἕως τό 479 π.Χ. – διεξάγονται οἱ Μηδικοί πόλεμοι μέ τή νικηφόρο γιά τήν Ἑλλάδα ἐκβασή τους καί μέ τίς τεράστιες συνέπειες γιά τήν Ἀθήνα, ἡ ὁποία συνεπείᾳ τούτων μετατρέπεται ἀπό γεωργική-ἀγροτική πόλη σέ ναυτική δύναμη, ἑδραιώνεται ἡ δημοκρατία στό ἐσωτερικό της καί ἐξωτερικά τίθενται οἱ βάσεις τῆς ἡγεμονίας της.


     Ὑπάρχει στενός, αἰτιώδης σύνδεσμος μεταξύ Δημοκρατίας καί Τραγωδίας. Ἡ Τραγωδία ἀναπτύσσεται στό πρόσφορο ἔδαφος καί κλῖμα τῆς Δημοκρατίας. Ἐκτός αὐτῆς εἶναι ἀδύνατον νά ὑπάρξει. Ἡ βίωση τοῦ τραγικοῦ συνίσταται στήν ἀποδέσμευση ἀπό τήν κηδεμονία τοῦ θείου καί στήν ἀνάληψη τῆς εὐθύνης γιά τήν διαμόρφωση τῆς ἐγκόσμιας ἀνθρώπινης μοίρας ἀπό τόν ἄνθρωπο-πολίτη. Ὁ πολίτης παίρνει στούς ὤμους του τό πεπρωμένο του. Αὐτός εἶναι ὁ ὑπεύθυνος γιά τήν τύχη του. Συγχρόνως ὅμως γεννιέται ἔτσι καί ἡ σύγκρουση μέ τό θεῖον ἀφοῦ καί αὐτό διεκδικεῖ τήν ἁρμοδιότητα γιά τόν καθορισμό τῆς κοσμικῆς καί ἀνθρώπινης μοίρας. Ἀπό αὐτή τή σύγκρουση ἀναδύεται τό τραγικό καί ἡ ἀπό σκηνῆς παράσταση καί βίωσή του.

   Οἱ τραγικοί ἀγῶνες εἶναι θεσμοθετημένοι ἀπό τό Ἀθηναϊκό κράτος. Οἱ χορηγοί ἀλλά καί οἱ κριτές τῶν τραγικῶν ἀγώνων εἶναι μέλημα τῆς πολιτείας. Ἡ τέλεση τῶν τραγικῶν ἀγώνων κατά τίς Διονυσιακές ἑορτές τελοῦν ὑπό τήν μέριμνα τῆς πολιτείας. Οἱ τραγικοί ἀγῶνες ἀποτελοῦν παλλαϊκή γιορτή τοῦ Ἀθηναϊκοῦ δήμου καί τό θέατρο ἀποτελεῖ ἕνα κρατικό θεσμό πλάϊ στούς λοιπούς δημοκρατικούς θεσμούς–τήν Ἐκκλησία τοῦ Δήμου, τήν Βουλή τῶν Πεντακοσίων, τήν Ἡλιαία καί τά λοιπά Δικαστήρια. «Ἡ τραγωδία δέν εἶναι μονάχα μιά μορφή τέχνης, εἶναι ἕνας κοινωνικός θεσμός, πού εἰσάγει ἡ πόλη μέ τήν ἵδρυση τῶν τραγικῶν ἀγώνων, πλάι στά πολιτικά καί δικαστικά της ὄργανα».[ii]

12 Δεκεμβρίου 2017

Φ. Σχοινᾶς: Ὁ ἅγιος Πορφύριος καί ἡ ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα

