του Νίκου Σταθόπουλου
ΑΣ ΜΕΙΝΟΥΜΕ "ΑΦΕΛΕΙΣ", "ΠΡΩΤΟΓΟΝΟΙ", "ΑΠΛΟΪΚΟΙ", με τις παραδοσιακές ευχές και τα παμπάλαια έθιμα, με τη "ρηχότητα" της "μη ορθολογικής" συγκίνησης, με το πλεονάζον "αγαπητιλίκι" τσουγκρίζοντας το κόκκινο αυγό, με τα "λιπαρά" της οβελιακής παράδοσης..Ας μείνουμε φανατικά πρωτόπλαστοι, διαρκείς σε έναν κόσμο που διαλύεται τρέχοντας ξέφρενα χωρίς λόγο κυνηγώντας ένα "κέρδος" με προορισμό το εμβαδόν του τάφου...Ας μείνουμε έτσι "ακίνητοι", με την "ακινησία" που τους τρομάζει τους Αφέντες γιατί αυτοί ξέρουν καλά ότι είναι η άλλη όψη της Κίνησης που δε "μασάει" από Γολγοθάδες γιατί η "πρόοδός" της είναι η Ανάσταση..Ναι, αυτή η ανένδοτη "ακινησία" της ελπίδας που αντιστέκεται σε έναν φωταγωγημένο κόσμο που έχει συνθηκολογήσει....'Ετσι μαγικά "αδρανείς" αλλά διαρκώς ετοιμοπόλεμοι για τα πραγματικά και τα νοερά οδοφράγματα που τρέμουν όπως ο διάολος το λιβάνι...Θανάτω θάνατον πατήσας!κι όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει....
ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ // ΠΑΣΧΑΛΙΝΗ ΕΝΘΥΜΗΣΗ
«… Πίσω από τα συρματένια πυκνόπλεχτα καφάσια του γυναικωνίτη λάμπανε μύρια φώτα, οι λαμπάδες οι αναστάσιμες στων γυναικών τα χέρια. Και καθώς από πίσω από τα δίχτυα του καφασιού τα σχήματα συγχύζονται μισοδειγμένα, μισοκρυμμένα, τα κορμιά ορθώνονται λαμπάδες, οι λαμπάδες γέρνανε σαν τα κορμιά, τα μάτια λάμπανε και τα φώτα γυαλίζανε σα ματιές, εγώ μέσα σ’ εκείνο το λαμπριάτικο ανακάτωμα δεν ξάνοιξα τίποτε άλλο παρά την Ευανθούλα του Αλέγρα του ψαρά –είταν η ίδια, είταν το φάντασμά της; το ίδιο κάνει– με το ουρανί της φόρεμα, την κρεμεζιά της πόλκα, τη δόξα μιας αγίας γύρω στα μαλλιά της, τη “στρογγυλοφέγγαρη φωτοχυσία” στο πρόσωπό της, με τη λαμπάδα στο ένα της χέρι και στο άλλο της χέρι με κάτι –πώς να το πώ;– με κάτι ανείπωτο που μου ένευε, που με καλούσε, μου μιλούσε, μου φώναζε, μου τραγουδούσε, κάτι που αγωνίζονταν να συμπληρώση και κάποια άλλα φτερά να δώση στη λυρική την πρόσκληση του λειτουργού από την Ωραία Πύλη προς δικαίους και αμαρτωλούς για το ξεφάντωμα το αναστάσιμο».
Ὁδοιπορικὸ μιᾶς ψυχῆς, Ἐρουρέμ, τχ.2, 1982
του ΓΙΑΝΝΗ Α. ΧΕΛΙΔΩΝΗ, (1961-2016)
"...Tὸ χέρι ψηλαφίζει μὲς στὸ ἡμίφως ἕνα παλιὸ σκονισμένο βιβλίο. Προμετωπίδα του ἡ εἰκόνα μὲ τὸ σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Γερασίμου, ἡ νίκη κατὰ τῆς φθορᾶς! Πιὸ κεῖ ὁ ἀναστημένος Χριστὸς - διαβάζω δύσκολα σχεδὸν συλλαβίζοντας τὴν ἡμίφθαρτη βυζαντινὴ γραφή:
Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον;Ποῦ σοῦ ἅδη τὸ νῖκος
Ἀνέστη Χριστός, καὶ σὺ καταβέβλησαι
ἀνέστη Χριστός, καὶ πεπτώκασι δαίμονες
ἀνέστη Χριστός, καὶ χαίρουσι Ἄγγελοι
ἀνέστη Χριστός, καὶ ζωὴ πολιτεύεται
ἀνέστη Χριστός, καὶ οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος
Χριστὸς γὰρ ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν,
ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο.
Σφαλίζω τὰ μάτια. Τὸ ψελλίζω, τὸ φωνάζω, τὸ κραυγάζω, δὲν συλλαμβάνω τὸ νόημά του, εἶμαι τὸ νόημά του. Ἀφουγκράζομαι τὴν ὕπαρξη κάποιας ἄλλης Παρουσίας δίπλα μου. [...] Τὸ πρόσωπό του πούμορφο:Προσκυνητὴς στοὺς Ἐμμαούς. Κηπουρὸς ἄγνωστος μπρὸς στ'ἅγια μάτια τῆς Μαγδαληνῆς. Σαρκώθηκε γιὰ νὰ τὸν θωρῶ μέσα σὲ κάθε ἄνθρωπο. Τὸ δράμα μας, δράμα Του. Ὁ πόνος μας πόνος Του, ἡ ἀναπνοή μας ἀνάσα Του. Ἄλλωστε "ὁ Χριστὸς ἀγωνιᾶ μέχρι τὸ τέλος τοῦ κόσμου".
Ἀχνοφέγγει μέσα ἀπὸ τὰ ἐρέβη τοῦ θανάτου τὸ κατώφλι τῆς αἰωνιότητας..."
ΓΙΑΝΝΗΣ Α. ΧΕΛΙΔΩΝΗΣ, (1961-2016)
Ὁδοιπορικὸ μιᾶς ψυχῆς, Ἐρουρέμ, τχ.2, 1982
Ευχαριστώ το Κώστα Χ. & τουν Άγγελο Κ.
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.