Η νέα πραγματικότητα, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά τις τελευταίες αυτοδιοικητικές και ευρωπαϊκές εκλογές, απαιτεί και προϋποθέτει την ύπαρξη ενός συνολικού πολιτικού σχεδίου από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και με τη μορφή «οδικού χάρτη». Είναι απαραίτητη η διαμόρφωση μιας σαφούς στρατηγικής στα πλαίσια της οποίας προφανώς και θα υπάρχει η δυνατότητα τακτικών ελιγμών ανάλογα με τη συγκυρία και τα δεδομένα της κάθε περιόδου. Ένα τέτοιο συνολικό σχέδιο πρέπει σαφώς να περιλάβει το ενδεχόμενο εκλογών το Φθινόπωρο του 2014 και να προσδιορίσει ενδιάμεσους στόχους και σταθμούς, το ενδεχόμενο εκλογών την Άνοιξη του 2015 και τους αντίστοιχους στόχους ή και τη μετάθεση των εκλογών στο τέλος του 2015 ή ακόμα και τον Ιούνιο του 2016.
Το κείμενο που ακολουθεί δεν φιλοδοξεί και δεν θα μπορούσε άλλωστε να καλύψει αυτή την ανάγκη. Επιδιώκει απλά να συμβάλει, με κρίσιμες κατά την άποψή μας επισημάνσεις, στη διαμόρφωσή του. Δεν θα ασχοληθεί με επισημάνσεις και σχολιασμούς που έχουν ήδη γίνει, ακόμα και σε εκείνες τις περιπτώσεις που δεν συμφωνούμε.
Α. Σχολιασμός για το εκλογικό αποτέλεσμα
Γενικά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να απειλείται από όμορα ή αντίπαλα κόμματα. Αντίθετα έχει εισροές από παραπλήσιες δυνάμεις. Η μεγαλύτερη διαρροή του είναι προς το Ποτάμι με 4.9% της δύναμής του ή 1.3% του εκλογικού σώματος. Έχει όμως εισροές από τη ΔΗΜΑΡ 20.6% της δύναμής της ή 1.28% του εκλογικού σώματος, από την Ελιά 25.3% της δύναμής της ή 3.1% του εκλογικού σώματος και από το ΚΚΕ 16.3% της δύναμής του ή 0.7%. Σε αυτές τις συνθήκες ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποφασίσει αν πρέπει να επιδιώξει την περαιτέρω συρρίκνωση των όμορων χώρων σε συνάρτηση με την ανάγκη πολιτικών συμμαχιών, άμεσα ή μεσοπρόθεσμα.
Από τη μελέτη των αποτελεσμάτων των ευρωεκλογών φαίνεται ότι μπορεί να πάρει από τα αριστερά και αντιμνημονιακά κόμματα ακόμα 3.4% και από τα υπόλοιπα κόμματα 1%. Αν αυξήσει και τη συσπείρωση της εκλογικής του βάσης λόγω πόλωσης στο 85-90%, μπορεί να κερδίσει ακόμα 2.5%. Το πιο κρίσιμο στοιχείο πάντως είναι η τεράστια αποχή σε συνδυασμό με την αρνητική «άκυρη και λευκή» ψήφο. Πρόκειται για ένα άθροισμα περίπου 2,8 εκατομμυρίων ψηφοφόρων. Αν κατορθώσουμε να πείσουμε τους μισούς από αυτούς, θα οδηγούμασταν σε ποσοστά πάνω του 40% και σε άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η εκλογική βάση της Χρυσής Αυγής με τα συγκεκριμένα κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά και μορφωτικά χαρακτηριστικά, αποτελεί μια σοβαρή παράμετρο, που δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους. Η πολιτική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής απαιτεί σοβαρή επεξεργασία που θα στοχεύει στον πολιτικό αφοπλισμό της. Η πατριδοκαπηλία εν καιρώ εθνικής κρίσης είναι βασικό χαρτί της Χ.Α. Ο ΣΥΡΙΖΑ κακώς της επέτρεψε να το παίξει με επιτυχία, καταπιέζοντας τις δικές του πατριωτικές αναφορές.
Η εκλογική διαδικασία στους Δήμους ανέδειξε τα όρια παρέμβασης του παραδοσιακού στελεχιακού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ. Συνολικά η εκλογική αναμέτρηση ανέδειξε την ανάγκη για τη διαμόρφωση αντίληψης για το σύνολο του Πολιτικού Φορέα για πολιτική συμμαχιών, για Κοινωνικά Μέτωπα και για υπέρβαση της υποτιθέμενης αυτάρκειας. Εδώ οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι πρώτη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αξιοποιήσιμα ερείσματα σε όλους αυτούς τους θεσμούς.
Β. Κοινωνικές και Πολιτικές Συμμαχίες
Να ξεκινήσουμε με μια παραδοχή. Το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουνίου του 2012 δεν προήλθε μόνο ούτε από τη δράση των συνιστωσών ούτε από τη βοήθεια των Πασοκογενών που συνεργάστηκαν. Θα ήταν κατά την άποψή μας πολύ χαμηλότερο και εκτινάχτηκε εξαιτίας της μνημονιακής πολιτικής συγκυρίας. Προήλθε όμως και από τη σωστή πολιτική επιταγή του Προέδρου και της ηγετικής ομάδας που έθεσε πρώτη φορά σαν στόχο μια Κυβέρνηση της Αριστεράς.
