19 Δεκεμβρίου 2025

Πλάνης του Κόσμου και του Απολύτου. Aπό την Punk στην Ορθοδοξία.

από Νίκος Τουλαντάς



Βάσει κάποιων προσώπων που έρχονται στην επιφάνεια διαδικτυακώς τα τελευταία χρόνια, κυρίως εξ Ηνωμένων Πολιτειών

Υπήρξε -και υπάρχει- το φαινόμενο όπου πρώην Punks, βαπτίζονται ορθόδοξοι χριστιανοί. Κάποιοι μπαίνουν στο μοναχικό σχήμα, κάποιοι άλλοι και στην ιεροσύνη.

Α. Φιλοσοφία, Μουσικολογία κι Αισθητική του Punk

Punk σημαίνει «αλήτης», «πλάνης». Η κουλτούρα του τρίτου μέρους του εικοστού αιώνα (δεκαετία του 70’ κι έπειτα) ήταν ένα συνονθύλευμα κυνικής φιλοσοφίας -προσανατολιζόμενη στο να καταγγέλλει την πολιτική ανηθικότητα και την αστική μικροπρέπεια- ντυμένη μία αγριοβάρβαρη αισθητική, μιας ενσυνειδήτως ανάρμοστης εμφάνισης και συμπεριφοράς, εμπνεόμενη και εμπνέοντας μια μουσική «κατεστραμμένης μελωδίας», εορτάζουσας την παρακμή και τον μηδενισμό, έναντι του κεκαλυμμένου μηδενισμού του σύγχρονου κοινωνιοσυστήματος.

Σαφώς και υπάρχουν αντιφάσεις θεμελιακές: ο πάνκης είναι, τις περισσότερες φορές, θύμα παραμέλησης, γεννηθέν σε άγριες κοινωνικές συγκυρίες. Έχει την τραγικότητα ενός συνειδητού καθρέφτη· και είναι περήφανος που αντανακλά τις συνέπειες της ανεντιμότητας της εξουσίας. Από την μουσική πλευρά του πράγματος: το πανκ σχήμα (συγκρότημα) θα χρησιμοποιήσει τα μέσα που του παρέχει ο σύγχρονος τεχνολογικός πολιτισμός για να παράγει τη μουσική του. Ως άνθρωπος του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα έχει την πολυτέλεια να κατέχει μουσικά όργανα κι ενισχυτές ήχου, και να φτιάχνει οτιδήποτε ηχητικό του καπνίσει, στο δωμάτιό του, ή όπου αλλού καπνίζει -ό,τι καπνίζει- με τους φίλους του. Εκεί που διαφοροποιείται η «μουσική» αυτή σκηνή, ως προς την κατεστημένη (και εκ του κατεστημένου προωθημένη, όπως η μουσική του Woodstock1 π.χ.) είναι στο πώς διακινούνται και κοινωνούνται οι ιδέες στις κοινότητές της, οι οποίες λειτουργούν υπό το DIY πνεύμα (Do It Yourself: Κάντο Μόνος Σου), είτε σε πλαίσιο παραγωγής δίσκου και συναυλίας, είτε σε πλαίσιο έντυπης (μη μαζικής-συστημικής) διαφήμισης ιδεών (βλ. Zine: αυτοσχέδιο περιοδικό περιορισμένης κυκλοφορίας). Η επισημότητα είναι η ανεπισημότητα.

Μες στις αντιφάσεις, δεν θα μπορούσαμε να μην αναγνωρίσουμε ότι οι «αντικοσμικοί» πάνκηδες, χρησιμοποιούν τα ίδια ξύδια και την ίδια ντρόγκα με αυτά του κάθε «φυσιολογικού» πολίτη. Σαφώς όπου ξύδια και καυγάς, όπου ντρόγκα και παράνοια, κάτι που χορογραφικά αποδόθηκε ως «συνεννοημένο» σπρωξίδι, κλωτσίδι και φτύσιμο (κυριολεχτούμε) την ώρα της «μουσικής εκδήλωσης» του πανκισμού.

Περιγράφω ίσως μία ατμόσφαιρα κοπριάς, όπου θα φυτρώσουν χαρακτήρες για horror. Τρόμου, όμως με τη δυνατότητα ενός ντοστογιεφσκικού –αναπάντεχου- άλματος κάθαρσης: από την μοναχική κόλαση του κυνισμού-μηδενισμού, στη συμβατότητα με το θεόθεν έλεος προς την ανθρωπότητα.

Το πρόβλημα του πάνκη, είναι το πρόβλημα όλων των ανήσυχων ανθρώπων: είναι προβληματικός γιατί είναι ορφανός ως προς μία βοήθεια στους προβληματισμούς του για τον κόσμο και τον συνάνθρωπο. Είναι προβληματικός γιατί δεν μπορεί να λύσει τα πάντα. Και ως νέος, συνήθως, βιάζεται παράλληλα. Πάνω στη βιάση του, αυτοτραυματίζεται και τραυματίζει. Και ο προβληματισμός του μεγαλώνει.

Άκου το με τα αυτιά του Θεού: οι αναρχικοί πάνκηδες (ας είναι και «πορτοκάλια μπλε») μάχονται κάθε μορφή ανθρώπινης εξουσίας επί του ανθρώπου και του περιβάλλοντος (Μπακουνινόθεν;). Αρνούνται το διακοινωνικώς αποδεχτό κύρος ανωτερότητας κάποιων λίγων. Ζητούν μια δημοκρατία αθέσμιτη, αυτονόητη, ισοδίκαιη με όλους. Σου κάνουν χώρο, μέσα τους, άθελά τους. Κάνουν και στην κοινωνία, η οποία δεν καταλαβαίνει από συνέλευση και διαλεκτική. Έχει ομορφιά ο κουτσός τους τρόπος. Καν τραγικός, αφού η «μέθοδος εξουσιασμού» δεν τους διαφοροποιεί από τον κόσμο τον οποίο πολεμούν, επί του πρακτέου. Είναι άλλος ένας κόσμος που δε χωράει όλο τον κόσμο· που είναι έγκλειστος μέσα στον κόσμο, κι εκεί μέσα, στο αποτέλεσμα του εγκλεισμού του, τον εγκλείει, επίσης. Άθελά του όμως, «στα λόγια Του έρχεται»: αυτεξούσιο, ελευθερία, ισότητα. Κι έχουν ενδιαφέρον οι παραλλαγές του «ποιήματος», ανά περιοχή και κοινότητα.

