Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2024

Κουνώντας μαντίλια στο «Ελ. Βενιζέλος»



*Θεόδωρος Παντούλας

29.12.2024 

Οσο εμείς υποδεχόμαστε χαριέντως «παράτυπους» μετανάστες στη δημογραφικά ρημαγμένη χώρα μας, περισσότερο από ένα εκατομμύριο (1.000.000) νέοι άνθρωποι –τα παιδιά μας, τα ανίψια μας κι οι φίλοι τους– πήραν των ομματιών τους κι εγκαταστάθηκαν στην αλλοδαπή.

Ορισμένοι, διαφόρων αποχρώσεων, πολιτευτές χαίρονται χαρά μεγάλη που έφυγαν από τη μέση 1.000.000 άνεργοι, υποαπασχολούμενοι, ετεροαπασχολούμενοι και σε κάθε περίπτωση οχληροί νέοι, κι αυτό τους επιτρέπει –και με το δίκιο τους– να καμαρώνουν για τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας που κατόρθωσαν οι πολιτικές τους! Κάποιοι άλλοι (περισσότερο από φθόνο νομίζω κι όχι από πεποίθηση) επικρίνουν τους φευγάτους σαν ριψάσπιδες, που δεν έμειναν κοντά μας να εργασθούν για την ανόρθωση της υπό επιτρόπευση πατρίδας – αυτό ακούγεται από μόνο του σαν κακόγουστο αστείο, αλλά δεν έχουμε κατ’ ανάγκην όλοι την ίδια αίσθηση του χιούμορ. Τέλος, είμαστε κι όλοι οι επίλοιποι (ανάμεσά τους και η αφεντιά μου) που μακαρίζουμε τους φευγάτους και μας λυπεί σφόδρα, περισσότερο από την αναχώρησή τους, ότι εμείς… μένουμε πίσω.

Σε άλλες ευκαιρίες έχω αναφερθεί, έστω ακροθιγώς, στη φιλαπόδημη φτιαξιά των Ελλήνων και στην απαρόμοιαστη φιλοπατρία των ξενιτεμένων μας που αποδείχθηκαν, σε πολλές περιπτώσεις, δύο και τρεις φορές περισσότερο Ελληνες από τους επιχώριους. Δεν είναι εδώ ο χώρος για περισσότερα. Ούτε και νομίζω ότι χρειάζονται περισσότερα. Αρκεί να θυμηθούμε τους εθελοντές στους πολέμους του προηγούμενου αιώνα ή πως όποιο ντουβάρι εξαιρείται της πλήθουσας νεοελληνικής ασχήμιας είναι δώρημα των αποδήμων ευεργετών που ποτέ δεν απολησμόνησαν ούτε αυτούς που άφησαν στους γενέθλιους τόπους ούτε ότι από αυτούς κρατάει η σκούφια τους.

Βεβαίως, η σημερινή μετανάστευση είναι καταφανώς πολύ διαφορετική από εκείνες των παρελθόντων αιώνων. Οι αποχωρισμοί είναι λιγότερο οριστικοί και η τεχνολογία με τις ευκολίες της μαλακώνει κάπως της απουσίας τον καημό. Επίσης, δεν εκπατρίζονται πλέον οι χειρώνακτες αλλά οι κατά τεκμήριο μορφωμένοι.

Η μεγαλύτερη όμως διαφορά της τωρινής μετανάστευσης από τις προηγούμενες είναι η απουσία του νόστου. Δεν είναι πια «βαρύτερα τα ξένα», γι’ αυτό κι αυτοί που φεύγουν ρίχνουν αβασάνιστα μαύρη πέτρα πίσω τους. Δεν είναι στα σχέδιά τους ο επαναπατρισμός και δεν διαθέτουν την ισχυρή εθνική ταυτότητα που διέθεταν οι προηγούμενοι Ελληνες της διασποράς που, έχοντας μια αδιαπραγμάτευτη καταγωγική περηφάνια, έφτιαχναν κοινότητες και ξεχώριζαν στα αλλογενή περιβάλλοντα που βρίσκονταν.

Η γλώσσα μας φύλαξε μέχρι σήμερα τη σοφή δισημία της λέξης «αποδημία». Ισως επειδή έμεινε απαράλλακτη η στενάχωρη πραγματικότητα κάποιοι άνθρωποι να περισσεύουν, να μην τους χωράει, δηλαδή, ο τόπος μας. Κι είμαι, αν όχι ο τελευταίος, από τους τελευταίους που θα κακίσουν νέους ανθρώπους επειδή δεν ξοδεύουν τα νιάτα τους αναμετρώμενοι με την ενδημούσα καπατσοσύνη των διαφόρων μπαγαπόντηδων που, χάριν παραδείγματος πάντοτε, μεσουρανούν στα μέρη μας εισερχόμενοι στον δημόσιο βίο από τα παράθυρα.

Τα Ελληνόπουλα που έφυγαν δεν έχουν στις αποσκευές τους τον κρατικό και κρατικοδίαιτο πολύποδα. Αυτός έμεινε αμανάτι σε εμάς.

«Μα, αν όλοι φύγουν, ποιος θα παλέψει για να αλλάξουν τα πράγματα;» ακούω ήδη τις ενστάσεις κάποιων. Η περιφρόνηση στην ηλικία μου, εκτός από σοβαρό δείγμα αγένειας, μπορεί να είναι και νουνεχής προφύλαξη από ένα αχρείαστο ξόδεμα – χώρια που μου φαίνεται, εκτός από άστοχη κι αστόχαστη, υπερφίαλη η ταύτιση της Ελλάδας με τον περιρρέοντα μαρασμό.

Τα Ελληνόπουλα που έφυγαν δεν έχουν στις αποσκευές τους τον κρατικό και κρατικοδίαιτο πολύποδα. Αυτός έμεινε αμανάτι σε εμάς. Τα ελληνόπουλα έχουν φυλαχτό την ευχή της μάνας τους. Κι όπου τα βρίσκει το κακό κι όπου θολώνει ο νους τους, ξέρουν και παραξέρουν τι και ποιους να μνημονεύσουν. Θέλω να πω πως όσο τα πορφυρώνουν «της αγάπης αίματα», χαμένα δεν θα πάνε. Θα ομοιώνονται της πατρίδας και θα ξεπληρώνουν με φως ανομήματα που μόνο δικά τους δεν είναι.

Και διόλου απίθανο από τα ξένα που προκόβουν τα ξενάκια μας να μας θυμίσουν πως με σκυφτό κεφάλι οι Ελληνες απευθυνόμαστε στα εικονίσματά μας – όχι πάντως στους σφετεριστές ή στους δημοπράτες μας.

Για τον Ελευθέριο Βενιζέλο σήμερα δεν πολυδιχογνωμούν οι ιστορικοί. Για το «Ελ. Βενιζέλος», όταν έρθει η ώρα, υποθέτω ότι άπαντες θα συμφωνήσουν πως ήταν ο μοιραίος τόπος που οι Ελληνες κουνήσαμε μαντίλια αποχαιρετώντας τον καλύτερο εαυτό μας.

Και όταν είναι γιορτινές ημέρες, αυτό πονάει λίγο παραπάνω.

*Ο κ. Θεόδωρος Παντούλας είναι συγγραφέας.


ΠΗΓΗ:https://www.kathimerini.gr/opinion/563394742/koynontas-mantilia-sto-el-venizelos/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.