Οι Έλληνες καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν, εκλέγουν διεφθαρμένες κυβερνήσεις, όποτε είναι υπεύθυνοι για τη χρεοκοπία του κράτους τους – Οι βυθισμένες στην κρίση χώρες της Ευρωζώνης φταίνε οι ίδιες και πρέπει να τιμωρηθούν
«Πρόκειται για κακοπροαίρετους μύθους, ενώ οι πραγματικές αιτίες είναι πολύ πιο πολύπλοκες – με κυριότερη τη δυσλειτουργία της ίδιας της Ευρωζώνης, καθώς επίσης την επαίσχυντη πολιτική που υιοθέτησε η Γερμανία πριν και μετά την κρίση, σε συνεργασία δυστυχώς με την ΕΚΤ.
Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, καταστράφηκε κυρίως από τα μνημόνια που της επιβλήθηκαν – κάτι που έχει παραδεχθεί επανειλημμένα ακόμη και το ΔΝΤ. Σε σχέση δε με την Ευρωζώνη, προφανώς θα διαλυθεί εάν δεν αλλάξει πολιτική η Γερμανία, καθώς επίσης εάν δεν ενωθεί δημοσιονομικά και πολιτικά – ενδεχομένως μετά τις ιταλικές ή γαλλικές εκλογές, αφού έχει σχεδόν καταστραφεί η οικονομία των δύο ισχυρών αυτών χωρών, με πολύ μεγάλη ευθύνη της Γερμανίας».
Ανάλυση
Σε κοινωνίες που χειραγωγούνται από τα μεγαλύτερα ΜΜΕ, συνειδητά ή μη, σκόπιμα ή όχι, από άγνοια αυτών που εκφράζουν απόψεις ή λόγω της διατεταγμένης, έμμισθης υπηρεσίας που προσφέρουν στις εκάστοτε ελίτ ή στους οργανισμούς που έχουν στόχο τη λεηλασία των λαών, όπως στο ΔΝΤ και στη γερμανική κυβέρνηση, είναι σχεδόν αδύνατο να ακουστούν οι όποιες φωνές της ανιδιοτελούς, κοινής λογικής.
Ακόμη όμως και να ακουστούν, είναι σχεδόν απίθανο να αποφύγουν τις σκόπιμες κατηγορίες, τη δυσφήμιση ή την αποδόμηση εκ μέρους των παραπάνω – ή όλων όσων θεωρούν πως κατέχουν αποκλειστικά τη μοναδική αλήθεια ή που πιστεύουν ότι, οποιοσδήποτε προσπαθεί να ενημερώσει σωστά την κοινή γνώμη, εξυπηρετεί δικά του συμφέροντα.
Επομένως, ελάχιστα εισακούγονται ενώ πολύ δύσκολα μπορούν να πείσουν – με αποτέλεσμα να αποφεύγουν τελικά την προσπάθεια, η οποία αφενός μεν κοστίζει, υλικά και ψυχικά, αφετέρου δεν παράγει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Εν τούτοις, η στάση αυτή δεν δικαιολογείται, αφού είναι κοινωνικά ανεύθυνη – οπότε είναι καλύτερα να «μιλάει» κανείς, ακόμη και αν δεν διακρίνει καμία δυνατότητα «αναδιαμόρφωσης» της κοινής γνώμης. Στα πλαίσια αυτά, θεωρούμε σκόπιμη μία μικρή ανάλυση των δύο κατωτέρω, έντονα προβεβλημένων μύθων – μέσω των οποίων «χειραγωγείται βάναυσα» η κοινή γνώμη.
.
Ο πρώτος μύθος
Η κλασσική ρητορική των πλουσίων χωρών (ανθρώπων επίσης) οι οποίες, με τον συγκεκριμένο τρόπο, προσπαθούν να «στιγματίσουν» τις φτωχότερες, για να επιβάλλουν τους κανόνες τους (το Δίκαιο του ισχυρότερου) είναι η εξής στο παράδειγμα της Ελλάδας:
«Οι Έλληνες είναι οκνηροί, τεμπέληδες. Καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν, ενώ εκλέγουν διεφθαρμένες κυβερνήσεις – οι οποίες παραποιούν τα στατιστικά στοιχεία του δημοσίου, με στόχο να ενισχύουν δημαγωγικά τις ουτοπίες των εκλογέων τους. Επομένως, οι ίδιοι οι Έλληνες είναι υπεύθυνοι για τη χρεοκοπία της χώρας τους και πρέπει να τιμωρηθούν«.