Κρίσιμο ζήτημα για το σχεδιασμό πολιτικής αποτελεί η ανάλυση της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής κατάστασης στην οποία βρίσκονται τα μεσαία στρώματα. Κατά κοινή παραδοχή τα μεσαία στρώματα συμπιέζονται προς τα κάτω, φτωχοποιούνται και αναπτύσσουν ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά. Ο ιδιότυπος αυτός ριζοσπαστισμός δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο, ούτε πολιτικό προσανατολισμό. Τα στρώματα αυτά κινούνται οριζόντια, διαπερνώντας ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, από την άκρα δεξιά έως την άκρα αριστερά. Έχουν εδώ και καιρό ξεπεράσει την κλασική ταξική ανάλυση της κάθετης αντιστοίχισης των κοινωνικών δυνάμεων προς τους πολιτικούς φορείς.
Ταυτόχρονα έχει επέλθει με τη συμβολή των μεγάλων ΜΜΕ, μέρους της διανόησης και των συστημικών δυνάμεων σύγχυση πάνω σε βασικές έννοιες. Υπάρχει σύγχυση και εν μέρει ταύτιση μεταξύ μεσαίων στρωμάτων, μεσαίου χώρου και πολιτικού κέντρου. Τα μεσαία στρώματα προσδιορίζονται από την ένταξή τους στην παραγωγική διαδικασία και την εισοδηματική τους κατάσταση. Μπορούν κατά συνέπεια να στηρίξουν την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο μεσαίος χώρος προσδιορίζεται από αντιλήψεις και στερεότυπα, στοιχεία δηλαδή του εποικοδομήματος, και σε αυτόν μπορεί να εντάσσονται πολίτες ακόμα και με αντιθετικά ταξικά συμφέροντα. Είναι κατά συνέπεια πολύ δύσκολο να συμμαχήσουν μαζί μας. Το πολιτικό κέντρο, ανύπαρκτο ουσιαστικά μέγεθος μετά τη μεταπολίτευση, μπορεί να υπάρξει αν το επιδιώξει το σύστημα, αλλά σε μονοψήφια καταγραφή. Αν το επιτύχουν, και καταβάλλουν γι’ αυτό απεγνωσμένες προσπάθειες, μπορεί να τους χρησιμεύσει ως ανάχωμα προς τον ΣΥΡΙΖΑ ή ως συμπληρωματική δύναμη για τη διαμόρφωση κεντροδεξιών κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών σε μεταγενέστερο χρόνο.
Θέλουμε κατά συνέπεια να επαναφέρουμε την πρόταση που είχαμε καταθέσει (Άνοιξη 2013) για τη συγκρότηση μετώπου ανατροπής. Είχαμε τότε προτείνει τη συγκρότηση ενός Κοινωνικού Μετώπου Ανατροπής της μνημονιακής πολιτικής ως μετωπικό σχήμα του ΣΥΡΙΖΑ στη βάση δύο ομόκεντρων κύκλων και με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και στοχεύσεις. Ενός μετώπου που αν είχε έγκαιρα προχωρήσει θα είχε συμβάλει καθοριστικά στις μάχες για τους κοινωνικοσυνδικαλιστικούς χώρους, τους Δήμους και τις Περιφέρειες και θα αποτελούσε σήμερα τη βάση της κοινωνικής μας συμμαχίας. Η πρόταση αυτή τότε ίσως υπερέβαινε τα όρια αντοχής και ανοχής του ΣΥΡΙΖΑ και μετά από πολλές συζητήσεις εξετράπη σε απόφαση για συγκρότηση Φόρουμ για την ανάπτυξη, κάτι βέβαια που δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Εμείς επαναφέρουμε λοιπόν την πρόταση τονίζοντας την ανάγκη διαχωρισμού ανάμεσα στις κοινωνικές και τις πολιτικές συμμαχίες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πιέζεται στο δημόσιο διάλογο και στις αντιπαραθέσεις -και η πίεση θα ενταθεί- να προσδιορίσει τις μελλοντικές πολιτικές του συμμαχίες. Θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι μοναδική του επιδίωξη σήμερα αποτελεί η συγκρότηση μιας πλατειάς Δημοκρατικής και Πατριωτικής κοινωνικής συμμαχίας όσων έχουν πληγεί από τις μνημονιακές πολιτικές, που θα ξεκινά από το χώρο του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και θα φτάνει στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας που τοποθετείται ξεκάθαρα απέναντι στην πολιτική των μνημονίων και της λιτότητας. Ότι η συμμαχία αυτή, με τη δυναμική που θα αναπτύξει, μπορεί να καταστήσει το ΣΥΡΙΖΑ αυτοδύναμο, που πρέπει να είναι και στρατηγική μας επιλογή. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε πολιτικό αυτισμό. Αντιθέτως, πρέπει να συγκροτήσουμε κυβερνητικό πολιτικό μέτωπο με βάση τη νέα πολιτική πραγματικότητα και με τις δυνάμεις που θα συμφωνούν μαζί μας προγραμματικά.
Ο συντονισμός των προσπαθειών μας για τη συγκρότηση κοινωνικών συμμαχιών και η απεμπλοκή των στελεχών μας στο δημόσιο λόγο από τη συζήτηση περί πολιτικών συμμαχιών επ’ ουδενί δεν αποκλείει προσέγγιση στελεχών και συλλογικοτήτων για τη διαμόρφωση συμμαχιών με στόχο την επίτευξη του κρίσιμου μεγέθους 121 και την παρεμπόδιση εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή.
Γ. Για τα προγραμματικά
Η χώρα και ο λαός ζουν σε συνθήκες κρίσης. Κρίσης πολύπλευρης, όχι μόνο οικονομικής, αλλά και κρίσης αξιών. Ακόμα και αν η Κυβέρνηση της Αριστεράς καταφέρει μεσοπρόθεσμα να περιορίσει τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, πολύ δύσκολα θα μπορέσει να ανατάξει την κρίση αξιών. Αν δεν αναταχθεί η κρίση αξιών, θεσμών και πολιτισμού, η δημοκρατική ομαλότητα θα απειληθεί και ο πολίτης θα είναι ευάλωτος σε κάθε είδους αποπροσανατολισμούς.
