Δευτέρα 24 Μαρτίου 2025

Η Βόρειος Ήπειρος και το υπαρξιακό ζήτημα του Ελληνισμού σήμερα



Του Γιώργου Κυριακού (*)

Το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα σήμερα αποτελεί έναν από τους ευάλωτους κρίκους του υπαρξιακού προβλήματος του Ελληνισμού σήμερα. Αποτελεί ζήτημα, μεταξύ πολλών άλλων διεθνών ζητημάτων για την απόδοση της δικαιοσύνης, της δημοκρατίας και της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Είναι ζήτημα που αφορά την ειρήνη στα Βαλκάνια και σε όλον τον κόσμο.

Ο ιστορικός και γηγενής Ηπειρώτικος Ελληνισμός ή Εθνική Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία, που δεν αφορά μόνο τα αναγνωρισμένα 99-100 χωριά από το Αλβανικό κράτος αλλά ένα σύνολο χωριών, κοινοτήτων, ενοριών, γειτονιών, οικογενειών και ατόμων που διαβιούν στη Χιμάρα, στην Άρτα, στην Κορυτσά, στα βλαχοχώρια, στην Πρεμετή, στην Ερσέκα, στην Κολώνια, στο Δέλβινο, στον Αυλώνα, στη Φιέρη, στο Δυρράχιο, στα Τίρανα, στο Μπεράτι καθώς και σε πολλά μέρη της Αλβανίας βρίσκεται σε υπαρξιακή κρίση.

Σήμερα διαβιοί περίπου το 10-15% στις επίσημες (παράνομες και ρατσιστικές) μειονοτικές ζώνες ύστερα από μια σειρά επίσημων και ανεπίσημων (παρακρατικών) παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου από το Αλβανικό κράτος και παραμέλησης των υποχρεώσεων που έχει το Ελλαδικό κράτος.

Ορισμένα στοιχεία εν συντομία:

Το 1913, μεγάλο τμήμα της ιστορικής Ηπείρου κατακυρώθηκε στην Αλβανία από το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας. Επρόκειτο για μια περιοχή γεμάτη μνημεία από την αρχαιότητα μέχρι και τη νεότερη περίοδο, που εκφράζουν την ελληνικότητά της καθώς και έναν συμπαγή πληθυσμό που αυτοπροσδιορίζεται τοπικά ως Ηπειρώτικος και εθνικά ως Ελληνικός και ο οποίος αγωνιζόταν για την ένωση με την Ελλάδα. Όμως, ενώ το 1914 κατοχυρώθηκε η Αυτονομία ενός τμήματος εντός του νεοσύστατου αλβανικού κράτους, εν τούτοις, η εφαρμογή της αδράνησε λόγω διεθνών ανακατατάξεων στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη συνέχεια, με την αποδυνάμωση του ελληνικού κράτους μετά τις γενοκτονίες των Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων στη Μικρασιατική Καταστροφή, δεν εφαρμόστηκε. 
Από την εποχή εκείνη και μέχρι τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε ένα αδιευκρίνιστο καθεστώς για τους Έλληνες που ζούσαν στην Αλβανία, το οποίο επέτρεπε επιπλέον αυθαιρεσίες. Ένα μόνο παράδειγμα ήταν η απαγόρευση της λειτουργίας ελληνικών σχολείων, γεγονός που καταδίκασε η (τότε) Κοινωνία των Εθνών το 1935. Κατόπιν, μετά τη λήξη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, η δικτατορία του Κόμματος Εργασίας της Αλβανίας, επέβαλε τις μειονοτικές ζώνες κατακυρώνοντας αυθαίρετα στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα (επίσημος νομικός όρος), μόνο 100 χωριά σε δυο από τις ιστορικές ελληνικές περιοχές. Η Χιμάρα, η Κορυτσά – Ερσέκα – Κολώνια, το Δέλβινο, η Πρεμετή, ο Αυλώνας αλλά και γειτονιές άλλων πόλεων στις οποίες ζούσαν πολυάριθμες ελληνικές κοινότητες δεν αναγνωρίστηκαν. Από το 1945 μέχρι και το 1990, οι Έλληνες της Αλβανίας υπέστησαν μια σειρά δολοφονιών, εξαφανίσεων, εκτελέσεων, εξοριών, βιασμών, φυλακίσεων στα κάτεργα της δικτατορίας. Παράλληλα το καθεστώς φρόντιζε να στρατολογεί ή να δίνει μερικά προνόμια σε έναν ικανό αριθμό Ελλήνων προκειμένου να διασπά τη συνοχή στις ελληνικές κοινότητες. Επιπλέον διέλυε χωριά και κοινότητες ακόμα και αναγνωρισμένες από το ίδιο, όπως περιπτώσεις στο Αργυρόκαστρο και στην Πρεμετή, μετακινούσε τους κατοίκους του ή δημιουργούσε άλλα χωριά με άλλες μετοικήσεις Αλβανών.