Υπήρξε, τη δεκαετία του 80’, και η εσωτερική της Punk σκηνής κίνηση του Straight Edge (ευθεία οδός/τέλος). Όπου απορρίπτονται και μισιούνται, παρέα με όλο τον υπόλοιπο κόσμο (του συστήματος εξουσίας), τα ναρκωτικά, το αλκοόλ, ο καπνός, η καφεΐνη, η σαρκοφαγία, η πολυγαμία (!).

Ένα άλλο παρακλάδι είναι το «Oi!» (οι λεγόμενοι skinheads: καραφλοί), το οποίο έχει ενίοτε και οπαδικοποδοσφαιρικό περιεχόμενο, και είναι εξυμνητικό της πανκ κοινότητας των οπαδών/χούλιγκανς. Αυτό, σε Ιρλανδία, Αγγλία και Σκωτία κυρίως, όπου αναπτύχθηκε και η Folk Punk: punk με στοιχεία παραδοσιακής κέλτικης μουσικής (βλ. Flogging Molly).

Το Oi! συνδέεται κυρίως με την εργατική τάξη και την παρεΐστικη κατάσταση των Punks. Υπήρξε κι ένα μειονοτικό, εσωτερικό του Oi!, ρεύμα «φιλοσοφημένο» γύρω από το φασισμό, έως και εθνοσοσιαλισμό, με χαρακτηριστική αντιμεταναστευτικότητα και ρατσισμό. Γενικά όμως, ο χώρος ήταν απόλυτα ανοιχτός σε κάθε φυλή.

Η/το Punk έχει υβρίδια φιλοσοφικά -εκφραζόμενα πάντα και μουσικά- με ένα σύστημα «αξιών κι απαξιών», που συχνάκις συνδέεται με γνωστά ιδεολογικά ρεύματα όπως αναρχία, κομμουνισμός, βιγκανισμός, σατανισμός, χριστιανισμός, queer, σοσιαλισμός, εθνοσοσιαλισμός κ.ά.

Όσον αφορά στη «μελωδία». Την πρώτη του περίοδο, επειδή η «κίνηση» είναι απορριπτική του πολιτισμού, ουσιαστικά κομίζει το «τέλος της μελωδίας». Είναι εξαρχής αποτυχημένο το εγχείρημα -φαντάζομαι συνειδητά κι αυτό- εφόσον δε γίνεται να ζήσει ο άνθρωπος χωρίς μελωδία, χωρίς να μελωδήσει την υπερβατικότητα των αισθημάτων του επί των θεμάτων του βίου· χωρίς να εκπνεύσει τους καημούς του μελωδικώς. Παρόλα αυτά έχουμε ηλεκτρικό ήχο (κιθάρες, μπάσο, τύμπανα) και φωνασκών (σχεδόν flat) τραγουδιστικό μέλος, εν είδει πυρφόρου κηρύγματος, εν πνεύματι διαδηλώσεως.

Κάπως έτσι εκφράστηκε η Punk, που εκρήγνυται στην Αγγλία, εισηγμένη εξ Αμερικής (αρχίζοντας ως μία garage μορφή του rock, το οποίο μεσουρανούσε τότε και κάθε άλλο παρά ανεπίσημος κακοτεχνισμός ήτανε), και συνεχίζει ως αντιδάνειο με την επεκτατική σπουδή της ως Hardcore Punk, πάλι κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η μετέπειτα σταδιακή «εξυγίανση» της μουσικότητας από τον «απόλυτο μηδενισμό» από το βασικό υποείδος της Punk, αναλύονται τελευταία, παρακάτω.

Η Punk δεν είναι για μουσικόφιλους. Δεν σου αρέσει η Punk επειδή σου αρέσει η μουσική της, ζώντας σε ένα κόσμο με τόσα «χρώματα», τόσες ηχητικές επιλογές. Πρόκειται γι’ ανθρώπους που έχουν τα νεύρα τους, γρατζουνάνε κανά έγχορδο, βαράνε κανά τύμπανο, γκαρίζουν καμιά εξυπνάδα, και είναι καλά παιδιά γενικά. Αυτό σου αρέσει· και πώς να μην αισθάνεσαι οικεία, ως ένα νευρόσπαστο πόλεως ο ίδιος. Όπως όλα τα «καλά παιδιά», ενδέχεται η οξυδέρκειά τους να εντοπίζει και καυτηριάζει το κοινωνικό πρόβλημα. Αυτός που δίνει λέξεις στο πρόβλημά σου, δεν αργεί να γίνει φίλος σου. Ντύνει, μετά, περίτεχνα (μουσικά και στιχουργικά), την καταστροφή στην οποία ζούμε και η οποία αξίζει στο σύστημα-εξουσία, και τη μοιράζεται με τις κοινότητες. Δεν είναι δομικό υλικό οι σκέψεις του: είναι μία εμψύχωση προς το μισήσαι και διαλύσαι ό,τι ψεύτικο. Ψεύτικη είναι κυρίως η ζωή του εν κράτος ασφαλισμένου μικροαστού, αλλά και κάποιου άλλου πάνκη ενδεχομένως (fake/poseur).