Στον ΣΥΡΙΖΑ επικρατεί σε σημαντικό βαθμό η αντίληψη της παραδοσιακής αριστεράς, η οποία θεωρεί ότι όλα κρίνονται στο οικονομικό πεδίο. Η αντίληψη του ταξισμού και του οικονομισμού προσδιορίζει το συνολικό σχεδιασμό. Είναι σαν να θεωρούμε ότι οι πολίτες, άρα και τα χαμηλά και τα μεσαία στρώματα, δεν έχουν γεωγραφικό τόπο αναφοράς και συνδετικό ιστό μέσα από κώδικες πολιτισμού και ιστορικής συνείδησης.
Δυστυχώς η μεταπολιτευτική Αριστερά στο μεγαλύτερο μέρος της ανέπτυξε δυσανεκτική σχέση με κάθε τι που περιέχει γεωγραφικό και εθνοτικό προσδιορισμό. Είναι αυτός ο βαθύς και εμμονικός ταξισμός που οδήγησε στη συρρίκνωση της παραδοσιακής αριστεράς μετά το 1974 και επέτρεψε στον Ανδρ. Παπανδρέου να ενσωματώσει με επιτυχία την πατριωτική παράδοση της αριστεράς και του ΕΑΜ. Η συλλογική συνείδηση του χώρου έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και ως αποτέλεσμα της ιστορικής της διαδρομής. Η συνείδηση αυτή βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τις ανάγκες της πολιτικής συγκυρίας. Η μετεξέλιξή της απαιτεί χρόνο. Χρόνος όμως δεν υπάρχει και είναι ευθύνη της ηγετικής ομάδας να αναλάβει τις αναγκαίες πρωτοβουλίες.
Ως αξιωματική αντιπολίτευση και μελλοντική κυβέρνηση πρέπει να αντιληφθούμε ότι ο πατριωτισμός αποτελεί στοιχείο ταυτότητας για κάθε άνθρωπο. Ειδικά για τις μεγαλύτερες ηλικίες, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μικρή διεισδυτικότητα. Να συνειδητοποιήσουμε ότι η Ελλάδα δεν είναι στη Δυτική Ευρώπη αλλά στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Να αντιληφθούμε ότι πίσω από την προάσπιση δικαιωμάτων και ελευθεριών που όλοι υπερασπιζόμαστε, μπορεί να καλύπτονται και άλλες επιδιώξεις που καλλιεργούνται από αλυτρωτισμούς ή επεκτατικούς εθνικισμούς της ευρύτερης περιοχής μας.
Σε κάθε περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αναδείξει το γεγονός ότι οι γεωπολιτικές αναδιαμορφώσεις που επισυμβαίνουν στην περιοχής μας μάς αφορούν. Δεν μπορεί ο γεωστρατηγικός μας ορίζοντας να φθάνει και να τελειώνει μόνο στην Ευρώπη. Μας αφορά ο αυριανός πολυπολικός κόσμος και οι νέες ανερχόμενες υπερδυνάμεις. Χαρακτηριστικά, η διατλαντική συμφωνία TTIP, αν υλοποιηθεί, θα προσδιορίσει όχι μόνο τη διακυβέρνησή μας, αλλά και τις ζωές των επερχόμενων γενεών.
Η επόμενη επισήμανσή μας στα προγραμματικά αφορά το μοντέλο οικονομικής διακυβέρνησης. Πιστεύουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να καταστήσει σαφές ότι θα συνυπάρξουν ο δημόσιος, ο ιδιωτικός και ο κοινωνικός τομέας της οικονομίας. Με καθαρούς κανόνες και με τη διαμόρφωση του κατάλληλου νομοθετικού πλαισίου, πρέπει να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι λειτουργίας που θα επιτρέπουν τη δράση του κοινωνικού τομέα της οικονομίας και στην πρωτογενή και στη δευτερογενή παραγωγή και κυρίως στις υπηρεσίες. Έτσι θα διαμορφωθούν ισχυρά αντίβαρα στις στρεβλώσεις αλλά και θα δοθεί η δυνατότητα παραγωγικής αξιοποίησης στο επιστημονικό και εργατοϋπαλληλικό προσωπικό της χώρας. Απαραίτητη είναι και η συγκεκριμενοποίηση του προγράμματος όσον αφορά τους κλάδους που η χώρα διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Μέσα από την προγραμματική μας πρόταση είναι ανάγκη να δοθεί έκφραση, πολιτική κάλυψη και διέξοδος στα μεσαία στρώματα που βρίσκονται σε κρίση. Η πολιτική και προγραμματική μας πρόταση πρέπει να είναι σαφές ότι τους αφορά.
Δ. Για το Κόμμα
Ο προσεκτικός παρατηρητής μπορεί να διακρίνει στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ μια αντίληψη που περίπου αναγορεύει το Κόμμα σε αυτοσκοπό. Ότι δηλαδή υπάρχει για να έχουν ρόλο τα μέλη και τα στελέχη του και για να εκφράζει περιοριστικά μόνο το δικό τους ιδεολογικό στίγμα. Αυτή η αυτοαναφορικότητα είναι που περιορίζει την παρεμβατική δράση και την εξωστρέφεια.
Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο χειρισμός και η αξιοποίηση της ιδεολογικής και πολιτικής ανθρωπογεωγραφίας του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί πολύ σύνθετο εγχείρημα. Οι διαφορετικές αφετηρίες, διαδρομές και ιδεολογικές αποχρώσεις είναι ορατές και σήμερα παρά την απόφαση του συνεδρίου για ενιαίο κόμμα και ενιαία εκφώνηση του προγραμματικού λόγου. Οι περισσότερες αναφορές και τοποθετήσεις αναδεικνύουν και εκφράζουν συνιστώσες και τάσεις. Έτσι οδηγούμαστε σε παράλληλους μονόλογους όπου ο καθένας εκφράζει την τασική του προέλευση χωρίς να επηρεάζεται από τον άλλον και χωρίς να επιτυγχάνεται πολιτική σύνθεση. Χρειαζόμαστε συνεπώς περισσότερη αυτοσυγκράτηση και μεγαλύτερη προσήλωση στη συλλογική έκφραση με βιάση τις ψηφισμένες θέσεις του κόμματος.
Είναι ανάγκη να αναγνωρίσουμε ότι το κόμμα σήμερα και πολύ περισσότερο σε κυβερνητική περίοδο, προκειμένου να διασφαλίσει κυβερνησιμότητα με διάρκεια, πρέπει να έχει αρμούς σύνδεσης με κάθε συλλογική έκφραση της κοινωνίας. Ας αναρωτηθούμε και ας απαντήσουμε αν ένα κόμμα 35.000 περίπου μελών μπορεί να διαμορφώσει τους απαραίτητους όρους, να λάβει τις αναγκαίες αποφάσεις και να εξασφαλίσει την απαραίτητη στήριξη στην αυριανή διακυβέρνηση. Η βάση του ΣΥΡΙΖΑ και οι ΟΜ έχουν ακόμα χαρακτηριστικά κλειστού και φοβικού κόμματος. Όσο διαρκεί αυτό, οι προοπτικές για τη διεύρυνση του κόμματος επιδεινώνονται.
Είναι προφανές ότι στο μεσαίο στελεχιακό δυναμικό και στα απλά μέλη έχει διαμορφωθεί σχέση δυσανεξίας και φοβικά σύνδρομα σχετικά με ό,τι προέρχεται από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ. Σε ένα βαθμό είναι και κατανοητό. Όμως η μεγάλη δεξαμενή ψηφοφόρων εντοπίζεται σε αυτόν ακριβώς το χώρο. Αν θέλουμε να προσελκύσουμε τα απλά στελέχη και ψηφοφόρους της βάσης που παραδοσιακά ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ σε ένα βαθμό απαιτούνται και οι απαραίτητοι συνδετικοί κρίκοι. Εμείς είμαστε υπέρ της υπέρβασης με ανοιχτούς πολιτικούς όρους και το κατάλληλο περιεχόμενο πολιτικής, με ταυτόχρονο αποκλεισμό όλων όσοι από θέσεις ευθύνης υπηρέτησαν μνημονιακές πολιτικές. Χωρίς βέβαια να επιτραπεί η λογική της ενοχοποίησης όταν υποκρύπτει άλλου είδους στοχεύσεις. Σε τελική ανάλυση, πρέπει να εφαρμοσθεί το Άρθρο 2 παράγραφος 4 του Καταστατικού που ψηφίστηκε από το συνέδριο και ξεκαθαρίζει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ανοιχτός σε ολόκληρο το δημιουργικό και αγωνιστικό δυναμικό της κοινωνίας που επιθυμεί την ανατροπή της σημερινής βαρβαρότητας, ανεξάρτητα από πολιτική καταγωγή ή προηγούμενες ιδεολογικές δεσμεύσεις».
Με το βλέμμα στο άμεσο μέλλον, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πιέσει για εκλογές με το ισχυρό και πειστικό επιχείρημα ότι δεν μπορεί μια κυβέρνηση του 30% να διαπραγματευτεί χωρίς νωπή εντολή το μεγαλύτερο και κρισιμότερο ζήτημα μετά την Κατοχή, δηλ. το ζήτημα του χρέους, που θα παρακολουθεί την Ελλάδα για τα επόμενα 60 χρόνια. Για αυτό το λόγο, πρέπει να επεξεργαστεί και να υλοποιήσει άμεσα ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα πανελλαδικών δράσεων, κινητοποιήσεων, επισκέψεων, συζητήσεων, μια πραγματική πορεία προς το λαό που θα αξιοποιεί το πολιτικό κεφάλαιο που λέγεται Αλέξης Τσίπρας.
Προτείνουμε τη διοργάνωση 13 περιφερειακών θεματικών συνδιασκέψεων με αντικείμενο το πρόγραμμα, π.χ. για τα αγροτικά, για την οικονομία, για τα εθνικά θέματα, για το Σύνταγμα κ.λπ. Οι συνδιασκέψεις αυτές αναγκαστικά θα διαμορφώσουν όρους εξωστρέφειας. Θα μας δώσουν τη δυνατότητα να προβάλουμε τις θέσεις μας με εύληπτο και κατανοητό τρόπο και θα συμβάλουν στην επικαιροποίηση, τη συμπλήρωση και την ενιαιοποίηση των θέσεών μας. Οφείλουμε να ακούσουμε και να μιλήσουμε όχι μόνο με κομματικά μέλη, αλλά και με πολίτες και κοινωνικούς και επαγγελματικούς φορείς, φιλοδοξώντας να προτείνουμε ένα πρόγραμμα ρεαλιστικό, πειστικό και υλοποιήσιμο, όχι μόνο για το 27% που μας εμπιστεύεται, αλλά και για εκείνους που μας παρακολουθούν και διστάζουν να μας εμπιστευτούν. Στη συνέχεια και ανάλογα με το χρονικό των πολιτικών εξελίξεων, θα μπορούσε να εξετασθεί το ενδεχόμενο διεξαγωγής συνεδρίου του κόμματος ακόμη και πριν τις επόμενες εθνικές εκλογές. Ένα συνέδριο συσπείρωσης και νίκης με προγραμματικό χαρακτήρα και εξωστρεφή προσανατολισμό.