Μετά το 1991 και μέχρι το 1994, ενώ υπήρξαν βήματα δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων από πλευράς του Αλβανικού κράτους, απαγορεύτηκε στη νόμιμη οργάνωση των Ελλήνων Δημοκρατική Ένωση Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας (ΔΕΕΕΜ) “Ομόνοια” να συμμετέχει στις εκλογές ως κόμμα. Στο διάστημα παρά τον επίσημο ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Αλβανίας, έκλεισαν ελληνικά σχολεία που είχαν εντωμεταξύ ιδρυθεί, απαγορεύτηκαν ή καταστάλθηκαν εκδηλώσεις και διαδηλώσεις εθνικού περιεχομένου, εκδιώχθηκαν ιερείς, έγιναν συστηματικοί εποικισμοί προκειμένου να αλλάξει η σύνθεση του πληθυσμού σε ελληνικές πόλεις (π.χ. η περίπτωση της ελληνικής – χριστιανικής πόλης των Αγίων Σαράντα, η οποία εποικίστηκε με 25.000 Αλβανούς στους οποίους αποδόθηκαν τίτλοι ιδιοκτησίας) και η μυστική ασφάλεια του προηγούμενου καθεστώτος συνέχιζε αδιάλειπτα τη λειτουργία της.

Το 1994 με αφορμή μια τρομοκρατική ενέργεια αγνώστων (που επικαλέστηκαν την Αυτονομία του 1914) σε αλβανικό στρατιωτικό φυλάκιο, ένα πρωτοφανές πογκρόμ στα στελέχη και στα μέλη της ΔΕΕΕΜ Ομόνοια, κατέληξε σε μια δίκη παρωδία 5 στελεχών της για εσχάτη προδοσία. Συνέπεια ήταν μια νέα μεγάλη φυγή των Ελλήνων από τις εστίες τους, που κατέφυγαν κυρίως στην Ελλάδα.

Η επόμενη μεγάλη φυγή Ελλήνων από την Αλβανία πραγματοποιήθηκε το 1997 με την κατάρρευση του δικτύου παρατραπεζών – πυραμίδων, η οποία προκάλεσε μια τεράστια κρίση που συνοδεύτηκε από ένοπλες στάσεις σε όλη τη χώρα. Απόληξη αυτής τη κρίσης ήταν οι δολοφονίες, οι απαγωγές, η καταστροφή υποδομών και επιχειρήσεων, οι ένοπλες επιθέσεις σε χωριά που ζούσαν Έλληνες. Μετά, την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα υπήρξε μια περίοδος σχετικής εξομάλυνσης της κατάστασης στην Αλβανία. Όμως ενώ εντασσόταν στους διεθνείς οργανισμούς και υπέγραφε κείμενα αποδοχής του ευρωπαϊκού κεκτημένου, ο ελληνισμός αντιμετωπιζόταν με αυξανόμενη δυσμένεια, με συνέπεια την κλιμάκωση της φυγής του από τις πατρογονικές του εστίες.

