ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ
Έφυγε από την εφήμερη τούτη ζωή ο σπουδαίος φιλόσοφος-θεολόγος Χρήστος Γιανναράς, βάζοντας πλώρη για την ουράνια πολιτεία. Η κοίμησή του συνιστά μεγάλη απώλεια για τον Ελληνισμό, ο οποίος στερείται μιας στεντόρειας φωνής, που αναζητούσε την α-λήθεια, διαφώτιζε, δίδασκε και έλεγχε τα κακώς κείμενα, μέσα από μια γόνιμη και φρέσκια κριτική ματιά. Μέσα από τα πολύτιμα γραπτά του, έμαθαν και οι μη εξειδικευμένοι αναγνώστες όρους όπως “προσωπική ετερότητα”, “ειδοποιός διαφορά”, “μανικός έρωτας”, κ.α.
Δέχονταν την πρόσκληση-πρόκληση να προσεγγίζουν τον Ελληνισμό ως οικουμενική πρόταση, να ξεχωρίζουν την Ορθόδοξη πίστη από την ευσεβιστική θρησκευτικότητα της Δύσης ή την επιβλητική θεοκρατία της Ανατολής, να σκέφτονται τα μαθηματικά ως γλώσσα και την γλώσσα ως λογική, να αναζητούν τους λόγους που ο Παρθενώνας είναι ανώτερος από άλλα εμβληματικά μνημεία των μεγαλουπόλεων του κόσμου, όπως ο Πύργος του Άιφελ. Μέσα από το πλούσιο συγγραφικό του έργο, ο αείμνηστος καθηγητής Γιανναράς συχνά αναφερόταν και στον Ελληνισμό της Διασποράς, συγκρίνοντάς τον με το Αθηνοκεντρικό ελλαδικό κράτος.
Στιγμάτιζε συχνά το πνεύμα του μεταπρατισμού που σημάδεψε το νεοελληνικό κράτος από την ίδρυσή του κιόλας. Ξεκινώντας από την Βαυαροκρατία και φτάνοντας στις καρικατούρες των ολίγιστων σημερινών πολιτικών, πάσχιζε να φανερώσει πώς η Ελλάδα ξέπεσε από το αρχοντικό της παρελθόν και αλλοτριώθηκε, παραδίδοντας την πνευματική της υπεροχή έναντι μερικών φτηνών υλιστικών ανταλλαγμάτων.
Η Ελλάδα και ο Γιανναράς
Ανάμεσα στα αγαπημένα του αποσπάσματα ήταν αυτό του Οδυσσέα Ελύτη από “τα δημόσια και τα ιδιωτικά”, όπου έγραφε: «να μπορούσαν και τη σημασία των λαών να τη μετράνε όχι από το πόσα κεφάλια διαθέτουνε για μακέλεμα, όπως συμβαίνει στις μέρες μας, αλλά απ’ το πόση ευγένεια παράγουν, ακόμη και κάτω από τις πιο δυσμενείς και βάναυσες συνθήκες, όπως ο δικός μας ο λαός στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπου το παραμικρό κεντητό πουκάμισο, το πιο φτηνό βαρκάκι, το πιο ταπεινό εκκλησάκι, το τέμπλο, το κιούπι, το χράμι, όλα τους αποπνέανε μιαν αρχοντιά κατά τι ανώτερη των Λουδοβίκων. Τι σταμάτησε αυτά τα κινήματα ψυχής που αξιώθηκαν κι έφτασαν ως τις κοινότητες; Ποιος καπάκωσε μια τέτοιου είδους αρετή, που μπορούσε μια μέρα να μας οδηγήσει σ’ ένα ιδιότυπο, κομμένο στα μέτρα της χώρας πολίτευμα; Όπου το κοινόν αίσθημα να συμπίπτει με κείνο των αρίστων».
Έμοιαζε να έβλεπε τις αρετές που αναφέρει ο Ελύτης στην μεγάλη Ελλάδα που ζει εκτός συνόρων, ειδικά σε παλαιότερες περιόδους, όπου πρωτοστατούσε η ελληνική διασπορά στις εξελίξεις. Μιλάμε για τους Έλληνες της Αιγύπτου ή ακόμη παλιότερα, για τους Έλληνες της Οδησσού, της Τεργέστης και φυσικά της Μικράς Ασίας έως και το 1922. Αφιέρωσε και ένα κομμάτι του συγγραφικού του έργου στη σημερινή ελληνική Διασπορά, πότε χαιρετίζοντας τις προσπάθειες και τα επιτεύγματά της και πότε ασκώντας κριτική για τις αστοχίες της και την περιχαράκωσή της σε έναν επαρχιωτικό φολκλορισμό που άμβλυνε την κοσμοπολίτικη οικουμενικότητα του Ελληνισμού.