Φώτης Σχοινᾶς
 
  Ὁ ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης εἶναι ἕνας σύγχρονος ἅγιος καὶ μάλιστα ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ἁγίους ὅλων των ἐποχῶν, ὅπως ἀποφάνθηκε σύγχρονος ἐπίσκοπος. Ὄχι ἕνας ἁπλὸς ἅγιος, ἀλλὰ ἕνας ἅγιος σχεδὸν πάνσοφος μὲ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅπως ἔχει γραφεῖ «ὁ πατὴρ Πορφύριος κατεῖχε νοῦ δυνάμενο νὰ ὑπερίπταται πάνω ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς καὶ νὰ κατέρχεται ἕως τὶς ἀβύσσους, νοῦ παντοδύναμο μὲ τὴ Θεία Δύναμη, παντεπόπτη μέσα στὸ θεῖο Φῶς, παντογνώστη μέσα στὴν ἔνθεη Γνώση. Μὲ τὴν ἐνορατική του δύναμη, τὰ τοῦ ἀνθρώπου, τὰ ὁποῖα δὲν γνωρίζει “εἰ μὴ τὸ πνεῦμα τὸ τοῦ ἀνθρώπου”, ἐκεῖνος τὸ γνώριζε μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ». (Χρυσοστόμου Μοναχοῦ Διονυσιάτου, Θεὸς Λόγος καὶ ἀνθρώπινος λόγος, Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Διονυσίου, Ἅγιον Ὅρος 1998, σελ. 449).
Ἀποτελεῖ ξεχωριστὸ ἐνδιαφέρον λοιπὸν νὰ δοῦμε τὶς ἀπόψεις ἑνὸς τόσο θεοφωτίστου νοῦ γιὰ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλώσσα.Νομίζω ἀναγκαῖο νὰ σημειώσω ὅτι παρουσιάζω μόνον ὅσες ἐγὼ ἐγνώρισα καὶ αὐτὲς ἐλλειπτικὰ λόγω στενότητος χώρου. Μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν καὶ ἄλλες, ἐξίσου ἢ περισσότερο ἐνδιαφέρουσες.
Ὁ ἅγιος Πορφύριος θεωρεῖ πολὺ σημαντικὸ πράγμα τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλώσσα. Καὶ τοῦτο γιατὶ σὲ αὐτὴ τὴ γλώσσα ἔχουν γραφεῖ πρωτογενὼς πολὺ σπουδαία πράγματα καὶ βαθιὰ νοήματα καὶ κυρίως γιατὶ σὲ αὐτὴ τὴ γλώσσα διετυπώθη πρωτογενὼς τὸ σωτηριολογικὸ μήνυμα τοῦ Χριστιανισμοῦ. Θεωρεῖ ὅτι ἡ τυχὸν ἐγκατάλειψή της συνεπάγεται μεγάλη πνευματικὴ πτώχευση καὶ ἔνδεια. Ὠσαύτως εἶναι τῆς γνώμης ὅτι τὰ παιδιὰ ἔπρεπε νὰ μαθαίνουν τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλώσσα: «Ἡ γλώσσα εἶναι σπουδαῖο πράγμα. Ἔχουν πεῖ τόσο βαθιὰ πράγματα σ- αὐτὴ τὴν γλώσσα καὶ δὲν πρέπει ἐμεῖς νὰ τὴν ἀφήσουμε, γιατὶ θὰ φτωχύνουμε πολύ. Θὰ καταργηθοῦν ὅλα, ἀλλὰ ὕστερα ἀπὸ χρόνια οἱ ἄνθρωποι θὰ ἀναζητήσουν πάλι τὴν παλιὰ γλώσσα καὶ τὰ κείμενα ἐκεῖνα. Γιατὶ θὰ κουραστοῦν, θὰ ἀδειάσουν. Ἡ λέξη ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ παλιὸς ἔχει σημασία. Ἡ φράση “μέσα στὸν Χριστὸ” διαφέρει ἀπὸ τὴν φράση “ἐν τῷ Χριστῷ” ἢ “ἐν Χριστῷ” καὶ ἂς φαίνεται ὅτι εἶναι τὸ ἴδιο. Λοιπόν, ἔπρεπε νὰ συνεχίσουν νὰ μαθαίνουν τὰ ἀρχαῖα τὰ παιδιὰ καὶ οἱ λογοτέχνες, οἱ ποιητὲς ἂς ἔγραφαν στὴν νέα, ὅπως θέλουν, καὶ ἂς τοὺς διαβάζουν τὰ παιδιὰ καὶ ὅλοι. Ἐκείνη τὴν γλώσσα ὅμως νὰ μὴν τὴν ἀφήναμε, δὲν ἔπρεπε. Φτωχαίνουμε πολὺ» (Μαθητεύοντας στὸν Γέροντα Πορφύριο, ἐκδ. Σταμούλη, Ἀθήνα 2011, σελ. 289-290. Ἐπίσης βλ. Ἄννας Κωστάκου, Συνομιλώντας μὲ τὸν Γέροντα Πορφύριο, 2η ἔκδοση, ἐκδόσεις Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι 2014, σελ. 103-104). Αὐτὸ ποὺ ἐμφαντικῶς τονίζει ὁ θεοφώτιστος Γέροντας εἶναι ὅτι φτωχαίνουμε πολὺ πνευματικὰ μὲ τὴν ἐγκατάλειψη τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας.

