Τρίτη 12 Ιουλίου 2016

Οικονομική Νομισματική Ένωση: Ένα πολιτικοοικονομικό και στρατηγικό τέρας

Παναγιώτης Ήφαιστος Πανεπιστημιακός

Επειδή η δραματοποίηση ποτέ δεν ήταν προνόμιό μας το θέμα των σχέσεωνΒρετανίας – ΕΕ θα εξεταστεί υπό το πρίσμα πιο ψύχραιμων προσεγγίσεων και πάγιων στρατηγικών κριτηρίων.
Κυρίως υπό το πρίσμα δύο από καιρό αποκρυσταλλωμένων πορισμάτων:
Πρώτον, έχουμε δύο χρόνια και βάλε διαπραγματεύσεις κατά την διάρκεια των οποίων οι διπλωματικά αριστοτέχνες Βρετανοί θα δείξουν εάν συνεχίζουν την μεταπολεμική παράδοση.
Πιο συγκεκριμένα, όταν τελείωσε η αποικιακή εποχή φρόντισαν να διατηρήσουν πανίσχυρους θεσμούς στρατηγικού σχεδιασμού και στρατηγικών αποφάσεων των οποίων οι πολιτικοί, όσον αφορά τους χειρισμούς και τις διαπραγματεύσεις, είναι εντολοδόχοι.
Δεύτερον, οι Βρετανοί, έχοντας ήδη αναλύσει τις κινούμενες μεταψυχροπολεμικές σεισμικές πλάκες, αρνούμενοι να συμμετάσχουν στην ΟΝΕ και εκκινώντας μια διαδικασία διαπραγματεύσεων πριν τρία χρόνια με τον λόγο Κάμερον, σίγουρα κάτι πιο μακροπρόθεσμο έχουν στο μυαλό.
Η χάραξη στρατηγικής από δυνάμεις όπως η Βρετανία προεκτείνεται στο βάθος πολλών δεκαετιών και κύριο κριτήριο είναι οι συσχετισμοί ισχύος, η κατανομή και οι ανακατανομές δυνάμεων πλανητικά, οι σχέσεις Ανατολής και Δύσης στην Ευρώπη με επίκεντρο τον ρόλο της Γερμανίας και ασφαλώς με βλέμμα προς τις ΗΠΑ με τις οποίες διατηρούν μια ειδική σχέση η οποία για αμφότερα τα κράτη δύσκολα αλλάζει.
Σίγουρα, οι Βρετανοί αναλύουν και σχεδιάζουν τον ρόλο και την θέση της Βρετανίας στο αναδυόμενο πολυπολικό σύστημα. Ως προς τούτο, να μου επιτραπεί η φράση, «για τους Βρετανούς τα περί πολιτικής ένωσης είναι στην καλύτερη περίπτωση οριακής σημασία και στην χειρότερη ιδεαλιστικές ασυναρτησίες».

Περιεκτικά και σύντομα οι New York Times έγραψε για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην Βρετανία αμέσως μετά την ανακοίνωσή τους, ότι είναι «μια ιστορική απόφαση που χωρίς αμφιβολία θα αναδιαμορφώσει την θέση του Βρετανικού έθνους, θα ταρακουνήσει την Ήπειρο και θα ρίξει στα βράχια το πολιτικό κατεστημένο σε όλη την Δύση».
Ο Nigel Farage, ηγετική μορφή του κινήματος Brexit δήλωσε μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ότι το Brexit «είναι μια ψήφος για τους αληθινούς ανθρώπους, τους ανθρώπους της καθημερινότητας, τους αξιοπρεπείς ανθρώπους.
»Παλέψαμε κατά των πολυεθνικών, κατά των μεγάλων εμπορικών τραπεζών, κατά της υψηλής πολιτικής, κατά των ψευδών, κατά της διαφθοράς και της εξαπάτησης. Και το κάναμε χωρίς πόλεμο, χωρίς να ρίξουμε ούτε μια σφαίρα, το κάναμε με σκληρή δουλειά».
Αμφότερες οι τοποθετήσεις είναι περιγραφικά σημαντικές και υποδηλώνουν τόσο το γεγονός πως η Βρετανική πορεία εντάσσεται σε μια τροχιά κινούμενων στρατηγικών πλακών όσο και το γεγονός που μόνο τυφλοί ή δεσποτικοί δεν βλέπουν ότι η δημοκρατία στον χώρο που καλύπτει η ΕΕ εκμηδενίστηκε. Κάτι επίσης χειρότερο, ότι η εξουσία περιέπεσε σε παντελώς ανεξέλεγκτους δρώντες.
