Ένα από τα δύο θεμελιώδη ζητήματα που αναδεικνύονται από το βρετανικό δημοψήφισμα και το αποτέλεσμα του είναι κατά πρώτον το προφανές, αλλά διασκεδαστικά αποκρυπτόμενο παρ’ ημίν : στον πυρήνα του Ευρωπαϊκού Καπιταλισμού, τα αποτελέσματα των Δημοψηφισμάτων γίνονται σεβαστά από τις κυρίαρχες ελίτ, ακόμη κι αν είναι οριακά, ακόμη και αν οι συνέπειες τους είναι μάλλον δυσμενείς για αυτές
του Αντώνη Ανδρουλιδάκη
Σε πλήρη αντίθεση με την υποανάπτυκτη βαλκανική περιφέρεια, όπου τα ΟΧΙ βαφτίζονται ΝΑΙ στην ιερή αποικιακή κολυμπήθρα της εξάρτησης. Και αυτό σημαίνει πολλά. Η περιστολή της συλλογικής αυτό-έκφρασης αφήνει ανεκπλήρωτη την πρωταρχική ταυτοτική ανάγκη της Αυτονομίας και οδηγεί αναντίρρητα στην παγίδευση σε ένα καθοδικό σπιράλ Υποταγής. Δεν είναι δηλαδή μόνο η προκλητική άρνηση της λαϊκής ετυμηγορίας, όταν αυτή δεν συνάδει με τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης, είναι και η μαζική λαϊκή «εκπαίδευση» στη ματαίωση και στην απογοήτευση κάθε ανάγκης αυτό-έκφρασης και, εν τέλει, στην εδραίωση της Υποταγής. Για να μην πούμε, ότι επιπρόσθετα καλλιεργεί και το χρόνιο αίσθημα μειονεξίας του Λαού μας απέναντι στη «φωτισμένη και δημοκρατική» Εσπερία.
Το δεύτερο θεμελιώδες, και μάλλον πολύ πιο καίριο, ζήτημα, προκύπτει από τη στοιχειώδη ανάλυση των κοινωνικών χαρακτηριστικών των δυνάμεων που τάχθηκαν υπέρ της μιας ή της άλλης εκδοχής του Δημοψηφίσματος. Τα στοιχεία αυτά είναι, εν πολλοίς, αδιάσειστα και αναδεικνύουν την αναγκαιότητα μιας άλλης ερμηνευτικής, που να αφορά περισσότερο στη μετανεοτερική πραγματικότητα και λιγότερο στον 20ο αιώνα ή στην «18η Μπρυμαίρ του Ναπολέοντα Βοναπάρτη». Όχι λοιπόν, το λούμπεν προλεταριάτο δεν είναι μια ομάδα «χωρικών που αδυνατούν να αντιπροσωπεύσουν τα πολιτικά τους συμφέροντα», ούτε μπορεί κανείς απλά να καταγγέλλει τον «αντιδραστικό τους ρόλο» και να ησυχάζει, ούτε βέβαια είναι αρκετό, πλέον, να ερμηνεύουμε τις βαθύτατες κοινωνικές αλλαγές που, ανεπίγνωστα ακόμη, διαδραματίζονται «με όρους σύγκρουσης αντικρουόμενων συμφερόντων και των υλικών δυνάμεων που τις καθορίζουν». Το παιχνίδι άλλαξε πίστα και το να «ταμπελιάζει» κανείς τα εκατομμύρια των προλετάριων που ψήφισαν υπέρ του Brexit σαν ακροδεξιούς, αμόρφωτους, λαϊκιστές ή απομονωτιστές (κατά Τσίπρα), δεν δείχνει τίποτα περισσότερο παρά τη βαθιά ψυχαναγκαστική ανάγκη των κυρίαρχων ελίτ να μορφοποιήσουν όπως-όπως τον ανασφαλή ευρωπαϊκό βάλτο που φαντασιώνουν ως «κοινωνία». Να σχηματοποιήσουν και να πειθαρχήσουν στις δικές τους εξουσιαστικές ανάγκες το ξεχειλωμένο δυτικό πουλοβεράκι. Γι’ αυτό και οι καιροί που έρχονται, θα έχουν πολλά «πλυντήρια», διάφορα μαλακτικά, αρκετά στενέματα, και κυρίως, ετικέτες.