Παναγιώτη Κουρουμπλής
Δημήτρης Τσουκαλάς
Γιάννης Μιχελογιαννάκης
Αντώνης Κοτσακάς
Κώστας Χρυσόγονος
Το κείμενο που ακολουθεί δεν φιλοδοξεί και δεν θα μπορούσε άλλωστε να καλύψει αυτή την ανάγκη. Επιδιώκει απλά να συμβάλει, με κρίσιμες κατά την άποψή μας επισημάνσεις, στη διαμόρφωσή του. Δεν θα ασχοληθεί με επισημάνσεις και σχολιασμούς που έχουν ήδη γίνει, ακόμα και σε εκείνες τις περιπτώσεις που δεν συμφωνούμε.
Α. Σχολιασμός για το εκλογικό αποτέλεσμα
Γενικά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να απειλείται από όμορα ή αντίπαλα κόμματα. Αντίθετα έχει εισροές από παραπλήσιες δυνάμεις. Η μεγαλύτερη διαρροή του είναι προς το Ποτάμι με 4.9% της δύναμής του ή 1.3% του εκλογικού σώματος. Έχει όμως εισροές από τη ΔΗΜΑΡ 20.6% της δύναμής της ή 1.28% του εκλογικού σώματος, από την Ελιά 25.3% της δύναμής της ή 3.1% του εκλογικού σώματος και από το ΚΚΕ 16.3% της δύναμής του ή 0.7%. Σε αυτές τις συνθήκες ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποφασίσει αν πρέπει να επιδιώξει την περαιτέρω συρρίκνωση των όμορων χώρων σε συνάρτηση με την ανάγκη πολιτικών συμμαχιών, άμεσα ή μεσοπρόθεσμα.
Από τη μελέτη των αποτελεσμάτων των ευρωεκλογών φαίνεται ότι μπορεί να πάρει από τα αριστερά και αντιμνημονιακά κόμματα ακόμα 3.4% και από τα υπόλοιπα κόμματα 1%. Αν αυξήσει και τη συσπείρωση της εκλογικής του βάσης λόγω πόλωσης στο 85-90%, μπορεί να κερδίσει ακόμα 2.5%. Το πιο κρίσιμο στοιχείο πάντως είναι η τεράστια αποχή σε συνδυασμό με την αρνητική «άκυρη και λευκή» ψήφο. Πρόκειται για ένα άθροισμα περίπου 2,8 εκατομμυρίων ψηφοφόρων. Αν κατορθώσουμε να πείσουμε τους μισούς από αυτούς, θα οδηγούμασταν σε ποσοστά πάνω του 40% και σε άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η εκλογική βάση της Χρυσής Αυγής με τα συγκεκριμένα κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά και μορφωτικά χαρακτηριστικά, αποτελεί μια σοβαρή παράμετρο, που δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους. Η πολιτική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής απαιτεί σοβαρή επεξεργασία που θα στοχεύει στον πολιτικό αφοπλισμό της. Η πατριδοκαπηλία εν καιρώ εθνικής κρίσης είναι βασικό χαρτί της Χ.Α. Ο ΣΥΡΙΖΑ κακώς της επέτρεψε να το παίξει με επιτυχία, καταπιέζοντας τις δικές του πατριωτικές αναφορές.
Η εκλογική διαδικασία στους Δήμους ανέδειξε τα όρια παρέμβασης του παραδοσιακού στελεχιακού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ. Συνολικά η εκλογική αναμέτρηση ανέδειξε την ανάγκη για τη διαμόρφωση αντίληψης για το σύνολο του Πολιτικού Φορέα για πολιτική συμμαχιών, για Κοινωνικά Μέτωπα και για υπέρβαση της υποτιθέμενης αυτάρκειας. Εδώ οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι πρώτη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αξιοποιήσιμα ερείσματα σε όλους αυτούς τους θεσμούς.
Β. Κοινωνικές και Πολιτικές Συμμαχίες
Να ξεκινήσουμε με μια παραδοχή. Το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουνίου του 2012 δεν προήλθε μόνο ούτε από τη δράση των συνιστωσών ούτε από τη βοήθεια των Πασοκογενών που συνεργάστηκαν. Θα ήταν κατά την άποψή μας πολύ χαμηλότερο και εκτινάχτηκε εξαιτίας της μνημονιακής πολιτικής συγκυρίας. Προήλθε όμως και από τη σωστή πολιτική επιταγή του Προέδρου και της ηγετικής ομάδας που έθεσε πρώτη φορά σαν στόχο μια Κυβέρνηση της Αριστεράς.
Κρίσιμο ζήτημα για το σχεδιασμό πολιτικής αποτελεί η ανάλυση της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής κατάστασης στην οποία βρίσκονται τα μεσαία στρώματα. Κατά κοινή παραδοχή τα μεσαία στρώματα συμπιέζονται προς τα κάτω, φτωχοποιούνται και αναπτύσσουν ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά. Ο ιδιότυπος αυτός ριζοσπαστισμός δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο, ούτε πολιτικό προσανατολισμό. Τα στρώματα αυτά κινούνται οριζόντια, διαπερνώντας ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, από την άκρα δεξιά έως την άκρα αριστερά. Έχουν εδώ και καιρό ξεπεράσει την κλασική ταξική ανάλυση της κάθετης αντιστοίχισης των κοινωνικών δυνάμεων προς τους πολιτικούς φορείς.