Όπως πολλά είδη μουσικής εκδήλωσης, η μουσική ως ποιοτική δημιουργία και ενέργεια, είναι σε τελευταία μοίρα. Eίναι άλλο το κίνητρο του ανθρώπου που εκφράζεται έτσι μουσικά. Και βέβαια, μεταξύ άλλων αντιφάσεων, η Punk επίσης δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το του Δυτικού Μουσικού Συστήματος set της δυαδικότητας: μπάντα-κοινό, εγώ-εσύ, εγώ λέω, εσύ ακούς. Δεν δημιουργήθηκε αυτή η αφρικανική φυλή του jamming (συλλογικός αυτοσχεδιασμός)· ο μουσικός τρόπος να μπουν όλοι μέσα στον μουσικό δρόμο. Δεν έγινε η μουσικότητα μυσταγωγία συμμέθεξης στο υπερβατικό της περίστασης της συνύπαρξης· δε χορεύουμε μαζί: χτυπιόμαστε και χτυπάμε ο ένας τον άλλο. Σάμπως δεν είναι εικόνα του κόσμου αυτή;

Στην αληθινή συλλογικότητα και τη μουσική της έκφραση, περιλαμβάνεται όλος ο κόσμος, και είναι όλος ένα με το τραγούδι ή το μουσικό-ρυθμικό μέλος. Ο Κρίστοφερ Σμωλ2 αναφέρει πως μόνο σε ομάδες με υψηλό βαθμό συλλογικότητας ευδοκιμεί η μουσικότητα του αυτοσχεδιασμού (improvising). Στατιστικά, ο Δυτικός Πολιτισμός παράγει festive μουσική· έναν ήχο ο οποίος εορτάζει κάτι (συνήθως τον έρωτα). Συνεπώς, ελπίζει στη ζωή -στη συνέχειά της, στο μέλλον του. Και γι’ αυτό είναι και χορολάτρης, είναι κάποιος που χορεύει την ελπίδα του αυτή.

Το jamming. Δεν προβλέπεται επί του θέματός μας, αν και η Punk ήταν επίσης μία από τις μουσικές κουλτούρες που «εγκαταλείπουν την παρτιτούρα» όπως και τις «άψογες εκτελέσεις […]μια μονοτονία που θυμίζει σούπερ-μάρκετ», όπως νιώθει ο Σμωλ. Το φιλοσοφικά τραγικό και πικάντικο σχετικά με το θέμα μας, είναι βάσει της παρατήρησης του Σμωλ περί της «ηθικής του αυτοσχεδιασμού», που «συνδέεται, από πολιτική πλευρά, πολύ στενά με την έννοια του αναρχισμού». Τραγικό και πικάντικο γιατί, ως πάνκης, ενώ είσαι μπαϊρακτάρης της επανάστασης και της «επαναστατικής» μουσικής, επί του πεδίου και πρακτέου υπάρχουν πολύ πιο επαναστατικές μουσικές κινήσεις, που όντως δρομολογούν την κοινωνική ενσυναίσθηση κι επαφή, δια της αισθητικής τους και του τρόπου λειτουργίας τους, σε άλλη ρότα: Jazz. Το πρώτο Punk ήταν ένα επιτόπιο άλμα, ψηλό αρκετά για να φανεί ο κόσμος αυτός που προβάλει.

Η Punk, ως πνευματικό παιδί της Rock, παρέμεινε στο hit (σουξέ), στο εγώ-γράφω-ερμηνεύω, εσύ άκου-χτυπήσου-χειροκρότα. Θλιβερό, αλλά ουσιαστικά, η επανάσταση της πανκ, στη καλή και δημιουργική της διάσταση -αυτή δηλαδή που ακολούθησε και κυριάρχησε ως γενικό ύφος μετά την έκρηξη της «κατεστραμμένης μελωδίας» της «πρώτης» Punk- δεν ξέφυγε ποτέ από τον «πολιτισμό της επίδοσης», από τον νερντισμό του Προτεσταντισμού. Όπως και η Rock ή η Metal, με τις οποίες έφτιαξε πολλές προσμίξεις με τον ήχο της. Όχι μόνο δεν ξέφυγε: είναι γέννημα του Προτεσταντισμού. Ξεκινήστε την έρευνα από τη λέξη…

Προσωπικά, ως νεότερος, περισσότερο ασχολήθηκα με το παρακλάδι της Punk που ονομάζεται γενικώς Punk Rock. Το επίθετο είναι σημαντικότερο του κυρίου ονόματος. Σε αυτή τη διάσταση η αθλιότητα της εμφάνισης υποχωρεί αρκετά, ενώ η μελωδικότητα θα δημιουργήσει ένα, ενίοτε, έως και ιδιαιτέρως λυρικό κλίμα, υπό του οποίου θα γίνει η «κοινωνικοπολιτική καταγγελία», η οποία δεν αλλάζει, όπως δεν αλλάζει και η κατεστημένη τάξη, και βέβαια τα «παραμελημένα» της παιδιά, που της κουνάν το δάχτυλο και τραγουδάνε επιθετικά προς τον μηδενισμό της. Αυτό το είδος λειτούργησε και σε ακουστικό πλαίσιο (δηλ. όχι ηλεκτρικός ήχος), κάτι βέβαια το αδιανόητο κι ανούσιο για την αρχική κίνηση της «κατεστραμμένης μελωδίας». Έχει ακουστεί μάλιστα και σε συγκρότηση με ορχήστρα (μαρτυρία περί της πολυφωνικής σπουδής του Punk Rock). Υπάρχει, επίσης, το υβριδικό μουσικό σχήμα της Ska Punk: το Punk Rock, έφερε, στην κατά κύριο λόγο uptempo σύνθεσή του, το μοτίβο της εν άρση συγχορδίας (Reggae) και την αισθητική των χάλκινων (βλ. Streetlight Manifesto).

