Οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) παραμένουν πανταχού παρούσες στις ζωές των περισσότερων ανθρώπων (είτε αυτοί το συνειδητοποιούν είτε όχι).
Θα αποτελούσε, λοιπόν, αυτονόητη πράξη ο ενδελεχής έλεγχος των δραστηριοτήτων των ΜΚΟ, προκειμένου να διακριβωθεί η ακριβής πολιτική τους λειτουργία στο πλαίσιο της «δικής μας» νεοφιλελεύθερης τάξης πραγμάτων, ωστόσο αυτό κατά κανόνα δεν γίνεται. Προσπαθώντας να καλύψει αυτό το κενό δημόσιας διαβούλευσης, ο Issa Shivji, καθηγητής Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Dares Salaam (Τανζανία) υποστηρίζει ότι υφίσταται επείγουσα ανάγκη για μια τέτοια κριτική έρευνα στο πολύ χρήσιμο βιβλίο του «Σιγή ιχθύος στην συζήτηση για τις ΜΚΟ: Ο Ρόλος και το Μέλλον των ΜΚΟ στην Αφρική» (Pambazuka Press, 2007). Όπως παρατηρεί και ο FirozeManji στον πρόλογο της έκδοσης: «οι αναπτυξιακές ΜΚΟ, συχνά χρησιμοποιώντας όλη την φρασεολογία των συμμετοχικών προσεγγίσεων, έχουν γίνει τις τελευταίες δύο δεκαετίες αναπόσπαστο και απαραίτητο κομμάτι ενός συστήματος που θυσιάζει το σεβασμό στη δικαιοσύνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα».Το παρελθόν του ίδιου του Shivji βοηθάει στην συγκέντρωση πληροφοριών για το έργο του και στην εισαγωγή του παρατηρεί:
«Πριν ξεκινήσω, πρέπει να εξομολογηθώ δύο πράγματα: Πρώτον, η διατριβή μου είναι αναμφίβολα επικριτική προς τις ΜΚΟ, ορισμένες φορές μάλιστα κατά τρόπο ανηλεή, αλλά δεν είναι κυνική. Δεύτερον, η κριτική αυτή έχει, επίσης, και αυτοκριτικό χαρακτήρα, καθώς ο γράφων έχει αναμιχθεί στον ακτιβισμό των ΜΚΟ για περίπου 15 χρόνια. Τέλος, πρέπει να καταστήσω σαφές ότι δεν αμφισβητώ τα ευγενή κίνητρα και τις καλές προθέσεις των ηγετών και των ακτιβιστών που συμμετέχουν στις ΜΚΟ. Δεν κρίνουμε, όμως, το αποτέλεσμα μιας διεργασίας εκ των προθέσεων των πρωτεργατών της. Στόχος μας είναι η ανάλυση των αντικειμενικών αποτελεσμάτων των πράξεων τους, ανεξάρτητα από τις προθέσεις τους».
Το παραπάνω απόσπασμα είναι σημαντικό και κατά συνέπεια, αφότου παρουσιάσω συνοπτικά την κριτική του Shivji για την κοινότητα των ΜΚΟ, στοχεύω να «αναλύσω τα αντικειμενικά αποτελέσματα» του βιβλίου του, σε μια προσπάθεια να προσδιορίσω τα όρια που έχει η καυστική κριτική του.
Ο Shivji ορθώς διαγιγνώσκει ότι η διαρκής ανάπτυξη του «μη κερδοσκοπικού» τομέα συνδέεται στενά με τις επιταγές του νεοφιλελεύθερου μοντέλου ανάπτυξης, το οποίο «εξόρισε τα ζητήματα της ισότητας και της δικαιοσύνης αποκλειστικά στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όχι της οικονομικής ανάπτυξης».
Έτσι, τα «δικαιώματα» «περιορίζονται στα στενά πλαίσια των ΜΚΟ που ασχολούνται με την υπεράσπισή τους και παύουν να αποτελούν πεδίο λαϊκών αγώνων».
«Οι ΜΚΟ αποδεχόμενες τον μύθο του ότι έχουν δήθεν μη-πολιτικό χαρακτήρα, συμβάλλουν στην σύγχυση του κόσμου, με αποτέλεσμα να συντάσσονται αντικειμενικά με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, κατ’ αντίθεση με την εκφρασμένη τους επιθυμία για αλλαγή». Καθώς μια τέτοια, «ενοχλητική» συζήτηση αμφισβητούνταν σθεναρά εδώ και καιρό τόσο στους ακαδημαϊκούς κύκλους όσο και στον απλό κόσμο, δυστυχώς, όπως παρατηρεί ο Shivji,: «Μεγάλο μέρος της αφρικανικής πνευματικής ελίτ έχει προσχωρήσει και ενσωματωθεί στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο συζήτησης για το θέμα».