Ζητήματα όπως:η διαιώνιση των μειονοτικών ζωνών,
η άρνηση ίδρυσης νέων ελληνικών σχολείων εκτός μειονοτικών ζωνών,
η συνέχιση σχολικών προγραμμάτων με ανθελληνικό περιεχόμενο,
η καταπάτηση κοινοτικών και ιδιωτικών περιουσιών της αναγνωρισμένης και μη Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας (με ψευδή έγγραφα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας),
ο εκφοβισμός και η τρομοκρατία σε περιόδους των εθνικών και των δημοτικών εκλογών σε εκλογείς, υποψήφιους και εκλεγμένους,
η ενίσχυση και η διεύθυνση παρακρατικών ομάδων και οργανώσεων που εκφόβιζαν τους Έλληνες κ.ά. ανέστρεψαν το αρχικό κλίμα που ξεκίνησε το 1997 μετά τη λήξη της κρίσης των παρατραπεζών – πυραμίδων.

Κατάληξη της πρώτης δεκαετίας ήταν η στυγερή δολοφονία του Χιμαριώτη Έλληνα Αριστοτέλη Γκούμα στη Χιμάρα, ο οποίος μιλούσε δημόσια στη γλώσσα του από μέλη παρακρατικής συμμορίας. Ήταν η περίοδος που η αλβανική κυβέρνηση εγκαινίαζε νέους οδικούς άξονες στην ευρύτερη περιοχή της παραλίας Αγίων Σαράντα – Χιμάρας – Αυλώνα με ενισχύσεις από ενεργούμενα του «βαθέως κράτους» τα οποία απαγόρευαν την ελληνική γλώσσα στον δημόσιο χώρο. Ταυτοχρόνως αξιοποιώντας αναπτυξιακά προγράμματα της Διεθνούς Τράπεζας χωρίς ικανοποιητικούς ελέγχους, η κυβέρνηση επέτρεπε ιδιαίτερα για την επαρχία Χιμάρας, την έναρξη ενός σχεδίου το οποίο καταπατούσε περιουσίες Ελλήνων, την οικοδόμηση μονάδων για την τουριστική ανάπτυξη με χρήματα από τις διεθνείς παράνομες δραστηριότητες.

Την επόμενη δεκαετία, με την εκλογή του σημερινού πρωθυπουργού Έντι Ράμα, ξεκίνησε μια νέα εποχή συστηματικής έντασης και κλιμάκωσης στα προηγούμενα ζητήματα. Καθιερώθηκε μια ιδιότυπη δικτατορία πρωθυπουργού – ολιγαρχών – ΜΜΕ, που διαρκεί έως τις μέρες μας. Πολλές θεσμικές αλλαγές με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο εκκρεμούν ενώ το παρακράτος εργάζεται εις βάρος τους και σε περιστάσεις με ανθρώπους από την Ελληνική Κοινότητα βρίσκει λύσεις που ικανοποιούν τη συνέχειά του (π.χ. Βαγγέλης Τάβος, διορισμένος περιφερειάρχης Αυλώνα και νυν δήμαρχος Χιμάρας).

