Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Ο Αλέξανδρος ο Διαμάντης έκανε παπάδες!

από Στέλιος Κούκος



1). Ο Αλέξανδρος ο Διαμάντης οδηγίες χρήσεως


Και να ο Αλέξανδρος Διαμάντης!

Το υπερπολύτιμο, αυτοφυές ελληνικό πέτρωμα το διά μεστού και πεποικιλμένου ποιητικού λόγου συμφυρμένου.

Και ήδη από την αναφορά στην ακριβή πέτρα αρχίζουν να αναδύονται λαμπρές όψεις, κατόψεις και φλόγες αιώνων, ακριβά γούστα μετ’ ευτελείας προσαγόμενα ως λαϊκές υποθέσεις εργασίας, ενίοτε και ως μικροόπερες, μελωδίες που σε κατακλύζουν και συ πρέπει να παραδοθείς στις γραμμές, στους ήχους και στους ρυθμούς τους, αρώματα από μια φύση σε ένταση – έξαρση, χρώματα πανηγυρικά, ανθίβολα μιας άλλης εικόνας, μιας πλήρους βεβαίας υπόσχεσης.

Μια διαμαντόπετρα λόγου, μελωδικότερη από κάθε κυλιόμενου λίθο (Rolling Stone), πάντα επίκαιρη, αποκαλυπτική της ανθρώπινης ψυχής και φύσης -του καλού, του κακού και του ανάμεσά τους, αλλά και των αντιφάσεων της. Πάντα, ως ένας στενός δεσμός, σύνδεσμος με την ζωή και τον κόσμο, αφού ετάχθη να τον υπομνηματίζει, να τον φανερώνει ως μοναδικός και ιδιαίτερος φίλος του κάλλους! Ότι το κάλλος φανερώνει τον όλο κόσμο. (Ταυτολογία θα μου πείτε)!

Ο Αλέξανδρος ο Διαμάντης βρίσκετια πάντα παρών και πάντα ανάμεσά μας ως καλλιτέχνης του λόγου ηδύμολπος, δηλαδή γλυκός ψάλτης, που διατύπωσε ένα ψηφιδωτό, σπονδυλωτό, όραμα, γιατί όχι πανόραμα, του ελληνικού τρόπου, ένα ιδιότυπο ευαίσθητο μανιφέστο ακραιφνών χαρακτηριστικών της προβληματικής του παραδεδομένου μας τρόπου. Μια μοναδική γλωσσική, ποιητική, μελωδική, ζωγραφική, στοχαστική προσέγγιση που φανερώνει συνάμα όλα τα αρώματα που εν τέλει θεραπεύουν τον πάνυ ακριβό ψυχικό μας κόσμο.

Γι’ αυτό επελέγη και ως καταφυγή!

Και εκεί αρχίζει το πανηγύρι! Όταν του ανοίξεις και του δώσεις τόπο να καθίσει, να φιλοξενηθεί, να ξεναγηθεί, μουσαφίρης και ξένος μέσα σου και ξενίας, φιλοξενίας ευεργετημένος ο ίδιος, πάρει το θάρρος -το κουράγιο θα έλεγα γιατί είναι σεμνός- θα σου πει και ένα τραγούδι παραπάνω. Νέο και ειδικά για σένα. Μέσα σου τότε ρέουν μελωδικές θέσεις, νότες, ήχοι οι λέξεις του, οι πρωτόγνωροι ρυθμοί των χορών του, το αχειροποίητο ποιητικό κείμενο που γίνεται ψυχής μπάλωμα και ανακαινισμός κι ας έχεις ήδη βουρκώσει, κι ας έχεις πλαντάξει στο κλάμα -ιδιωτικά και εν μέσω πολλών- και έχεις ταυτιστεί με τον κόσμο! Ένας κόσμος και εσύ! (Ταυτολογία θα μου πείτε);

Και να η χρήση του Αλέξανδρου Διαμάντη!

