Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα και δεν φαίνεται πως μπορεί να λυθούν, έχουν φέρει στην επιφάνεια τα
αντίστοιχα της Ευρωζώνης, τα οποία περιγράφονται με δύο «τριλήμματα» - όπου
με την έννοια «τρίλημμα» αναφέρεται κανείς σε τρεις διαφορετικούς στόχους, εκ
των οποίων μόνο οι δύο μπορούν να επιτευχθούν ταυτόχρονα (λεπτομέρειες). Είναι δε τα παρακάτω:
.
Το οικονομικό
τρίλημμα (Mundell-Fleming-model)
Εν προκειμένω, οι τρεις
διαφορετικοί στόχοι είναι οι εξής: (α) Μία ανεξάρτητη νομισματική πολιτική, η
οποία να προσανατολίζεται στις εσωτερικές ανάγκες της χώρας – γεγονός που
σημαίνει ότι, θα πρέπει αφενός μεν να εμποδίζει τον πληθωρισμό, αφετέρου να
καταπολεμάει την οφειλόμενη στο ρυθμό ανάπτυξης αποπληθωριστική ανεργία,
(β) Η ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων και (γ) οι σταθερές συναλλαγματικές
ισοτιμίες. Αναλυτικότερα τα παρακάτω:
(α) Ο πρώτος στόχος δεν
επιτυγχάνεται μαζί με το δεύτερο και τον τρίτο: Ειδικότερα, εάν μία χώρα
συνδέσει την ισοτιμία του νομίσματος της με μία άλλη, επιτρέποντας ταυτόχρονα
την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων, τότε είναι αδύνατη η ανεξάρτητη
νομισματική πολιτική εκ μέρους της.
Η αιτία είναι το ότι εάν, για
παράδειγμα, η χώρα αύξανε τα βασικά της επιτόκια, έστω για να καταπολεμήσει τον
πληθωρισμό, τότε οι εισροές κεφαλαίων λόγω των υψηλότερων επιτοκίων θα
οδηγούσαν στην ανατίμηση του νομίσματος της. Για να διατηρήσει λοιπόν τη
σύνδεση της ισοτιμίας του νομίσματος της, είναι υποχρεωμένη να εφαρμόζει την
ίδια ακριβώς νομισματική πολιτική, την οποία έχει υιοθετήσει η χώρα με την
οποία έχει συνδέσει το νόμισμα της – γεγονός που επεξηγεί γιατί η Αργεντινή
χρεοκόπησε, συνδέοντας το νόμισμα της με το δολάριο, οπότε με την πολιτική της Fed.
(β) Ο δεύτερος στόχος, δεν
μπορεί να εφαρμοσθεί μαζί με τον πρώτο και τον τρίτο: Στην προκειμένη
περίπτωση, ο μοναδικός τρόπος για να διατηρεί μία χώρα μία ανεξάρτητη
νομισματική πολιτική, ταυτόχρονα με τη σύνδεση του νομίσματος της, είναι η
απαγόρευση της ελεύθερης διακίνησης των κεφαλαίων.
Εύλογα λοιπόν, εάν αύξανε τα
επιτόκια της δεν θα ακολουθούσαν εισροές κεφαλαίων που θα την υποχρέωναν στην
ανατίμηση του νομίσματος της, αφού θα απαγορευόταν – ενώ κάτι ανάλογο θα
συνέβαινε και με τη μείωση των επιτοκίων, όπου θα σημειώνονταν μαζικές εκροές
κεφαλαίων προς τις χώρες με υψηλότερα επιτόκια, εάν δεν τις απαγόρευε.
(γ) Ο τρίτος στόχος, δεν μπορεί να
επιτευχθεί ταυτόχρονα με τον πρώτο και το δεύτερο: Η
ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων μπορεί τότε μόνο να συνδυαστεί με μία
ανεξάρτητη νομισματική πολιτική, όταν η ισοτιμία του νομίσματος κυμαίνεται
ελεύθερα, με βάση την αγορά – οπότε μόνο όταν δεν είναι συνδεδεμένο το νόμισμα
με κάποιο άλλο. Προφανώς εδώ η ανατίμηση του νομίσματος από τις εισροές ή η
υποτίμηση του από τις εκροές δεν θα εμποδιζόταν από τη σταθερή ισοτιμία
του.