Σε γενικές γραμμές, σε αυτό το πλαίσιο ακούς Rock. Συνήθως fortissimo (ff: πολύ δυνατά) κι από adante έως presto (πολύ γρήγορα). Απέχει πολύ από την «επισημότητα της τσαπατσουλιάς», και τη ζωή του σκουπιδένιου αλήτη-μηδενιστή που εγκωμιάζει μόνο τα μεθύσια του. Δεν υπάρχει το «τέλος του κόσμου» (there is no future!, λένε οι Sex Pistols στο περίφημο God Save the Queen). Γράφεται έργο μουσικό· αποτελεί κίνητρο η αρτιότητα και ωραιότητα, κι ας μην είναι σε ντεσιμπέλ ευχάριστα για τον μέσο ακροατή παγκοσμίως. Το απόλυτο μηδέν, υπήρξε για τόσο λίγο στο προσκήνιο, κι ανέδειξε το πόσο μη-λειτουργική μπορεί να είναι η ζωή ενός νέου μηδενιστή-ναρκομανή-πανκ-ρόκσταρ. Στη σκηνή άρχισαν από νωρίς να προσχωρούν άνθρωποι και από ακαδημαϊκά περιβάλλοντα (βλ. Bad Religion, The Offspring κ.ά.), που προφανώς ποντάρανε σε ένα κάποιο μέλλον.

Στην Ελλάδα εμφανίστηκαν σχεδόν όλα τα είδη της Punk (εκτός αυτού του, εξίσου με πολλά άλλα υβρίδια του είδους, παράδοξου χριστιανικού πανκ, που άνθησε ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική· κι ευτυχώς θα ‘λεγα), σε αγγλικό κι ελληνικό στίχο, και κάποια από αυτά τα σχήματα «τα σπάγανε».

[*Από την σκηνή της Metal (μπάντα Sleep), έχει πολύ ενδιαφέρον η πορεία του Justin Marler (αρχικά πάνκης). Βλ. το περιοδικό (zine) Death to the World

https://en.wikipedia.org/wiki/Death_to_the_World

και βλ. το κανάλι Harmony που χρησιμοποιεί (και) τα κείμενά του δημιουργώντας οπτικοακουστικό περιεχόμενο ορθόδοξου προσανατολισμού:

https://www.youtube.com/watch?v=6sL7ArCWJbc&rco=1

Επίσης βλ. τον fr. Turbo Qualls (πρώην Oi! Punk, ο οποίος σπούδασε και εικονογραφία με τον γνωστό μας αγιογράφο π. Σταμάτη Σκλήρη.]

Β. «Τί σου βρήκε!», που λέμε.


Ο πάνκης σαρκώνει τον μηδενισμό. Το ειλητάριό του γράφει: αν ο κόσμος σου είναι έτσι, εγώ θα κάνω το σκουπίδι. Και πώς αλλιώς να σου τραγουδούσε ο «Διογένης», όταν του έκρυβες τον ήλιο ας πούμε, επειδή ήσουν Ο Αλέξανδρος (που αν δεν έκανες καριέρα θα ήθελες να ήσουν Διογένης, όπως δήλωσες);

Ο πάνκης σαρκώνει την ανωνυμία ως συνειδητό δρόμο πολιτικοποίησης. Είναι στο «εμείς», αλλά δε ξεπερνά την «διασυνοριακότητα» της ιδέας, της αγέλης, του ιδιωτικού του νομοπλαισίου.

Ο ορθόδοξος λογίζεται άρρωστο τον κόσμο· νοσογόνο το πνεύμα του. Δε γίνεται μόλυνση όμως για τον κόσμο (για τα σχέδιά του, ίσως, ακουσίως). Γιατί έχει τον «αντιρόλο». Έχει τη σχέση που τον ξεσχετίζει από τη μόνη πιθανή εκ του κόσμου τούτου στάση, την επικυριαρχία, το σαμποτάζ του ορισμένου ως αντίπαλου. Το να μετατρέψεις τον διαφωνούντα, από απλώς διαφωνούντα σε εχθρό σου, δεν θέλει και πολύ κόπο - δίπλα πόρτα.

Ο γέροντας Βασίλειος μεμφόταν τους «αναρχικούς» για «έλλειψη» αναρχίας και επαναστατικότητας, νιώθοντας όμως μία συγγένεια αρχικά με αυτούς, και αποδεχόμενος την πρόσκλησή τους να μιλήσει για την Ορθοδοξία στα πανεπιστήμια, τη δεκαετία του 80’3. Μυσταγωγικά απολαυστικός, επαναστατικά προσγειωμένος και συγκεκριμένος.

Όταν υπάρχει η παρουσία της μορφής (και κυρίως της αίσθησης) του Θεού πάνω στο «μέτρημα» του εαυτού σου και του κόσμου, η άλλως καταμερισμένη βαρύτητα αλλάζει το «παιχνίδι». Δεν είναι αλητεία να περιφρονείς τον κόσμο· είναι το πλέον λογικό και τίμιο. Αλητεία είναι όμως να κολλήσεις στο «πόσο πέφτει» αυτός ο κόσμος, ο ούτως ή άλλως πεπτωκότας. Η επανάσταση αλλάζει στόχο: το ίδιον χάλι χρήζει καταγγελίας και ισοπεδώσεως. Η ανθρωπότητα δεν επιφορτώθηκε στον ώμο κανενός σωτήρα να την κουβαλήσει και να τη σώσει -πολιτικού, ή όποιου άλλου είδους. Και κάθε δρομοκήρυξ θα ξεμπροστιαζότανε αν του δινόταν τελικά η ευκαιρία να «αλλάξει τον κόσμο», να τον κάνει όπως «θα έπρεπε να είναι». Έξω από τον κόσμο του Θεού, η ευθύνη απέναντι στους άλλους υπάρχει μόνο ως μετεωριζόμενη έννοια καλών προθέσεων, ευαίσθητων στην κακοποίηση, ανήμπορων μπρος στο πραγματικό μέγεθός της, αμήχανων να αντιστρέψουνε το πράγματα. Τα πράγματα αντιστρέφονται Αλλού.

