Σπύρος Καρύδης

Με αφορμή την ανάγνωση του βιβλίου του ιταλού ψυχαναλυτή Luigi Zoja, Ο θάνατος του πλησίον, εκδόσεις Ίταμος, Αθήνα 2011.

Η εντολή
Αγάπα τον Θεό και τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου, είναι η διπλή εντολή πάνω στην οποία στηρίζεται η χριστιανική κοινωνία. Στην Παλαιά Διαθήκη η εντολή αφορούσε τους πιστούς του Γιαχβέ, όχι τους άλλους λαούς. Ο νεωτερισμός του χριστιανισμού ήταν ότι μετέτρεψε σε πλησίον τον καθένα, πάντα όμως μέσα στα όρια της σημασία της λέξης «πλησίον» που σημαίνει ακριβώς το πρόσωπο που βλέπεις, αισθάνεσαι, μπορείς να αγγίξεις. Για αιώνες ο ιουδαιοχριστιανικός κόσμος στηρίχθηκε πάνω σε αυτούς τους δύο πυλώνες.

Στο τέλος του 19ου αιώνα ο Νίτσε ανήγγειλε τον θάνατο του Θεού, τονίζοντας με τον τρόπο αυτό ότι «ο Θεός δεν ήταν πλέον αναγκαίος για την εξήγηση των κοινωνικών, οικογενειακών και πολιτικών σχέσεων, για τις εκφράσεις της τέχνης και της γνώσης, δηλαδή για τη ζωή». Πράγματι, τον 20ό και τον 21ο αιώνα αδυνατούμε να περιγράψουμε μια κοινωνία χωρίς να μιλήσουμε για οικονομία, αντίθετα μπορούμε να εξηγήσουμε την ίδια κοινωνία χωρίς να κάνουμε αναδρομή σε Θεό και πλησίον. Με το πέρασμα από τον 20ό στον 21ο αιώνα, ο Zoja θεωρεί πως έπεσε και ο δεύτερος πυλώνας της εντολής. Παλιότερα η γειτνίαση των ανθρώπων ήταν ουσιαστική. Τώρα δεσπόζει η απόσταση, η έμμεση σχέση. Η διεύρυνση των διαστάσεων του κόσμου μας κατέστησε όλο και πιο προβληματικό το να γνωρίζει κανείς ποιος είναι πραγματικά ο πλησίον. Ο άνθρωπος αισθάνεται όλο και περισσότερο τριγυρισμένος από ξένους. Με τον τρόπο αυτό η εντολή κενώνεται, αφού δεν υπάρχει πλέον κανένας «πλησίον» να αγαπήσουμε. Κατά τον Zoja, μετά τον θάνατο του Θεού, ο θάνατος του πλησίον είναι η εξαφάνιση της δεύτερης θεμελιώδους σχέσης του ανθρώπου. Ο άνθρωπος πέφτει σε θεμελιώδη μοναξιά. Είναι ένα ορφανό χωρίς προηγούμενο στην ιστορία: κάθετα –πέθανε ο ουράνιος γεννήτοράς του- και οριζόντια, πέθανε εκείνος που ήταν κοντά του. Είναι ορφανός, όπου και αν στρέψει το βλέμμα.


Οι αποστάσεις

Η αλλοτριωμένη ζωή στις μεγαλουπόλεις, με τη συνάντηση πλήθους νέων προσώπων στις καθημερινές μετακινήσεις, ο αριθμός των οποίων διογκώνεται υπέρμετρα αν προστεθούν και εκείνα που μέσω της τηλεόρασης εισβάλλουν στην ζωή μας, αυξάνει την απόσταση. Ο άνθρωπος αδυνατεί να δημιουργήσει σχέσεις με όσους φευγαλέα συναντά στον δρόμο του. Το πλήθος των άγνωστων προσώπων δεν συνιστούν μοντέλα-πρότυπα, δεν ενεργοποιούν την έμφυτη ικανότητα της μίμησης ως πηγή εκμάθησης. Ο άνθρωπος μέσα στη μάζα νοιώθει μόνος, καλύτερα επιδιώκει τη μοναξιά. Η αδιάκοπη εισβολή του άλλου καθιστά την αποφυγή του αναγκαία συνθήκη για την επιβίωση.

Ο καταιγισμός των ειδήσεων και η γιγάντωσή τους από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δημιουργούν πλασματική εικόνα της πραγματικότητας. Όλα οδηγούν στο άγχος και στη δυσπιστία προς τον πλησίον, με συνέπεια οι άνθρωποι να αναζητούν την απόσταση. Η δυσπιστία διαπερνά τον ιδιωτικό χώρο. Χάνεται η γειτονιά. Η γνωριμία με τον γείτονα γίνεται όλο και πιο δύσκολη ή θεωρείται όλο και πιο επικίνδυνη.