Τι μας λένε, όμως, τα στοιχεία.
Στα μητροπολιτικά κέντρα, κατεξοχήν του Λονδίνου, αλλά και στο Μάντσεστερ και στο Λίβερπουλ, υπερψηφίστηκε το Remain. Ειδικότερα, στο κέντρο του Λονδίνου, το Remain συσπείρωσε το 75% των ψήφων και στο ευρύτερο μητροπολιτικό Λονδίνο το 59%. Και πως αλλιώς θα μπορούσε να γίνει, αφού η Μητρόπολη, εξ΄ ορισμού, επιδιώκει τη σύνθεση όλης της επικράτειας, απεχθάνεται τις διασχιστικές τάσεις και «ζει» από τη συγκατοίκηση όλων «εκεί», όχι τόσο γεωγραφικά, όσο μέσω του εξουσιαστικού πλέγματος των δικτύων της. Η Μητρόπολη είναι το κέντρο της «μαγικής εμπορικότητας», η χαρά της κάθε πρέζας και της κάθε μαγικής σκέψης, αρκεί να μπορεί να αγοράσει κανείς το κατάλληλο «χάπι». Αν στο σαχλό «πρόσωπο» της Μητρόπολης, πεθαίνει ταυτόχρονα και η Πόλη και η Ύπαιθρος, στη φάτσα του μαγεμένου μικροαστού που τη διεκπεραιώνει, σκοτώνεται ταυτόχρονα και ο Εαυτός και η Συλλογικότητα. Αυτό που παραμένει ακόμη παγιδευμένο μέσα στο Μητροπολιτικό δίχτυ, είναι ένα ελάχιστο του Εαυτού και ένα ολίγον από Συλλογικότητα. Ένα απόκομμα της Πόλης κι ένα τρίμμα της Υπαίθρου. Με μια κουβέντα, η «ζωντάνια» κατοικεί έξω από το μητροπολιτικό κέντρο σε περιοχές λιγότερο «κατοικήσιμες». Η Μητρόπολη είναι ένας απελπισμένος κόσμος , που απλά οφείλει να κινείται. Είναι αδιανόητο να περιμένει. Πρέπει να προλάβει να «καταστραφεί». Όσο κινείται, δεν «χαμπαριάζει» το κενό. Και η απομάκρυνση από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα την ακινητοποιήσει, πιστοποιώντας τη μετέωρη ύπαρξη της. Η αγωνία δεν είναι μην πεθάνει με το Brexit, είναι μην τυχόν και γίνει η νεκροψία.
Αντίθετα, στις υποβαθμισμένες περιοχές που πλήττονται από την αποβιομηχανοποίηση, το Brexit ξεπέρασε, συχνά, ακόμη και το 70%. Έξω από την Μητρόπολη, το «λουμπεναριό» της «Υπαίθρου», δεν πέφτει στα γόνατα για να αναρριχηθεί σε καμιά εργασιακή ή άλλη ιεραρχία και καυχιέται ότι δεν δίνει δεκάρα τσακιστή για την Ευρώπη, την Οικονομία, την Ανάπτυξη, την Απασχόληση ή όποιο άλλο μύθο παράγει η κάθε Μητρόπολη. Η μόδα των business as usual , φαίνεται πως δεν πιάνει εδώ. Οι managers του City, οι χρηματιστές και λοιποί, μοιάζουν κάπως βουτηγμένοι σ’ ένα υγειονομικό betadine, μυρίζουν φορμόλη και προκαλούν μονάχα χαχανητά, σαρκασμό και περιφρόνηση. Στην ιδιότυπη ιεραρχία της αποστροφής, διαγκωνίζονται με το μπάτσο για την πρώτη θέση. Μπορώ να ακούσω έναν άνεργο σ’ ένα τυπικό μπαρ στα περίχωρα του Λίβερπουλ να σαρκάζει το Ευρωπαϊκό όραμα: «σόρρυ κιόλας, αλλά δεν γαμιόσαστε!». Και κυριολεκτεί!
