Φωτογραφίες:Vassilis D. Gonis, Ελένη Μπελεζίνη, Βασίλης Χατζηιακώβου
ΕΠΙΣΤΟΛΈΣ ΣΤΗΝ ΔΗΩ
Εύκολα ο ένας διαχέεται στον άλλο.
Πρέπει να έχεις την αγάπη προσδιορίσει,
σε τόπο και καιρό, με τρόπο, μέχρι τέλους.
............................................
Ενικώ σ' ένα διαμέρισμα ταπεινό, οδός Βεΐκου.
Το πλείστον όσων αγάπησα μου ανταποδίδεται.
Κυρία, μου παραστέκονται νεκροί και πράγματα'
κι όλα αποκτούν ουσία μες στ' όνομά σου.
.........................................
Μνήμη, δικαιοσύνη, Λάζαρος. Τα πάντα επιστρέψανε.
Στην Άρτα βρίσκομαι εκ νέου. Γεγονός και θαύμα.
Βυθίζομαι στην παιδική σου ηλικία, αχόρταγος,
μες στην ακέραια Αθήνα του '60.
Η όνειρός σου θά 'ναι όνειρός μου, του καθενός το όνειρο'
δεν έχω άλογο, χορτάρι ή προσευχή.
Είμαι εσύ, στο όνομά σου βαφτίζομαι, δέχομαι
τον βουβό καημό μετοχών και επιθέτων.
Αθώος, ένοχος, σκιαγμένος, συναγμένος, κλάμμας, τρυφερός,
σ' αυτόν τον κόσμο της ομολογίας εν θανάτω.
Σούρουπο στον Λυκαβηττό. Δεν θα πεθάνουμε ποτέ.
Ως δύης, ήλιος του θυμού, με χαιρετίζεις.
........................................................
ΕΠΙΣΤΟΛΈΣ ΣΤΗΝ ΞΈΝΗ
........................................................
Πες μου, θα υπάρξει τόπος να σε ξαναδώ πρώτη φορά,
ένας τόπος αιωνιότητας, να σφραγιστοώ στην εντολή σου;
Πες μου, θα διαπλεύσω εκ νέου τους συσκοτισμένους ωκεανούς,
ακολουθώντας μονάχα τον Πολικό Αστέρα των ματιών σου;
Για την βεβαρημένη ημέρα που παρέρχεται. Που κάπως με πονά.
Για το ομιχλώδες οροπέδιο του Άιλβον. Τις πυργοδέσποινες. Την ιπποσύνη.
Τον δράκο του παραμυθιού να κουλουριάζεται, σοφός, ξεφυσώντας
άγρια ηλικία, πυρόλιθο, το σμίξιμό μας.
Από τη συλλογή, Πράξη υποταγής, εκδόσεις Ερατώ, 2000
Ιδού, λοιπόν εγώ, φτασμένος
εκεί που σώθηκαν τα νιάτα μου. Μην έχοντας
τίποτε για δικό μου, μην κατέχοντας
καν υλικά αγαθά. Ν’ αναλογίζομαι το τίμημα
της άλλοτε χαράς. Ζυγίζοντας και κρίνοντας
τις πράξεις και τα έργα μου.
Ζυγίζοντας και κρίνοντας.
Ιδού λοιπόν εγώ, το χίλια εννιακόσια ενενήντα επτά, να
προσμετρώ
τους φίλους, στα δάχτυλα των δυο χεριών.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
εκεί που σώθηκαν τα νιάτα μου. Μην έχοντας
τίποτε για δικό μου, μην κατέχοντας
καν υλικά αγαθά. Ν’ αναλογίζομαι το τίμημα
της άλλοτε χαράς. Ζυγίζοντας και κρίνοντας
τις πράξεις και τα έργα μου.
Ζυγίζοντας και κρίνοντας.
Ιδού λοιπόν εγώ, το χίλια εννιακόσια ενενήντα επτά, να
προσμετρώ
τους φίλους, στα δάχτυλα των δυο χεριών.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
από το ποίημα Requiem του βιβλίου του με τίτλο «Μουζικούλες»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.