Ταυτόχρονα έχει επέλθει με τη συμβολή των μεγάλων ΜΜΕ, μέρους της διανόησης και των συστημικών δυνάμεων σύγχυση πάνω σε βασικές έννοιες. Υπάρχει σύγχυση και εν μέρει ταύτιση μεταξύ μεσαίων στρωμάτων, μεσαίου χώρου και πολιτικού κέντρου. Τα μεσαία στρώματα προσδιορίζονται από την ένταξή τους στην παραγωγική διαδικασία και την εισοδηματική τους κατάσταση. Μπορούν κατά συνέπεια να στηρίξουν την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο μεσαίος χώρος προσδιορίζεται από αντιλήψεις και στερεότυπα, στοιχεία δηλαδή του εποικοδομήματος, και σε αυτόν μπορεί να εντάσσονται πολίτες ακόμα και με αντιθετικά ταξικά συμφέροντα. Είναι κατά συνέπεια πολύ δύσκολο να συμμαχήσουν μαζί μας. Το πολιτικό κέντρο, ανύπαρκτο ουσιαστικά μέγεθος μετά τη μεταπολίτευση, μπορεί να υπάρξει αν το επιδιώξει το σύστημα, αλλά σε μονοψήφια καταγραφή. Αν το επιτύχουν, και καταβάλλουν γι’ αυτό απεγνωσμένες προσπάθειες, μπορεί να τους χρησιμεύσει ως ανάχωμα προς τον ΣΥΡΙΖΑ ή ως συμπληρωματική δύναμη για τη διαμόρφωση κεντροδεξιών κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών σε μεταγενέστερο χρόνο.
Θέλουμε κατά συνέπεια να επαναφέρουμε την πρόταση που είχαμε καταθέσει (Άνοιξη 2013) για τη συγκρότηση μετώπου ανατροπής. Είχαμε τότε προτείνει τη συγκρότηση ενός Κοινωνικού Μετώπου Ανατροπής της μνημονιακής πολιτικής ως μετωπικό σχήμα του ΣΥΡΙΖΑ στη βάση δύο ομόκεντρων κύκλων και με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και στοχεύσεις. Ενός μετώπου που αν είχε έγκαιρα προχωρήσει θα είχε συμβάλει καθοριστικά στις μάχες για τους κοινωνικοσυνδικαλιστικούς χώρους, τους Δήμους και τις Περιφέρειες και θα αποτελούσε σήμερα τη βάση της κοινωνικής μας συμμαχίας. Η πρόταση αυτή τότε ίσως υπερέβαινε τα όρια αντοχής και ανοχής του ΣΥΡΙΖΑ και μετά από πολλές συζητήσεις εξετράπη σε απόφαση για συγκρότηση Φόρουμ για την ανάπτυξη, κάτι βέβαια που δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Εμείς επαναφέρουμε λοιπόν την πρόταση τονίζοντας την ανάγκη διαχωρισμού ανάμεσα στις κοινωνικές και τις πολιτικές συμμαχίες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πιέζεται στο δημόσιο διάλογο και στις αντιπαραθέσεις -και η πίεση θα ενταθεί- να προσδιορίσει τις μελλοντικές πολιτικές του συμμαχίες. Θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι μοναδική του επιδίωξη σήμερα αποτελεί η συγκρότηση μιας πλατειάς Δημοκρατικής και Πατριωτικής κοινωνικής συμμαχίας όσων έχουν πληγεί από τις μνημονιακές πολιτικές, που θα ξεκινά από το χώρο του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και θα φτάνει στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας που τοποθετείται ξεκάθαρα απέναντι στην πολιτική των μνημονίων και της λιτότητας. Ότι η συμμαχία αυτή, με τη δυναμική που θα αναπτύξει, μπορεί να καταστήσει το ΣΥΡΙΖΑ αυτοδύναμο, που πρέπει να είναι και στρατηγική μας επιλογή. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε πολιτικό αυτισμό. Αντιθέτως, πρέπει να συγκροτήσουμε κυβερνητικό πολιτικό μέτωπο με βάση τη νέα πολιτική πραγματικότητα και με τις δυνάμεις που θα συμφωνούν μαζί μας προγραμματικά.
Ο συντονισμός των προσπαθειών μας για τη συγκρότηση κοινωνικών συμμαχιών και η απεμπλοκή των στελεχών μας στο δημόσιο λόγο από τη συζήτηση περί πολιτικών συμμαχιών επ’ ουδενί δεν αποκλείει προσέγγιση στελεχών και συλλογικοτήτων για τη διαμόρφωση συμμαχιών με στόχο την επίτευξη του κρίσιμου μεγέθους 121 και την παρεμπόδιση εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή.
Γ. Για τα προγραμματικά
Η χώρα και ο λαός ζουν σε συνθήκες κρίσης. Κρίσης πολύπλευρης, όχι μόνο οικονομικής, αλλά και κρίσης αξιών. Ακόμα και αν η Κυβέρνηση της Αριστεράς καταφέρει μεσοπρόθεσμα να περιορίσει τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, πολύ δύσκολα θα μπορέσει να ανατάξει την κρίση αξιών. Αν δεν αναταχθεί η κρίση αξιών, θεσμών και πολιτισμού, η δημοκρατική ομαλότητα θα απειληθεί και ο πολίτης θα είναι ευάλωτος σε κάθε είδους αποπροσανατολισμούς.
