Σάββατο 16 Μαΐου 2020

Θα πεθάνω όπως ΕΓΩ θέλω

σταικου

Της Άννας Στάικου

Ο Αναστάσης παλιός μάστορας καλλιτέχνης κοσμημάτων χειροποίητων εργάζεται 50 χρόνια στο κέντρο της Αθήνας  Καλά τα είχε καταφέρει στην ζωή του μέχρι το ρημάδι το περίστροφο που μας σημάδεψε τους περισσότερους στον κρόταφο με ονοματεπώνυμο έτος 2010

Από τότε μεροδούλι μεροφάι και πολλές φορές δίχως μεροδούλι και μήτε μεροφάι. Τα χέρια του τον βοηθάνε Κληρονομιά από τους Ηπειρώτες μαστόρους. Σχεδιάζει και μετά κελαηδά το πενσάκι στην λεπτή πλάκα ασημιού, χαλκού, μπρούτζου. Λησμόνησε τα μαύρα πρώτα χρόνια που λες και ζώσανε άρματα την μικρή παραγωγή, την ξεπάτωσαν και οι τεχνίτες ή πέθαιναν απελπισμένοι η εγκατέλειπαν την εργασία που με κόπο και πολύ μεράκι είχαν μοχθήσει. Και ο ίδιος ο Αναστάσης δεν πέρασε λίγα . Έζησε ένα χειμώνα δίχως ρεύμα και μέσα στο παγωμένο δυάρι
Μια νύχτα άγρυπνος και με ταχυκαρδίες που βαρούσαν τον τοίχο πήρε την απόφαση της αποδημίας του με τον τρόπο που αυτός με το μυαλό του θα κατάστρωνε. Λοιπόν, θα έφευγε όρθιος (άλλωστε δεν θα μπορούσε ποτέ σύνταξη να πάρει) κρατώντας το καλεμάκι της σφυρηλάτησης των αντικειμένων, στην παλάμη του
Σκεφτόταν ότι μια τέτοια στιγμή θα ορμούσε από την πόρτα η αστραπή από τ απέραντο.  Θα τον αγκάλιαζε και ανεβαίνοντας στα ουράνια θα τον αποχαιρετούσαν, σφυράκια καλέμια, πένσες, κολλητήρια και τα φλόγιστρα θα ρίχναν πυροτεχνήματα
Ναι, ναι Έτσι θα φευγε Την είχε φάει τη ζωή με το κουτάλι και τ άδικο με το πηρούνι
Στο χάος του στερεώματος ζωγραφίζονταν τα παιδιά του-μεγάλα πιά-και οι οπτασίες από τις γυναίκες της ζωής τους.  Ακόμη και η Θάλεια Το κοριτσάκι στην Α δημοτικού που καθόταν στο διπλανό θρανίο ξεπρόβαλλε στην άβυσσο
Ναι Στον αποχαιρετισμό θα ήταν και η Θάλεια . Επιτρεπόταν στην οπτασία να μην είχε κοτσίδες Αλλα απαγορευόταν να μην ήταν όμορφη και δροσερή.