Οδηγίες δόθηκαν! Ξενία, φιλοξενία, αλλά να και οι σημαντικότερες:

«- Άσπρο σινδόνι… να μας ασπρίση όλους στο μάτι του Θεού… ν’ ασπρίσουν τα σωθικά μας… να μην έχουμε κακή καρδιά μέσα μας.

Εφαντάζετο αμυδρώς μίαν εικόνα, μίαν οπτασίαν, εν ξυπνητόν όνειρον. Ωσάν η χιών να ισοπεδώση και ν’ ασπρίση όλα τα πράγματα, όλας τας αμαρτίας, όλα τα περασμένα: Το καράβι, την θάλασσαν, τα ψηλά καπέλα, τα ωρολόγια, τας αλύσεις τας χρυσάς και τας αλύσεις τας σιδηράς, τας πόρνας της Μασσαλίας, την ασωτίαν, την δυστυχίαν, τα ναυάγια, να τα σκεπάση, να τα εξαγνίση, να τα σαβανώση, διά να μη παρασταθούν όλα γυμνά και τετραχηλισμένα, και ως εξ οργίων και φραγκικών χορών εξερχόμενα, εις το όμμα του Κριτού, του Παλαιού Ημερών, του Τρισαγίου. Ν’ ασπρίση και να σαβανώση τον δρομίσκον τον μακρόν και τον στενόν με την κατεβασιάν του και με την δυσωδίαν του, και τον οικίσκον τον παλαιόν και καταρρέοντα, και την πατατούκαν την λερήν και κουρελιασμένην: Να σαβανώση και να σκεπάση την γειτόνισσαν την πολυλογού και ψεύτραν, και τον χειρόμυλόν της, και την φιλοφροσύνην της, την ψευτοπολιτικήν της, την φλυαρίαν της, και το γυάλισμά της, το βερνίκι και το κοκκινάδι της, και το χαμόγελόν της, και τον άνδρα της, τα παιδιά της και το γαιδουράκι της: Όλα, όλα να τα καλύψη, να τα ασπρίση, να τα αγνίση»!

Διαβάζεται τονίζοντας την κάθε λέξη! «Τραυματίζοντας» την καρδιά για να επουλωθεί στην συνέχεια πανηγυρικά σε πλήρη και ανείπωτη ψυχική αγαλλίαση…

2. Ο Αλέξανδρος ο Διαμάντης έκανε παπάδες!

Και να ο Αλέξανδρος ο Διαμάντης! Τώρα μπορούμε να πούμε, να είμαστε σίγουροι πως η λάμψη του κόβει την ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας στα δύο. Πριν του παπα-Διαμάντη τον γιο και μετά. Και πόσο ωραία δένει τους προηγούμενους συγγραφείς με τον νέο κόσμο που ανοίγει. Και δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε, πως αποτελεί και τον ουσιαστικό γενάρχη του νέου ελληνικού λογοτεχνικού κόσμου. Ιδιαίτερα αυτού των πεζογράφων. Γιατί από τους ποιητές υπάρχει ο Κωνσταντίνος Καβάφης που αγαπούσε και εκτιμούσε τον Διαμάντη! Πώς να μην τον αγαπά!

Βεβαίως, εκτός από τον Διαμάντη υπάρχει και ένα άλλο ευγενές πέτρωμα. Ο Γεώργιος ο οποίος αναδύθηκε από τα χώματα της Βιζυής, αλλά αυτόν πέρασε πολύς καιρός για να τον εκτιμήσουν. Αδίκως και πολύ άδικα! Δεν ήξεραν ελληνικά γράμματα να τον διαβάσουν; Τι διάβαζαν και τι καταλάβαιναν; Όσο κατάλαβαν και τον Παπαδιαμάντη θα μου πείτε!