Έτσι, η θέση του είναι ότι «η ξαφνική άνοδος των ΜΚΟ και ο προφανώς διακεκριμένος ρόλος που παίζουν στην Αφρική είναι μέρος αυτής της νεοφιλελεύθερης επίθεσης». Υποστηρίζει ότι οι ΜΚΟ αντιπροσωπεύουν απλώς την «συνεχιζόμενη κυριαρχία του ιμπεριαλισμού… με άλλη μορφή».
«Εντός αυτού του πλαισίου, οι ΜΚΟ δεν αποτελούν ούτε τομέα τρίτο προς το κράτος ούτε ανεξάρτητο από αυτό. Αποτελούν, περισσότερο, αναπόσπαστο μέρος της νεοφιλελεύθερης στραγητικής επίθεσης, που ακολουθεί κατά πόδας την κρίση του εθνικού μοντέλου. Εάν οι ΜΚΟ δεν έχουν επίγνωση αυτής της κρισιμότητας του αγώνα ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και το εθνικό κράτος , καταλήγουν να παίζουν το ρόλο του ιδεολογικού και οργανωτικού υπηρέτη του ιμπεριαλισμού, με όποιο περιτύλιγμα κι αν εμφανίζονται».
Σύμφωνα με τον Shivji, η σιγή ιχθύος στο δημόσιο διάλογο για το ζήτημα των ΜΚΟ αποκρύπτει από το κοινό τα πέντε παρακάτω στοιχεία:
(1) Οι ΜΚΟ είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό μέρος της νεοφιλελεύθερης επέλασης ενάντια στη δημοκρατία, καθώς όντως «η αντι-κρατική στάση της λεγόμενης φιλανθρωπικής κοινότητας ήταν αυτή που έδωσε την πραγματική ώθηση για την ραγδαία ανάπτυξη της δραστηριότητας των ΜΚΟ»·
(2) «Οι ΜΚΟ διοικούνται και σε μεγάλο βαθμό αποτελούνται από την εκπαιδευμένη ελίτ» (η οποία μπορεί να διακριθεί σε τρεις κατηγορίες, σε αυτούς που «ενεπλάκησαν στο παρελθόν σε πολιτικούς αγώνες», στους αλτρουϊστές που «κινητοποιούνται με βάση ηθικά κριτήρια» και σε όσους ανήκουν στην κυρίαρχη «καριερίστικη» ελίτ και κινητοποιούνται από τις προσωπικές τους φιλοδοξίες»).
(3) «ένας τεράστιος αριθμός ΜΚΟ χρηματοδοτούνται από κάποιον μεγαλοδωρητή»·
(4) «πιθανώς η πιο κυρίαρχη μορφή ΜΚΟ είναι αυτές που διοικούνται από κάποιον μεγαλοδωρητή»·
(5) όλο και περισσότερο, κερδίζει έδαφος ως πρότυπο «επιτυχημένης» ΜΚΟ το επιχειρησιακό μοντέλο οργάνωσης».
Εκτός από αυτές τις «βουβές» και αυταπόδεικτες αλήθειες, είναι σαφές ότι το σύγχρονο πολιτικό τοπίο είναι λιγότερο θετικό στην κοινωνική αλλαγή που υποκινείται από τους ανθρώπους από ό,τι ήταν στο παρελθόν. Έτσι, ενώ τα προηγούμενα χρόνια «η ριζοσπαστική συζήτηση στους κύκλους των διανοουμένων συνδεόταν άμεσα με τον μαχητικό ακτιβισμό, […] στην σημερινή εποχή της εμφανούς «θριαμβολογίας» του ιμπεριαλισμού, η συζήτηση γύρω από τις ΜΚΟ αποφεύγει το θεωρητικό προβληματισμό, ενώ τονίζει και προωθεί τον ακτιβισμό. Στην Αφρική, συγκεκριμένα, ό,τι έχει απομείνει στο επίπεδο του κριτικού πνευματικού προβληματισμού, κατά βάση στα πανεπιστήμια, κινείται παράλληλα προς τον ακτιβισμό των ΜΚΟ και είναι διαχωρισμένο απ’ αυτόν. Οι προϋποθέσεις που θέτουν οι οργανισμοί χρηματοδότησης υπονομεύουν τεχνιέντως ή και δείχνουν ξεκάθαρη επιθετικότητα προς μια ιστορική, κοινωνική και ιδεολογική αντίληψη της ανάπτυξης, της φτώχειας και των διακρίσεων. Οι πάλαι ποτέ ευεργέτες μας λένε τώρα: «απλά δράστε, μην σκέφτεστε· Και θα σας χρηματοδοτήσουμε για να τα κάνετε και τα δύο».
