07 Ιουλίου 2025

«Ἀναστάσεως ἄλγος – Ο π. Ευάγγελος Παπανικολάου και η μαρτυρία του Προσώπου»


Του Μάνου Λαμπράκη 

Σε μια εποχή όπου η Εκκλησία μετασχηματίζεται σταδιακά από κοινότητα προσώπων σε μηχανισμό λειτουργίας, από κοινό Ποτήριο σε δελτίο Τύπου, η παρουσία του π. Ευάγγελου Παπανικολάου φαντάζει ως θεολογική ανωμαλία. Ένας ιερέας που μιλά με πάθος, που λειτουργεί στα όρια, που δεν φοβάται να χάσει τη σιωπή του για να πει την αλήθεια, που δεν διστάζει να συγκρουστεί, όχι από ιδεολογικό ζήλο αλλά από εσωτερική παρόρμηση μαρτυρίας. Ο λόγος του δεν στοχεύει στη διατήρηση της εικόνας της Εκκλησίας αλλά στην αποκάλυψη του βαθιού τραύματός της. Είναι ο λόγος ενός που γνωρίζει ότι η χάρις δεν κατέρχεται ποτέ εκεί όπου δεν υπάρχει άνοιγμα. Και άνοιγμα χωρίς πληγή δεν υπάρχει.

Ο π. Ευάγγελος δεν ανήκει στις εύκολες κατηγορίες. Είναι γιατρός, ιερέας, ιεραπόστολος, θεολόγος χωρίς ακαδημαϊκό κουστούμι, αλλά με υπαρξιακό κύρος. Η ζωή του στο Καμερούν δεν είναι απλώς μια μαρτυρία εκτός συνόρων, αλλά μια εκκλησιολογία από τα κάτω, μια θεολογία χωρίς χειρονομίες, μια εμπειρική απόδειξη ότι η Εκκλησία γεννιέται μόνο εκεί όπου ο Χριστός σταυρώνεται ξανά. Δεν πηγαίνει στην Αφρική για να μεταδώσει το φως της Δύσης ή την τελειότητα της παράδοσης. Πηγαίνει για να σταθεί σιωπηλά δίπλα στο άρρωστο παιδί, στη φυματική γυναίκα, στον νεκρό που δεν έχει καν όνομα.

Αυτή η στάση δεν είναι φιλανθρωπία. Είναι η δομική πράξη της Εκκλησίας, όπως την οραματίστηκαν οι Πατέρες. Όπως γράφει ο Μέγας Βασίλειος:

«Εἴδες ἀδελφὸν γυμνὸν καὶ οὐκ ἐνέδυσας; Εἴδες πεινῶντα καὶ οὐκ ἐψώμισας; Μὴ λέγε· Ἐκκλησίαν εἶδον· Χριστὸν εἶδες» (PG 31, 276A).

Η Εκκλησία για τον π. Ευάγγελο δεν είναι θεσμός, δεν είναι ενορία, δεν είναι Αρχιεπισκοπή. Είναι ο άλλος. Εκεί όπου ο άλλος δεν γίνεται αντικείμενο διακονίας, αλλά θέα του Θεού.

Η θεολογία του προσώπου που αναδύεται από τον λόγο του δεν είναι η ωραιοποιημένη οντολογία της νεοπατερικής σκέψης. Είναι θεολογία πληγής. Το πρόσωπο δεν είναι απλώς εικόνα Θεού, είναι ματωμένη εικόνα. Το πρόσωπο είναι ο τόπος του άλλου που μας συντρίβει. Ο Χριστός για τον π. Ευάγγελο δεν είναι ούτε αφηρημένο ιδανικό ούτε συμβολικός αρχηγός μιας θρησκευτικής παράδοσης. Είναι το σώμα του αρρώστου, το στόμα του πεινασμένου, το βλέμμα του τελευταίου.

Εκεί ακριβώς βρίσκεται και η αληθινή πολιτική του θέση. Όχι μέσα από την εμπλοκή του σε κόμματα ή κινήματα, αλλά μέσα από την απόλυτη υπεράσπιση της ύπαρξης του φτωχού. Σε έναν κόσμο που μιλά για αριθμούς, για σχέδια, για εθνική στρατηγική, ο π. Ευάγγελος λέει: «Εδώ πεθαίνουν παιδιά και δεν τα θάβει κανείς». Όχι για να καταγγείλει, αλλά για να δηλώσει παρουσία. Η Εκκλησία δεν είναι αντιπολίτευση. Είναι η άμυνα της ζωής ενάντια στο θάνατο.