Άλλωστε μέχρι τότε η ασχολία τους ήταν να… στιλβώσουν, ποικιλοτρόπως, και με τον τρόπο του έκαστος, τον Διαμάντη! Στην ουσία να τον αποκαλύψουν πλήρως και να μας τον εμφανίσουν απαστράπτοντα. Και δος του να τον βαράνε και πάνω και κάτω από την… ζώνη και στην ουσία να τον λειαίνουν, να τον γυαλίζουν, να τον ομορφαίνουν!

Του χρειαζόταν; Ή έτσι κι αλλιώς απαντούσε και καλλιγραφούσε με το έργο του; Μάλλον!

Και όσον αφορά, τους άτυχους… εχθρούς του μοιάζουν με τους πρώτους αιρετικούς που «βοήθησαν» να διατυπωθεί η αλήθεια. Αχρείαστοι πάντως, ούτως ή άλλως, γιατί εν πολλοίς η έρις συνδέεται και με μοχθηρότητα. Αν και ο Διαμάντης δεν έδινε αφορμές για έριδες. Απαντήσεις, όμως, έδινε!

Και να ακόμη ένα κατόρθωμα του κουρελή, του χωριατόπαιδου, του μετοίκου στο κλεινόν άστυ, του αιώνιου φοιτητή που χωρίς να είναι εριστικός, εντούτοις γύρω από αυτόν και το έργο του δημιουργούνταν, αν δεν δημιουργούνται ακόμη έριδες!

Και σε επιπέδου εμφυλίου πολέμου! Ή και ποδοσφαιρικού τύπου, δηλαδή: με ποιον είσαι; Αν και δεν υπάρχει αντίπαλον δέος. Οπότε, με τον Διαμάντη ή απλά εναντίον του; Με τον Διαμάντη, λοιπόν, ή το χάος; Χαμός! Έχει και το χάος ηδονή, για να παραφράσουμε τον Άκη Πάνου. Και ιδιαίτερα ο χαμός!

Στην ουσία, όμως, το επίπεδο του Διαμάντη το προδιαγράφουν και οι συγγραφείς με τους οποίους τον εγκάλεσαν ότι «αντιγράφει» ή έστω τους φέρνει στην ελληνική με τον τρόπο του. Τους ομοιάζει! Τον Πόε, τον Δίκενς, τον Σαίξπηρ, τον Βερανζέ και ας προσθέσουμε εμβόλιμα και τον Ντοστογιέφσκι και ας μην τον αναφέρει ο Παπαδιαμάντης στην γνωστή απολογία του! Απέναντι σε όλους αυτούς θα απαντήσει: Είμαι ο εαυτός μου…

Και ας μην ήταν. Όλοι δέχονται δημιουργικές επιδράσεις από παντού. Και ο ίδιος τις επιδράσεις αυτές τις έκανε… αποδράσεις παπαδιαμαντικές και αμετάκλητα προσωποπαγείς δημιουργικές καταθέσεις, με πυρηνικές σχάσεις και αντιδράσεις μέσα σε πολλούς άλλους ομότεχνούς του πεζογράφους και ποιητές, αλλά και άλλων τεχνών οι οποίοι γράφουν ή εμφορούνται τόσο από το έργο του όσο από το πνεύμα, αλλά και το… στυλ του!

Ποιο στυλ του, δηλαδή; Την ασύμμετρη ασκητική του προσπάθεια να γράφει εν μέσω των ποικίλων κλυδωνισμών της ύπαρξης και εν προκειμένω γι’ αυτόν των βιοτικών. Το είπε και το έκανε! Έγινε συγγραφέας και μας το επέβαλε! Γινάτι ο άνθρωπος!

