Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2019

Λαϊκισμός και ρεαλισμός

του Κώστα Νάκου
Ορισμένοι στην Ευρώπη θεωρούν ότι ο λαϊκισμός αποτελεί το πλέον χαρακτηριστικό πολιτικό γνώρισμα στην εποχής μας. Ο λαϊκισμός βέβαια υπάρχει από τότε που υπάρχουν οι λάσπες, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Σήμερα είναι που τον ανακάλυψε η Ευρώπη.
Όπως έλεγε και ο Βενιζέλος «ο λαϊκισμός βρίσκεται στο επίκεντρο των αναλύσεων για τη σημερινή κατάσταση των δυτικών κοινωνιών». Στην Ευρώπη λοιπόν δεν έχουμε άνοδο του εθνικισμού και του φασισμού. Όχι. Έχουμε άνοδο του λαϊκισμού. Γιατί τα μισάνθρωπα αισθήματα προς κάθε τι το διαφορετικό από την πλευρά του Αυστριακού Στράχε, του  Ολλανδού Βίλντερς, της Γαλλίδας Μαρί Λεπέν, του Ούγγρου Όρμπαν και άλλων, δεν είναι εθνικιστικός ρατσισμός, δεν είναι φασισμός, είναι λαϊκισμός.
Η επίκληση του λαϊκισμού όμως είναι η εύκολη υπεκφυγή. Γιατί πώς θα μπορούσαν διαφορετικά οι άλλοτε θιασώτες της παγκοσμιοποίησης να μην ταυτιστούν με αυτούς που σήμερα μιλάνε και εφαρμόζουν τα κλειστά εθνικά σύνορα. Πώς θα μπορούσαν να κρυφτούν οι άλλοτε υπερασπιστές της ελεύθερης διακίνησης ανθρώπων και εμπορευμάτων, όταν αντιμετωπίζουν μαζί με τους εθνοκάπηλους τους χιλιάδες πνιγμένους της Μεσογείου ως απλούς αριθμούς. Αυτοί, που ήθελαν γκρεμισμένα τείχη  και τώρα έγιναν οι καλύτεροι χτίστες στην δημιουργία νέων και πιο σύγχρονων τειχών.
Ο χωρίς κοινωνικό προσδιορισμό χαρακτηρισμός του λαϊκιστή, είναι η εύκολη επιλογή στην προσπάθειά τους να μην ταυτιστούν με τον ακροδεξιό εθνικισμό. Βολεύει λοιπόν η επίκληση του λαϊκισμού, γιατί αυτός προσδιορίζει μια μορφή επικοινωνίας και όχι πρόγραμμα κόμματος. Ζούμε εξάλλου στην εποχή της επικοινωνίας, όπου όλες οι καθεστωτικές δυνάμεις επιστρατεύουν τους επικοινωνιακούς τους στρατούς για να κερδίσουν τέτοιου είδους ανούσιες εντυπώσεις.
Είναι πολιτική επιλογή η κριτική στο φίδι της ακροδεξιάς να μην ασκείται επί του πρακτέου, επί του εφαρμοζόμενου, αλλά επί του επικοινωνιακού. Η κριτική όμως στην επικοινωνιακή πολιτική ουσιαστικά προσδιορίζει τη συμφωνία στην ασκούμενη πολιτική. Έτσι ο «λαϊκισμός» έρχεται να καλύψει τις όποιες αντιπολιτευτικές αδυναμίες. Και βέβαια η απλοϊκή και επιδερμική κριτική που περιορίζεται στο δίλημμα του ψέματος και της αλήθειας, του λαϊκισμού και του ρεαλισμού, ακούγεται με ιδιαίτερη ευχαρίστηση στα αυτιά του επικρινόμενου.

Η επίκληση του ρεαλισμού όμως έχει και κοινωνικό πρόσημο, όχι μόνο εθνικό. Είναι λαϊκισμός ισχυρίζονται να υπερασπίζεσαι τα κεκτημένα, αφού ζούσαμε πάνω από τις δυνατότητές μας. Είναι λαϊκισμός να ζητάς να συμβαδίζει η εξέλιξη της τεχνολογίας, δηλαδή ο ηλεκτρονικός αυτοματισμός των μέσων παραγωγής, με την μείωση των ωρών εργασίας και των ορίων της συνταξιοδότησης. Ρεαλισμός είναι η δεσπόζουσα μονεταριστική πολιτική του Βερολίνου και της Ε.Ε. γενικότερα. Κόψιμο κοινωνικών παροχών, αύξηση της ανεργίας και κυρίως της μερικής ανεργίας, αύξηση των ορίων της συνταξιοδότησης. Ακριβώς το αντίθετο από τις δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες. Στα οικονομικά πράγματα κυριαρχεί ένας τυφλός προς τα κάτω ανταγωνισμός, για το ποιος θα κάνει τις περισσότερες περικοπές. Με τις νέες τεχνολογίες να μπορούν να κάνουν θαύματα, «ουδέν ρεαλιστικό» προκύπτει υπέρ του μισθωτού. Με τη χρήση των νέων τεχνολογιών έχει δοθεί το σύνθημα εδώ και δεκαετίες, «ολοταχώς προς τα πίσω». Πρόκειται για έναν παραλογισμό που τον βάφτισαν ρεαλισμό.
Η διεκδίκηση της συμπόρευσης επιστήμης-τεχνολογίας-ευημερίας θεωρείται λαϊκισμός αφού επικαλούνται τα λογιστικά νούμερα που δεν τους βγαίνουν. Όμως τα λογιστικά νούμερα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά από αυτά που επιδιώκονται. Είναι δηλαδή το αποτέλεσμα, δεν είναι η αιτία. Είναι στην ουσία το αποτέλεσμα του τρόπου χρήσης των νέων τεχνολογιών. Η εμφάνιση του ηλεκτρονικού αυτοματισμού και η πορεία εξέλιξής του προς τον γενικευμένο αυτοματισμό, προκαλεί τριγμούς. Ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής (υποκειμενικά) δεν κινείται παράλληλα με την τεχνολογία (αντικειμενικά), αλλά αντίθετα και καταστροφικά. Τρέμει την κυριαρχία του και φροντίζει με τη χρήση του να πληρώνει το μάρμαρο ο μισθωτός.*
Όταν ο φασίστας λοιπόν γίνεται λαϊκιστής. Όταν η μισάνθρωπη πολιτική προσδιορίζεται επικοινωνιακά  ως λαϊκισμός και όχι κοινωνικά ως εθνικισμός. Όταν θεωρείται λαϊκισμός το (αμυντικό) αίτημα για διατήρηση των κεκτημένων που είχε ο μισθωτός στην εποχή των συμβατικών μηχανών. Όταν θεωρείται ρεαλισμός η αντίθετη πορεία στη χρήση των τεχνολογιών, σε σχέση με τις δυνατότητες και την εξέλιξη που αυτές έχουν. Τότε αλλήθωρη δεν είναι η νεολαία, αλλά αυτή η οικονομική και πολιτική τσογλανοπαρέα, που βλέπει στραβό το γιαλό.
(*) Λεπτομέρειες στο βιβλίο του συγγραφέα «Κοινωνικός Πλούτος και Συσσώρευση του Κεφαλαίου».

 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.