Στον ΣΥΡΙΖΑ επικρατεί σε σημαντικό βαθμό η αντίληψη της παραδοσιακής αριστεράς, η οποία θεωρεί ότι όλα κρίνονται στο οικονομικό πεδίο. Η αντίληψη του ταξισμού και του οικονομισμού προσδιορίζει το συνολικό σχεδιασμό. Είναι σαν να θεωρούμε ότι οι πολίτες, άρα και τα χαμηλά και τα μεσαία στρώματα, δεν έχουν γεωγραφικό τόπο αναφοράς και συνδετικό ιστό μέσα από κώδικες πολιτισμού και ιστορικής συνείδησης.
Δυστυχώς η μεταπολιτευτική Αριστερά στο μεγαλύτερο μέρος της ανέπτυξε δυσανεκτική σχέση με κάθε τι που περιέχει γεωγραφικό και εθνοτικό προσδιορισμό. Είναι αυτός ο βαθύς και εμμονικός ταξισμός που οδήγησε στη συρρίκνωση της παραδοσιακής αριστεράς μετά το 1974 και επέτρεψε στον Ανδρ. Παπανδρέου να ενσωματώσει με επιτυχία την πατριωτική παράδοση της αριστεράς και του ΕΑΜ. Η συλλογική συνείδηση του χώρου έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και ως αποτέλεσμα της ιστορικής της διαδρομής. Η συνείδηση αυτή βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τις ανάγκες της πολιτικής συγκυρίας. Η μετεξέλιξή της απαιτεί χρόνο. Χρόνος όμως δεν υπάρχει και είναι ευθύνη της ηγετικής ομάδας να αναλάβει τις αναγκαίες πρωτοβουλίες.
Ως αξιωματική αντιπολίτευση και μελλοντική κυβέρνηση πρέπει να αντιληφθούμε ότι ο πατριωτισμός αποτελεί στοιχείο ταυτότητας για κάθε άνθρωπο. Ειδικά για τις μεγαλύτερες ηλικίες, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μικρή διεισδυτικότητα. Να συνειδητοποιήσουμε ότι η Ελλάδα δεν είναι στη Δυτική Ευρώπη αλλά στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Να αντιληφθούμε ότι πίσω από την προάσπιση δικαιωμάτων και ελευθεριών που όλοι υπερασπιζόμαστε, μπορεί να καλύπτονται και άλλες επιδιώξεις που καλλιεργούνται από αλυτρωτισμούς ή επεκτατικούς εθνικισμούς της ευρύτερης περιοχής μας.
Σε κάθε περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αναδείξει το γεγονός ότι οι γεωπολιτικές αναδιαμορφώσεις που επισυμβαίνουν στην περιοχής μας μάς αφορούν. Δεν μπορεί ο γεωστρατηγικός μας ορίζοντας να φθάνει και να τελειώνει μόνο στην Ευρώπη. Μας αφορά ο αυριανός πολυπολικός κόσμος και οι νέες ανερχόμενες υπερδυνάμεις. Χαρακτηριστικά, η διατλαντική συμφωνία TTIP, αν υλοποιηθεί, θα προσδιορίσει όχι μόνο τη διακυβέρνησή μας, αλλά και τις ζωές των επερχόμενων γενεών.
Η επόμενη επισήμανσή μας στα προγραμματικά αφορά το μοντέλο οικονομικής διακυβέρνησης. Πιστεύουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να καταστήσει σαφές ότι θα συνυπάρξουν ο δημόσιος, ο ιδιωτικός και ο κοινωνικός τομέας της οικονομίας. Με καθαρούς κανόνες και με τη διαμόρφωση του κατάλληλου νομοθετικού πλαισίου, πρέπει να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι λειτουργίας που θα επιτρέπουν τη δράση του κοινωνικού τομέα της οικονομίας και στην πρωτογενή και στη δευτερογενή παραγωγή και κυρίως στις υπηρεσίες. Έτσι θα διαμορφωθούν ισχυρά αντίβαρα στις στρεβλώσεις αλλά και θα δοθεί η δυνατότητα παραγωγικής αξιοποίησης στο επιστημονικό και εργατοϋπαλληλικό προσωπικό της χώρας. Απαραίτητη είναι και η συγκεκριμενοποίηση του προγράμματος όσον αφορά τους κλάδους που η χώρα διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Μέσα από την προγραμματική μας πρόταση είναι ανάγκη να δοθεί έκφραση, πολιτική κάλυψη και διέξοδος στα μεσαία στρώματα που βρίσκονται σε κρίση. Η πολιτική και προγραμματική μας πρόταση πρέπει να είναι σαφές ότι τους αφορά.
Δ. Για το Κόμμα
Ο προσεκτικός παρατηρητής μπορεί να διακρίνει στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ μια αντίληψη που περίπου αναγορεύει το Κόμμα σε αυτοσκοπό. Ότι δηλαδή υπάρχει για να έχουν ρόλο τα μέλη και τα στελέχη του και για να εκφράζει περιοριστικά μόνο το δικό τους ιδεολογικό στίγμα. Αυτή η αυτοαναφορικότητα είναι που περιορίζει την παρεμβατική δράση και την εξωστρέφεια.
Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο χειρισμός και η αξιοποίηση της ιδεολογικής και πολιτικής ανθρωπογεωγραφίας του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί πολύ σύνθετο εγχείρημα. Οι διαφορετικές αφετηρίες, διαδρομές και ιδεολογικές αποχρώσεις είναι ορατές και σήμερα παρά την απόφαση του συνεδρίου για ενιαίο κόμμα και ενιαία εκφώνηση του προγραμματικού λόγου. Οι περισσότερες αναφορές και τοποθετήσεις αναδεικνύουν και εκφράζουν συνιστώσες και τάσεις. Έτσι οδηγούμαστε σε παράλληλους μονόλογους όπου ο καθένας εκφράζει την τασική του προέλευση χωρίς να επηρεάζεται από τον άλλον και χωρίς να επιτυγχάνεται πολιτική σύνθεση. Χρειαζόμαστε συνεπώς περισσότερη αυτοσυγκράτηση και μεγαλύτερη προσήλωση στη συλλογική έκφραση με βιάση τις ψηφισμένες θέσεις του κόμματος.