Περαιτέρω, σε σχέση με την
Ευρωζώνη, η κατάργηση των εθνικών νομισμάτων, με την υιοθέτηση του ευρώ,
αποτελεί τον πλέον ριζοσπαστικό τύπο της σύνδεσης ενός νομίσματος με κάποιο
άλλο – ενώ την ίδια στιγμή είναι ελεύθερη η διακίνηση των κεφαλαίων στην κοινή
οικονομική περιοχή, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η εφαρμογή μίας
νομισματικής πολιτικής, προσαρμοσμένης στις εσωτερικές ανάγκες των
κρατών-μελών.
Εάν θα ήθελε κανείς τώρα να
εμποδίσει τις φυγόκεντρες οικονομικές
εξελίξεις εντός της νομισματικής ένωσης, θα έπρεπε να
υιοθετήσει μία δημοσιονομική πολιτική, η οποία να εξισορροπεί την έλλειψη της
νομισματικής πολιτικής – έναν χρηματοοικονομικό μηχανισμό λοιπόν, ο οποίος
θα ήταν υπερεθνικός, για όλες τις χώρες ο ίδιος δηλαδή, όπως ακριβώς η
νομισματική πολιτική.
Επομένως, θα ήταν απαραίτητη η
ομοσπονδιακή ένωση της Ευρωζώνης, όπως η αντίστοιχη της Γερμανίας – όπου τα
ελλείμματα του Βερολίνου καλύπτονται, για παράδειγμα, από τα πλεονάσματα του
Μονάχου (transfer union). Κάτι τέτοιο
όμως απαιτεί την πολιτική και οικονομική ένωση των χωρών της Ευρωζώνης, τις
Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης – ενδεχόμενο που οδηγεί στο δεύτερο τρίλημμα.
.
Το πολιτικό τρίλημμα
Το δεύτερο αυτό τρίλημμα, το
οποίο έχει περιγραφεί από έναν οικονομολόγο (πηγή), έχει τους εξής τρεις στόχους, οι οποίοι είναι ανάλογα ασύμβατοι: (α) Μία
βαθιά οικονομική ένωση πολλών χωρών, η οποία αναφέρεται ως υπέρ-παγκοσμιοποίηση
(α) Τη Δημοκρατία και (γ) Μία πολιτική που προσανατολίζεται στα
ενδιαφέροντα/συμφέροντα ενός εθνικού κράτους.
(α) Ο πρώτος στόχος δεν
επιτυγχάνεται ταυτόχρονα με τον δεύτερο και τον τρίτο: Η βαθιά οικονομική
ένωση σημαίνει πως οι κανόνες, οι ρυθμίσεις, καθώς επίσης οι νόμοι μίας χώρας
δεν πρέπει να εμποδίζουν τον ανταγωνισμό των κινητών συντελεστών παραγωγής,
όπως είναι το κεφάλαιο και οι εργαζόμενοι – ενώ είναι υποχρεωτικό το πλήρες
άνοιγμα των αγορών.
Κάτι τέτοιο περιορίζει όμως
αναγκαστικά την ισχύ των δημοκρατικών διαδικασιών εντός ενός εθνικού κράτους –
αφού οι επιχειρήσεις, οι απασχολούμενοι, ακόμη και τα περιουσιακά τους
στοιχεία, μπορούν να αποφεύγουν τους κανόνες που τοποθετούνται μετά από
εθνικές δημοκρατικές αποφάσεις (διαφεύγοντας στο εξωτερικό κλπ.),
προκαλώντας δυσκολίες στη χώρα τους.
(β) Ο δεύτερος στόχος δεν εφαρμόζεται
μαζί με τον πρώτο και τον τρίτο: Είναι προφανές ότι,
τα εθνικά συμφέροντα, δεν συμβαδίζουν με τη Δημοκρατία, σε ένα πλαίσιο
εξελιγμένης οικονομικής παγκοσμιοποίησης.