Εδώ λοιπόν, διόλου εν θερμώ, καθότι έχουμε ήδη γράψει πολλά για το ζήτημα αυτό τα τελευταία χρόνια κτίζοντας πάνω στην αρχική ομιλία του Cameron θα επιχειρήσουμε μια αποτίμηση του αποτελέσματος μονιμότερου χαρακτήρα για α) την σημασία του αποτελέσματος για την ΕΕ, β) το διαπραγματευτικό σκέλος και γ) τις στρατηγικές επιλογές του ΗΒ και όχι μόνο.
Κατά πρώτον, αρχίζουμε εξηγώντας τι σημαίνει κανείς να έχει το προνόμιο να είναι κανείς «ευρωσκεπτικιστής» (μιας και αρχές του 1990 κάποιοι εκτόξευσαν ένα τέτοιο χαρακτηρισμό εκ του γεγονότος ότι δημοσιεύαμε αναλύσεις κόντρα στην επίπεδη συμβατική σοφία).
Αρχές του 1990, ακριβώς, όταν επέστρεψα στην Ελλάδα ως πανεπιστημιακός αφού είχα ήδη γράψει εκτενώς στην αγγλική βιβλιογραφία για την ευρωπαϊκή πολιτική με έμφαση τα στρατηγικά ζητήματα της Ευρώπης, με ανυποψίαστη άνεση και θεωρώντας ότι έλεγα το πιο φυσιολογικό πράγμα, αλλά και με αθωότητα για το τι ευαίσθητες χορδές αυτό θα μπορούσε να θίξει σε μια Ελλάδα γεμάτη εγγενήεξαρτησιακά σύνδρομα και εσχατολογικά δόγματα, έλεγα και έγραφα ότι το να είσαι «ευρωσκεπτικιστιστής» είναι όχι μόνο σωστό αλλά και αναγκαία προϋπόθεση πολιτικού και στρατηγικού ορθολογισμού.
Ο όρος «ευρωσκεπτικιστής» υπό αυτό το πρίσμα, εξάλλου, δεν είναι αξιολογική θέση αλλά περιγραφή και συμπέρασμα όσον αφορά την εξέλιξη της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ιδιαίτερα μετά το ανορθολογικό άλμα στο κενό του 1992.
Το ζήτημα είναι ζωτικό, ουσιαστικό και πολύ σημαντικό: Στην διεθνή και ευρωπαϊκή πολιτική ο αναλυτής είναι ο ιατρός που κάνει διάγνωση των παθολογιών.
Αν αυτή η διάγνωση είναι λάθος οι συνέπειες είναι πολύ μεγαλύτερες και πολύ πιο θανατηφόρε από ότι στην συμβατική ιατρική.
Ο τσαρλατάνος της διεθνούς πολιτικής γράψαμε κάποτε ενοχλώντας πολλούς, είναι πολύ επικίνδυνος για ένα κράτος, για τους πολίτες του και για την διεθνή σταθερότητα.
Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνω παρενθετικά ότι αυτοί οι παραλογισμοί αποτελούν κύρια αιτία της συμφοράς των νεοελλήνων των τελευταίων ετών καθότι κυριάρχησαν οι ανορθολογικές εσχατολογίες και συκοφαντήθηκαν αναλύσεις οι οποίες έκρουαν προειδοποιητικά τον κώδικα του κινδύνου για το κολοσσιαίο πολιτικοοικονομικό σφάλμα άσκοπης, απροετοίμαστης και προγραμματικάθανατηφόρας ένταξης στην ΟΝΕ.
Η ΕΕ, ιδιαίτερα μετά το 1992 όταν κάνοντας ένα τεράστιο άλμα στο κενό αποφασίστηκε η ΟΝΕ, κατά κάποιο τρόπο αφήνοντας έτσι πίσω τον συναινετικό τρόπο λήψης των αποφάσεων που επέβαλε ο Πρόεδρος ντε Γκολ το 1966, υπερτέρησε ο εσχατολογικός ιδεαλισμός.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, αλλάζοντας μάλιστα το όνομα από ΕΟΚ σε ΕΕ, έγινε η τερατώδης υπόθεση εργασίας πως μια τεχνόσφαιρα ειδικών στα νομισματικά θα μπορούσε να επιβάλει πάνω σε ένα εθνοκρατικά βαθύτατα διαφοροποιημένο πεδίο μακροοικονομικές αποφάσεις.
Αποφάσεις δηλαδή που διαμορφώνουν τις κοινωνικές ισορροπίες, που για να είναι νομιμοποιημένες θα πρέπει να νομιμοποιούνται από ένα ανέφικτο πανευρωπαϊκό σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης το οποίο για να μπορεί να υπάρξει απαιτείται ευρωπαϊκή κοινωνία, ευρωπαϊκή ταυτότητα, και πολλά άλλα που εμπίπτουν στα πεδία της υψηλής πολιτικής και της εθνικής συγκρότησης.