Η προκατάληψη ενάντια στην πολιτική θεωρία μέσα στις ΜΚΟ εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους, που περιλαμβάνουν την διευθυντική «αρέσκεια για την ιδιωτική χρηματοδότηση των σχεδίων”, την μονοθεματική προσέγγιση των ζητημάτων (που σημαίνει ότι «η διασύνδεσή τους με άλλα ζητήματα και με το όλον χάνεται»), και στην τελική με προγράμματα δράσης «προσανατολισμένα σε ένα μόνο ζήτημα και εκτεινόμενα σε περιορισμένο χρόνο, που δεν αφήνουν περιθώρια για οποιουδήποτε είδους μακρόχρονη, βασική έρευνα που να στηρίζεται σε αδιάσειστα θεωρητικά και ιστορικά στοιχεία». Αυτή η θεωρητική απόσπαση από τον περιβάλλοντα κόσμο σημαίνει ότι «η θεωρητική παραδοχή της “κοινής λογικής” της εποχής μας, που λειτουργεί ως έρεισμα των ρόλων και των δράσεων των ΜΚΟ,είναι στην πραγματικότητα αποδοχή της λογικής του νεοφιλελευθερισμού, που λειτουργεί σύμφωνα με τα συμφέροντα του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού». Σε αυτό το σημείο ο Shivji παραθέτει ένα απόσπασμα του Brian Murphy που γράφει ότι: «αυτό που ένας διευθυντής δημοσίων σχέσεων μιας μεγάλης εταιρίας αντιλαμβάνεται σιωπηρά ότι αποτελεί οικονομική προπαγάνδα, οι άνθρωποι των ΜΚΟ συχνά το αναπαράγουν σαν να αποτελεί θρησκευτικό δόγμα».
«Το να παριστάνεις ότι η κοινωνία είναι ένα αρμονικό σύνολο αποτελούμενο από εν δυνάμει επενδυτές αποτελεί στην ουσία έναν περίτεχνο τρόπο να διαιωνίσεις την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων προς το συμφέρον των κυρίαρχων τάξεων και δυνάμεων. Στην πάλη ανάμεσα στην εθνική απελευθέρωση και την ιμπεριαλιστική κυριαρχία, και ανάμεσα στην κοινωνική χειραφέτηση και την καπιταλιστική σκλαβιά, οι ΜΚΟ πρέπει να διαλέξουν πλευρά. Σε αυτήν την πάλη δεν χωρούν ίσες αποστάσεις».
Ο Shivji συμπεραίνει ότι: «Πέρα από αυτούς τους περιορισμούς, πιστεύω ότι οι ΜΚΟ δύνανται να παίξουν κάποιον αξιόλογο ρόλο. Αλλά θα πρέπει πρώτα να αναγνωρίσουμε ότι δεν το κάνουμε». Αυτό ίσως να ισχύει, όμως θα ήθελα να αναφέρω ότι η επιλογή του Shivji να μην αγγίξει το ζήτημα της ιμπεριαλιστικής ιστορίας της φιλελεύθερης φιλανθρωπίας θολώνει την ικανότητα των αναγνωστών του να διακρίνουν μεταξύ των δωρητών που εκμεταλλεύονται την φιλανθρωπία με προφανή τρόπο, όπως είναι η Παγκόσμια Τράπεζα και η Υπηρεσία των ΗΠΑ για την Διεθνή Ανάπτυξη, και αυτών που συχνά θεωρούνται (λανθασμένα) ως καλοήθεις δωρητές, όπως είναι διάφορα φιλελεύθερα ιδρύματα. Αυτό είναι προβληματικό στο βαθμό που η κατανόηση της μακράς και βρώμικης ιστορίας της φιλελεύθερης φιλανθρωπίας είναι καίριας σημασίας για την κατανόηση των βαθύτερων φαινομένων που υποστηρίζουν την ιμπεριαλιστική εξέλιξη της «βιομηχανίας αλλαγής του κόσμου μέσω των ΜΚΟ».