Το πρόβλημα της παραπάνω ρητορικής που βασίζεται στη σφαίρα της «οικιακής ηθικής» είναι το ότι ο καπιταλισμός, τόσο σε επίπεδο χωρών, όσο και σε ατομικό, ανθρώπινο, δεν είναι ένα σύστημα που καθορίζει ορθολογικά την εργασία και τη δίκαιη ανταμοιβή της. Αντίθετα, απέχει πολύ από το να είναι κάτι τέτοιο, για τους δύο παρακάτω λόγους:
(α) Η αυθαιρεσία του κληρονομημένου αρχικού κεφαλαίου: Δυστυχώς, η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται σε εκείνες τις χώρες, οι οποίες από πολλά χρόνια τώρα ανήκουν εν μέρει σε άλλα κράτη.
Με απλά λόγια, ο υπόλοιπος πλανήτης κατέχει στην Ελλάδα περισσότερα περιουσιακά στοιχεία (επιχειρήσεις, ακίνητα, μετοχές κλπ.), από όσα οι Έλληνες στο εξωτερικό – κάτι που χρονολογείται από αρκετές δεκαετίες πριν.
Ως αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος το Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΠ), το οποίο έχουν στη διάθεση τους οι Έλληνες για να καταναλώσουν και να αποταμιεύσουν, ήταν πάντοτε και συνεχίζει να είναι σταθερά χαμηλότερο από την εγχώρια παραγωγή τους – αφού αφαιρείται το εισόδημα που εκρέει στο εξωτερικό, από τους τόκους και τα μερίσματα (επίσης, από τη νόμιμη φοροδιαφυγή των ξένων πολυεθνικών που είναι εγκατεστημένες στη χώρα).
Επομένως, δεν είναι εκ των πραγμάτων σε θέση να καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν – ενώ η απόσταση μεταξύ της εγχώριας παραγωγής και του Εθνικού Εισοδήματος στην αρχή της κρίσης χρέους (2009), ήταν της τάξης του 5%. Δηλαδή, οι Έλληνες παρήγαγαν 5% περισσότερα από όσα κατανάλωναν και αποταμίευαν, με το 5% της εγχώριας παραγωγής τους να κατευθύνεται στο εξωτερικό.
Σε άλλες χώρες που στηρίζονται στις ξένες επενδύσεις όπως, για παράδειγμα, η Ιρλανδία, η απόσταση μεταξύ της εγχώριας παραγωγής και του Εθνικού Εισοδήματος είναι της τάξης του 20% – γεγονός που σημαίνει πως έχουν στη διάθεση τους 20% λιγότερα, από αυτά που παράγουν.
Έτσι αιτιολογείται το τεράστιο ιδιωτικό χρέος της Ιρλανδίας (άρθρο), παρά τις εξαιρετικά υψηλές εξαγωγές της – ενώ αποδεικνύεται πως υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των ιδιωτικοποιήσεων που διενεργούνται από τους Πολίτες μίας χώρας, καθώς επίσης αυτών από τους ξένους (επιχειρήσεις).
Η διαφορά αυτή διαπιστώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στα κράτη που δραστηριοποιήθηκε στο παρελθόν το ΔΝΤ, όπως στην Τουρκία και στη Βραζιλία, υποχρεώνοντας τα να πουλήσουν τις σημαντικότερες κρατικές επιχειρήσεις τους σε ξένους ιδιοκτήτες – με αποτέλεσμα να έχουν συνεχώς ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών τους (γράφημα), να είναι σταθερά φτωχοί οι Πολίτες τους παρά την υψηλή παραγωγή ή/και το φυσικό πλούτο των χωρών τους κοκ.
.
.