Ώσπου πλάκωσε η ζημιά με τον εστεμμένο ιό.
Έκλεισε το ρολό της πρόσοψης.
Άφησε μια χαραμάδα να ρχεται να βλέπει το εσωτερικό
Τις πρώτες μέρες αντί για βόλτα καθόταν στο απέναντι από το εργαστήριο του πεζούλι
Η φτώχεια σύντομα ξαναέβγαλε δόντια.
Θυμήθηκε ότι του έλειπε η ζάχαρη και τράβηξε στο Σούπερ Μάρκετ
Θα φτιαχνε καφέ και θα άκουγε τους γιατρούς του πλανήτη στην τηλεόραση μαζί με μουσική Μπαχ που ταίριαζε στην περίσταση, θα κλεινόταν για τα καλά
Να περάσει η θύελλα και να βγεί όταν επιτραπεί
Όπως έκαναν όλοι δλδ
Μπαίνει στο Σούπερ Μάρκετ, φορώντας το λευκό του πουκάμισο, για γούρι όπως έλεγε και κατευθύνεται στο κατάλληλο ράφι ώσπου βλέπει μπροστά του μια νεαρά τυλιγμένη στης γοητείας, την αχλύ
Αθελά του παραβιάζει την απόσταση και πριν κάνει ένα ακόμη βήμα τα μεγάφωνα σαν ρουφιάνοι τον καρφώνουν τσιριχτά:
«Ο κύριος με το λευκό πουκάμισο να περάσει στο ταμείο»
Τα χάνει Μένει ακίνητος και με κίνηση slow motion θυμίζοντας πελαργό προσπαθεί να ανιχνεύσει το ράφι με την ζάχαρη
Ξανά η σειρήνα η σκρόφα
«Ο ψηλός κύριος με το λευκό πουκάμισο που παραμένει ακίνητος, να περάσει στο ταμείο»
Αλαφιάζεται Τον κοιτάνε περίπου ως ύποπτο ιού όλοι, αγκαλιάζει ένα πακέτο τσιπς για να μη δώσει λόγο στο ταμείο, που μόλις πλησίασε, η μασκοφορούσα υπάλληλος τον μαλώνει γλυκά «Αχ είστε ηλικιωμένος θέλετε να κολλήσετε τον ιό;;»
Επιστρέφει δίχως ζάχαρη Στο μπρίκι ο καφές σκέτο φαρμάκι Στην οθόνη οι γιατροί
Βάζει Μπαχ και χώνεται στο φεις ………..
Τα χάνει
100 και βάλε μηνύματα Τα μισά του λέγανε ότι θα τον κλείσουνε για πάντα μέσα τ άλλα μισά του λέγανε τις βιταμίνες που θα τον σώσουν
Ανοίγει το βαζάκι με το μέλι κινίνο ο καφές με το μέλι θα συνέλθει
Πέφτει το μάτι του σε μήνυμα εμπιστευτικό ότι το μέλι γλυκαίνει τον ιό επομένως δεν κάνει καλό…
Παρατάει το βαζάκι και ψάχνει κάποια παλιά λουκούμια που είχε φυλάξει
Ανοίγει τα μειλς
Οι μισοί του μιλούσαν με εμβατήρια του εμφυλίου και με αντάρτικα
Οι άλλοι μισοί ανέλυαν δευτερολογώντας τους γιατρούς και τους υπεύθυνους
Προτάσεις για μάσκες και ίσως και ο αέρας μεταφέρει τον ιό και επομένως να κρατά τους πάντες μακριά επειδή όλα τα πράγματα και όλο το περιβάλλον κολλούν τον ιό
Πέρασε μια νύχτα εφιάλτη
Ή όπου να ναι θα μπουκάρουν οι μπάτσοι και θα βαράνε στα σπίτια
Ή όπου να ναι θα μπει από την πόρτα ο ιός
Ξυπνάει φουρκισμένος φτιάχνει το πρωινό φαρμάκι
Τρίβει μια φρυγανιά Βγάζει την γάτα από την πόρτα της κουζίνας να βγεί βόλτα
Αυθόρμητα την λέει σκρόφα για την τύχη της να ναι γάτα
………..και διαπράττει το ολέθριο λάθος να ανακοινώσει στο διαδίκτυο ότι δεν φοβάται, εντάξει θα πάρει μέτρα άλλωστε και δεν φοβάται για τα τανκς που θαρθούν γιατί εάν μας πατήσουν όλους δεν θα μας κλάψει και κανείς……..
Είχε νυχτώσει για τα καλά
Μέτρησε ότι είναι φασίστας και δε ξέρει τι του γίνεται 45 φορές
Ότι είναι ηλίθιος 52
Οτι είναι γεροξεκούτης 30
Και μέτρησε πάμπολλες καρδούλες από όσους συμφωνούσαν σεμνά και ταπεινά
Την άλλη μέρα βολτάρησε στην άδεια πόλη Έγραψε ότι του άρεσε
Τον έβρισαν μισάνθρωπο
Διευκρίνησε ότι μέσα στον χαμό τη στιγμή που είμαστε απ’ ότι φαίνεται καλ, η άδεια πόλη είναι μια άλλη εικαστική οπτική και
προτείνει 1 μέρα το χρόνο από εδώ και μπρος να μένουμε όλοι μέσα και να κοιτάζουμε την άδεια πόλη
Τον ξαναείπαν φασίστα Αυτόν που υπηρέτησε την θητεία του στην μαύρη Χούντα και οργάνωσε σε αντιδικτατορικό αγώνα τον μισό λόχο
Το κλεισε το φεις
Θα παιζε παιχνίδια
Οι μέρες κυλούσαν δύσκολα, μασώντας πέτρες οι λεπτοδείχτες Ο Αναστάσης ζούσε μόνος του και στα τηλέφωνα γνωστών και φίλων που κτυπούσαν ξεκίνησε την αντεπίθεση στην σχιζοφρένεια που είχε σαν μάστιγα βλάψει σχεδόν το σύνολο
Μια τυπική συνομιλία του ήταν περίπου με αυτές τις λέξεις:
«Ακου, θα πεθάνω όπως ΕΓΩ θέλω και δεν θα με πεθάνετε εσείς όπως θέλετε»
Και συνέχισε
«Ξεκρέμασε το μυαλό σου στ άρπαξε ο κόκορας της πόλης και άμε να μιλήσουμε σα δυο φίλοι γκαρδιακοί μόλις ανοίξει το μαγαζί»
Ντουπ…………το ακουστικό
Ο Αναστάσης λάτρης την ετυμολογίας των λέξεων, κατέγραψε 650 λέξεις με το έτυμον στην παρένθεση……….

ΠΗΓΗ: https://ipolizei.gr/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.