Πιθανώς ζητάω πολλά αν περιμένω ότι ο Shivji θα έπρεπε να δαγκώσει το χέρι που τον ταΐζει και σύμφωνα με αυτήν την οπτική είναι σημαντικό να επεκτείνουμε την κριτική που ασκεί εξετάζοντας το υπόβαθρο των εκδοτών των βιβλίων του, της PambazukaNews. Στον πρόλογο του έργου του, ο εκδότης περιγράφεται ως εξής:
« Η PambazukaNews αποτελεί μία έγκυρη παναφρικανική ενημερωτική πλατφόρμα για την κοινωνική δικαιοσύνη στην Αφρική, που προσφέρει εμπεριστατωμένη εβδομαδιαία κάλυψη, πρωτοποριακό σχολιασμό και βαθιά ανάλυση στην πολιτική και την επικαιρότητα, την ανάπτυξη, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το προσφυγικό, τα ζητήματα φύλου και πολιτισμού στην Αφρική. Στόχος είναι να λειτουργήσει ως εργαλείο για προοδευτική αλλαγή της κοινωνίας».
Αυτό που δεν αναφέρεται στον πρόλογο είναι ότι η PambazukaNews, που παράγεται και εκδίδεται από την εταιρία “Fahamu: Δίκτυα για την Κοινωνική Δικαιοσύνη”, χρηματοδοτείται η ίδια από την κυρίαρχη φιλελεύθερη ελίτ του κόσμου, που περιλαμβάνει ιδρύματα όπως η Χριστιανική Αρωγή (ChristianAid), το Ίδρυμα Ford και η Πρωτοβουλία για την Νότια Αφρική «Ανοιχτή Κοινωνία» του Τζωρτζ Σόρος. Όπως έχει δείξει η ιστορία, οι ελίτ αυτές χρηματοδοτούν ή ακόμη και προωθούν με σχετική προθυμία ριζοσπαστικές κριτικές της κοινωνίας (τουλάχιστον εντός περιορισμένων κύκλων), μόνο υπό την προϋπόθεση ότι αυτό τους διευκολύνει να ενσωματώσουν τους ιδεολογικούς τους αντιπάλους με πιο αποτελεσματικό τρόπο. Στην πραγματικότητα, η επιφανειακή κριτική του Shivji για τις ΜΚΟ εντάσσεται ακριβώς σε αυτόν τον τύπο των έργων που κατεξοχήν προωθούνται από τις ρεφορμιστικές ελίτ· στον αντίποδα, οι πιο ριζοσπαστικές κριτικές, όπως για παράδειγμα το βιβλίο «Η Επανάσταση δεν θα χρηματοδοτηθεί: Υπερβαίνοντας τη Βιομηχανία των Μη Κερδοσκοπικών Οργανώσεων»(SouthEndPress, 2007), που επιμελήθηκε το δίκτυο INCITE!, αγνοούνται κατά πολύ βολικό τρόπο.
Τα παραπάνω δεν τα λέω προκειμένου να υποστηρίξω ότι δεν μπορούμε να συλλέξουμε χρήσιμες πληροφορίες από τον Shivji, όμως πρέπει να κατανοήσουμε πως οι άνθρωποι που έχουν ενσωματωθεί για χρόνια στην βιομηχανία των ΜΚΟ δεν είναι απαραιτήτως και οι πιο κατάλληλοι να ασκήσουν κριτική. Κατά συνέπεια, αντί να βασιζόμαστε στα πανεπιστήμια που κυριαρχούνται από τις ελίτ, προκειμένου να μας παρέχουν τέτοιου είδους κριτικές προσεγγίσεις, χρειάζεται να στραφούμε στους ανθρώπους γύρω μας και να δουλέψουμε μαζί τους για να αναπτύξουμε εκείνον τον τύπο ερευνητικών φορέων, που θα συνδυάζουν θεωρητικές και ακτιβιστικές αναζητήσεις, κατά τρόπο τέτοιον που να προωθεί πραγματικά την επαναστατική κοινωνική αλλαγή.
*O Michael Barker έχει γράψει το βιβλίο «Πίσω από τη Μάσκα της Φιλανθρωπίας». Ήταν υποψήφιος βουλευτής του Συνδικαλιστικού και Σοσιαλιστικού Συνασπισμού στην εκλογική περιφέρεια του LeicesterEast.
Μετάφραση: Ειρήνη Τσαλουχίδη
*Αναδημοσίευση από antapocrisis.gr
ΠΗΓΗ:http://www.iskra.gr
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.