Περαιτέρω, θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς πως οι τόκοι και τα μερίσματα που οδηγούνται στο εξωτερικό, είναι το αποτέλεσμα των επενδύσεων που διενεργούνται στη χώρα με ξένα χρήματα –οπότε είναι δίκαιο και σωστό να προσφέρουν οι Έλληνες ή οι Ιρλανδοί ένα μέρος της παραγωγής τους στους ξένους πιστωτές (επενδυτές).
Φυσικά δε θα είχε δίκιο, όπως είναι δίκαιο και σωστό να πληρώνουν τα παιδιά των ενοικιαστών στους ιδιοκτήτες των σπιτιών τους ενοίκια για όλα τους τα χρόνια – επειδή οι μεν πρώτοι δεν έχουν κληρονομήσει κεφάλαια (σπίτια, περιουσιακά στοιχεία) από τους γονείς τους, ενώ για τους δεύτερους ισχύει το αντίθετο.
Είναι θέμα λοιπόν αντίληψης, ενώ δεν έχει καμία σχέση με την εργασία και την δίκαιη ανταμοιβή της – αφού μεσολαβεί το (κληρονομημένο ή άλλης προέλευσης) κεφάλαιο, το οποίο διαφοροποιεί εντελώς τη συγκεκριμένη «αλληλεξάρτηση».
(β) Η αυθαιρεσία των κεφαλαιακών αποδόσεων: Η ελληνική κρίση, η οποία κατέληξε στη χρεοκοπία της χώρας μας το 2010, ήταν κυρίως η συνέπεια του ότι, οι Έλληνες φορολογούμενοι υποχρεώθηκαν για διάφορους λόγους (σκόπιμη δυσφήμιση της χώρας από τον τότε υπουργό οικονομικών, εξαιρετικά κακή διακυβέρνηση, παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση κλπ.), να πληρώσουν επιτόκια άνω του 6% για το δημόσιο χρέος τους (πάνω από 15 δις € ετησίως) – κάτι που φυσικά δεν ήταν δυνατόν να καταφέρουν.
Εκείνη την εποχή το ΑΕΠ της Ελλάδας ήταν περί τα 230 δις €, ενώ το ενεργητικό των δέκα μεγαλύτερων τραπεζών διεθνώς υπερέβαινε τα 2 τρις € – με αποτέλεσμα να έχουν τη δυνατότητα, μέσα σε λίγες μόνο ώρες, να αυξήσουν τα επιτόκια δανεισμού μίας χώρας στο 6% από 3% προηγουμένως, υποχρεώνοντας την να χρεοκοπήσει, οπότε να βυθιστεί σε μία κρίση άνευ προηγουμένου.
Εδώ θα αντιτάξει κανείς πως τα επιτόκια σωστά αυξήθηκαν, επειδή είναι υποχρεωμένα να συμβαδίζουν με την πιστοληπτική ικανότητα μίας χώρας – κάτι που τεκμηριώνεται από τις απώλειες των επενδυτών, λόγω της διαγραφής του 2011 (PSI).
Εν τούτοις, οι απώλειες των επενδυτών οφειλόταν κυρίως στην αύξηση των επιτοκίων εκ μέρους τους, η οποία οδήγησε την Ελλάδα στο γκρεμό – κάτι που σημαίνει πως πρόκειται επίσης για ένα θέμα αντίληψης, το οποίο δεν έχει καμία σχέση με την εργασία και τη δίκαιη ανταμοιβή της.Η αιτία είναι το ότι, μεσολαβεί η αυθαιρεσία των κεφαλαιακών αγορών – οι οποίες, εάν δεν ελεγχθούν από τα κράτη, θα τα καταστρέψουν το ένα μετά το άλλο.
Για να γίνει περισσότερο κατανοητός ο προβληματισμός, αρκεί να θυμηθεί κανείς πως τα κράτη διέσωσαν τις χρεοκοπημένες τράπεζες το 2008/09, προσφέροντας τους γενναιόδωρα δάνεια μεγάλου ύψους, με επιτόκια της τάξης του 0% έως 1% – εις βάρος φυσικά των φορολογουμένων Πολιτών τους. Έτσι οι τράπεζες κατάφεραν να αποφύγουν το μοιραίο, χωρίς να υπάρξει η παραμικρή αντίρρηση εκ μέρους των λαών – αφού είχαν χειραγωγηθεί ανάλογα από τις κυβερνήσεις τους.