(γ) Ο τρίτος στόχος είναι αδύνατος,
μαζί με τον πρώτο και το δεύτερο: Η βαθιά οικονομική
ένωση, η υπέρ-παγκοσμιοποίηση δηλαδή, μπορεί τότε μόνο να «συμβαδίσει» με τη
Δημοκρατία, όταν και η Δημοκρατία παγκοσμιοποιείται – γεγονός που σημαίνει ότι,
οι δημοκρατικές διαδικασίες θα καθορίζουν τους κανόνες σε υπερεθνικό επίπεδο
και όχι σε εθνικό.
Περαιτέρω, το πολιτικό
τρίλημμα επιλύθηκε μέχρι σήμερα στην Ευρωζώνη, με την κατάργηση της Δημοκρατίας
στο σημαντικότερο πολιτικό τομέα: στη νομισματική πολιτική, η οποία
καθορίζεται δικτατορικά από την ΕΚΤ. Επομένως από μη εκλεγμένους τεχνοκράτες, οι οποίοι ενεργούν χωρίς τον
έλεγχο καμίας εκλεγμένης κυβέρνησης (άρθρο).
Εν τούτοις, η εξέλιξη προς την κατεύθυνση
μίας «μεταβιβαστικής ένωσης» (transfer union), σε συνδυασμό με μία βαθιά οικονομική και πολιτική ενοποίηση της
Ευρωζώνης, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί, πόσο μάλλον να διατηρηθεί, χωρίς
τη δημοκρατική νομιμοποίηση της – κάτι που ήδη διαφαίνεται πολύ καθαρά, με
τη συνεχή αύξηση των φυγόκεντρων δυνάμεων εντός της.
.
Συμπέρασμα
Για να μπορέσουν να λειτουργήσουν
οι «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», θα έπρεπε να υπάρξει εν πρώτοις μία μαζική δημοκρατική συμμετοχή
όλων, σε όλα τα επίπεδα των ευρωπαϊκών Θεσμών - αμέσως μετά, να σέβονται οι
Ευρωπαίοι Πολίτες αυτούς τους Θεσμούς περισσότερο από τους εκάστοτε εθνικούς
τους, να τους δίνουν δηλαδή μεγαλύτερη βαρύτητα.
Όπως φαίνεται τώρα, οι
πρόσφατες αποφάσεις των Ευρωπαίων πολιτικών είναι προς την κατεύθυνση της
δημιουργίας μίας «μεταβιβαστικής ένωσης» (transfer union) - η οποία θα έλυνε το οικονομικό τρίλημμα.
Το πολιτικό τρίλημμα παραμένει
όμως άλυτο – μεταξύ άλλων, επειδή η Ευρωζώνη συνολικά σημαίνει πολύ λιγότερα
για τους Ευρωπαίους Πολίτες, από το εκάστοτε κράτος τους. Το γεγονός αυτό
τεκμηριώνεται καθημερινά, σε πολλές χώρες – ιδίως από τη σύγκρουση της
Γερμανίας με την Ελλάδα.
Όσον αφορά δε τη δημοκρατική
συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα των Θεσμών της νομισματικής ένωσης, δεν φαίνεται να
γίνεται αποδεκτή από τις ισχυρές χώρες – ιδίως από τη Γερμανία, πρόθεση της
οποίας δεν είναι οι δημοκρατικές «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», αλλά ένα τέταρτο Ράιχ, όπου ενδεχομένως θα προηγηθεί μία Ευρώπη δύο ταχυτήτων, χωρισμένη σε
σκλάβους χρέους (ευρωπαϊκός νότος) και αυλικούς (ευρωπαϊκός βοράς).
Μοναδική λύση λοιπόν συνεχίζει να
είναι η επιστροφή όλων των χωρών από κοινού στην αφετηρία – στην προ ευρώ
εποχή δηλαδή (ανάλυση), έτσι ώστε να αποφευχθούν οι προβλεπόμενες μεγάλες συγκρούσεις. Εάν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, πόσο μάλλον εάν δημιουργηθεί το οικονομικό ΝΑΤΟ ερήμην των Πολιτών, θα γίνουν όλοι οι Ευρωπαίοι Πολίτες άβουλοι σκλάβοι της ελίτ – χωρίς κανένα «πολιτικό δικαίωμα».
Ιάκωβος Ιωάννου
αναδημοσίευση απο το
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.