Του Βασίλη Λαμπόγλου
-Στο Σωματείο Μουσικών της Αμερικής, που είχε οκτώ εκατομμύρια μέλη, γράφτηκα υποχρεωτικά.
Σε κάθε συνέλευση σηκωνόταν ο πρόεδρος, που ήταν ελληνικής καταγωγής, έδειχνε σε έναν χάρτη διαφορετικά μέρη του κόσμου και ρωτούσε αν υπάρχει κάποιος να μας δείξει τη μουσική παράδοση καθενός.
Κάποια φορά έφτασε και στην Ελλάδα.
Ένα παιδί που ήταν εκεί σηκώθηκε κι άρχισε να παίζει με το μπουζούκι του τα «Παιδιά του Πειραιά».
Μόλις τελείωσε, σηκώνομαι κι εγώ και λέω: «Δεν ξέρω καλά αγγλικά, αλλά αν κατάλαβα, δεν θέλετε νεοελληνική μουσική, θέλετε κάτι παραδοσιακό.
Εγώ παίζω αρχαία μουσική».
Παραγγέλνει ο πρόεδρος και μου φέρνουν ένα κλαρίνο.
Στη σκηνή βρίσκοταν ο ίδιος, που έπαιζε πιάνο, ένας μαύρος κιθαρίστας, Αμερικανός, πολύ διαβασμένος, και ένας Σκοπιανός ντράμερ.
Με ρωτάει: «Τι θα παίξεις, κύριε Χαλκιά;
Για να σε βοηθήσω».
Του λέω: «Συγγνώμη, πρόεδρε, αλλά σε αυτό που θα παίξω δεν θα μπορέσετε να με ακολουθήσετε».
Ήταν 1.200 άτομα στην αίθουσα.
Οι καλύτεροι μουσικοί.
Μόλις ο πρόεδρος εξήγησε στον Αμερικανό τι είπα, εκείνος σχολίασε πως λέω μεγάλες κουβέντες: «Εγώ έσκισα τα παντελόνια μου μέχρι να μάθω κιθάρα.
Διαβάζω, γράφω απταίστως και τα κάνω όλα».