Κάτι ανάλογο όμως δεν έκαναν με τα κράτη που είχαν αντίστοιχα προβλήματα, όπως η Ελλάδα. Αντίθετα, τους επέβαλλαν μία εξαντλητική πολιτική λιτότητας (άρθρο), η οποία κατέστρεψε εντελώς τις αδύναμες οικονομίες τους – ενώ τα υποχρεώνουν βίαια να λεηλατηθούν (ιδιωτικοποιήσεις, υπερβολική φορολόγηση κλπ.), για να μην καταρρεύσουν εντελώς.
Ο δεύτερος μύθος
Λίγο μετά το ξεκίνημα της κρίσης, όπου η Γερμανία συνειδητοποίησε πως τρεφόταν μέσω αυτής από τις σάρκες των εταίρων της (ανάλυση), ενώ της δινόταν η δυνατότητα να κυριαρχήσει στην Ευρωζώνη, ανακτώντας παράλληλα την ανεξαρτησία της από τις Η.Π.Α., επέβαλλε την εξής «προτεσταντική ηθική» της:
«Οι ευρωπαϊκές χώρες που έχουν βυθιστεί στην κρίση ευθύνονται εξ ολοκλήρου για τα προβλήματα τους – είναι οι μοναδικές υπεύθυνες. Επομένως, είναι δίκαιο και σωστό να τιμωρηθούν, ενώ μόνο με αυτόν τον τρόπο θα εξυγιανθεί η Ευρωζώνη«.
Μια αγαπημένη από τη Γερμανία «παραλλαγή» του συγκεκριμένου «αποικιοκρατικού παιχνιδιού», της δριμύτατης αυτής κατηγορίας καλύτερα είναι το ότι, στα χρόνια της ανάπτυξης πριν από την κρίση οι μισθοί, οπότε το κόστος ανά μονάδα προϊόντος στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας αυξήθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε τελικά έχασαν την ανταγωνιστικότητα τους(ανάλυση) – οπότε δεν μπορούσαν πλέον να αυξήσουν τις εξαγωγές τους, για να ξεφύγουν μέσω αυτών από την κρίση.
Επομένως, η μοναδική δυνατότητα που δήθεν τους απομένει δεν είναι άλλη, από το να μειώσουν το κόστος παραγωγής, για να ανακτήσουν τη χαμένη ανταγωνιστικότητα τους – κυρίως τους μισθούς των εργαζομένων τους μέσω της εσωτερικής υποτίμησης, καθώς επίσης με την ευρύτερη υιοθέτηση της πολιτικής λιτότητας.
Ειδικότερα, είναι σωστό πως το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, καθώς επίσης οι καθαρές εξαγωγές (εξαγωγές μείον τις εισαγωγές) των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας, είχαν βυθιστεί σε σημαντικά αρνητικά επίπεδα πριν από την εποχή της κρίσης (2008).
Όπως φαίνεται όμως από το γράφημα που ακολουθεί, τα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών τους ήταν, στη διάρκεια του χρόνου, ανάλογα με τα πλεονάσματα των χωρών του ευρωπαϊκού κέντρου – κυρίως με αυτά της Γερμανίας, δευτερευόντως με της Ολλανδίας.
.
.
Το γεγονός αυτό δεν τεκμηριώνει σε καμία περίπτωση τη μειωμένη ανταγωνιστικότητα των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας στις διεθνείς αγορές – δεν αποδεικνύει καν πως οι εξαγωγές τους ήταν μειωμένες. Η αιτία είναι το ότι, τα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών ή στα εμπορικά ισοζύγια είναι δυνατά, ακόμη και όταν οι εξαγωγές παραμένουν σταθερές – εάν οι εισαγωγές υπερβαίνουν τις εξαγωγές.
