Τρίτη 22 Απριλίου 2025

«Καμπάνες αναστάσιμες χτυπούν αλαργινά» – μα πολύ αλαργινά

*Θεόδωρος Παντούλας

Εφ. Καθημερινή 20.04.2025 

Μια ομολογημένη δυσκολία δεν είναι λιγότερο δυσκολία – είναι μοιρασμένη ωστόσο και δεν σε πλακώνει το βάρος της. Γι’ αυτό και ξεθαρρεύω να ομολογήσω ότι οι μέρες που προηγούνται κι έπονται της Λαμπρής με στενεύουν. Με στενεύει ο συγκρατημένος (από καθωσπρεπισμό, μη μας πούνε και θεούσους) συναισθηματισμός της Μεγάλης Εβδομάδας και η τσουρούτικη μεταπασχαλινή ξεφάντωση.

Οσοι πασχίζουμε, λίγο ή περισσότερο, να είμαστε Χριστιανοί φαινόμαστε, πώς να το πω, μπόσικοι. Είμαστε αλαφιασμένοι από τις σκοτούρες του βιοπορισμού και φαρμακωμένοι από τις ακάλυπτες επιταγές του κυρίαρχου καταναλωτικού ηδονισμού. Είναι σχεδόν εθιμικός ο ξώφαλτσος εκκλησιασμός μας και περίπου εξαναγκασμός το πλαδαρό γλεντοκόπι μας. Δεν αντέχουμε την ευαγγελική προτροπή να ξεβολευτούμε, να τα εκποιήσουμε όλα και να αξιωθούμε τον πολύτιμο μαργαρίτη. Γι’ αυτό και δεν νεκροστολίζουμε αυτοπροσώπως τον Χριστό – με απευθείας ανάθεση στο πλησιέστερο ανθοπωλείο γίνεται ο Επιτάφιος. Και στην Ανάσταση, κομψευόμενοι πάντα, παρά πέντε προσερχόμαστε «για το καλό» και τις κροτίδες, ενώ και πέντε κουταλιάζουμε τη μαγειρίτσα! 

Και την επομένη, το ίδιο άγευστοι, ρευόμαστε την κατασπάραξη του αμνού! Στην πραγματικότητα άδειοι από νόημα δεν μετέχουμε σε γιορτινή σύναξη αλλά σε επετειακό τσιμπούσι. Σε όλα αυτά νομίζω ότι δεν υπάρχει Χριστός. Δεν υπάρχει όμως ούτε η λαχτάρα του. Είμαστε χλιαροί και στον απελπισμό μας – ούτε καν Θωμάδες που αιτούνται πειστήρια. Μένουμε ανυποψίαστοι της δυνατότητας να απελευθερωθεί η ύπαρξή μας από τους καταναγκασμούς της βιολογίας. Ενδίδουμε αμαχητί στην ευκολία των συμβάσεων που με θρασύτητα ονομάζουμε «παράδοση», ενώ δεν είναι παρά ο διασυρμός της σε φολκλόρ.

Παράδοση είναι η μεγαλοβδομαδιάτικη συντριβή της ολιγογράμματης γιαγιάς μου και η ολόκαρδη αναστάσιμη χαρμοσύνη της, που δεν έκλαιγε και δεν πανηγύριζε μια θεολογική εκδοχή αλλά ένα κατάδικό της πρόσωπο. Καμιά πόζα και ψευτοπαρηγόρια. Ιδίοις όμμασι το έβλεπε και ιδίαις χερσί το μύρωνε.

«Παραμύθια» θα αποφανθούν οι εγκρατείς της μετανεωτερικής φούσκας. Πράγματι. Γι’ αυτό και τα αφήσαμε κατά μέρος και στο όνομα των ιδεολογιών σκοτώσαμε τον Θεό. Μετά, στο όνομα ενός νέου εγωισμού ξεπατώσαμε τις ιδεολογίες και τώρα ολότελα απαραμύθητοι βολτάρουμε στο κενό που πασχίζουμε να μπουκώσουμε με τον αλαζονικό επιστημονισμό και τη μηχανοκρατία μας. Μόνο που έτσι δεν πολλαπλασιάζονται οι άρτοι αλλά οι φτωχοί, και η φύση δεν χαίρει αλλά υποφέρει.

