Γράφει ο Νίκος Ψυρούκης
Οι πρωταίτιοι τής τραγωδίας στην Εγγύς Ανατολή μετά τόν πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, οι δυνάμεις τής Άντάντ απαθέστατα καί μέ κυνική βιασύνη τακτοποιούσαν τους λογαριασμούς τους. Ή Αγγλία από τις αρχές Αυγούστου γύρεψε νά τήν πληρώσει ή όφειλέτιδα Ελλάδα τα χρέη της.
Μέ τήν κατάρρευση τού μετώπου καί την απασχόληση τών Τούρκων στην εκδίωξη καί σφαγή τών Ελλήνων, οί «Αγγλοι ανενόχλητα τόν ‘Οκτώβρη του 1922 στέλνουν στρατιωτικά τμήματα αραβικού στρατού τής Μεσοποταμίας καί καταλαμβάνονν τήν Μοσούλη, Στις 10/10/1922 ή Αγγλία έκλεινε συμφωνία μέ τό Ιράκ από 18 άρθρα, συμφωνα μέ τήν οποία σταθεροποιούνταν η αγγλική Κηδεμονία καί επιρροή στή Μεσοποταμία.
Ό «Αγγλος υπουργός των Εξωτερικών λόρδος Κώρζον είχε πραγματοποιήσει τήν επιθυμία του. Ο Κώρζον της Turkish Petroleum ησύχασε. Τά πετρέλαια τής Μοσούλης ήταν στά χέρια τής αγγλικής αποικιοκρατίας. H επιχείρηση κόστισε στην Έλλάδα πολύ ακριβά, στην Αγγλία όμως τίποτα. «Οχι μόνο έπαιρνε την Μοσούλη αλλά είχε νά εισπράττει άπό τήν Ελλάδα, γιά τά έξοδα τής μικρασιάτικης εκστρατείας, χρέη με τόκους και επιτόκια. Οι Αμερικανοί πάλι εισέπρατταν τό αντίτιμο τής «φιλίας» τους προς τήν κεμαλική Τουρκία. Ό Γ. Δαφνής αναφέρει ότι πρίν ακόμα καί άπό τήν υπογραφή τής συνθήκης της Λωζάννης «οί Αμερικανοί ανέλαβαν έν Τουρκία μεγάλα έργα, σιδηροδρόμους, λιμένας, ανοικοδομήσεις».
Στις 24 τού Σεπτέμβρη 1922 ό Σοβιετικός υπουργός τών Εξωτερικών γύρεψε όπως συγκληθεί αμέσως διεθνής διάιτκεψη μέ τήν συμμετοχή της Σοβιετικής Ρωσίας, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Γιουγκοσλαβίας, της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας καί της Αιγύπτου. Σκοπός τής διάσκεψης θά ήταν να ρυθμισθούν τα οξύτατα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στην Εγγύς Ανατολή καί στην περιοχή τών Στενών μέ βάση τά συμφέροντα τών λαών της περιοχής. Ή σοβιετική πρόταση απόβλεπε στό νά εμποδίσει τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να εκμεταλλευθούν τό χάος πού δημιουργήθηκε προς όφελός τους. Η πρόταση γινόταν πρίν άπό την ανακωχή στα Μουδανιά καί τήν κατάληψη άπό τους «Αγγλους της Μοσούλης. Είναι φανερό ότι μια τέτοια διεθνής διάσκεψη θα διευκολύνε κατά πολύ τήν ελληνική θέση. Η κεμαλική Τουρκία θά είχε ανάγκη τής ελληνικής υποστήριξης γιά νά μήν χάσει τήν Μοσούλη καί ή Ελλάδα τήν τουρκική διαλλακτικότητα γιά νά ρυθμίσει, όσο πιό καλά μπορούσε, τό πρόβλημα τών Ελλήνων τής Μικράς Ασίας καί της Θράκης. Αυτό πού έγινε στην Λωζάννη μέ την συμφωνία Βενιζέλου – Ινονού, τον Σεπτέμβρη τού 1922 θά μπορούσε νά είχε γίνει με καλύτερα αποτελέσματα καί γιά τις δυο πλευρές. Η σοβιετική όμως πρόταση συνάντησε τήν κατηγορηματική άρνηση τής Άνταντ καί τά πράγματα τράβηξαν τόν δρόμο πού οί αποικιακές δυνάμεις επιθυμούσαν.