Αλητεία «καλή», ως ένα έπος κάποιου κατά κόσμον αντιήρωα, και θετική ωσάν απελευθερωτική αποκοτιά, θα ήταν να κολλήσεις μόνο στις δικές σου πτώσεις, εντός αυτού του πτωτικού κόσμου· να φορτώσεις στον εαυτό σου τα δεινά του· να σηκώσεις τα χέρια και να κάμψεις το γόνυ σου για το ότι δε μπορείς μόνος σου να ξεκολλήσεις τον κόσμο (ούτε τον δικό σου - απαραίτητο, πρωτογενώς) και να τον βάλεις σε αντίθετη τροχιά. Και ποια είναι αυτή η τροχιά; Και ποιος θα μας την πει; Εσύ; Εγώ; Ο πάνκης; Μία «θρησκεία του χριστιανισμού»;

Μπορείς να δεις τις δικές σου αντιφάσεις (εκεί είναι, σε περιμένουν)· να τσακιστείς εσωτερικώς από την πραγματικότητά σου, κοιτάζοντάς την ως παραφωνία μες τη μελωδία της «σωτηρίας» (ο Χριστός μιλάει για «ολοκλήρωση» της ζωής) του ανθρώπου εκ του Θεού (σώος: ακέραιος, ξεκομμένος από την «ασθένεια» της αφιλαδελφίας εν προκειμένω). Αργά ή γρήγορα, θα έρθει, πάνω στην «εποποιία» αυτή, ο στίχος της ομολογίας της ενότητας με το κακό και τα δεινά του κόσμου. Θα έρθει μία μετάνοια λογική αλλά με υπέρ του λόγου αποτελέσματα: «εγώ είμαι ο κόσμος· συγχώρεσέ με που είμαι όπως είμαι». Θα αρχίσεις να κάνεις χοντρά επεισόδια εναντίον σου· εναντίον αυτού του κόσμου, που τόλμησες να καθρεφτίσεις τον μολυσμό του πάνω στο αφήγημα ενός Διαλυμένου Παντοδύναμου, που ίδρυσε μια εκκλησία διαλυμένων παντοδύναμων. Κι αυτή η διάλυση θα σου φανεί «καλή λίαν»· θα άρει, συν Θεώ, με τον καιρό, το αίσθημα της ματαιοσπουδίας, με το οποίο βασανίζεται και μεθοκοπά ο κόσμος. Κι έχει ο Θεός μετά, πολλά τραγούδια.

«Κακή αλητεία» είναι η διαρκής επαλήθευση και περιφρούρηση της αρρωστημένης αυτοθέωσης. Που, από το μετερίζι της, με τη ξεκούρδιστη κιθάρα της και με την υπερηφάνειά της, μπλοκάρει την εκ-Θεού-θέωση, μπλοκάρει αυτό που ποθεί περισσότερο απ’ όλα, κατά βάθος. Ότι ο κόσμος, είτε ως μηδενιστής, είτε ως αισιόδοξος-μελλοντιστής, «κόσμος γίνεται», και κλείνεται, ωσάν αποδεχόμενο τη μοίρα του, ένα εξημερωμένο άγριο ζώον του ζωολογικού μας, στο κλουβί του, στη γεωκοινωνική του επάρκεια κι επικράτεια. Όλος ο κόσμος «παίζει άμυνα». Και μπλοκάρει τη θεολογία του (Του). Και ούτε που φαντάζεται τί σημαίνει «να πέσουν οι άμυνες», χωρίς να χάσει δύναμη (πόσω μάλλον να ενισχυθεί). Είναι τόσο μακριά και τόσο κοντά του ταυτόχρονα, αυτό το επίπεδο.

[«Ο Ορθόδοξος Θεολόγος, ο πυρπολούμενος μέσα στη Θεία Λειτουργία, ο φλεγόμενος και μη κατακαιόμενος, είναι στη φύση του καθολικός και οικουμενικός. Δεν υποστηρίζει νομικά μιαν αλήθεια. Δεν αμύνεται ιουδαϊκά για ένα έθνος, πολιτισμό ή νοοτροπία. Αυτή η στάση πετιέται έξω από τη θεία Λειτουργία σαν κάτι ξένο. Καίγεται μέσα στην Αλήθεια σαν κάτι ψεύτικο. Αφανίζεται μέσα στο φως της αγάπης σαν ανυπόστατη πλάνη. Ο χώρος που ο Ορθόδοξος θεολογεί είναι η καινή κτίση. Το αίτημα της προσωπικής σωτηρίας του είναι η αίτηση της σωτηρίας του σύμπαντος κόσμου. Έξω απ’ αυτή τη στάση, απ’ αυτόν τον πόνο, τίποτε άλλο δεν υπάρχει γι’ αυτόν.»4]

