Όταν οι ιδεοληψίες της παγκοσμιοποίησης μπλοκάρουν το παλαιό πολιτικό κατεστημένο
Του Γιώργου Ρακκά από την Ρήξη φ. 131
Στις 17 Φεβρουαρίου, ο περί τον Ευάγγελο Βενιζέλο «Kύκλος ιδεών για την εθνική ανασυγκρότηση» πραγματοποίησε στο θέατρο Παλλάς της Θεσσαλονίκης μια μεγάλη εκδήλωση με θέμα, «Εθνικολαϊκιστές Vs. Υπνοβάτες. Η Ευρώπη και η Ελλάδα στον παγκόσμιο χάρτη του λαϊκισμού». Εκεί, μεταξύ των Π. Παπασαραντόπουλου, Α. Πανταζόπουλου, Ι. Πιπίνη, Β. Παπαβασιλείου και Η. Κανέλλη, ο ίδιος ο Βενιζέλος πραγματοποίησε μια εφ’ όλης της ύλης τοποθέτηση.
Την οποία αξίζει να σχολιάσουμε, καθώς η καταγγελία του «εθνολαϊκισμού» και το σχετικό πολιτικό αφήγημα που τη συνοδεύει, αποτελεί την ιδεολογική βάση πάνω στην οποία άσκησε και ασκεί την αντιπολίτευσή του όλο το αστικό πολιτικό μπλοκ –από την εκσυγχρονιστική αριστερά μέχρι τη νεοφιλελεύθερη δεξιά– απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ ήδη πριν καν αναλάβουν την εξουσία.
Η καταγγελία του «εθνολαϊκισμού» επικεντρώνει σε χαρακτηριστικά από το στυλ διακυβέρνησης που θα καθιερώσει το δίδυμο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ: Την έμφαση στη δημαγωγία, τη νεοαυριανική προπαγάνδα, την επιστράτευση της πατριδοκαπηλείας, ως πολιτικό άλλοθι από τον υπουργό Άμυνας. Τα ανάγει, όμως, σε τεκμήρια για την ύπαρξη ενός ενιαίου πολιτικού ρεύματος με στοιχεία οικονομικού προστατευτισμού, κρατισμού, αυταρχικής αμφισβήτησης της φιλελεύθερης δημοκρατίας και εθνικισμού που συνδυάζει την υπεράσπιση της πολιτιστικής ταυτότητας με την κοινωνική καταγγελία. Ο εθνολαϊκισμός, λοιπόν, ως εχθρός, ως έκφραση της αντίδρασης στην παγκοσμιοποίηση. Που γυρεύει να αντιστρέψει τις θετικές της κατακτήσεις, το ευρωπαϊκό κεκτημένο για την Ελλάδα, την πρόοδο που έχει συντελεστεί προς την κατεύθυνση μιας οικονομικά και νομισματικά ενωμένης, ομοσπονδιακής Ένωσης, την οργανωμένη παγκοσμιοποίηση για τον πλανήτη, με τους διεθνείς οργανισμούς της, τους θεσπισμένους κανόνες ελεύθερου εμπορίου, τις πολυμερείς συνθήκες κ.ο.κ.
Στις μέρες μας, κάθε πολιτικό αφήγημα παράγει και μια μεταπραγματικότητα. Και το ίδιο συμβαίνει με το αφήγημα της καταγγελίας του «εθνολαϊκισμού».
Σύμφωνα με αυτήν, η κρίση υπήρξε ένα «διαρθρωτικό επεισόδιο» και όχι ένα πρόβλημα θεμελίων της παγκοσμιοποίησης· μπορεί να απαντηθεί με μια φυγή προς τα μπρος, εντείνοντας τις διαδικασίες διεθνοποίησης της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης. Αρκεί να αντιμετωπιστεί η συνωμοσία των «αντιδραστικών», ο «εθνολαϊκισμός», που αποτελεί και τον μεγαλύτερο κίνδυνο του καιρού μας: Καλή η παγκοσμιοποίηση, κακός όποιος την αμφισβητεί –και πρέπει να χτίσουμε ένα «μέτωπο του φωτός» ενάντια στον νέο ανορθολογισμό, όπως περίπου υποστήριξε ο Ευ. Βενιζέλος στο Παλλάς.Την οποία αξίζει να σχολιάσουμε, καθώς η καταγγελία του «εθνολαϊκισμού» και το σχετικό πολιτικό αφήγημα που τη συνοδεύει, αποτελεί την ιδεολογική βάση πάνω στην οποία άσκησε και ασκεί την αντιπολίτευσή του όλο το αστικό πολιτικό μπλοκ –από την εκσυγχρονιστική αριστερά μέχρι τη νεοφιλελεύθερη δεξιά– απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ ήδη πριν καν αναλάβουν την εξουσία.