Η εκδημία του Χρήστου Γιανναρά θα έπρεπε να προβληματίζει την Ελληνική Διασπορά και να σταθεί ως αφορμή να αναρωτηθεί που βαδίζει. Μετά την αποτυχία του εγχειρήματος του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού (ΣΑΕ), το ελλαδικό κράτος δεν ξανασχολήθηκε σοβαρά με την συστηματική οργάνωση των εκτός συνόρων Ελλήνων σε κάποιο επίσημο παγκόσμιο όργανο. Ίσως και να μην έπρεπε, από την στιγμή που το ίδιο το ελληνικό κράτος είναι βαθύτητα διαποτισμένο από το πνεύμα του μεταπρατισμού, το οποίο αναπόφευκτα θα μετάγγιζε και στους θεσμούς της Διασποράς.
Βέβαια, τις τελευταίες δεκαετίες, το μόνο σίγουρο είναι ότι η ελληνική διασπορά αρχίζει και γίνεται μια μικρογραφία της μητροπολιτικής Ελλάδας και όταν φτερνίζεται η Αθήνα, αρρωσταίνει όλος ο Ελληνισμός. Συνεπώς, πολλές οργανωμένες κοινότητες του εξωτερικού εμφανίζουν εδώ και καιρό όλα τα συμπτώματα παρακμής που χαρακτηρίζει την σημερινή ελληνική πολιτεία.
Καθίζηση
Παρά τις εντυπωσιακές ατομικές επιτυχίες Ελλήνων του εξωτερικού σε επιμέρους κλάδους στις χώρες όπου ζουν, όλο και συχνότερα η οργανωμένη Ομογένεια παρουσιάζει μια σταθερή καθίζηση, με αποτέλεσμα των μαρασμό των σωματείων, τον κατακερματισμό της ελληνικής παροικίας, την ερημοποίηση των Ορθοδόξων ναών, την αναστολή λειτουργίας των ελληνικών σχολείων, την απώλεια της ελληνικής γλώσσας, την πολιτισμική μετάλλαξη, κ.α. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, οι οποίες φιλοξενούν μια από τις μεγαλύτερες πληθυσμιακά κοινότητες των Ελλήνων της Διασποράς, η κατάσταση είναι ιδιαιτέρως ανησυχητική. Τα ελληνικά σχολεία συρρικνώνονται εδώ και αρκετά χρόνια, ενώ το φαινόμενο αυτό δεν έμοιασε ποτέ να προβλημάτισε τα θεσμικά όργανα, ούτε αναζητήθηκε ποτέ κάποια σοβαρή λύση για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση αποτελεσματικά.
Οργανωτικά, οι θεσμοί, εν πολλοίς, διατηρούν την ίδια δομή με αυτήν που είχαν πριν από 100 και πλέον χρόνια, όταν γινόταν η πρώτη μαζική μετανάστευση με άτακτο τρόπο εν μέσω διαφόρων περιστάσεων. Η ανάγκη εκσυγχρονισμού ή διόρθωσης οργανωτικών αδιεξόδων δε φαίνεται να απασχόλησε σοβαρά κανένα. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Ομοσπονδίας Ελληνικών Σωματείων Ν. Υόρκης (η διοργανώτρια της ετήσιας παρέλασης για την 25η Μαρτίου), η οποία αδυνατεί να πραγματοποιήσει κοινά αποδεκτές εκλογές από την εποχή της πανδημίας! Η δε Αρχιεπισκοπή Αμερικής βρίσκεται σε μια μόνιμη περιδίνηση, με τις αμφιλεγόμενες αποφάσεις του αρχιεπισκόπου να μονοπωλούν την δημοσιότητα πολύ περισσότερο από οποιεσδήποτε εποικοδομητικές πρωτοβουλίες ή ουσιαστικές τομές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μια τεράστια γεωγραφική περιοχή όπως οι ΗΠΑ, με μια Ομογένεια που διαθέτει τεράστιες οικονομικές δυνατότητες, παρουσιάζει μια φοβερή κακομοιριά όσον αφορά τους συλλογικούς στόχους και τα ιδρύματα της Ομογένειας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα εντοπίζεται στην πρόσφατη δωρεά $400 εκατομμυρίων δολαρίων στο πανεπιστήμιο Κολούμπια από τον ομογενή μεγιστάνα κ. Πίνδαρο Ρόι Βαγγέλο, ο οποίος με τα χρόνια έχει προσφέρει αθροιστικά σχεδόν $1 δισ. στο πανεπιστήμιο. Είναι απορίας άξιο πώς δεν περίσσεψε έστω και $1 εκατομμύριο από την αμύθητη περιουσία του για κάποιο ελληνικό σχολείο ή παρεμφερές ίδρυμα…
Πώς θα αλλάξει η κατάσταση
Αλλά το σενάριο αυτό έχει παιχθεί πολλές φορές και με άλλους ομογενείς κροίσους, οι οποίοι απλούστατα είτε θεωρούν τα ελληνικά γράμματα άνευ σημασίας ή τους θεσμικά υπεύθυνους που διαχειρίζονται τα ομογενειακά εκπαιδευτήρια αναξιόπιστους… Σε κάθε περίπτωση, η αποτυχία δεν αφορά μόνον τους συγκεκριμένους εύπορους που γύρισαν την πλάτη τους την Ομογένεια και αγνόησαν τη φύτρα απ’ όπου προήλθαν, αλλά και της οργανωμένης ελληνικής διασποράς, η οποία δεν κατόρθωσε να τους μεταδώσει τη σημασία και σπουδαιότητα του κληροδοτήματος που διαχειρίζεται.