Μέ τήν κατάρρευση τού μετώπου καί τό ξερίζωμα τού μικρασιάτικου ελληνισμού δημιουργήθηκε στην Ελλάδα επαναστατική κρίση. Ό ελληνικός λαός. οργισμένος καί ασυγκράτητος, γύρευε τήν παραδειγματική τιμωρία των ενοχων της συμφοράς του καί την δημιουργία εγγυήσεων οτι στό μέλλον δέν πρόκειται νά ξαναπέσει θύμα τυχοδιοκτισμών.
Όσοι γνωρίζουν στοιχειώδη ιστορία δέν μπορούν παρά νά συμφωνήσουν ότι ή λαϊκή δικαιοσύνη είναι παραδειγματική. «Οταν τό 1941 οι χιτλερικές ορδές καταχτούσαν την Ελλάδα, η οργή τού ελληνικού λαού στράφηκε προς τόν κύριο υπεύθυνο της θεομηνίας, προς τον Γερμανό κατακτητή. Τό 1922 όμως ο άμεσος υπεύθυνος δεν ήταν ο ξένος εισβολέας, αλλά οι Έλληνες κυβερνήτες τού τόπου. Δέν γύρεψαν οι απλοί Έλληνες νά φορτώσουν τις ευθύνες της εθνικής τους καταστροφής σέ αθώους. Η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας και το ΣΕΚ (Κομμουνιστικό) γύρεψαν άπό κοινού την γενική πολιτική αμνηστία, την αποστράτευση και την αποζημίωση των θυμάτων του πολέμου.
Οι αποζημιώσεις θα δίνονταν από τα ποσά που θά συγκέντρωνε η βαριά φορολογία όλων εκείνων που είχαν θησαυρίσει στην διάρκεια της εκστρατείας. Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων γύρευαν επίσης την διάλυση της Βουλής και την διενέργεια ελεύθερων εκλογών, το μοίρασμα της γης των μεγαλοκτηματιων και την αποκατάσταση των συνταγματικών ελευθεριών.
Η κατάσταση ήταν εκρηκτική. Στίς 24 του Σεπτέμβρη ξεσπά στρατιωτικό κίνημα στη Χίο καί στη Λέσβο. Επικεφαλής του κινήματος ήταν οι συνταγματάρχες Ν. Πλαστήρας καί Σ. Γονατάς και ο αντιπλοίαρχος Δ. Φωκάς. Η κυβέρνηση ανατράπηκε και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος στίς 27 του Σεπτέμβρη εκθρονιζόταν καί έφευγε από τήν Ελλάδα. Οί επαναστάτες στρατιωτικοί γίνονταν κυρίαρχοι τής κατάστασης.
Οι Άγγλοι προσπάθησαν στό μεταξύ νά πετύχουν την παράταση της παρουσίας τους στην περιοχή των Στενών. Γύρευαν άπό τά τουρκικά στρατεύματα νά μήν παραβιάσουν τήν «ουδέτερη» ζώνη των Στενών, δηλαδή την περιοχή πού αυτοί κατείχαν. Η κυβέρνηση της Άγκυρας κατηγορηματικά αρνήθηκε νά ικανοποιήσει τίς αγγλικές απαιτήσεις. Τελικά, με την μεσολάβηση του Γάλλου διπλωμάτη Φρανκλίν Μπουγιόν, δόθηκε συμβιβαστική λύση. Οι Άγγλοι προσωρινά θά έμεναν στην περιοχή των Στενών, με την προϋπόθεση ότι ο ελληνικός στρατός θα έφευγε από τήν Ανατολική Θράκη εθελοντικά ή και βιαίως. Μετά τόν συμβιβασμό έγινε δυνατό να συνέλθουν και οι εκπρόσωποι Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίαα και Τουρκίας στα Μουδανιά για να συνάψουν ανακωχή. Στην διάσκεψη κλήθηκε καί ή Ελλάδα Ή ελληνική Αντιπροσωπεία αποτελούνταν από τον στρατηγό Α. Μαζαράκη καΙ τους συνταγματάρχες Πλαστήρα καί Σαρηγιάννη. Οι συνομιλίες άρχισαν στις 3 Οκτωβρίου 1922 και πριν την άφιξη της ελληνικής αντιπροσωπείας. Όταν παρουσιάστηκε, οι όροι της ανακωχής ήταν πια έτοιμοι. Οι Έλληνες εκπρόσωποι υπέβαλαν αντιπροτάσεις, χωρίς όμως καί να τις λάβει κανείς υπόψη του. Όπως παρατηρεί ό Σοβιετικός ιστορικός Ά. Φ. Μίλλερ, οί σύμμαχοι τής Άντάντ «έπαψαν πιά νά κρύβουν ότι εκείνοι στην πραγματικότητα καί όχι ή Ελλάδα διεξήγαγαν τόν πόλεμο κατά τής Τουρκίας». Η Ελλάδα τους ήταν πια άχρηστη και κατά