Το να πιστέψει κάποιος κάτι τέτοιο είναι είτε επικίνδυνος τεχνοκράτης ο οποίος θα πρέπει να στερείται πολιτικών εξουσιών είτε επικίνδυνος εσχατολόγος που παίζει με τις ζωές των ανθρώπων.
Τέτοιοι επικίνδυνοι εσχατολόγοι και τεχνοκράτες, εν τούτοις, υπήρχαν ήδη πολλοί και ο αριθμός τους αυξήθηκε αλματωδώς μετά το 1992.
Το Γερμανικό ζήτημα γράψαμε το 1992 δεν έκλεισε αλλά άνοιξε.
Πολλοί ασχολούνται με τα ευρωπαϊκά αλλά ελάχιστοι ξέρουν ότι το 1990-92 η ΟΝΕ ήταν ένας εκβιασμός και επιβολή των Γάλλων επί των Γερμανών με την προσδοκία ότι όπως έλεγαν «θα δέσουν την Γερμανία με νομισματικά δεσμά».
Η απάντηση ήταν ότι αυτό σημαίνει ότι «δένεις ένα γίγαντα με κλωστές».
Η διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης χρειαζόταν το σοκ του Βρετανικού δημοψηφίσματος.
Δεν χρειάζονται περίτεχνες ή σπουδαιοφανείς αναλύσεις για να το πασιφανές και πασίδηλο.
Οι περισσότερες εάν όχι όλες οι ευρωπαϊκές κοινωνίες βρίσκονται υπό καταστολή και την εξουσία έχουν τα μέλη μιας θηριώδους τεχνόσφαιρας και ηγεμονικών υπαλλήλων, κερδοσκόπων, τοκογλύφων και δυνητικά εγκληματικών –καθότι κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτοι– διεθνικών δρώντων.
Η εκατοέμμεση «δημοκρατία» που συχνά κόντρα στο ρέμα στηλιτεύουμε ως υποκρισία και δεσποτεία εκμηδενίστηκε και αυτή πλήρως.
Τεχνόσφαιρα, τεχνοκράτες και ηγέτες ηγεμονικών δυνάμεων με μνημόνια και όχι μόνο κατέστησαν τους «αντιπροσώπους» γελοίους κοσμητικούς καρεκλοκένταυρους εντολοδόχους εξόντωσης των πολιτών.
Ακόμη πιο γελοίο και δημοκρατικά τραγικό, είναι ότι εκλέγονται και κατά συνέπεια ότι κάνουν είναι «νόμιμο και ηθικό».
Εκτελεστικά όργανα τέτοιων θηριωδών καταστάσεων ποτέ δεν έπαψαν στην ιστορία παρακμασμένων ή κατακτημένων πολιτικών συστημάτων.
Είναι οι δειλοί, οι χρήσιμοι ηλίθιοι, οι αδίστακτοι εκτελεστές κάθε είδους και οι θρασύδειλοι υποκριτές καρεκλοκένταυροι κάθε είδους κατεξουσιασμού.
Στις Βρυξέλλες και αλλού βλέπεις και κάποια «κοινοβούλια» και κάποιους προέδρους Συμβουλίων, ευρωκοινοβουλίων κτλ.
Αρκεί να πω ότι προκαλεί την αισθητική και όχι μόνο η θέα τέτοιων διορισμένων(από ποιους;) ιδιωτών οι οποίοι φτάνουν μέχρι το σημείο να χαμογελούν ειρωνικά όταν τους κάνουν κριτικές ερωτήσεις. Ξέρουν, οι αφιλότιμοι, ότι όλα αυτά είναι άνευ σημασίας.
Τις αποφάσεις; Μα υπάρχουν μύρια επίπεδα τεχνοκρατών, επιτροπών, τραπεζικών και πολλών άλλων μηδενικής δημοκρατικής λογοδοσίας.
Η πάγια και κλασική θέση ότι «δημοκρατία έχουμε όσο περισσότερο ο εντολέας πολίτης είναι εντολέας της εντολοδόχου εξουσίας» αντιστράφηκε για καλά.
Όχι μόνο αυτό.
Δημιουργήθηκε επίσης ένας μεγάλος θίασος παρασιτικών διανοουμένων(κατείχα έδρα Jean Monnet για την ευρωπαϊκή πολιτική ενοποίηση που απέφυγα να ανανεώσω), υπαλλήλων τεχνοκρατών που αγαπούν τα άνευ ουσίας και άνευ σκοπού ταξίδια και βεβαίως μια στρατιά προπαγανδιστών στα λεγόμενα μέσα «επικοινωνίας».