Χαρακτηριστικά:ο νόμος για τους “στρατηγικούς επενδυτές” ή και για την “τουριστική ανάπτυξη” που υποχρεώνει την απαλλοτρίωση περιουσιών έναντι μιας πενιχρής αποζημίωσης,
η καταπάτηση ιδιωτικών περιουσιών και κοινοτικών εκτάσεων της ενδοχώρας της Μειονότητας με βάση πλαστά ταπιά (έγγραφα επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας) καθώς και της περιουσίας της Αυτοκέφαλης Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλβανίας,
ο νόμος για την διοικητική διαίρεση της χώρας ο οποίος, συνενώνει ελληνικές με αλβανικές περιοχές (όπως έγινε με την δημιουργία του Δήμου Χιμάρας) ή απομονώνει άλλες (όπως έγινε με χωριά του Βούρκου, της Πρεμετής, την Άρτα κ.ά.)
η εγκατάλειψη των υποδομών (οδικοί άξονες, υδρευτικό δίκτυο, ηλεκτρικό ρεύμα, πυροσβεστική, άρδευση κλπ.) και των πολλών μνημείων που χαρακτηρίζουν την εθνική και θρησκευτική ταυτότητα των κατοίκων στα χωριά της επίσημης Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας,
η ενίσχυση παρακρατικών συμμοριών με ανθελληνική συμπεριφορά, καθώς και ενίσχυση δημοσιογράφων, δημοσιολόγων, πολιτικών οι οποίοι εκδηλώνουν ανθελληνικά αισθήματα,
η συνέχιση των σχολικών προγραμμάτων με αλυτρωτικές διατυπώσεις π.χ. στα μαθήματα Ιστορίας και Γεωγραφίας, όπως και μη ίδρυση σχολικών μονάδων σε περιοχές που διαβιοί συμπαγής ελληνικός πληθυσμός (χωριά Χιμάρας, Αυλώνα, Δελβίνου, Κορυτσάς κλπ.)
η καταπάτηση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου από ένα πλήθος θεσμικών και πολιτικών παραγόντων,
οι συμπεριφορές όπως της κρατικής δολοφονίας του ομοεθνή μας Κωνσταντίνου Κατσίφα στο ίδιο του το χωριό που ανήκει στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα από τις ειδικές δυνάμεις της αλβανικής αστυνομίας ενώ είχαν τα περιθώρια να τον συλλάβουν,
η μη εφαρμογή των προβλεπόμενων διατάξεων κατά την απογραφή του 2011 σύμφωνα με τη σύμβαση πλαίσιο, η νόθα απογραφή του 2023,
η συνεργασία του πρωθυπουργού με πρόσωπα που δραστηριοποιούνται σε εγκληματικές ομάδες ή εμπλέκονται σε ζητήματα διαφθοράς ενώ πρόσφατα ο ίδιος παρενέβη στην αλβανική δικαιοσύνη μετά τη σύλληψη του συνεργάτη του δημάρχου Τιράνων,
πρόσφατο δείγμα αποτελεί ο εφαρμοστικός νόμος για τις μειονότητες ο οποίος ζητά από τους αιτούμενους στην επιτροπή να πιστοποιήσουν την ελληνική τους καταγωγή προσκομίζοντας επίσημα στοιχεία του κράτους που είχε ήδη διαστρεβλώσει την πραγματικότητα, αναιρώντας την έννοια του αυτοπροσδιορισμού και την επιθυμία τους να καταγραφούν ως Έλληνες,
• καθώς και άλλα δείγματα εθνικών και διεθνών παραβάσεων και παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καταλήγουν σε ένα είδος εθνοκάθαρσης. Η περίπτωση της Χιμάρας είναι μόνο ένα δείγμα.

Από την άλλη:Η Αλβανία, κράτος υποψήφιο για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χρηματοδοτείται αφειδώς για όλες τις προϋποθέσεις που αφορούν τις θεσμικές αλλαγές. Όμως, δεν πληροί σε κανένα πεδίο αυτές τις αλλαγές. Δεν έχουν επιβληθεί προβλεπόμενες κυρώσεις ή διακοπές χρηματοδοτήσεων πέραν ελαχίστων εξαιρέσεων.
Η καλλιέργεια στενών σχέσεων (πατέρα – παιδιού) με την Τουρκία του Ερντογάν, δίνει τη δυνατότητα στον τελευταίο να εργαλειοποιεί την εξωτερική πολιτική της Αλβανίας. Από την άλλη χρηματοδοτώντας το άνομο έργο του εκτουρκισμού και οθωμανισμού, ενισχύει αυταρχικά πρότυπα άσκησης της εξουσίας.
Η Αλβανία αποτελεί εργαλείο πολιτικής των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στο πλαίσιο γενικής συστράτευσης των Δυτικών Βαλκανίων στους δυτικούς οργανισμούς, σε ένα νέο ψυχροπολεμικό πεδίο που άνοιξε η επέμβαση στην Ουκρανία.
Η Αλβανία, στην επίσημη αφήγηση των Ακαδημιών και των Ιδρυμάτων της διακηρύσσει την ένωση αλβανικών εδαφών τα οποία σήμερα βρίσκονται στην Ελλάδα, στα Σκόπια, στο Κοσσυφοπέδιο, στη Σερβία και στο Μαυροβούνιο.
Η Αλβανία δεν αντιμετωπίζει τις κυρώσεις που προβλέπονται από τις δυνατότητες της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας ως μέλους στους διεθνείς οργανισμούς (Ευρωπαϊκή Ένωση, ΝΑΤΟ, Συνθήκη Σέγκεν, ΟΗΕ κλπ.) για όλες τις παραβάσεις του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου που έχει διαπράξει. Ιδιαίτερα δε, για αυτές που αφορούν τις επίσημες μειονοτικές ζώνες στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα αλλά και όπου αλλού κατοικούν πλειοψηφικά ή μειοψηφικά αυτόχθονες Έλληνες Ηπειρώτες.