Σωστά όλα ετούτα μα, τα βάζω με τον γκρινιάρη εαυτό μου, προς τι όλη αυτή η άτοπη βαρυκαρδία και η υπερφίαλη κατάκριση; Από την αφ’ υψηλού επιτίμηση ποιος κερδίζει;

Ο λοιδορούμενος, εμπτυόμενος, λογχιζόμενος σταυρωμένος κι αναστημένος Χριστός δεν είναι έπαθλο. Δεν είναι αντιμισθία του ενάρετου βίου. Δεν είναι θεωρητική κουβέντα. Είναι ψωμί και κρασί. Είναι σώμα και αίμα. Είναι ένσαρκη φανέρωση ενός καινού τρόπου που σταυροκοπιέται, ιστορεί εικόνες, χτίζει εκκλησιές και μετακινεί βουνά. Είναι τραπέζι γιορτινό. Λάβετε, φάγετε πάντες, νηστεύσαντες και μη. Γιατί όλοι οι εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσόντες είμαστε κλητοί σε αυτή την τράπεζα. Και όλοι, και οι καλοί και οι κακοί, και οι μεθυσμένοι και οι αδύναμοι και οι ντροπιασμένοι είμαστε συγχωρεμένοι και ομοτράπεζοι. Και στους σοφούς που θα δυσφορήσουν με το κάλεσμά μας, Αυτός, που «μετά ανόμων ελογίσθη», θα εξηγήσει ότι μας δεξιώνεται γιατί κανείς μας δεν θεώρησε τον εαυτό του άξιο τέτοιας τιμής. «Και τότε όλα θα τα καταλάβουμε»!*

Μέχρι τότε όμως, ας μην ξεχνάμε ότι ο μαθητής Τον αρνήθηκε κι ο ληστής, που δεν συνθηκολόγησε με το κακό και το άδικο, «εβόησε»: «Μνήσθητί μου Κύριε»! Δηλαδή, καμία σιγουράδα. Ακροβασία και διακινδύνευση η Εκκλησία. Και εγρήγορση. Και συγγνώμη. Και μετάνοια. Και «καλή αλλοίωση». Αλλά και γιορτή που μας περνά από το άτομο στο πρόσωπο, από τον μονόλογο στη συνομιλία, από το «εγώ» στο «εμείς» και μας αρματώνει με την αγάπη εκείνη που έξω βάλλει τον φόβον, που ου ζητεί τα εαυτής, που «θανάτω θάνατον» φιλεύει άγρια χαρά.

Η διακαινήσιμος εβδομάδα είναι εβδομάδα χαράς. «Αποκεκύλισται ο λίθος» και ανέστη ο Κύριος.

Χριστός Ανέστη! Τον τελευταίο λόγο δεν τον έχει ο θάνατος – τον έχει η ζωή που πολιτεύεται και μας αφθαρτίζει. Κι αυτό, να ξέρετε, δεν είναι λίγο. Είναι το παν.

* Φ. Ντοστογιέφσκι, «Εγκλημα και τιμωρία», μτφρ. Αρης Αλεξάνδρου, επίτομη Γκοβόστη, 2014, σ. 32

*Ο κ. Θεόδωρος Παντούλας είναι συγγραφέας.


ΠΗΓΗ:https://www.kathimerini.gr/opinion/563571430/kampanes-anastasimes-chtypoyn-alargina-ma-poly-alargina/?fbclid=IwY2xjawJyFvpleHRuA2FlbQIxMQABHtWglq3_rmoGYpFEYmwbzyaC90Pw909iYNHSgfWWw5oPS2WT60lq-1aBO9Yq_aem_li1Or6OwspZShvftWABLuw
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.