Κατά τη Σ. Αναγνωστοπούλου ο σεβασμός της ελευθερίας της συνείδησης επιβάλλει την απάλειψη της προβλεπόμενης δήλωσης εκ μέρους των γονέων ότι το παιδί τους «δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος», προκειμένου να απαλλαγεί από το μάθημα. Είναι διάχυτη η υποψία ότι η σπουδή της αναπληρώτριας υπουργού δεν ήταν πολιτικώς αθώα. Από κάποιους η πρωτοβουλία της ερμηνεύτηκε ως κίνηση ανέξοδου πολιτικού εντυπωσιασμού (και αποπροσανατολισμού) μιας «αριστερής» κυβέρνησης, που μόλις αναβαπτίστηκε στο τρίτο μνημόνιο από το οποίο αναδύθηκε παντελώς αγνώριστη. Αυτό συμβαίνει, όταν καταπίνεις την κάμηλον! Ξοδεύεις την επαναστατικότητά σου σε ψιλοδουλειές και μερεμέτια στις παρυφές του… εποικοδομήματος. Για κάποιους άλλους, η δήλωσή της κλείνει πονηρά το μάτι στην καταχρηστική και άνευ όρων άσκηση του δικαιώματος της απαλλαγής (εμπέδωση της εκμαυλιστικής αντίληψης για «ένα μάθημα λιγότερο από τους συμμαθητές μου»), πρακτική που οδηγεί ευθέως στην άνιση μεταχείριση των μαθητών και τη de facto απαξίωση του μαθήματος. Η υπουργός βιάστηκε! Μόλις που ανέλαβε τα νέα της καθήκοντα και με χιλιάδες πιεστικά κενά εκπαιδευτικών στα σχολεία της επικράτειας ανακίνησε, με ασύγγνωστη επιπολαιότητα και προχειρότητα, το ζήτημα των απαλλαγών. Δεν αμφισβητείται η ευαισθησία της υπουργού σε ζητήματα σεβασμού της ελευθερίας της συνείδησης και της ανεξιθρησκίας. Η παρέμβασή της, όμως, στο επίμαχο ζήτημα, κρίνεται, μάλλον, ελλιπής και αποσπασματική, γι’ αυτό αναποτελεσματική και αμφιλεγόμενης σκοπιμότητας. Μήπως δεν «παρερμηνεύθηκαν» τα λεγόμενά σας, κυρία υπουργέ;
Ακολούθησε, κατόπιν, η «οργισμένη» δήλωση του αρχιεπισκόπου για «κάποια κυρία..!» σε ύφος πολιτικώς άκομψο και χριστιανικώς ανορθόδοξο. Η απροσδόκητη αντίδρασή του, προσβλητική και μειωτική για το πρόσωπο της υπουργού σε πλήρη αναντιστοιχία με τη μετριοπάθεια και τη νηφαλιότητα που τον διακρίνουν. Κατά τα λοιπά, η θεμιτή και εύλογη εκ μέρους του, επίκληση της συνταγματικής επιταγής («ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης») μοιάζει, μάλλον, ανεπαρκής για τη διαχείριση του ζητήματος των απαλλαγών. Η καταξίωση ενός σχολικού μαθήματος δεν μπορεί να εξαντλείται αποκλειστικώς και μόνο στη νομική του κατοχύρωση! Από την άλλη, θα πρέπει να εξηγηθεί μια καταφανέστατη θεολογική παραδοξότητα: πώς είναι δυνατό να επαναπαύεται, αβασάνιστα, η διοικούσα Εκκλησία με τη δήλωση ενός γονέα ότι το παιδί του «δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος»; Αναρωτηθήκαμε τι μπορεί να σημαίνει, αλήθεια, μια τέτοια δήλωση στο πλαίσιο μιας γραφειοκρατικής διαδικασίας για το αναπαλλοτρίωτο αγαθό της ελευθερίας, για τη δυναμική και το ανεξάντλητο των επιλογών συνείδησης κάθε ανθρώπου; Κι αν ακόμη μια τέτοια (αρνητική) δήλωση πίστης κρινόταν νομικώς αναγκαία και επιβεβλημένη (ανάλογη της θετικής δήλωσης των μουσουλμάνων μαθητών στη Δυτική Θράκη για την προνομιακή εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση) δεν θα παρέμενε σκανδαλωδώς μετέωρη και χριστιανικώς αδικαίωτη; Μια τέτοια δήλωση απαιτούσαν εκβιαστικά οι δήμιοι των χριστιανών μαρτύρων! Φρικτός και αυτός ακόμη ο συνειρμός μακαριότατε…