Αυτό ακριβώς συνέβη στις χώρες της περιφέρειας, στις οποίες δεν μειώθηκαν καθόλου οι εξαγωγές τους – ενώ δεν παρατηρήθηκε ούτε καν μία μεγάλη, συστηματική ή γενικότερη απώλεια του μεριδίου τους στις διεθνείς αγορές, συγκριτικά με τις πλεονασματικές χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα.
Το γεγονός αυτό διαπιστώνεται από το γράφημα που ακολουθεί, στο οποίο φαίνεται πως η Γερμανία και η Γαλλία έχασαν μερίδια στην παγκόσμια αγορά από την Κίνα – ενώ η περιφέρεια τα διατήρησε σχετικά σταθερά (διάγραμμα).
.
.
Περαιτέρω, τα ελλείμματα οφείλονταν κυρίως στις αυξημένες εισαγωγές τους, συγκριτικά με τις εξαγωγές – γεγονός που αναμφίβολα σημαίνει ότι, οι χώρες τις περιφέρειας δεν ήταν οι μοναδικές υπεύθυνες για την αρνητική αυτή εξέλιξη.
Η συγκεκριμένη διαπίστωση στηρίζεται στην απλή οικονομική λογική (NX = S – I, Πλεονασματικές Εξαγωγές = Αποταμιεύσεις – Επενδύσεις), σύμφωνα με την οποία τα πλεονάσματα των εξαγωγών οφείλονται στις αυξημένες αποταμιεύσεις, απέναντι στις οποίες υπάρχουν μειωμένες επενδύσεις – ενώ τα πλεονάσματα των εισαγωγών δεν είναι δυνατά, χωρίς αντίστοιχα πλεονάσματα στην εισαγωγή κεφαλαίων.
Η απαιτούμενη τώρα εισαγωγή κεφαλαίων ήταν το αποτέλεσμα των μαζικών κεφαλαιακών εκροών από τις πλεονασματικές χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα, κυρίως από τη Γερμανία, προς τις ελλειμματικές – γεγονός που φάνηκε καθαρά στην Ελλάδα το 2010, από την έκθεση των γερμανικών και γαλλικών τραπεζών στο δανεισμό της, λόγω της οποίας εμποδίστηκε η χρεοκοπία της από την Ευρώπη (γράφημα στην ανάλυση).
Αναλυτικότερα, η Γερμανία στην αρχή της δεκαετίας του 2000 ήταν ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης, χαρακτηριζόμενη από μία εξαιρετικά αδύναμη εγχώρια οικονομία (ζήτηση). Ως εκ τούτου,για να μπορέσει να αναπτυχθεί, στηρίχθηκε στις καθαρές (πλεονασματικές) εξαγωγές – οι οποίες όμως προϋποθέτουν καθαρές εκροές κεφαλαίων. Με απλά λόγια, όπως η αύξηση του τζίρου μίας παραγωγικής επιχείρησης προϋποθέτει συνήθως την αύξηση των πιστώσεων προς τους πελάτες της (εκτός εάν είναι μονοπώλιο), έτσι και η αύξηση των εξαγωγών μίας χώρας – οπότε την εκροή κεφαλαίων στο εξωτερικό.
Η πλημύρα αυτών ακριβώς των εισροών κεφαλαίου προκάλεσε τις υπερβολές στις χώρες της περιφέρειας – οι οποίες, χωρίς αυτά τα δανειακά κεφάλαια, δεν θα μπορούσαν να γίνουν σε τέτοιο βαθμό ελλειμματικές. Το συγκεκριμένο γεγονός διαπιστώνεται από τη σχετικά συμμετρική εξέλιξη των πλεονασμάτων και των ελλειμμάτων στις χώρες τις Ευρωζώνης, η οποία απεικονίζεται στο πρώτο γράφημα της παρούσας ανάλυσης.
.