Για να σταματήσουμε εδώ καθότι η περιγραφή του αυτονόητου και του πασίδηλου περιττεύει, υπογραμμίζεται το γεγονός πως 3-4 χρόνια μετά την υιοθέτηση της ΟΝΕ ενώ όλοι έλεγαν ότι απέτυχε (τώρα γιατί εμείς ενταχθήκαμε έγινε αναφορά πιο πάνω) τίποτα δεν έγινε για να λάβει χώρα κάποια μεταρρύθμιση.

Γενικότερα ισχύουν τα εξής:

Μια μεγάλη διεθνής διάσκεψη ή τουλάχιστον Ευρωπαϊκή έπρεπε να γίνει αμέσως μετά το 1990 για να τεθούν επί τάπητος τα μεγάλα στρατηγικά ζητήματα.
Αυτό ιστορικά ήταν κανόνας όταν λάμβαναν χώρα μεγάλες διεθνείς εξελίξεις και η κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης σήμαινε την μεγαλύτερη ανακατανομή ισχύος της ιστορίας.
Αυτόματοι πιλότοι, διεθνείς ρυθμιστές, μάγοι με ραβδιά ή Θεός της ιστορίας δεν υπάρχουν.
Υπάρχουν κράτη και άνθρωποι που πολεμούν, συνεργάζονται, συμμαχούν, εναλλάσσουν συμμαχίες και συνομιλούν και διαπραγματεύονται, ιδιαίτερα όταν τα πράγματα φτάσουν στα όριά τους.
Το 1990 τα πράγματα έφτασαν στα όριά τους, οι Αμερικανοί στο πλαίσιο της «νέας τάξης» (Μπους) άρχισαν ένα αγώνα δρόμου να γεμίσουν τα κενά ισχύος «μέχρι εκεί που έφταναν τα όπλα τους» (φράση αμερικανίδας υφυπουργού εξωτερικών) και οι Γάλλοι «έδεσαν την Γερμανία με τους νομισματικούς δεσμούς της ΟΝΕ».
Η ΟΝΕ όμως ήταν και συνεχίζει να είναι ένα πολιτικοοικονομικό και στρατηγικό τέρας.
Εκτός του ότι τέθηκε πάνω από ένα διαφοροποιημένο εθνοκρατοκεντρικό πεδίο ένας νομισματικός μηχανισμός στερούμενος κοινωνικοπολιτικών ελέγχων –εξ ου όπως γράφαμε η διανεμητική ισχύς των νομισματικών αποφάσεων στερούταν θέσπισης– η ΟΝΕ έθρεψε το μεγαλύτερο αίτιο πολέμου στην ιστορία, δηλαδή την άνιση ανάπτυξη.
Μάλιστα, όχι σε ένα οποιοδήποτε πεδίο αλλά στο κέντρο της Ευρώπης όπου η Γερμανία επί αιώνες ελεγχόταν με μύριους τρόπους πριν τον Βίσμαρκ και μετά τους δύο παγκοσμίους πολέμους.
Σταματούμε εδώ λοιπόν προς το παρόν και λέμε ότι τα πιο πάνω πασιφανή και πασίδηλα υπογραμμίζουν την απόλυτη ανάγκη μεγάλων αποφάσεων για την νέα τάξης πραγμάτων στην Ευρώπη (εννοούμε αυτή που αφετηρία έχει το 1990 και οι αποφάσεις καθυστέρησαν επικίνδυνα ένα τέταρτο του αιώνα αφήνοντας την άνιση ανάπτυξη να υπονομεύει την σταθερότητα στην Ευρώπη).
Από αυτή την άποψη το αποτέλεσμα του Βρετανικού δημοψηφίσματος είναι μια μεγάλη ευκαιρία.
Τέλος, μια λέξη για την Ελλάδα. Δεν θεωρούμε την πιο πάνω ανάλυση εξεζητημένη.
Πασίδηλα και πασιφανή πράγματα λέμε τα οποία τα αλάνθαστα αξιώματα του Θουκυδίδειου Παραδείγματος περιγράφουν με μαθηματική ακρίβεια.
Αυτό που θέλουμε να υπογραμμίσουμε είναι τόσο ως προς την Ευρώπη όσο και ως προς την ευρύτερη διεθνή πολιτική, η ανάλυση στην Ελλάδα έπασχε και πάσχει.
Αυτή είναι και μια από τις ισχυρές ερμηνείες των αιτίων των παθολογιών χωρίς την θεραπεία των οποίων μύρια κακά έπονται.
ΠΗΓΗ:http://www.tribune.gr/
Ανάρτηση από: geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.