συνέπεια δεν υπήρχε λόγος να της δίνει κανείς σημασία για πράγματα που αφορούσαν τους αποικιοκράτες. Η ελληνική αντιπροσωπεία διαμαρτυρήθηκε καί στίς 11 Οκτώβρη ο αρχηγός της Ά. Μαζαράκης, μέ γραπτή του δήλωση, αρνήθηκε νά υπογράψει τήν ανακωχή. Στην διαμαρτυρία του ο Ά. Μαζαράκης έλεγε:
«Η ελληνική αντιπροσωπεία διαπιστοί ότι ουδεμία των παρατηρήσεων τας οποίας διετύπωσεν εις τας προηγούμενας αυτής δηλώσεις ελήφθη ύπ’ όψει, εν τη συντάξει του οριστικού κειμένου της στρατιωτικής συμβάσεως… Υπό τοιαύτας συνθήκας η ελληνική αντιπροσωπεία δεν θεωρεί εαυτήν εξουσιοδοτούμενην να υπογραψη το κείμενο της στρατιωτικής συμβάσεως»».
Η στάση τής ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν μιά ύστατη προσπάθεια για να σώσει τήν αξιοπρέπεια της Ελλάδας. Δυστυχώς όμως ήταν πολύ αργά. Αυτη έπρεπε νά εκδηλωθεί τότε πού υπήρχαν οι δυνατότητες. Όταν η Άγκυρα επιζητούσε την προσέγγιση για νά εξουδετερώσει την επίθεση της Ανταντ. Τότε όμως ή ελληνική κυβέρνηση δεχόταν νά διεξάγει πόλεμο για λογαριασμό των ξένων, γι’ αυτό καί τώρα ήταν υποχρεωμένη νά υποκύψει στον εξευτελισμό. Στίς 14 Οκτώβρη η ελληνική κυβέρνηση τηλεγραφούσε στους Συμμάχους της Αντάντ ότι αποδέχεται την ανακωχή των Μουδανιών.
Σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής, η Τουρκία έπαιρνε την Ανατολική Θράκη. Ο ελληνικός στρατός έπρεπε νά την εκκενώσει μέσα σε 15 ημέρες και μαζί του έπρεπε επίσης νά αναχωρήσει όλος ο ελληνικός της πληθυσμός. Τά συμμαχικά στρατεύματα που ήταν στην περιοχή των Στενών θα έμεναν στις θέσεις τους μέχρι την σύναψη της τελικής συνθήκης ειρήνης.
Η ανακωχή στα Μουδανιά επισφράγιζαν την νίκη της τουρκικής εθνικιστικής επανάστασης. Η τελική συντριβή της ξένης αντεπαναστατικής επέμβασης ήταν ένα αναμφισβήτητο γεγονός. Το γεγονός αυτό διευκόλυνε την ολοκλήρωση των επαναστατικών μέτρων στην Τουρκία. Επηρέασε σοβαρότατα τις εσωτερικές εξελίξεις στην Ελλάδα και όξυνε τή διαμάχη τών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Στίς 1/11/1922 κηρύχτηκε άπό τήν τουρκική Μεγάλη Έθνοσυνέλευση έκπτωτος ό σουλτάνος. Γιά την Τουρκία το μέτρο ήταν μεγάλης ιστορικής σημασίας. Ο σουλτάνος δεν αποτελούσε σύμβολο, αλλά αποφασιστικό θεσμό τής οθωμανικής δεσποτικής φεουδαρχικής κοινωνίας. Η κατάργηση του σήμαινε και την οριστική νίκη της τουρκικής αστικής τάξης. Αυτή γινόταν τώρα ηγέτης της τουρκικής κοινωνίας.
Στίς 17/11/1922 καταργήθηκε και ο θεσμός του Χαλιφάτου. Σύμφωνα μ’ αυτόν, ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης όλων τών μουσουλμάνων ήταν ο ίδιος ό σουλτάνος τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η θεοκρατική βάση τουρκικής κοινωνίας εξαλειφόταν μια για πάντα και η Τουρκία μετατρεπόταν σε αστική Δημοκρατία, αν καί τυπικά αυτό έγινε λίγο αργότερα.