Η μη ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών, ένας ακόμη μύθος
Συνεχίζοντας, εύλογα αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν να αυξήθηκε τόσο δραματικά το κόστος παραγωγής ανά μονάδα προϊόντος στις χώρες της περιφέρειας, χωρίς να αυξηθεί ανάλογα η παραγωγικότητα τους, ενώ οι εξαγωγές τους παρέμειναν σταθερές. Η απορία αυτή αιτιολογείται από το ότι, ένα αυξημένο κόστος παραγωγής θα έπρεπε να βλάψει την ανταγωνιστικότητα τους – οπότε να προκαλέσει τη μείωση των εξαγωγών τους, κάτι που όμως δεν συνέβη.
Η απάντηση εδώ είναι ουσιαστικά απλή. Ειδικότερα, η μέση εξέλιξη του κόστους παραγωγής ανά μονάδα προϊόντος δεν είναι αντιπροσωπευτική – αφού, όπως τεκμηριώθηκε από ανάλογες έρευνες (πηγή), στους εξαγωγικούς τομείς των χωρών της περιφέρειας δεν παρατηρήθηκαν αντίστοιχες αυξήσεις. Οι αυξήσεις περιορίσθηκαν σε μεγάλο βαθμό στην εσωτερική παραγωγή, επειδή εκεί ακριβώς σημειώθηκε ανάπτυξη – όπως στις κατασκευές ακινήτων στην Ισπανία και στην Ιρλανδία, όπου ο κλάδος κατέληξε τελικά σε φούσκα.
Το κόστος των εξαγωγών επηρεάσθηκε λιγότερο, επειδή οι τιμές των συγκεκριμένων προϊόντων καθορίζονται στις διεθνείς αγορές – στις οποίες δεν είναι καθόλου εύκολο να επιβάλλει κανείς υψηλότερες τιμές πώλησης.
Περαιτέρω, όσον αφορά τα μερίδια αγοράς (εξαγωγές) των χωρών της Ευρωζώνης έως την κρίση, η μπλε γραμμή στο γράφημα που ακολουθεί δείχνει τη μέση ετήσια αλλαγή τους.
.
Ευρωζώνη, εξαγωγές – τα μερίδια αγοράς (εξαγωγές) των χωρών της Ευρωζώνης έως την κρίση (1999 – 2007). Οι αξίες σε ποσοστό ανάπτυξης.
Πηγή: Τράπεζα της Γαλλίας, Παγκόσμια Τράπεζα.
.
Όπως διαπιστώνεται από τη μπλε γραμμή, η Ελλάδα έχασε ένα πολύ μικρό, περίπου ανάλογο μερίδιο με τη Γερμανία – ενώ η Γαλλία έχασε σχεδόν 4%. Αναλυτικότερα τα εξής:
(α) Η γεωγραφική επίδραση (geographical effect, ανοιχτή γαλάζια παχιά στήλη), δείχνει το πόσο επηρέασαν τις εξαγωγές της εκάστοτε χώρας οι εξελίξεις στα κράτη-πελάτες της. Η (θετική) επίδραση αυτή ήταν πολύ μεγάλη όσον αφορά την Ελλάδα, επειδή πολλές από τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας που αναπτύσσονταν γρηγορότερα τότε, ήταν επίσης σημαντικοί πελάτες της.
(β) Η κλαδική επίδραση τώρα (Sectorial effect, ανοιχτή ροζ στήλη), αναφέρεται στα προϊόντα, στα οποία είναι εξειδικευμένες οι χώρες εξαγωγής – όπου η (αρνητική) επίδραση για κράτη όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Πορτογαλία, είχε κυρίως σχέση με τον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, ο οποίος ήταν το μεγάλο θύμα του διεθνούς ανταγωνισμού.
(γ) Τέλος, η επίδραση όσον αφορά την επίδοση (Performance, σκούρα ροζ στήλη), προσμετρά την καλυτέρευση ή τη χειροτέρευση του εκάστοτε μεριδίου αγοράς, έτσι όπως αυτό προκύπτει εάν αφαιρέσει κανείς την κλαδική επίδραση – όπου ξανά η Ελλάδα ευρίσκεται στην ίδια θέση με τη Γερμανία, η Ισπανία είναι σε καλύτερη, ενώ η Γαλλία και η Φιλανδία σε πολύ χειρότερη.
.