06 Νοεμβρίου 2017

Ἕλληνες Πατέρες καί πρόσωπο

Του Φώτη Σχοινά*

Ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου εἶναι γέννημα καί θρέμμα τῆς πατερικῆς σκέψεως, ἄγνωστη στούς Ἕλληνες. Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ γράφει ὅτι « ννοια το προσώπου καθ’ αυτήν πήρξε πιθανς  μεγαλύτερη χριστιανική συμβολή στή φιλοσοφία» (π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Θέματα ρθοδόξου Θεολογίας, ἐκδ. Ἄρτος Ζωῆς, Ἀθήνα 1989, σ. 154). Βέβαια οἱ Πατέρες διήνυσαν πολύ δρόμο γιά νά φθάσουν στήν ἔννοια τοῦ προσώπου. Πρῶτα διέκριναν τήν οὐσία ἀπό τήν ὑπόσταση καί κατόπιν ἐταύτισαν τήν ὑπόσταση μέ τό πρόσωπο.
Ὅσον ἀφορᾶ τή θεολογία εἶναι γεγονός ὅτι μέχρι τούς Καππαδόκες Πατέρες οἱ Ἕλληνες Πατέρες στήν Ἀνατολή ταύτιζαν τήν πόσταση μέ τήν οσία γιά νά ἐκφράσουν ἐμφαντικά τό ὁμούσιον τοῦ Υἱοῦ μέ τόν Πατέρα. Ἐπί τοῦ προκειμένου γράφει ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος Βλάχος: «Καί ἐδῶ ἀκριβῶς βλέπουμε τήν ὕπαρξη δύο “σχολῶν” στήν πατερική ὁρολογία. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ἀλεξανδρινή   σχολή, ἡ ὁποία ταύτιζε τήν οὐσία μέ τήν ὑπόσταση-πρόσωπο, καί βάσει αὐτῆς τῆς ὁρολογίας καταρτίσθηκε τό Σύμβολο τῆς Πίστεως στήν Πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδο, καί ἡ δεύτερη εἶναι ἡ καππαδοκική σχολή, ἡ ὁποία διέκρινε τήν ὑπόσταση ἀπό τήν οὐσία καί καθόρισε τίς ἀποφάσεις τῆς Δευτέρας Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ὁ Μ. Ἀθανάσιος ταύτιζε στά ἔργα του τήν οὐσία μέ τήν ὑπόσταση. Ὁ ἴδιος, ἄλλωστε, συνετέλεσε στήν διατύπωση τῆς πίστεως στήν Πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδο, ὅπου στό Σύμβολο τῆς Πίστεως λέγεται: “Καί ες να Κύριον ησον Χριστόν, τόν Υόν το Θεο, γεννηθέντα κ το Πατρός μονογεν, τοτέστι κ τς οσίας τοΠατρός”. Καί πρός τό τέλος καταδικάζονται ὅσοι ἔχουν ἐσφαλμένες ἰδέες, ὅπως ὅτι ὁ Υἱός “ξ τέρας ποστάσεως  οσίας φάσκοντας  εναι”. Φαίνεται ἐδῶ ὅτι ἡ οὐσία ταυτίζεται μέ τήν ὑπόσταση, προφανῶς γιατί πρέπει νά τονισθῆ τό ὁμοούσιο τοῦ Υἱοῦ μέ τόν Πατέρα. Ἡ ταύτιση οὐσίας καί ὑποστάσεως γίνεται κυρίως ἀπό τόν Μ. Ἀθανάσιο μέ σκοπό νά τονισθῆ ἡ ὁμοουσιότητα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ.