Στην αγγλική περιφέρεια, ένας ολόκληρος κόσμος, ένας κόσμος ήδη εφικτός, ζει «μια χαρά» χωρίς τους μύθους για τα εργασιακά δικαιώματα, τη σύνταξη και το πολυδιαφημισμένο και συνταγματικά εγγυημένο δικαίωμα στην εργασία. Ειδικά για το τελευταίο, γελάνε και τα συρτάρια των γραφείων των ιδιωτικών εταιρειών ενοικίασης «εργαζομένων». Ο Πωλ Λαφάργκ και το Δικαίωμα του στην Τεμπελιά, κυκλοφορεί εδώ με μια άνεση που φέρνει τον πεθερό του τον Κάρολο σε δύσκολη θέση. Και το πιο ζόρικο για τις «αριστερές» συνειδήσεις μας, είναι ότι αυτός ο κόσμος δεν νιώθει ούτε καν «επισφαλής εργασιακά», κυρίως γιατί έχει πάψει να ορίζει τον Εαυτό του σε σχέση με το παραμύθι της Εργασίας. Ή καλύτερα, δεν ορίζει την ύπαρξη του σε αναφορά με την πραγματικότητα της αφαίρεσης της Εργασίας. Αν δεν το καταλάβαμε, ο κόσμος αυτός δεν αποδέχεται πλέον ούτε καν την ανάγκη για εργασία, αφού, έτσι κι αλλιώς αυτό που πάντα έκανε είναι διάφορες μικροδουλειές. Για τον κόσμο αυτό, η επιχείρηση δεν είναι ένας τόπος-τρόπος για να υπάρχει και αρνείται ολοκληρωτικά σ΄αυτήν ακριβώς την αφαιρεμένη εργασία τη δυνατότητα να τον προσδιορίζει ταυτοτικά. Για το προλεταριάτο που ζει στη σκιά των Μητροπόλεων σε όλη την Ευρώπη, σκιά είναι η Μητρόπολη. Υπαρξιακή σκιά. Σ΄ αυτήν την υπαρξιακή σκιά, η εργασία μοιάζει να είναι ο μόνος τρόπος να υπάρχει κανείς. Αλλά αν βγει κανείς από κει, ανακαλύπτει έκπληκτος, ότι μπορεί να υπάρχει και ερωτευόμενος. Κι έτσι, όσο κι αν ο μάνατζερ σε καλεί σε συμμετοχή και ο «σύντροφος» σε ταξική πάλη, η αδιαφορία είναι η μόνη απάντηση. Αδιαφορία για μια εργασία-φρίκη που προαπαιτεί τον αναγκαστικό αυτο-ακρωτηριασμό της ύπαρξης για να την κάνει να «υπάρξει».
Γι’ αυτό, τρυπάει με την καρφίτσα του τη φουσκωμένη μπουρμπουλίθρα του Ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Έξω από τις Μητροπόλεις, ένας άλλος κόσμος γεννιέται ή ζητάει να γεννηθεί, που βασικά γράφει στ’ αρχίδια του, μεταξύ πολλών άλλων, και τις περισπούδαστες αναλύσεις μας και υπογράφει... «Οι Εξόριστοι των Μητροπόλεων»...
ΠΗΓΗ:https://www.thepressproject.gr 3-7-2016
Ανάρτηση από: geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.