Ο πάνκης αναπαύεται στην Ορθοδοξία επειδή είναι αμείλικτη απέναντι στα είδωλα. Γοητεύεται και πέφτει στα πατώματα, γιατί είναι επίσης αμείλικτη εναντίον των δήθεν φίλιων, που πάνε να ειδωλοποιήσουν την ίδια. Δεν κολακεύεται. Δεν κερδοσκοπεί. Δεν πεινάει σαν εσένα. Δε σε έχει ανάγκη. Δε ζει εξαιτίας σου. Η Ορθοδοξία δείχνει και λειτουργεί Κάποιον. Αυτός, δεν είναι καν Ορθόδοξος: είναι η Αλήθεια. Η Αλήθεια δε διδάσκει και δε διδάσκεται: Είναι (Πρόσωπο, Σώμα, Αίμα, Πνεύμα) και συναντάται (Εκκλησία). Αυτή, είναι μια πνευματική πατρίδα ασύνορη, για όλους. Αυτή είναι η μόνη «συμπερίληψη» που μπορεί να υπάρξει. Αυτή είναι μία αληθινή επανάσταση, ως ανάσταση, ως δικαίωση των άλλων ως σχεσιακά πρόσωπα, με ακατάληπτες εξ οιουδήποτε συστήματος υπαρκτικές προοπτικές· αυτά τα πρόσωπα που ο Καμύ παραπονιόταν πως καμία φιλοσοφία δε δικαιώνει (παρά τον εαυτό της), εκτός κι αν ήταν εκείνη η «μοναδική και πρωτότυπη»5. Τον επαναστάτη Καμύ, τον ανέπαυσε ο Ντοστογιέφσκι, αλλά πέθανε πριν προλάβει να φτάσει στην πηγή, να φάει το «φαγητό» που έφαγε και ο Φιόντορ και που με αυτό «χόρτασε» όλο τον κόσμο.

Ο πάνκης μεταστρέφει το ους του: από τη φτηνιάρικη ηθική-ανηθικότητα της άρρωστης κοινωνίας που θέλει φτύσιμο, σε μία φωνή θείας λογικής, αφάνταστα υπεύθυνη, ατέλειωτα πιο τολμηρώδης κι επαναστατική, σε σχέση με κάθε «κλάμα παιδιού», κάθε λόγο που υπάρχει ως αντίλογος σε κάποιους άλλους, και που δεν περικλείει τους πάντες στη «σωτηριολογία» του. Γι’ αυτό και οι μομφές εκ των αντιλογούντων Punks είναι σωστές, δίκαιες, αληθινές αλλά και ίσα ανεπαρκείς ως προς μια κάποια λύση.

Η μετάνοια είναι αδιανόητα ωφέλιμη κοινωνικά (ως επίδραση στις ζωές του κόσμου). Δεν μιλάμε όπως αυτοί που θεωρούν την εκκλησία ως άλλον ένα κοινωνικό φορέα που είναι «θετικός», είναι παράγοντας σταθερότητας και κοινωνικής συνοχής. Η μετάνοια, ως εσωτερική ενέργεια ενός προσώπου, αγνοείται από κάθε ανθρώπινη χειρονομία παρέμβασης προς εξυγίανση τομέων της κοινωνίας· ως προς τη πραγματική δυναμική της και την εμβέλεια της εξυγίανσης που επιφέρει.

Στην κοινωνία πρέπει να είσαι «πολύς». Ο Θεός όμως, αναπόφευκτα, είναι «μία πορεία προς το λίγο»· το οποίο αποκτά την εμβέλεια της ολότητας, πάλι αναπόφευκτα (αλλάζει ο νους, όπως αναφέρει και ο Απ. Παύλος6). Αυτό είναι η χάρις της πίστεως: ένα άλλο επίπεδο αυτοσυνειδητότητας και δραστηριότητας, που συναντάται κυρίως -ω τί σύμπτωσις!- σε κάποιον κουρελή και πεταμένο: σίγουρα εσωτερικώς κουρελή, πιθανότατα κι εξωτερικώς. Μεγάλη δισκογραφία…

[«[…]και επέρασαν πεντήκοντα έτη… χλευάζοντες τους λογισμούς αυτών…»7]

Ο πάνκης, στο Ορθόδοξο περιβάλλον, είναι ένας μηδενισμός ενούμενος τον ολισμό. Ο μηδενισμός του ήταν ιδανικές διατάσεις ειδωλοκλασίας. Μπαίνει στο γήπεδο ζεστός. Και το πρόσημο της «αθλητικής κίνησης» είναι μόνο θετικό· ούτε αρνητικό (κοσμικό φρόνημα), ούτε ουδέτερο (Βουδισμός). Είναι πυρηνικής σημασίας το αν τελικά, κάποιος, εκλαμβάνει το σύμπαν ως φίλιο και όχι εχθρικό. Το αχώνευτο του αφηγήματος του Χριστού είναι η κατοχή του σύμπαντος υπό ενός απολύτου όντος. Φίλιου!

[ …μου ήταν αδύνατο να διανοηθώ την Απόλυτη Αρχή ως προσωπικό ον8]

Υπάρχει πραγματικά μία προοπτική, μιας πραγματικής επανάστασης. Υπάρχει το εις «εαυτόν ελθών» αυτού που «βόσκει χοίρους». Υπάρχει Αυτός που του έδωσε την ευχή του να κάνει ό,τι θέλει -εν προκειμένω να βόσκει χοίρους- κι όταν θέλει, να έχει στο υποσυνείδητό του έστω, ένα μέρος να γυρίσει (βλ. Παραβολή του Ασώτου). Δυστυχώς δεν ισχύει το παραπάνω για ολόκληρο τον Δυτικό πολιτισμό. Δεν υπάρχει το βίωμα αυτό στα παιδιά του σύγχρονου κόσμου, γι’ αυτό και συχνά καταλήγουν στον αγύριστο. Υπάρχει όμως το κείμενο που μιλάει για μία επιστροφή, η οποία, μπορεί να μην έχει ίδιο σταθμό εκκίνησης με αυτόν του σύγχρονου νέου, αλλά σίγουρα ανταποκρίνεται στην εσωτερική του ορμή για μία πατρίδα νοήματος κι αξιοπρέπειας.

Ποιος τιμά τον άνθρωπο; Τί θα ‘θελε απ’ αυτόν τον άνθρωπο, ως προϋπόθεση για να τον τιμήσει; Ποιος έχει το κίνητρό του άχραντο -σε ό,τι κάνει και ό,τι ζητά από τους άλλους να κάνουν;

[«Θα γίνει ποτέ καμιά επανάσταση να βρούμε τον εαυτό μας;». Μάσαγε την τροφή τους, ο π. Βασίλειος.]