08 Οκτωβρίου 2017

Ἕλληνες Πατέρες καί πρόσωπο

Φώτης Σχοινᾶς

Ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου εἶναι γέννημα καί θρέμμα τῆς πατερικῆς σκέψεως, ἄγνωστη στούς Ἕλληνες. Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ γράφει ὅτι «ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου καθ’ ἑαυτήν ὑπήρξε πιθανῶς ἡ μεγαλύτερη χριστιανική συμβολή στή φιλοσοφία» (π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Θέματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, ἐκδ. Ἄρτος Ζωῆς, Ἀθήνα 1989, σ. 154). Βέβαια οἱ Πατέρες διήνυσαν πολύ δρόμο γιά νά φθάσουν στήν ἔννοια τοῦ προσώπου. Πρῶτα διέκριναν τήν οὐσία ἀπό τήν ὑπόσταση καί κατόπιν ἐταύτισαν τήν ὑπόσταση μέ τό πρόσωπο.

   Ὅσον ἀφορᾶ τή θεολογία εἶναι γεγονός ὅτι μέχρι τούς Καππαδόκες Πατέρες οἱ Ἕλληνες Πατέρες στήν Ἀνατολή ἐταύτιζαν τήν ὑπόσταση μέ τήν οὐσία γιά νά ἐκφράσουν ἐμφαντικά τό ὁμούσιον τοῦ Υἱοῦ μέ τόν Πατέρα. Ἐπί τοῦ προκειμένου γράφει ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος Βλάχος: «Καί ἐδῶ ἀκριβῶς βλέπουμε τήν ὕπαρξη δύο “σχολῶν” στήν πατερική ὁρολογία. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ἀλεξανδρινή   σχολή, ἡ ὁποία ταύτιζε τήν οὐσία μέ τήν ὑπόσταση-πρόσωπο, καί βάσει αὐτῆς τῆς ὁρολογίας καταρτίσθηκε τό Σύμβολο τῆς Πίστεως στήν Πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδο, καί ἡ δεύτερη εἶναι ἡ καππαδοκική σχολή, ἡ ὁποία διέκρινε τήν ὑπόσταση ἀπό τήν οὐσία καί καθόρισε τίς ἀποφάσεις τῆς Δευτέρας Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ὁ Μ. Ἀθανάσιος ταύτιζε στά ἔργα του τήν οὐσία μέ τήν ὑπόσταση. Ὁ ἴδιος, ἄλλωστε, συνετέλεσε στήν διατύπωση τῆς πίστεως στήν Πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδο, ὅπου στό Σύμβολο τῆς Πίστεως λέγεται: “Καί εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, γεννηθέντα ἐκ τοῦ Πατρός μονογενῆ, τοὐτέστι ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός”. Καί πρός τό τέλος καταδικάζονται ὅσοι ἔχουν ἐσφαλμένες ἰδέες, ὅπως ὅτι ὁ Υἱός “ἐξ ἑτέρας ὑποστάσεως ἤ οὐσίας φάσκοντας     εἶναι”.