Κάποτε, η ελληνική διασπορά κρατούσε ζωντανή την έννοια της ίδιας της Ελλάδας σε χαλεπούς καιρούς. Με το πέρασμα στη νεώτερη ιστορία και την επικράτηση του μεταπρατισμού, σταδιακά άρχισε να χάνει την αρχοντιά και την αίγλη της η “ελληνική κοινότητα”, η οποία διέσωζε σε ένα βαθμό το “άθλημα των σχέσεων”, την μεταφυσική της αρχαίας πόλης-κράτους. Επαναπαύτηκε ο Ελληνισμός σε έναν στενοκέφαλο κρατισμό που δεν είναι καν αποτελεσματικός. Σήμερα, τα πράγματα είναι τόσο ασυγκρότητα που δεν υπάρχει έστω και ένας συλλογικός θεσμός διαμέσου του οποίου να μπορεί η διασπορά να συνδιαλέγεται με την μητρόπολη και να επισημαίνει τα κακώς κείμενα.
Μαγική συνταγή δεν υπάρχει. Μέσα στην ίδια την Ελλάδα, βλέπουμε ένα κομματικό σύστημα το οποίο επιμένει να μην αφήνει τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας να χειραφετηθούν, φοβούμενο μήπως και χάσει ένα κομμάτι από την πίτα… κι ας είναι αυτό εις βάρος του Έθνους. Είναι ανεδαφικό να περιμένει κανείς κάποια ουσιαστική βοήθεια για την διασπορά από την ελλαδική κομματοκρατία. Εάν είναι να συνεχίσει την ιστορική πορεία του ο Ελληνισμός εκτός των στενών συνόρων του νεοελληνικού κράτους, θα πρέπει να έλθει και πάλι σε επαφή με την “ειδοποιό διαφορά” που χαρακτήριζε αυτό που λέμε ελληνική κοινότητα στο διάβα της ιστορίας και της επέτρεψε να στεριώσει σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης και να ξεχωρίσει. Πρέπει να βρει επειγόντως τη μοναδικότητά της ώστε να έχει κάτι το αξιόλογο να προσφέρει, ώστε να μπορέσει να αγαπήσει και να αγαπηθεί από τα μέλη της και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
Θα πρέπει να ανακαλύψουν τα μέλη της, τη μοναδικότητα που διαχειρίζεται η εκάστοτε ελληνική κοινότητα (γλώσσα, θεσμοί, κοινωνία των σχέσεων, κτλ.), η οποία θα τραβήξει όχι μόνο την προσοχή των εύπορων μελών της, αλλά και των καθημερινών ανθρώπων του μόχθου, να τους ενώσει όλους σε μια κοινή συλλογική προσπάθεια. Θα πρέπει και πάλι να ζητήσει η ψυχή των Ελλήνων «τα δύσκολα και τ’ανεκτίμητα Εύγε», αυτά που κανένας Αρταξέρξης δεν μπορεί να μας χαρίσει. Αναλογίζοντας τις πολλαπλά γόνιμες επισημάνσεις του αείμνηστου Χρήστου Γιανναρά, σίγουρα το μέλημα για την ελληνική διασπορά και την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της συγκαταλεγόταν ψηλά στην ιεράρχηση των αξιών του.
ΠΗΓΗ:https://slpress.gr/idees/o-xristos-giannaras-kai-i-elliniki-diaspora/?fbclid=IwY2xjawFEvyFleHRuA2FlbQIxMQABHd_DX-ygjBqLjt7h2pajZY_Th0Z3WjlxZz1HH8feRENBt6omKrjrdERzkw_aem_ZfCL9DzftsrVH0axWU6y1w
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.