Είναι ανάγκη να αναγνωρίσουμε ότι το κόμμα σήμερα και πολύ περισσότερο σε κυβερνητική περίοδο, προκειμένου να διασφαλίσει κυβερνησιμότητα με διάρκεια, πρέπει να έχει αρμούς σύνδεσης με κάθε συλλογική έκφραση της κοινωνίας. Ας αναρωτηθούμε και ας απαντήσουμε αν ένα κόμμα 35.000 περίπου μελών μπορεί να διαμορφώσει τους απαραίτητους όρους, να λάβει τις αναγκαίες αποφάσεις και να εξασφαλίσει την απαραίτητη στήριξη στην αυριανή διακυβέρνηση. Η βάση του ΣΥΡΙΖΑ και οι ΟΜ έχουν ακόμα χαρακτηριστικά κλειστού και φοβικού κόμματος. Όσο διαρκεί αυτό, οι προοπτικές για τη διεύρυνση του κόμματος επιδεινώνονται.
Είναι προφανές ότι στο μεσαίο στελεχιακό δυναμικό και στα απλά μέλη έχει διαμορφωθεί σχέση δυσανεξίας και φοβικά σύνδρομα σχετικά με ό,τι προέρχεται από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ. Σε ένα βαθμό είναι και κατανοητό. Όμως η μεγάλη δεξαμενή ψηφοφόρων εντοπίζεται σε αυτόν ακριβώς το χώρο. Αν θέλουμε να προσελκύσουμε τα απλά στελέχη και ψηφοφόρους της βάσης που παραδοσιακά ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ σε ένα βαθμό απαιτούνται και οι απαραίτητοι συνδετικοί κρίκοι. Εμείς είμαστε υπέρ της υπέρβασης με ανοιχτούς πολιτικούς όρους και το κατάλληλο περιεχόμενο πολιτικής, με ταυτόχρονο αποκλεισμό όλων όσοι από θέσεις ευθύνης υπηρέτησαν μνημονιακές πολιτικές. Χωρίς βέβαια να επιτραπεί η λογική της ενοχοποίησης όταν υποκρύπτει άλλου είδους στοχεύσεις. Σε τελική ανάλυση, πρέπει να εφαρμοσθεί το Άρθρο 2 παράγραφος 4 του Καταστατικού που ψηφίστηκε από το συνέδριο και ξεκαθαρίζει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ανοιχτός σε ολόκληρο το δημιουργικό και αγωνιστικό δυναμικό της κοινωνίας που επιθυμεί την ανατροπή της σημερινής βαρβαρότητας, ανεξάρτητα από πολιτική καταγωγή ή προηγούμενες ιδεολογικές δεσμεύσεις».
Με το βλέμμα στο άμεσο μέλλον, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πιέσει για εκλογές με το ισχυρό και πειστικό επιχείρημα ότι δεν μπορεί μια κυβέρνηση του 30% να διαπραγματευτεί χωρίς νωπή εντολή το μεγαλύτερο και κρισιμότερο ζήτημα μετά την Κατοχή, δηλ. το ζήτημα του χρέους, που θα παρακολουθεί την Ελλάδα για τα επόμενα 60 χρόνια. Για αυτό το λόγο, πρέπει να επεξεργαστεί και να υλοποιήσει άμεσα ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα πανελλαδικών δράσεων, κινητοποιήσεων, επισκέψεων, συζητήσεων, μια πραγματική πορεία προς το λαό που θα αξιοποιεί το πολιτικό κεφάλαιο που λέγεται Αλέξης Τσίπρας.
Προτείνουμε τη διοργάνωση 13 περιφερειακών θεματικών συνδιασκέψεων με αντικείμενο το πρόγραμμα, π.χ. για τα αγροτικά, για την οικονομία, για τα εθνικά θέματα, για το Σύνταγμα κ.λπ. Οι συνδιασκέψεις αυτές αναγκαστικά θα διαμορφώσουν όρους εξωστρέφειας. Θα μας δώσουν τη δυνατότητα να προβάλουμε τις θέσεις μας με εύληπτο και κατανοητό τρόπο και θα συμβάλουν στην επικαιροποίηση, τη συμπλήρωση και την ενιαιοποίηση των θέσεών μας. Οφείλουμε να ακούσουμε και να μιλήσουμε όχι μόνο με κομματικά μέλη, αλλά και με πολίτες και κοινωνικούς και επαγγελματικούς φορείς, φιλοδοξώντας να προτείνουμε ένα πρόγραμμα ρεαλιστικό, πειστικό και υλοποιήσιμο, όχι μόνο για το 27% που μας εμπιστεύεται, αλλά και για εκείνους που μας παρακολουθούν και διστάζουν να μας εμπιστευτούν. Στη συνέχεια και ανάλογα με το χρονικό των πολιτικών εξελίξεων, θα μπορούσε να εξετασθεί το ενδεχόμενο διεξαγωγής συνεδρίου του κόμματος ακόμη και πριν τις επόμενες εθνικές εκλογές. Ένα συνέδριο συσπείρωσης και νίκης με προγραμματικό χαρακτήρα και εξωστρεφή προσανατολισμό.
Παναγιώτη Κουρουμπλής
Δημήτρης Τσουκαλάς
Γιάννης Μιχελογιαννάκης
Αντώνης Κοτσακάς
Κώστας Χρυσόγονος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.