Η επαναστατική κυβέρνηση της Άγκυρας δεν πήρε κανένα ριζικό μέτρο ικανοποίησης των αιτημάτων της επαναστατημένης αγροτιάς. Ο Κεμάλ, όσο κρατούσε Η ξένη επέμβαση, δικαιολογούσε την πολιτική της κυβέρνησής του σαν αναγκαία για την διατήρηση της εθνικής ενότητας. Τώρα όμως αποδείκνυε ότι στην ουσία ήταν μια εκδήλωση σοβαρής αδυναμίας των Τούρκων αστών. Η διατηρηση των τσιφλικάδων στην τουρκική ύπαιθρο, έστω και κάτω άπό την ηγεσία της αστικης τάξης δεν μπορούσε πάρα να έχει τεράστιες αρνητικές συνέπειες ,για τον αστικό μετασχηματισμό της Τουρκίας. Οι ολέθριες συνέπειες του συμβιβασμού φάνηκαν στις επόμενες δεκαετίες της ιστορικής εξέλιξης της Τουρκίας…
Η νίκη της τουρκικής εθνικοαστικής επανάστασης είχε σοβαρή επίδραση στις εσωτερικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις της Ελλάδας. Η επαναστατική κυβέρνηση των στρατιωτικών είχε να αντιμετωπίσει την φτωχολογιά της υπαίθρου που σήκωνε το μεγαλύτερο βάρος της μικρασιατικής εκστρατείας καί που τώρα γύρευε επιτακτικά να πραγματοποιηθούν τα αιτήματά της. Μπροστά στην επαναστατική άνοδο η κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει σέ αποφασιστικά μέτρα. Απαλλοτρίωσε τα μεγάλα κτήματα καί άρχισε νά τα μοιράζει στους ακτήμονες και στους πρόσφυγες αγρότες. Ενώ στο διάστημα 1918-1922 είχαν απαλλοτριωθεί 76 κτήματα, το 1923 απαλλοτριώθηκαν 642 και το 1924-25 άλλα 561. Δίνοντας τους πιο πάνω αριθμούς ο Ά. Σίδερης κα ταλήγει στό συμπέρασμα ότι «ή αγροτική μεταρρύθμιση τού 1922 ετεμαχισε πάντα σχεδόν τά μεγάλα τσιφλίκια». Ή κυβέρνηση των στρατιωτικών θέλησε να ικανοποιήσει και τα κατεστραμμένα άπό τόν πόλεμο μεσαία αστικά στρώματα κα τους εξαθλιωμένους εργάτες των α στικών κέντρων. Θέσπισε νόμο για την προστασία της ντόπιας βιομηχανίας και πήρε μερικά μέτρα γιά την καλυτέρευση της θέσης των εργατών.
Στον πολιτικό τομέα οι συνέπειες της νίκης της τουρκικής εθνικοαστικής επανάστασης εκδηλώθηκαν μέ την διαφοροποίηση στό χώρο τής βενιζελικής παράταξης, την πολιτική συντριβή της Δεξιάς καί τήν καταδίκη καί εκτέλεση έξι ηγετών της. Η διαφοροποίηση στις γραμμές του βενιζελισμού οδήγησε στην ξέχωρη πολιτική εμφάνιση των ριζοσπαστών μικροαστών, με την μορφή του κόμματος «Δημοκρατική Ενωση», γεγονός που διευκολύνε την επιβολή του τότε λαϊκού αιτήματος για την κατάργηση τού θεσμού της μοναρχίας. Η επαναστατική στρατιωτική κυβέρνηση θέλησε να δώσει διέξοδο στήν λαϊκή αγανάκτηση με την παραδειγματική τιμωρία των ηγετών της Δεξιάς. Έτσι προσπάθησε να κλείσει καί τό τεράστιο θέμα της ενοχης για την μικρασιατική εκστρατεία και την εθνική καταστροφή της Ελλάδας. Οι τότε Ελληνες κυβερνήτες εκπροσωπούσαν μιά στρατιωτική εξέγερση με περιορισμένο κοινωνικό επαναστατικό χαρακτήρα Ήταν λοιπόν σ’ αυτούς αδύνατο ν’ αντιμετωπίσουν το πρόβλημα για τις ευθύνες της καταστροφής σ΄ όλο του το κοινωνικό βάθος. Το αντιμετώπισαν σάν πρόβλημα πολιτικό καί μόνο.