Η χρήση της τεχνολογίας μεγαλώνει επίσης τις αποστάσεις. Τα βαγόνια των τραίνων κάποτε έσφυζαν από ζωή. Σήμερα είναι γεμάτα από ανθρώπινες μονάδες χωρίς καμιά μεταξύ τους επαφή. Πολλοί φορούν τα ακουστικά του iPod, άλλοι είναι σκυμμένοι στον υπολογιστή, άλλοι μιλούν ασταμάτητα στο κινητό, διακηρύττοντας τον πλούσιο συναισθηματικό τους κόσμο, ο οποίος είναι δοσμένος ολοκληρωτικά κάπου μακριά. Στα ταξίδια επίσης με το αεροπλάνο ο πλησίον δεν υπάρχει κυριολεκτικά. Προσφέρονται στον ταξιδιώτη όλο και περισσότερες ποσότητες περιοδικών, δυνατότητες ατομικών οθονών ή μουσικών επιλογών που συντελούν στο να μείνει άγνωστος ο υπαρκτός άνθρωπος που κάθεται δίπλα, τρόποι για να αποφευχθεί η επαφή των βλεμμάτων. Η τεχνική και η οικονομία τελειοποιούν τα προϊόντα, αλλά οι πρόοδοι χωρίζουν τους ανθρώπους συνεισφέροντας στην απομόνωση και στη στέρηση των αισθήσεων.

Ο βομβαρδισμός με εικόνες, από την τηλεόραση και τον υπολογιστή, οδηγούν στην καταστολή των φυσικών αντιδράσεων, της εγρήγορσης, του φόβου και του ενδιαφέροντος, αμβλύνοντας τα αισθήματα εμπρός στις πραγματικές εικόνες. Η συνήθεια να συναντούμε εικόνες μη αληθινές καθιστά φυσιολογικό να μην νιώθουμε αισθήματα μπροστά στις αληθινές. Σήμερα η όραση και η αφή δεν σημαίνουν τίποτε. Κρατώντας έναν μοχλό μπορεί κανείς να προκαλέσει αφόρητο πόνο, χωρίς να νιώθει τίποτε από τη συμφορά εκείνου που υποφέρει. Με την παρεμβολή της τεχνολογίας η σωματική αίσθηση και η ενστικτώδης συμπόνοια, βάση της κοινωνικής συμπεριφοράς με την ενεργοποίηση των αντικατοπτρικών μας νευρώνων, δεν συντονίζονται πια.

Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια συνηθίζουν τον χρήστη στην αδιάκοπη διέγερση σε βάρος του αισθήματος συμμετοχής. Εικονική πραγματικότητα, έλλειψη ηθικών ενδοιασμών, εμπορική πίεση για όλο και μεγαλύτερη διέγερση, εθισμός στις ωμές εικόνες και στην δίχως όρια βία αποτελούν όρους που χαρακτηρίζουν τον χώρο. Επιπλέον η δυνατότητα εγγραφής και ανάρτησης εικόνων στο διαδίκτυο τροφοδοτεί την ηδονοβλεψία της βίας. Το cyberbulling και το happy slapping (λήψη με κινητό μιας επίθεσης σχεδιασμένης για να απεικονισθεί), αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα, ενώ στο αποκορύφωμα βρίσκονται τα snuff films (λήψη πραγματικών θανάτων), όσο και αν πολλοί τα κατατάσουν στην κατηγορία των μύθων.

Στην αύξηση της απόστασης θα μπορούσε να προστεθεί η αλλοτρίωση στον χώρο εργασίας, η οποία είναι παρούσα όχι μόνον στον εργάτη, λόγω της μη κατοχής των μέσων παραγωγής και της αυξανόμενης εξειδίκευσης, αλλά και στον κεφαλαιοκράτη και στον επιχειρηματία, οι οποίοι όντας όλο και πιο μακριά από την ανθρώπινη εργασία είναι όλο και πιο μακριά από τον σεβασμό προς τους ανθρώπους.

Σημαντικός επίσης παράγοντας είναι η μετανάστευση. Οι μετανάστες φτάνουν από τη θάλασσα σε πλεούμενα που είναι στην ουσία ναυάγια. Η Δύση βλέπει το διογκούμενο αυτό ρεύμα ως εισβολή και φτιάχνει τείχη για να την αντιμετωπίσει, για να κλείσει έξω από το χώρο της τη φτώχεια. Τα τείχη είναι μια ακόμη εισφορά στη διαγραφή του πλησίον. Η ζωή των μεταναστών λίγο έως ελάχιστα ενδιαφέρει κάποιον. Για μερικούς θανάτους έχουμε μεγαλύτερη επίγνωση. Άλλοι περνούν σχεδόν απαρατήρητοι, όπως εκείνοι των μεταναστών, που βλέπουμε να χάνονται στα νερά της Μεσογείου χωρίς να μας διασπούν, χωρίς να μας κάνουν να αγανακτούμε, χωρίς να μας κάνουν να υποφέρουμε. Ο μετανάστης είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος μιας κοινωνίας η οποία ανακαλύπτει ξανά την έννοια του εξοβελισμού και την καλλιεργεί τεχνηέντως ακόμη και μέσα από τα τηλεοπτικά θεάματα, όπως για παράδειγμα τον Μεγάλο Αδελφό και τον Αδύναμο Κρίκο.