07 Αυγούστου 2017

Φιλοσοφία καί πρόσωπο


Φ. Σχοινάς: Φιλοσοφία καί πρόσωπο (Σωκράτης καί πρόσωπο) μέρος Α'


Φώτης Σχοινᾶς     

Ἡ  ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία δέν διέθετε ὁλοκληρωμένη θεωρία γιά τό ἀνθρώπινο πρόσωπο. Οἱ Σοφιστές, ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων καί  ὁ Ἀριστοτέλης (γιά νά ἀρκεσθοῦμε στήν κλασσική Ἀττική φιλοσοφία) ἔφτασαν ὡς τίς παρυφές τῆς ἐννοίας τοῦ προσώπου, χωρίς νά μπορέσουν νά διατυπώσουν μία σαφῆ καί ἀπηρτισμένη θεωρία περί τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.Ὅπως γράφει ὁ Κώστας Παπαϊωάννου «Γιά πρώτη φορά τήν ἐποχή τῆς παρακμῆς, καί κάτω ἀπό τήν ἐπίδραση τοῦ Σωκράτη καί ἀσφαλῶς καί τοῦ Εὐριπίδη, οἱ Ἕλληνες προσπάθησαν νά ἐκφράσουν τό νόημα ἑνός ἔργου μέσα ἀπό αὐτό πού ἐμεῖς ὀνομάζουμε “προσωπικότητα”, παρ̉ ὅλον ὅτι δέν εἶχαν, ὅπως λέει ὁ W. Jaeger οὔτε τήν ἔννοια τῆς προσωπικότητας οὔτε καί λέξεις γιά νά τήν ἐκφράσουν». (Κώστας Παπαϊωάννου, Φιλοσοφικά μελετήματα, Ἐναλλακτικές Ἐκδόσεις, Ἀθήνα 2016, σσ. 72-73)
  Ἑμεῖς θά προσπαθήσουμε νά δοῦμε τίς ἀπόπειρες προσεγγίσεως καί ἀνιχνεύσεως τῆς ἐννοίας τοῦ προσώπου στούς τρεῖς κορυφαίους φιλοσόφους τῆς ἀρχαιότητος, τόν Σωκράτη, τόν Πλάτωνα καί τόν Ἀριστοτέλη, χωρίς νά ἐπιμείνουμε περαιτέρω σέ ἄλλες πλευρές τῆς φιλοσοφίας των. Τά ἄρθρα αὐτά ἐντάσσονται στή γενικώτερη προσπάθειά μας νά καταδείξουμε τήν συμβολή τῆς ἑλληνικῆς διανοήσεως καί τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος στή γένεση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.
Σωκράτης καί πρόσωπο
   Ὁ Σωκράτης ἀποτελεῖ τομή στήν Φιλοσοφία τῆς Ἑλλάδος. Εἶναι αὐτός πού, κατά τόν Κικέρωνα, κατέβασε τήν φιλοσοφία ἀπό τόν οὐρανό (οἱ Προσωκρατικοί ἦσαν βασικά κοσμολόγοι) καί τήν ἐγκατέστησε στίς πόλεις, τήν ἔβαλε ἀκόμη καί μέσα στά σπίτια καί τά νοικοκυριά. Πρίν ἀπό τόν Σωκράτη ἀντικείμενο τῆς φιλοσοφικῆς ἔρευνας ἦταν ὁ κόσμος καί ἡ φύση. Ὁ Σωκράτης ἔστρεψε τήν φιλοσοφία πρός τίς ἀνθρώπινες ὑποθέσεις κυρίως στήν ἀνθρώπινη ἠθική. Πῶς βιωτέον; Αὐτό ἦταν τό κύριο μέλημα τῆς φιλοσοφικῆς δραστηριότητός του. Γι̉ αὐτό ἐξάλλου ὁ Κικέρων τόν ὀνόμασε καί «πατέρα τῆς φιλοσοφίας».