Η καταγγελία του «εθνολαϊκισμού» επικεντρώνει σε χαρακτηριστικά από το στυλ διακυβέρνησης που θα καθιερώσει το δίδυμο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ: Την έμφαση στη δημαγωγία, τη νεοαυριανική προπαγάνδα, την επιστράτευση της πατριδοκαπηλείας, ως πολιτικό άλλοθι από τον υπουργό Άμυνας. Τα ανάγει, όμως, σε τεκμήρια για την ύπαρξη ενός ενιαίου πολιτικού ρεύματος με στοιχεία οικονομικού προστατευτισμού, κρατισμού, αυταρχικής αμφισβήτησης της φιλελεύθερης δημοκρατίας και εθνικισμού που συνδυάζει την υπεράσπιση της πολιτιστικής ταυτότητας με την κοινωνική καταγγελία. Ο εθνολαϊκισμός, λοιπόν, ως εχθρός, ως έκφραση της αντίδρασης στην παγκοσμιοποίηση. Που γυρεύει να αντιστρέψει τις θετικές της κατακτήσεις, το ευρωπαϊκό κεκτημένο για την Ελλάδα, την πρόοδο που έχει συντελεστεί προς την κατεύθυνση μιας οικονομικά και νομισματικά ενωμένης, ομοσπονδιακής Ένωσης, την οργανωμένη παγκοσμιοποίηση για τον πλανήτη, με τους διεθνείς οργανισμούς της, τους θεσπισμένους κανόνες ελεύθερου εμπορίου, τις πολυμερείς συνθήκες κ.ο.κ.
Στις μέρες μας, κάθε πολιτικό αφήγημα παράγει και μια μεταπραγματικότητα. Και το ίδιο συμβαίνει με το αφήγημα της καταγγελίας του «εθνολαϊκισμού».
Ωστόσο τέτοια ιδεοληπτικά σχήματα κάθε άλλο παρά «ορθολογικά» (sic!) είναι. Γι’ αυτό και στην πράξη αντιστρέφουν την ίδια την πραγματικότητα, αποσυνδέοντας τους εκφραστές τους από κάθε αίσθηση ρεαλισμού.
Γι’ αυτό και καταγγέλλουν ως «εθνολαϊκιστική» μια πολιτική που μάλλον τη σφοδρή συνέχεια της δικής τους, «μνημονιακής» πολιτικής, συνιστά. Και μάλιστα καταφέρνει, πολύ πιο αποτελεσματικά, να ξεπατώσει την κοινωνική βάση αυτού του ίδιου του «εθνολαϊκισμού» που καταγγέλλουν(!): Τους μισθωτούς, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους μπλοκάκηδες, τον «καθημερινό κόσμο της αγοράς».
Κι επίσης, άραγε, αυτό που κατονομάζεται ως «εθνολαϊκισμός» είναι τάχα η αιτία της κρίσης που αντιμετωπίζει η παγκοσμιοποίηση, ή το παράγωγό της; Δεν πρόκειται για μια συζήτηση του τύπου «το αβγό ή η κότα»· είναι μια διαπίστωση πολύ κρίσιμη για την κατανόηση της πραγματικότητας: Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μια παγιωμένη, αδήριτη κατάσταση, που έρχονται να αμφισβητήσουν οι κακοί εθνολαϊκιστές.