Αυτό ήταν το κέντρο της ύπαρξης του! Και μέσα σε όλες τις κακουχίες του το διαφύλαξε αυτό και τον διαφύλαξε. Ήξερε πολλαπλώς πως «ενός έστι χρεία». Και αυτό το χρειαζόταν για να δημιουργεί, ακόμη και να πρωτοτυπεί σε ποικίλα ήδη του λόγου που εκφράστηκε. Μυθιστόρημα, νουβέλα, διήγημα, ποίηση, αρθρογραφία, υμνογραφία…

Αυτή η βασιλική δρυς η οποία φύτρωσε στην Σκιάθο και ορθωνόταν σε περίοπτη θέση εν μέσω Αθηνών, δηλαδή στα πιο ταπεινά καπηλειά και τις τρώγλες και στο απόμερο «καθεδρικό» ξωκκλήσι του Αγίου Ελισσαίου, για να στέλνει το διαμαντένιο του φως προς πάσαν κατεύθυνση.

Και μάλιστα από κάτω προς τα πάνω σε μια περίεργη φωτοχυσία, όπως στην βυζαντινή ζωγραφική που το φως δεν προέρχεται από κάποια εξωτερική πηγή, αλλά μέσα από τα πρόσωπα. Και μόνον από τα πρόσωπα!

Ήξερε φαίνεται και αυτός, με την έννοια του πίστευε, όπως και ο Μακρυγιάννης, ότι οι άνθρωποι κάνουν τα φώτα και όχι τα φώτα τον άνθρωπο.

Και έτσι δεν ξιπαζόταν και δεν ήταν και κανένας ξετσίπωτος· και γι’ αυτό τιμούσε τον κόσμο που έζησε, που γνώρισε και μέσα από τις «επισκέψεις» και το άπλωμα του στην ελληνική περιπέτεια, στα κείμενα και την γλώσσα. Και όλα αυτά τα έκανε μεγάλα κείμενα και πεζογραφική ποίηση, σκέτη ποίηση, χωρίς να είναι κανένας πληκτικός αχθοφόρος της «παράδοσης», ένας ηθογράφος με την έννοια του λαογράφου, αλλά δημιουργικός, πρωτότυπος ξεχωριστός συγγραφέας. Εγκαινιάζοντας την ιδιαίτερη γλώσσα την οποία είχε ανάγκη για να εκφραστεί.

Αυτός, λοιπόν, ήταν ο αληθινός Διαμάντης: Ένας καλλιτέχνης, ένας δημιουργός ολκής που αγωνιούσε, ασφυκτιούσε για να εκφραστεί. Έτσι, όταν του χρειάστηκε έφτιαξε και γλώσσα. Την πλούσια παπαδιαμαντική διάλεκτο, θα λέγαμε! Και αυτό τον κάνει να ξεχωρίζει και πιστοποιεί την μεγαλοσύνη του. Η προσωπική έκφραση! Και δεν είναι θέμα επιλογής λέξεων.

Άλλωστε ο πνευματικός του κόσμος και η σκευή του δεν εξαντλούνται στις λέξεις, αλλά στα νοήματα που κουβαλούν και φέρουν το ειδικό βάρος και άλλων μεγάλων κειμένων. Με δυο λέξεις «έκανε παπάδες»! Όχι, βεβαίως, γιατί όπως αναφέρει ο ίδιος στο βιογραφικό του «Μικρός εζωγράφιζα Αγίους», αλλά με την έννοια που αναφέρει το λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών για την έκφραση αυτή: κάνει παπάδες (αργκό): (για πρόσ.) κάνει δύσκολα και εντυπωσιακά πράγματα και τα καταφέρνει άριστα!

Δεν νομίζεται;

Σαν σήμερα στα 1911 εκοιμήθη.

Αιωνία του η μνήμη!

(Απόσπασμα)

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Σκίτσο του Φώτη Κόντογλου.


ΠΗΓΗ:https://antifono.gr/o-alexandros-o-diamantis-ekane-papades/?fbclid=IwAR0RHYPMvArGXUiDK7tvPBcojyqRgLpoTf4KfuKz49pPGAvtUrqA2VutS3M
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.