Μέχρι στιγμής η Ελλάδα περιορίζεται σε υποδείξεις για το κράτος δικαίου, το οποίο δεν εφαρμόζεται. Τρόπον τινά η εξωτερική πολιτική, η οποία διαμορφώνεται με βάση τα σχέδια της εγχώριας ελίτ, η οποία σήμερα είναι αποτελεί ένα “οργανικό συνονθύλευμα” οικονομικών πολιτικών συμφερόντων, συνεχίζει για το βορειοηπειρωτικό ζήτημα τους προσανατολισμούς για το κυπριακό. “Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάς στηρίζει” συνεχίζεται με το “βορειοηπειρωτικό βαρίδι” από το οποίο επιθυμεί να απαλλαγεί. Η πολιτική της βασίζεται στην ενίσχυση διχασμών και διαιρέσεων της Κοινότητας, πολιτικής διάσπασης και προσκόλλησής της στα μεγάλα αλβανικά κόμματα. Η Ελλάδα διατηρεί σχέσεις με όλους τους εκπροσώπους του Ελληνισμού στην Αλβανία αρνούμενη να προβάλει αυτονόητες “γραμμές” στα εθνικά μας θέματα κι αποτελεί μοναδικό παράδειγμα στα Βαλκάνια για αυτόν τον λόγο. Η πολιτική της “βρείτε τα και εμείς θα σας ενισχύσουμε” δείχνει ότι απεμπολεί τις συνταγματικές ευθύνες της για ένα τμήμα του ελληνισμού διεθνώς αναγνωρισμένο, ευάλωτο σε πιέσεις από το αλβανικό κράτος – από εκεί και η μαζική μετανάστευση. Με αυτόν τον τρόπο η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας γίνεται ένας βραχίονας υπεράσπισης συμφερόντων της Δύσης στις σχέσεις της τελευταίας με την Τουρκία αλλά και με τις χώρες των Βαλκανίων στις οποίες έχει επιρροή και τις εντάσσει στα ευρύτερα γεωπολιτικά της συμφέροντα. Από αυτήν την εκτροπή προκύπτουν κατ’ εξοχήν χρηματοδοτήσεις για την ελίτ π.χ. σχέδιο Ανθεκτικότητας 2.0 για έργα που προβλέπονται τόσο για την Ελλάδα όσο και για τα Δυτικά Βαλκάνια, στα οποία η εγχώρια ελίτ πλειοδοτεί, ένα σύνολο επιχειρηματικών δράσεων, συνδεδεμένων με την σύνολη γεωπολιτική της κατεύθυνση.

Τέλος, η υπεράσπιση των δικαιωμάτων της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας στην Αλβανία, είναι μια από τις προϋποθέσεις υπεράσπισης της ειρήνης, της δημοκρατίας, της ειλικρινούς συνεννόησης των λαών στα Βαλκάνια, σε μια περίοδο αλόγιστων εξοπλισμών, επίδειξης ισχύος και αναζωογόνησης των αναθεωρητισμών. Σε μια περίοδο διεθνούς ρευστότητας, μετάστασης των πολέμων στην περιοχή μας, η υπεράσπιση ενός από τους ελληνικούς κρίκους που μας συνδέουν αποτελεί προϋπόθεση αγώνα για τη Διεθνή Κοινότητα των Λαών και των Κινημάτων.

(*) Ο Γιώργος Κυριακού είναι αρθρογράφος (Δρόμος της Αριστεράς, στήλη “Οι Απ’ Έκει”) & μέλος της πρωτοβουλίας ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ “Οι Απ Έδω”

ΠΗΓΗ:https://yparxiakoellada.gr/i-voreios-ipeiros-kai-to-yparxiako-zitima-tou-ellinismou-simera/?fbclid=IwZXh0bgNhZW0CMTEAAR2MRzU246ZwHg44sp935gIs-53yrnf9mmVuCn37ql_Yno1LgLIkvGNSnD8_aem_ly3MPLbZpze5-PEPGW0bUQ
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.