Είναι μια σχέση, που αναδεικνύει στον κόσμο της μειοψηφίες και καταβυθίζει, χαντακώνει στο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό περιθώριο πλειοψηφίες. Μια αντιθετική σχέση μεταξύ «παγκόσμιου κέντρου» και ενδοχώρας, δύο κόσμους που δεν νοούνται κατ’ ανάγκην γεωγραφικά, αλλά υπάρχουν ως κοινωνικές εμπειρίες στον σύγχρονο κόσμο. Είναι λογουχάρη η αριστεροδεξιά των βορείων προαστίων, που μετέχει στην κοσμοπολίτικη ταυτότητα της παγκοσμιοποίησης, ένα σύμφυρμα της αμερικάνικης βουλιμικής κατανάλωσης, με ευρωπαϊκά προοδευτικά ιδεολογικά φετίχ, που προσαρτά μαζί της το πολυεθνικό εργαζόμενο πλήθος που εισάγεται τις τελευταίες δεκαετίες και αποσυνδέεται από την εθνική μας πραγματικότητα. Και είναι η πλειοψηφία του κοινωνικού αρχιπελάγους μικρών και μεσαίων, από την Ηλιούπολη στα Πατήσια και από εκεί στα Λιόσια, που πετιούνται σταδιακά εκτός. Εκτός πολιτικού συστήματος, καθώς δεν υφίσταται κανείς να αντιπροσωπεύσει τα συμφέροντα και τα αιτήματά τους· εκτός οικονομικών κυκλωμάτων της παγκοσμιοποίησης, σε συνθήκες μεσαιωνικής φοροληστείας· εκτός δημόσιας συζήτησης· εκτός κοινωνικών αναφορών, καθώς το μηντιακό-αξιακό σύστημα της παγκοσμιοποίησης επιδίδεται σε ένα αντίστροφο απαρτχάιντ, προπαγανδίζοντας με οργουελιανή μαεστρία ότι μόνον οι πρόσφυγες και οι μετανάστες έχουν δικαίωμα στην απόλαυση μιας κανονικής κοινωνικής αλληλεγγύης και πρόνοιας.
Άρα, τι συμβαίνει; Η αποσύνδεση κάποιων στρωμάτων από τη συγκεκριμένη, εθνική πραγματικότητα της Ελλάδας, στην κλίμακα της παγκοσμιοποίησης, προκύπτει από μια αντίθετη κίνηση, καταβύθισης κάποιων άλλων στο περιθώριο. Η παγκοσμιοποίηση στηρίχτηκε πάνω σε αυτήν τη σχέση. Το παράγωγό της είναι ο αποκλεισμός που την επιβραδύνει –και την ανακόπτει, όταν το χάσμα του αποκλεισμού τείνει να καταπιεί, πέραν των εργατικών, και τα μεσαία αστικά στρώματα. Το γεγονός αυτού του αποκλεισμού τροφοδοτεί την άνοδο τυχοδιωκτικών πολιτικών δυνάμεων, που σπεύδουν να πλειοδοτήσουν στην οργή και την απελπισία της κοινωνίας. Γιατί είναι τυχοδιωκτικές; Διότι τα στρώματα που περιθωριοποιούνται από την παγκοσμιοποίηση στερούνται και τα πολιτικά μέσα για να εκφραστούν. Οι πολιτικές δυνάμεις που άλλοτε τους αντιπροσώπευαν, η αριστερά, η σοσιαλδημοκρατία, τα συνδικάτα, έχουν ενσωματωθεί και αυτά στον κόσμο της παγκοσμιοποίησης, και, άρα, οι «απέξω» δεν διαθέτουν ούτε την τεχνοκρατία, ούτε το πολιτικό προσωπικό για να απαντήσουν στην πολιτική πρόκληση που δέχονται.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος εξηγούσε στην εκδήλωση του Παλάς πως ο «εθνολαϊκισμός» μετατοπίζει την πολιτική, από τις δημοκρατίες της συναίνεσης του Κέλσεν, στις ριζοσπαστικές δημοκρατίες της σύγκρουσης του Καρλ Σμιτ… Φανταζόμαστε, ακούγοντας ή διαβάζοντάς τον, μια σκοτεινή, καρτουνίστικη φιγούρα, να περιστρέφει γελώντας χαιρέκακα το κουμπί της πολιτικής ζωής, από τον δείκτη της συναινετικής δημοκρατίας σε εκείνον της συγκρουσιακής. Έτσι αφελώς ακούγεται η άποψή του, καθώς στην πραγματικότητα, βέβαια, είναι η μισή ελληνική κοινωνία που έχει πεταχτεί τα τελευταία χρόνια έξω από το πολιτικό σύστημα, δεν αντιπροσωπεύεται από κανέναν, και είναι αυτό το γεγονός που παράγει τη σύγκρουση.
