Του Γιώργου Καραμπελιά από τη Ρήξη φ. 121
Στις αρχές του 19ου αιώνα, λίγο πριν την Επανάσταση του ’21, ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος σε δύο υπομνήματα, ο πρώτος προς τον τσάρο το 1811 και ο δεύτερος προς τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις το 1820, υπολόγιζαν τον αριθμό των Ελλήνων σε 7 έως 9 εκατομ., ανάλογο με εκείνον των Τούρκων και με τα 9 εκατ. της κοσμοκράτειρας Αγγλίας την ίδια εποχή.
Οι Σέρβοι, οι Ρουμάνοι και οι Βούλγαροι δεν ξεπερνούσαν, μαζί, τα 3 εκατ. Κατανοούμε έτσι γιατί, από τονΡήγα ως την Φιλική Εταιρεία, το όραμα των Ελλήνων για το μελλοντικό τους κράτος, είχε βυζαντινές διαστάσεις – εξ ου και η επανάσταση στη Μολδοβλαχία, παράλληλα με την Πελοπόννησο και τα σχέδια για μια επαναστατική εξέγερση των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Αυτός ο ελληνισμός, που έσφυζε από ζωτικότητα και πρωτοστατούσε στην οικονομική και πνευματική ζωή της ανατολικής Μεσογείου και της νοτιοανατολικής Ευρώπης –από την Οδησσό και τον Πόντο έως τη Βιέννη–, υπήρξε και ο πρωταγωνιστής της μεγαλύτερης επανάστασης των αρχών του 19ου αιώνα που συντάραξε την Ευρώπη και τον κόσμο.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν σε κρίση τουλάχιστον έναν αιώνα πριν, από τις απαρχές του 18ου αιώνα, και παρ’ ότι σκωληκόβρωτη συντηρούνταν ακριβώς γιατί Εγγλέζοι, Γάλλοι και Αυστριακοί, επιθυμούσαν την επιβίωσή της. Τόσο απέναντι στον ρωσικό κίνδυνο, όσο και απέναντι στην πιθανότητα ανασυγκρότησης ενός ελληνικού κράτους, στα όρια του ύστερου Βυζαντίου, που θα αποτελούσε ισχυρό ανταγωνιστή τους στην ανατολική Μεσόγειο.
Έτσι η επανάσταση δεν αντιμετώπιζε μόνον την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά και τις δυτικές δυνάμεις, που μέχρι το 1824 συντάσσονταν ανοιχτά με τους Οθωμανούς μαζί με την Αυστρία του Μέττερνιχ· τέλος είχαν να αντιμετωπίσουν την εσωτερική διχόνοια και τις διαμάχες ενός λαού διάσπαρτου σε μια τεράστια περιοχή. Οι Έλληνες μόνοι τους (διότι και η Ρωσία, πιστή στην Ιερά Συμμαχία, είχε εγκαταλείψει τους Έλληνες στην τύχη τους και στα χέρια των Εγγλέζων) έπρεπε να αντιμετωπίσουν αυτούς τους τρεις δαίμονες που έχουν σφραγίσει τη νεότερη ιστορία μας. («Αραπιάς άτι, Γάλλου νους, βόλι Τουρκιάς, τοπ’ Άγγλου, πέλαγο μέγα πολεμά, βαρεί το καλυβάκι», γράφει με απαράμιλλη ενάργεια και πυκνότητα ο Σολωμός).