Οι εξαγωγές μετά την κρίση
Περαιτέρω, η έρευνα έχει αποδείξει πως η εξέλιξη των μεριδίων αγοράς των χωρών της Ευρωζώνης μετά την κρίση (από το 2008 έως το δεύτερο τρίμηνο του 2011), ήταν διαφορετική – με την Ελλάδα να βρίσκεται στο νούμερο ένα, έχοντας κερδίσει τα περισσότερα (γράφημα).
.
Ευρωζώνη, εξαγωγές – η εξέλιξη των μεριδίων αγοράς (εξαγωγές) των χωρών της Ευρωζώνης μετά την κρίση (από το 2008 έως το δεύτερο τρίμηνο του 2011). Οι αξίες σε ποσοστό ανάπτυξης.
Πηγή: Τράπεζα της Γαλλίας, Παγκόσμια Τράπεζα.
.
Το γεγονός αυτό παρά το ότι η γεωγραφική επίδραση ήταν αρνητική, επειδή οι κυριότεροι εξαγωγικοί πελάτες της είναι οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας – με την ανάπτυξη της γεωργικής της παραγωγής να λειτουργεί θετικά στην «κλαδική επίδραση», ενώ οι επιδόσεις της (Performance) ήταν με απόσταση οι καλύτερες, όταν στις χώρες του πυρήνα (Φιλανδία, Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία) ήταν πολύ χειρότερες.
Επομένως, η ανταγωνιστικότητα του εξαγωγικού τομέα της χώρας μας είναι δεδομένη, οπότε δεν οφείλονται σε αυτήν τα προβλήματα της οικονομίας μας – γεγονός που σημαίνει ότι, οι κατηγορίες εναντίον μας, τουλάχιστον όσον αφορά το συγκεκριμένο τομέα, είναι άδικες και ανυπόστατες.
.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, με την παραπάνω κουραστική αλλά απαραίτητη ανάλυση τεκμηριώθηκε πως αφενός μεν οι Έλληνες δεν είναι οκνηροί και δεν γίνεται να καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν, αφετέρου πως δεν μπορεί να κατηγορήσει κανείς την Ελλάδα ή τις άλλες χώρες της περιφέρειας, ως μοναδικές υπεύθυνες για τα προβλήματα τους – επιβάλλοντας την παραδειγματική τιμωρία τους. Επίσης πως η ανταγωνιστικότητα του εξαγωγικού μας τομέα έχει καλυτερεύσει, παρά το «βιασμό» των Ελλήνων από τα μνημόνια – οπότε υπάρχουν ακόμη ελπίδες.
Πρόκειται λοιπόν για κακοπροαίρετους μύθους, ενώ οι πραγματικές αιτίες της κρίσης είναι πολύ πιο πολύπλοκες – με κυριότερη τη δυσλειτουργία της ίδιας της Ευρωζώνης, καθώς επίσης την επαίσχυντη πολιτική που υιοθέτησε η Γερμανία πριν (μερκαντιλισμός) και μετά (λιτότητα) την κρίση του 2008, σε συνεργασία δυστυχώς με την ΕΚΤ (κείμενο).
Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, καταστράφηκε κυρίως από τα μνημόνια που της επιβλήθηκαν (ανάλυση) – κάτι που έχει παραδεχθεί επανειλημμένα ακόμη και το ΔΝΤ (άρθρο). Σε σχέση δε με την Ευρωζώνη, προφανώς θα διαλυθεί εάν δεν αλλάξει πολιτική η Γερμανία, καθώς επίσης εάν δεν ενωθεί δημοσιονομικά και πολιτικά – ενδεχομένως μετά τις ιταλικές ή γαλλικές εκλογές, αφού έχει σχεδόν καταστραφεί η οικονομία των δύο ισχυρών αυτών χωρών, με πολύ μεγάλη ευθύνη της Γερμανίας.
Βιβλιογραφία: M. Sandbu, G. Gaulier, V. Vicard, T. Piketty
.
© Copyright 2015 — Analyst.gr. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση / αναπαραγωγή περιεχομένων του παρόντος website με οποιοδήποτε τρόπο χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια των εκδοτών.
ΠΗΓΗ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.