από Ευάγγελος Κοροβίνης
Πολλοί σήμερα νομίζουν ότι η αποπαγκοσμιοποίηση και η μείωση της αλληλεξάρτησης των οικονομιών του πλανήτη είναι ήδη γεγονός και το μόνο ερώτημα που τίθεται είναι αν θα εμβαθυνθεί ή κάποια στιγμή θα ανακοπεί.
Στην πραγματικότητα το παγκόσμιο εμπόριο συνεχίζει να αυξάνεται, πάρα τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ και Κίνας που ξεκίνησε με πρωτοβουλία του Τραμπ και την απαγόρευση εξαγωγής προϊόντων υψηλής τεχνολογίας (κυρίως μικροτσίπ) επί Μπάιντεν. Ούτε, όμως, οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στην Ρωσία κατόρθωσαν να κάμψουν το παγκόσμιο εμπόριο.
Ναι μεν το εμπόριο μεταξύ των δυο μεγαλύτερων οικονομιών, των ΗΠΑ και της Κίνας έχει μειωθεί κατά τι, τα κινεζικά προϊόντα όμως συνεχίζουν να βρίσκουν τον δρόμο τους προς την Αμερική. Συναρμολογούνται πλέον εκτός της Κίνας και πωλούνται στην αγορά των ΗΠΑ ως εισαγόμενα από άλλες χώρες.
Καθώς παρατηρείται μεγάλη έλλειψη εξειδικευμένων εργατών ανά τον κόσμο όπως και μηχανικών, η επιστροφή της παραγωγής στα παλαιά κέντρα του συστήματος, τις δυτικές δηλαδή χώρες, τίθεται εν αμφιβόλω. Οι γενναίες επιδοτήσεις για την ενίσχυση της βιομηχανικής βάσης των ΗΠΑ έχουν αποδώσει κάποιους καρπούς αλλά το υψηλό κόστος εργασίας (μισθολογικό αλλά και μη μισθολογικό) λειτουργεί αποτρεπτικά για την εμβάθυνση της αποπαγκοσμιοποίησης.
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, βρισκόμαστε μάλλον μπροστά σε διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας τελικών προϊόντων και πρώτων υλών, παρά σε μια γνήσια αποπαγκοσμιοποίηση και επανεθνικοποίηση των οικονομιών. Η πορεία προς μια τέτοιου είδους επανεθνικοποίηση και η μετατροπή των διαφόρων χωρών σε σχετικώς αυτάρκη και αυτοδύναμα σύνολα προσκόπτει σε πολλά εμπόδια πέραν της έλλειψης εξειδικευμένων εργατών και μηχανικών.
Κατ’ αρχήν η εκτεταμένη κερδοσκοπία στα χρηματιστήρια και αλλού είναι πολύ αποδοτικότερη της όποιας παραδοσιακής παραγωγικής επένδυσης. Το ρίσκο που αναλαμβάνεται σε αυτές τις κερδοσκοπικές δραστηριότητες είναι μικρό, όπως έδειξε η κρίση του 2008. Το κόστος της κρίσης κλήθηκε να το καταβάλει το κράτος και ο μέσος φορολογούμενος. Υπάρχουν εξάλλου εργασίες, όπως κυρίως οι αγροτικές, όπου όσο και αν αυξηθεί το ημερομίσθιο δεν προσέρχονται ντόπιοι να τις αναλάβουν. Τις δουλείες αυτές τις αναλαμβάνουν μετανάστες.
Γενικότερα υπάρχει η τάση οι μεν κεφαλαιούχοι να μετατρέπονται από βιομήχανοι σε ραντιέρηδες, οι δε εργαζόμενοι να αποδίδουν στην εργασία τους κυρίως επειδή φοβούνται να μην απολυθούν. Η παλαιά εργασιακή ηθική έχει ξεπεραστεί, το ζητούμενο είναι το εύκολο χρήμα και ο ελεύθερος χρόνος είναι αφιερωμένος στην κατανάλωση. Το «μεράκι» για την δουλειά έχει εκλείψει, ενώ στον ελεύθερο χρόνο «διασκεδάζουμε» μόνον υπό την επήρεια άφθονων ποσοτήτων αλκοόλ ή ακόμη και ναρκωτικών.
Για τους λόγους αυτούς η επιστροφή στην παραγωγή που ζητείται και από το δεξιό και από το αριστερό άκρο του πολιτικού φάσματος είναι πολύ δύσκολη. Η εθνικιστική δεξιά στέκεται στα συμπτώματα της κρίσης και της παρακμής, κυρίως στις αυξανόμενες μεταναστευτικές ροές. Η αριστερά πάλι αρκείται σε ευχολόγια για την ανάγκη επανεκβιομηχάνισης, όταν δεν γίνεται ουρά του φιλελευθερισμού υιοθετώντας την woke ατζέντα και την πολιτική ορθότητα.
Στην πραγματικότητα μια νέου τύπου εργασιακή ηθική και μια τεχνογνωσία διαχείρισης του ελεύθερου χρόνου που δεν θα εξαρτάται μονομερώς από την κατανάλωση προϋποθέτουν μια πολιτισμική επανάσταση. Μια επανάσταση που θα καρποφορεί τοπικά, άλλα που θα έχει οικουμενικό χαρακτήρα.
Ο ζωγραφικός πίνακας που συμπληρώνει τη σελίδα ("Λαϊκή αγορά") είναι έργο του Νικόλαου Καρτσωνάκη.
ΠΗΓΗ:https://antifono.gr/kapoies-proypotheseis-tis-epanethnikopoiisis-ton-oikonomion/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.