Όντας πελαγωμένο σε τέτοια ιδεολογικά σχήματα, δεν είναι να απορεί κανείς που, αυτές τις μέρες, το αστικό πολιτικό μπλοκ, αντί να επιβεβαιώνει μια νίκη κατά κράτος απέναντι σε μια κυβέρνηση που επισωρεύει διαρκώς καταστροφές επί καταστροφών, φαλτσάρει ηχηρά και επικίνδυνα: Μπερδεύει την άσκηση αντιπολίτευσης με την ταύτιση με τους δανειστές, συγκρούεται με τους ταξιτζήδες για την απελευθέρωση του κλάδου τους, υπερψηφίζοντας, μαζί με τους… υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ τη CETA. Η μήπως είναι τυχαίο, ότι η κύρωση από τους ευρωβουλευτές της ΝΔ μιας διακρατικής συνθήκης, που παραδίδει τη φέτα στους αδηφάγους μηχανισμούς της κερδοσκοπικής παγκόσμιας αγοράς τροφίμων, θα προκαλέσει εσωκομματικούς τριγμούς, που θα αναγκάσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη να καθαιρέσει από τη θέση του τομεάρχη Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, έναν από τους ελάχιστους βουλευτές του που διαθέτουν πραγματική κοινωνική αναφορά, τον αγρότη-συνεταιριστή Γ. Κασαπίδη;
Προφανώς και όχι. Διότι αν ο εθνολαϊκισμός είναι ο εχθρός, τότε το αστικό μπλοκ πρέπει να βρεθεί αντιμέτωπο και με την πλατιά κοινωνική του βάση: Δηλαδή όλες τις λαϊκές τάξεις που περιθωριοποιούνται από τη βίαιη «προσαρμογή» της Ελλάδας στα οικονομικά της παγκοσμιοποίησης. Έχοντας όμως αυτήν τη θέση, πώς το αστικό μπλοκ θα ηγεμονεύσει ιδεολογικά πάνω στην ελληνική κοινωνία; Πώς θα εκπονήσει μια στρατηγική που θα το ανυψώσει σε στυλοβάτη της εθνικής και κοινωνικής σωτηρίας; Πώς θα επιτύχει ένα ρεύμα κοινωνικής κινητοποίησης που θα στριμώξει πολιτικά την κυβέρνηση;
Ρητορικά ερωτήματα. Έχοντας αποσυνδεθεί από κάθε εθνική αναφορά, απογειωμένος μέσα στην παγκοσμιοποίηση, ο αστικός πολιτικός κόσμος δεν μπορεί να συνάψει πλέον οργανικές σχέσεις με την κοινωνική πλειοψηφία, και άρα δεν μπορεί να πραγματοποιήσει πλειοψηφική πολιτική πνοής – έστω στρεβλής και παρασιτικής, όπως την εποχή Σημίτη.
Άρα, το πολιτικό προβάδισμα που απολαμβάνει σήμερα η μία, νεοφιλελεύθερη συνιστώσα του μπλοκ αυτού, όντας προϊόν απόρριψης του αντιπάλου και όχι εμπιστοσύνης προς την ίδια, θα είναι επισφαλές, μολονότι πιθανότατα μη αντιστρέψιμο. Πράγμα που σημαίνει ότι το πολιτικό μπλοκ του αστισμού θα συναντήσει πολλαπλά προβλήματα κοινωνικών αναφορών και νομιμοποίησης, από την στιγμή που θα κληθεί να κυβερνήσει κι έπειτα.
ΠΗΓΗ: http://ardin-rixi.gr/archives/203047
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.