Η πρόσφατη δημόσια αντιπαράθεση για το ζήτημα των απαλλαγών από τα θρησκευτικά είναι, για πολλοστή φορά, προσχηματική και αδιέξοδη. Μια αψιμαχία εντυπώσεων που ανακυκλώνει ανούσια όλες, σχεδόν, τις ιδεοληψίες, τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα της μεταπολίτευσης. Απουσιάζουν προκλητικά από τη «συζήτηση» τα παιδαγωγικά κριτήρια και υπερισχύουν οι σκοπιμότητες. Το επίδικο δεν είναι η διαχείριση του ζητήματος των απαλλαγών, αλλά ο ίδιος ο χαρακτήρας και η θέση του μαθήματος στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Συνιστούν τα θρησκευτικά σαφές και διακριτό μορφωτικό αγαθό (γνωστικό αντικείμενο) ναι ή όχι;
Αν αναγνωρίζουμε ως αυτονόητη τη σημασία και την αναγκαιότητα της κριτικής μελέτης του θρησκευτικού φαινομένου (γενικώς), το οποίο χαρακτηρίζεται από παγκοσμιότητα και διαχρονικότητα, και της σπουδής της ιδιαίτερης θρησκευτικής-πολιτισμικής μας παράδοσης (ειδικώς), θα πρέπει να τοποθετηθούμε με σαφήνεια απέναντι στο εξής πολύ συγκεκριμένο ερώτημα: Θέλουμε μάθημα θρησκευτικών κλειστό, κατηχητικό και μονοφωνικό για τα παιδιά κάθε θρησκευτικής κοινότητας ξεχωριστά (επομένως και προαιρετικό) ή μάθημα ανοικτό, γνωσιακό, πολιτισμικό και ενιαίο για όλα τα παιδιά (επομένως και υποχρεωτικό);
Για λόγους κοινωνικούς, παιδαγωγικούς αλλά και θεολογικούς, επιβάλλεται η μετεξέλιξη των θρησκευτικών σε ενιαίο και καθολικό μάθημα που χωρά δίχως διακρίσεις και αποκλεισμούς όλα τα παιδιά μας. Σε ένα μάθημα που σέβεται την ιδιοπροσωπία και την ετερότητα κάθε μαθητή, που καλλιεργεί την καταλλαγή και την κατανόηση του «άλλου». Μια νησίδα ελευθερίας, έκφρασης και πνευματικότητας σε ένα σχολείο ακραίας εργαλειοποίησης της γνώσης και στείρου ακαδημαϊσμού. Μάθημα που θα δεξιώνεται τα ζόρια της εφηβείας για τα μικρά και τα μεγάλα της ύπαρξης, όλα αυτά που ασφυκτιούν σε φευγαλέες κουβέντες στα διαλείμματα και τις απόκρυφες γειτονιές του διαδικτύου. Σ’ αυτό το μάθημα η έννοια της απαλλαγής θα στερείται νοήματος γιατί κανένας μαθητής μας δεν θα περισσεύει!
Προς την κατεύθυνση αυτή έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια σημαντικότατα βήματα προόδου τα οποία πολλοί από τους δημοσιολογούντες αστόχαστα για το μάθημα αγνοούν απαράδεκτα. Στη θεολογική κοινότητα, εξαιτίας ακριβώς της ποικιλώνυμης αμφισβήτησης του μαθήματος, αναπτύχθηκε ένας παρατεταμένος αναστοχαστικός διάλογος, ανάλογος του οποίου δεν έγινε για κανένα άλλο σχολικό μάθημα! Καρποί αυτής της εξαντλητικής και δημιουργικής διεργασίας είναι και τα νέα Προγράμματα Σπουδών του μαθήματος για το δημοτικό, το γυμνάσιο και το λύκειο. Συνιστούν αναμφίβολα μια τολμηρή και ώριμη αλλαγή παραδείγματος. Κυρία υπουργέ, βρίσκονται σε κάποιο συρτάρι του γραφείου σας. Αξίζει να τα αναζητήσετε. Ίσως μας βοηθήσουν να απαλλαγούμε μια για πάντα από το άγος των απαλλαγών…
O Γιώργος Μάλφας είναι εικπαιδευτικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.