Η θεολογία του θυμίζει τη σκέψη του Jean-Claude Larchet για την ασθένεια: ότι δηλαδή ο πόνος είναι ο τόπος της χάριτος. Η Εκκλησία δεν σώζει γιατί εξαφανίζει την ασθένεια, σώζει γιατί μετατρέπει το νόημά της. Και ο Χριστός, όταν εμφανίζεται, δεν θεραπεύει όλους· αποκαθιστά την εμπιστοσύνη στον Θεό.

Ο λόγος του π. Ευάγγελου δεν είναι για αδύναμους. Είναι για εκείνους που αντέχουν να συντριβούν. Δεν έχει καμία σχέση με τον λόγο της σύγχρονης εκκλησιαστικής επικοινωνίας, των συμβολικών κηρυγμάτων, των δελτίων που προσπαθούν να αποδείξουν ότι η Εκκλησία «κάνει έργο». Το έργο της Εκκλησίας είναι η παρουσία του Χριστού εκεί που δεν πάει κανείς. Και αυτήν ακριβώς ενσαρκώνει ο π. Ευάγγελος.

Ούτε το κράτος ούτε η οργανωμένη κοινωνία μπορούν να κατανοήσουν αυτό που κάνει. Γιατί εκείνος δεν είναι ούτε γιατρός ανθρωπιστικής ΜΚΟ, ούτε υπάλληλος κάποιας ορθόδοξης επιτροπής. Είναι ένας άνθρωπος που ζει στον θάνατο του άλλου. Που δεν αντέχει την απουσία. Που κάνει λειτουργία εκεί όπου ο χρόνος είναι άδειος. Εκεί όπου το παιδί δεν θα βαπτιστεί ποτέ, όπου το σώμα δεν θα ταφεί, όπου η προσευχή γίνεται αναστεναγμός άναρθρος.

«Ἐσχάτη ὑπόστασις τῆς ἀγάπης ἐστὶ τὸ πάθος ὑπὲρ τοῦ ἄλλου»
— Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος (Logos 37)

Και αυτή είναι η Εκκλησία του π. Ευάγγελου: μία Εκκλησία πάθους, όχι θριάμβου. Μία Εκκλησία ματωμένη, όχι βεβαιωμένη· μία Εκκλησία που χάνει, και γι’ αυτό είναι νικήτρια. Η ιεραποστολή του δεν είναι παράδειγμα. Είναι προφητεία. Δεν είναι στρατηγική. Είναι σταυρός.

Αν σήμερα η Εκκλησία έχει να επιλέξει ανάμεσα στην ομαλή κοινωνική της αποδοχή και στην εσωτερική της αναγέννηση, η μορφή του π. Ευάγγελου δείχνει τη δεύτερη οδό. Δεν ζητά τίποτα. Δεν απαιτεί. Δεν διαμαρτύρεται. Απλώς μένει παρών. Όπως ο Χριστός, που δεν κατήγγειλε τον Πιλάτο, δεν αντιστάθηκε στους στρατιώτες, αλλά στάθηκε εκεί, ανάμεσα στον κόσμο και τον Πατέρα, για να σηκώσει την απόσταση.

Η Εκκλησία του π. Ευάγγελου είναι η Εκκλησία που δεν ανακοινώνεται αλλά διασώζεται στην αφωνία. Είναι εκείνη που ζει στην ταπείνωση, στην αφάνεια, στην αμφιβολία, στην ακαταστασία της θείας αγάπης. Είναι μια Εκκλησία που δεν ξέρει τι να πει, αλλά ξέρει πού να σταθεί. Κι αυτό είναι πλέον αρκετό.

Γιατί «καὶ ἡ σιωπὴ ἔστι θεολογία», και το δάκρυ που πέφτει πάνω στον άρρωστο άνθρωπο μπορεί να είναι πιο ορθόδοξο από χίλια δογματικά εγχειρίδια. Και αν κάτι έμεινε από το Ευαγγέλιο, αυτό είναι:
ότι ο Θεός ήταν εκεί.
ΠΗΓΗ: https://www.facebook.com/share/p/1AfbkDqjHr/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.