Ο εν Θεώ επαναστάτης κατεπόθη υπό του Θεού. Και με αυτόν τον θάνατο, αυτόν τον μηδενισμό (ως προς τις ελπίδες που δεν επένδυσε ούτε στον κόσμο, ούτε στον εαυτό του), ο άνθρωπος μηδενίστηκε κι απεραντοποιήθηκε. Ταυτίστηκε η ύπαρξη και η ανυπαρξία· παντρεύτηκε η ζωή τον θάνατο, ο ουρανός τα καταχθόνια, ο Αιώνιος τη «στιγμή» που λέγεται ανθρώπινη.

Συνήθως, λοιπόν, είναι τελείως ανύπαρκτος και ταπεινός ως προς το status του. Είτε εξαρχής, είτε κατόπιν εξαφανίσεως. Συχνά το status μπορεί να ήταν έως και το ύψιστο πιθανό (εν Ελληνισμώ είχαμε πολλούς έως και Αυτοκράτορες που αποσύρονταν στο «ούτις» του μοναχικού σχήματος, όπως και «ουτιδανούς» του μοναχικού πολιτεύματος να διατελούν, αντίστροφα, σύμβουλοι των πρώτων). Το κοινωνικό προφίλ του δεν απειλεί κανένα (χριστοείδεια και «παναγιοείδεια»). Κι επειδή έχει σταυρώσει το φαινόμενο -τον κατά κόσμον εαυτό του και την κατά κόσμον καταξίωση- όπως δεν απειλεί, έτσι δεν απειλείται υπό τινός, επίσης (θεοείδεια). Είναι πεδίο αδελφοσύνης το πρόσωπο αυτού του επαναστάτη.

Ένας ήταν ο «κατά φύσιν» Επαναστάτης (Ι. Χ.). Όλοι οι ακόλουθοι μετέχουν κατά χάριν της επανάστασης -και κατά δύναμιν πληροφορούνται επ’ αυτού. Με όλα τους τα μέσα -τα του κόσμου και συνηθισμένα- μιλάνε από το χώρο του μέλλοντος. Είναι αντίστροφος του κοσμικού αυτός ο νους: η κληρονομιά η οποία διαφυλάσσει, κι εδώ είναι, κι έπεται, και μένει πάντοτε ελεύθερη και αδιάρπαχτη από τον κόσμο.

Με όλα τα μέσα: με τον ιδιαίτερό του δρόμο, ο καθένας, ακτινοβολεί τον Δρόμο του «μαζί», του σαββατισμού των ανθρωπίνων συγκρούσεων (κι ας μην είναι «Χριστουγεννιάτικα»).[ Όσον αφορά στο δικό μας θέμα (με τους αμερικανούς πάνκηδες που προσηλυτίζονται στην ορθοδοξία): πολλοί από αυτούς βρήκαν μία συμβατότητα των προβληματισμών και του ακτιβισμού τους με τις σκέψεις και τη ζωή του fr.Seraphim Rose.]

Ο Θεός ακτινοβολεί από το τραύμα του καθενός, την αφθαρσία του προσώπου του δια της σχέσης του με το δικό Του. Αυτό μιλάει μέσα μας. Απαντάει μέσα μας. Κι αλλάζει την ιεραρχία, τη ζωή με τον εαυτό και με τους άλλους. Το «ως σεαυτόν», του «αγαπήσεις τον πλησίον σου», είναι η πρόταση να λάβεις την ευθύνη του άλλου, κάτι που δεσμεύει τον ιδιωτισμό σου. Είναι η πρόθεση να τον υπερασπιστείς ενώπιον Θεού και δαίμονα. Να τον δικαιώσεις. Κι έρχεται το προηγουμένως αναφερθέν: μετάνοια λογική: εγώ είμαι ο άλλος Κύριε…

Δε θεολογούμε μόνοι μας, εντέλει. Ούτε πρόκειται για λόγια· ούτε πρόκειται για πράξεις αυτοτελών επεισοδίων της ανθρώπινης θέλησης, που αποφάσισε να γίνει «καλή χριστιανή», ή επαγγελματίας θεολόγος, ή τσάκαλος αρθρογράφος. Η ιστορία οδεύει στην «αιώνια αδελφότητα». Περί αυτής θεολογεί έως και το τραπέζι του μοναστηριού, στο οποίο συντρώγουν ο δικαστής κι ο δικασμένος, ο αδικητής κι ο αδικηθείς, ο φτασμένος και ο δόκιμος, ο πάνκης που πετούσε πέτρες και ο μπάτσος που τις έτρωγε. «Ἡ τράπεζα γέμει ([…]μηδείς ἐξέλθη πεινῶν»9). Και το πυρ της ομονοούσης ευχαριστίας, αφανίζει τις λοιπές υποθέσεις των ανθρώπων ως τα των «παίδων αθύρματα»10, που άφησαν πίσω πνευματικώς ενηλικιούμενοι. Η «μικρὰ ζύμη» που «ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ»11, είναι η Εκκλησία που συντρώγει με τον Θεό και συντρώγεται υπό του Θεού. Η Εκκλησία είναι όλα τα πρόσωπα που υπήρξαν, εν λειτουργική σχέση με το Θεό.