Από δω ασφαλώς πηγάζει και το γνωστό ζήτημα της δίκης και καταδίκης τών Εξι ηγετών της αντιβενιζελικής παρατάξης ζήτημα πού μέχρι σήμερα απασχολεί πολλούς Έλληνες ιστορικούς.
Οι Γούναρης ,Πρωτοπαπαδακης,Μπαλτατζής, Θεοτόκης και Χατζανέστης καταδικάστηκαν από έκτακτο στρατοδικείο σε θάνατο σαν υπαίτιοι της καταστροφής και στις 28/11/1922 εκτελέστηκαν στο Γουδί. Η εκτέλεση τους δεν έκλεισε φυσικά και το θέμα των ευθυνών, γι’ αυτό και μέχρι σήμερα είναι δυνατό να γίνονται συζητήσεις γιά το δίκαιο ή όχι τής εκτέλεσης. Ο Γιάννης Κορδάτος θεωρεί ένοχους για την καταστροφή τόσο τους αντιβενιζελικούς όσο και τους βενιζελικούς.
Αυτό είναι μιά σωστή γενική διαπίστωση.
Τό πρόβλημα είναι πολυσύνθετο. Στό διάστημα Νοέμβρης 1920 -Αύγουστος 1922 η κυβέρνηση των αντιβενιζελικών είχε όλη την δυνατότητα ν’ αποτρέψει την καταστροφή. Η διαρκής άνοδος της τουρκικής εθνικοαστικής επανάστασης, η άνοδος του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος στην Εγγύς Ανατολή, η εδραίωση της σοσιαλιστικής σοβιετικής εξουσίας στην Ρωσία, η διάσπαση του συνασπισμού της ‘Αντάντ, είχαν αλλάξει τον συσχετισμό δυνάμεων προς όφελος του αντιιμπερια-λιστικού στρατοπέδου. Αυτό δημιουργούσε ευνοϊκές συνθήκες για ν’ απαλλαγεί η Ελλάδα από τίς δεσμεύσεις της προς τήν Αντάντ και να χαράξει μια εθνική δική της πολιτική στην Εγγύς Ανατολή.
Η αλλαγή της κατάστασης εκδηλώθηκε καί μέ τήν αποσαφήνιση του τι επιδίωκαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με την επέμβαση τους στην Μικρά Ασία. Ό Ε. Βενιζέλος, καθώς μάς λέει ό Ι. Μπαλάσκας, από τότε έλεγε ότι «οι Σύμμαχοι μας γέλασαν». Αυτό το έβλεπαν και οι αντιβενιζελικοί ηγέτες. Όμως, όπως είδαμε, συνέχιζαν την εκστρατεία, γιατί διαφορετικά φοβόνταν ότι θά έχαναν τήν εξουσία. Το τι θά έκανε στη θέση τους ο Ε. Βενιζέλος είναι ένα ανύπαρκτο ζήτημα γιά τήν ιστορία. Από αυτή τήν πλευρά η ενοχη της Δεξιάς είναι μεγαλύτερη καί πιό άμεση. Η καταδίκη λοιπόν των έξι ηγετών της δεν μπορεί να βαραίνει την συνείδηση εκείνων που έβγαλαν την σκληρή απόφαση.
Αν όμως δούμε το όλο πρόβλημα πιο ουσιαστικά, οι έξι εκτελέσεις δέν αποτελούσαν λύση στό ζήτημα της ενοχής. Οι δυνάμεις της Αντάντ,οι εταιρείες των πετρελαίων, οι τραπεζίτες καί χρηματιστές, ντόπιοι και ξένοι, όλοι αυτοί πού «γέλασαν» τον Βενιζέλο και τους διαδόχους του, έμειναν όχι μόνο ατιμώρητοι αλλά με την δίκη των έξι κάλυψαν την ένοχή τους. Από αυτή τήν πλευρά οι έξι ήταν τα εξιλαστήρια θύματα τών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και της ντόπιας ολιγαρχίας. Η δίκη δεν αποτελούσε παρά μιά διέξοδο για τους ενοχους. Η εκτέλεση τους ήταν μιά πρώτης τάξης ευκαιρία για την παραπέρα επέμβαση των ξένων στα εσωτερικά της Ελλάδας και για να ρίξουν σ’ αυτή όλα τα βάρη που θα δημιουργούσε η νέα συνθήκη ειρήνης με την νικήτρια Τουρκία.
Η ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΙΓΑΙΟΥ-ΚΟΥΚΙΔΑ
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.