Η προσέγγιση

Σε κάθε τόπο και σε κάθε εποχή η απόσταση υπήρξε εμπόδιο στην αγάπη, η οποία απαιτεί την εγγύτητα που τη ζωογονεί. Είναι στη φύση μας η σύναψη σχέσεων, η αναζήτηση της επαφής με τον κοντινό μας. Τα νέα τεχνολογικά μέσα, σε μια άλλη εκδοχή τους, έρχονται ακριβώς να αντιστρέψουν το κλίμα που περιγράψαμε προηγουμένως, να καλύψουν τις αποστάσεις και να ενισχύσουν τις διαπροσωπικές σχέσεις. Ο Zoja συμφωνεί ότι με τα blogs, με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. facebook) και με την εικονικότητα των συναντήσεων στο Internet, έχει σταματήσει η απομάκρυνση από τον άλλο που χαρακτήρισε τον 20ό αιώνα. Σήμερα τα μέσα επικοινωνίας εκμηδενίζουν τις αποστάσεις. Οι σχέσεις μεταξύ προσώπων που βρίσκονται μακριά το ένα από το άλλο αναζωογονούνται, τα μεταξύ τους εμπόδια αίρονται, κάποιες από τις αισθήσεις ενεργοποιούνται ξανά. Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, η αλληλεγγύη με τα μακρινά πρόσωπα ευνοείται. Τα νέα τεχνολογικά μέσα καθιστούν όλο και πιο μικρό τον κόσμο, φέρνοντας μέσα στα σπίτια μας τις εικόνες του πόνου και της κακοπάθειας από όλα τα σημεία του κόσμου. Εκείνο που αξίζει τη συμπάθειά μας και θα απαιτούσε την αγάπη μας είναι όλο και πιο προφανές, αλλά συγχρόνως παραμένει μακρινό, γι’ αυτό και αφηρημένο. Η νέα αυτή οικειότητα λαμβάνει συχνά μορφές συγκεχυμένες και σε αρκετές περιπτώσεις στρεβλωμένες, αφού η απόσταση αίρεται μόνον εικονικά και παραμένει σε όλη την τραγικότητά της η αισθητηριακή στέρηση του πλησίον. Παράλληλα βρίσκεται σε εξέλιξη το φαινόμενο της ποινικοποίησης των σχέσεων εκείνων που αναπτύσσονται ανάμεσα σε όσους ζουν στην ίδια πόλη, στον ίδιο δρόμο, στο ίδιο σπίτι. Το πρόβλημα είναι πως όσο φέρνουμε πιο κοντά τον μακρινό, τόσο απομακρύνεται ο κοντινός μας, αυτός που κυριολεκτικά είναι πλησίον μας. Για να μη μιλήσω για εκείνον που εισβάλλει σε ό,τι θεωρούμε ως ζωτικό μας χώρο, αναζητώντας αλληλεγγύη που φαίνεται να είναι όλο και λιγότερο δυνατή.

Όλα δείχνουν πως δεν είναι μόνον η απόσταση ή η έλλειψη επαφής μέσω των αισθήσεων που οδηγεί στο «θάνατο» του πλησίον, αλλά μαζί με αυτήν είναι και η δυσπιστία που εισχώρησε και κυβερνά τις ζωές μας. Η πρώτη θέτει επιτακτικά το πρόβλημα της θεμελίωσης μιας ηθικής της εγγύτητας και συγχρόνως μιας ηθικής της απόστασης και απαιτεί σκέψη όλο και πιο αφηρημένη, πιο πολύπλοκη. Η δεύτερη, η οποία μετατράπηκε σιγά σιγά σε πλήρη έλλειψη εμπιστοσύνης του άλλου, απαιτεί την έξοδό μας από την «ασφάλεια» του ατομικιστικού μας καβουκιού, και τη συνάντηση με τον άλλο, γιατί μόνον στη σχέση μας, στην επικοινωνία μας, με τον άλλο βρίσκουμε την πραγματική μας ταυτότητα.

Η αγάπη προς τον πλησίον δεν είναι ένα συναίσθημα. Είναι το να ψάχνεις, να θέλεις και να επιδιώκεις συνεχώς το καλό του άλλου. Ο πλησίον πεθαίνει όταν τον θανατώνουμε μέσα μας.

Το εικαστικό έργο που πλαισιώνει τη σελίδα είναι δημιουργία του Θόδωρου Μανωλίδη.
http://antifono.gr/