Επανάσταση Αναρχική είναι: ο τελευταίος των τελευταίων των του κόσμου -τελευταίος στη συνείδησή του και στη συνείδηση του πλείονος κόσμου περί αυτού- να «συγκυβερνά μετά του Θεού τον κόσμο» (φράση του Αββά Βαρσανουφρίου, μέσα απ’ έναν λάκκο), όντας ο μόνος πραγματικά αποστασιοποιούμενος από κάθε μορφή αρχής και αρχηγίας επί των συνανθρώπων του. Κι αυτό, ενώ ο κόσμος φύει ανθρώπους που λυσσάνε να κυβερνήσουν, ή που λυσσάνε να μην κυβερνήσουν κάποιοι από τους λυσσασμένους πρώτους. Οι μεν χτενίζονται όλη μέρα· οι δε τους χαλάν την κώμη. Κανένας τους δε κάνει δουλειά ανθρώπου, δηλαδή υπέρ-του-ανθρώπου. Γιατί πρέπει να μάθεις να ακολουθείς, και όχι να μαθαίνεις τους άλλους να σ’ ακολουθούν είτε υπέρ σου, είτε εναντίον κάποιων και υπέρ κάποιων άλλων. Είναι ο κοινός πειρασμός κάθε φιλοσοφικοκοινωνικής παρέμβασης εν ιστορία: εξειδικευμένοι τυφλοί, οδηγοί τυφλών. Υγεία είναι: δε θέλω να είμαι αρχηγός: θέλω να είμαι λίγος, αφανής, απών, ούτις. Γιατί θέλω Άλλος να ηγείται, που ξέρει καλύτερα απ’ όλους τί να κάνει.

[«Ο Χριστιανός πορεύεται προς τα κάτω, προς το βάθος της ανεστραμμένης πυραμίδας· εκεί όπου συγκεντρώνεται η φοβερή πίεση, όπου βρίσκεται ο αίρων την αμαρτία του κόσμου Χριστός […]με άρρητο τρόπο εξομοιώνεται μαζί Του, σηκώνοντας τα βάρη ή τις αδυναμίες των άλλων […]η τελειότητα της χριστιανικής ζωής παραμένει άφθαστη. Χριστιανικά μπορεί κανείς μόνο να πεθάνει.»12]

Μες στον φθόνο και την κενοδοξία -την κοπριά της φιλοδοξίας των ανθρώπινων θελήσεων των αλληλοσυγκρουόμενων- ο επαναστάτης πηδάει από το καράβι. Ή αντιλαμβάνεται ως ευλογία το ότι τον πετάξανε από το καράβι κάποτε (παράδοξο: όταν εξορίζεσαι να βρίσκεις την πατρίδα σου). Κατεβαίνει στο λάκκο του, στον Άδη του. Τον συνηθίζει, τον δέχεται, τον αγαπά. Απορρίπτει τους καλλωπιστικούς της υπόστασής του καθρεπτισμούς στους άλλους: δεν τους χρησιμοποιεί, δεν τους προτείνει να τον χρησιμοποιήσουν, δεν συναλλάσσεται «εδώ με εμάς», συναναστρεφόμενος με εμάς. Εύχεται την πραγματικότητα να κατακλύσει όλους, και αυτοί όχι να απασχοληθούνε με το άτομό του. Εύχεται την ελευθερία τους (από τον ίδιο, από τον εαυτό τους, από τον διάβολο). Υπάρχει ως υγεία τους και παράδειγμά τους, πατώντας ταυτόχρονα σε κάθε εποχή, εκκινούμενος από την εμπειρία αυτής της μετά των εποχών εποχής, της «ενιαίας ημέρας» του Κυρίου, την εποχή της χαράς της παρέας Του, η οποία έχει κατά χάριν ξεκινήσει: μια μέρα, πριν δύο χιλιάδες χρόνια, σε ένα υπερώον, κάπου στην Ιερουσαλήμ, η Βαβέλ και οι διάλεκτοί της, μολύνθηκαν ανεπανόρθωτα από τη θεία ομοκαρδία.

Σημειώσεις

Andrew Kopkind: quoted in Belz Carl ibid via Κρίστοφερ Σμωλ, Μουσική-Κοινωνία-Παιδεία (Νεφέλη, 1983, σ. 248)
• Περί Woodstock. «Μία κατάσταση που είχε δημιουργηθεί από μερικούς επιχειρηματίες που ήθελαν, μαζικοποιώντας την πολιτιστική επανάσταση, να βγάλουν χρήματα από τα πλήθη».
Ό.π. σσ 258-9, 262
•βλ. ομιλίες στη Νομική και στην Ιατρική Αθηνών
αρχμ. Βασίλειου, Εισοδικόν (Ι.Μ. Ιβήρων, 2003, σ.167)
•Σημειωματάρια, Τετράδια 45-48
•Α’ Κορ. 2.16: […]ἡμεῖς δὲ νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν
Φιλοκαλία των Νηπτικών κι Ασκητικών (ΕΠΕ, 1978, τ.1, σ. 280)
•αρχμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Οψόμεθα τον Θεόν Καθώς Εστί (Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας, 2010, σ. 37)
•Κατηχητικός λόγος του Ιωάννου του Χρυσοστόμου
•Ηράκλειτος Fr. 70: παῖδες τὰ ἀθύρματα ἄνδρες γενόμενοι ἀπέῤῥιψαν
•Α’ Κορ. 5.6
•Αγίου Σωφρονίου του Αθωνίτου, Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας, 2024, σσ 302-5)


Ο ζωγραφικός πίνακας που συμπληρώνει τη σελίδα (Πριν την Καταιγίδα, 1994) είναι έργο του Σπύρου Κουρσάρη.

ΠΗΓΗ:https://antifono.gr/planis-kosmou-apolytou-apo-tin-punk-stin-orthodoxia/?fbclid=IwdGRjcAOvpoxjbGNrA6-kVGV4dG4DYWVtAjExAHNydGMGYXBwX2lkDDM1MDY4NTUzMTcyOAABHhuXQOI8MV_Hj3PuKskJXg-XQc8I2BcJLn5Sp_fzuzd_SX9niaw1YWA1O_ja_aem_cieAogbFLMOMXfj7OYADIQ
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.