Πληροφορηθήκαμε την επίσκεψη κλιμακίου του Ο.Ο.Σ.Α σε ελληνικά σχολεία (σχολεία στην Εύβοια και στην Α’ Διεύθυνση Αθηνών) και την προσπάθειά του να έρθει σε επαφή με την ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα  μέσα  από συγκεκριμένο πλαίσιο ερωτήσεων που θέτει σε εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές. Δεν έχουμε πεισθεί ούτε για τις δημοκρατικές προθέσεις αυτού του οργανισμού ούτε πιστεύουμε ότι οι επισκέψεις αυτές είναι αποτέλεσμα ειλικρινούς ερευνητικής προσπάθειας για την κατανόηση της λειτουργίας της ελληνικής εκπαίδευσης και των προβλημάτων της. Οι επισκέψεις του κλιμακίου αυτού στα σχολεία γίνονται με συνοδεία των εκπροσώπων του Υπουργείου Παιδείας. Δίνεται, έτσι και επισήμως υπηρεσιακός χαρακτήρας που επιτρέπει στη διοίκηση της Εκπαίδευσης να ξεδιπλώσει τον αυταρχισμό της και την κατασταλτική της νοοτροπία εναντίον των συνδικάτων εκείνων που σωστά αντιστέκονται σ’ αυτό το σκηνικό χειραγώγησης της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Τα γεγονότα στην Εύβοια με τον τοπικό Διευθυντή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης να μοιράζει πειθαρχικές ποινές στα μέλη της τοπικής Ε.Λ.Μ.Ε,  γιατί παραβρέθηκαν στη φιέστα της επίσκεψης των εκπροσώπων του Ο.Ο.Σ.Α  και αντέδρασαν σ’ αυτήν, την ώρα που ο ίδιος παρουσίαζε στους νεοφιλελεύθερους τεχνοκράτες το 20% των εκπαιδευτικών ως ανίκανους, βαρύνουν πολιτικά την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Ο διοικητικός αυταρχισμός γίνεται το όπλο επιβολής της πολιτικής της, ενώ τα ενδιάμεσα στελέχη του διοικητικού μηχανισμού που υπηρετούν την πολιτική της διαμορφώνουν όλο και περισσότερο την ίδια εξουσιαστική συνείδηση και εχθρότητα απέναντι στους εκπαιδευτικούς της πράξης, μ’ αυτή που είχε και ο διοικητικός μηχανισμός της περιόδου Διαμαντοπούλου – Αρβανιτόπουλου.
Ο Ο.Ο.Σ.Α έχει συγκεκριμένη πολιτική και κοινωνική κατεύθυνση για τη μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης, αποσκοπεί στην πλήρη ανατροπή του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της και την εμπορευματοποίησή της. Προωθεί τη διαμόρφωση ενός σχολείου κομμένου και ραμμένου στις απαιτήσεις των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, προετοιμάζοντας τους  σημερινούς μαθητές για τους εργασιακούς ρόλους των σύγχρονων δουλων του 21ου αιώνα. Δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τα πραγματικά προβλήματα της εκπαίδευσης, οι πολιτικές που προτείνει είναι αυτές που τα δημιουργούν και μεγαλώνουν την κρίση στην εκπαίδευση και στη συνέχεια χρησιμοποιούνται από τον ίδιο και τις κυβερνήσεις, για να ενοχοποιήσουν τους εκπαιδευτικούς και να συνεχίσουν την επίθεση στη δημόσια εκπαίδευση.
Οι μνημονιακές πολιτικές των συγχωνεύσεων σχολείων, των υποβιβασμών τμημάτων, της ανυπαρξίας μόνιμων διορισμών στην εκπαίδευση με παράλληλη εξάπλωση της ελαστικής – μαύρης εργασίας, το Π.Δ 152/13 και τα σχέδια για την αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, έχουν σαν βάση την έκθεση του Ο.Ο.Σ.Α του 2011, που είναι το σκληρότερο νεοφιλελεύθερο σχέδιο για το ελληνικό σχολείο. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ όχι μόνο δεν αμφισβήτησε τον βαθιά ταξικό και ακραία νεοφιλελεύθερο χαρακτήρα της έκθεσης που εξέδωσε ο Οργανισμός για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα το 2011, αλλά αποφάσισε να κινηθεί πολιτικά και ιδεολογικά στην ίδια κατεύθυνση, ζητώντας από τον Ο.Ο.Σ.Α απλά και μόνο την επικαιροποίηση των στοιχείων. Αυτό αποτελούσε στρατηγικού χαρακτήρα πολιτική επιλογή που απέδειξε ότι η εκπαιδευτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ κινείται στην ίδια πολιτική κατεύθυνση μ’ αυτή των αστικών – μνημονιακών κομμάτων της αντιπολίτευσης, στον ίδιο δρόμο μ΄αυτόν της Διαμαντοπούλου και του Αρβανιτόπουλου.
H έκθεση διαπίστωνε ότι ανάμεσα στους παράγοντες που σχετίζονται με την μεταρρύθμιση είναι «η δέσμευση απέναντι στην κοινωνική ισότητα και σε μια κοινωνία ισονομίας που ορίζονται από το ελληνικό Σύνταγμα (άρθρο 4)». Το ελληνικό σύστημα επιδιώκει την αποφυγή προνομιακής μεταχείρισης και οποιασδήποτε  διαφοροποίησης ή άλλης επιλογής μεταξύ μαθητών, εκπαιδευτικών, σχολείων ή περιοχών σε βάση άλλη απ’ αυτών των «αντικειμενικών κριτηρίων» (σελ. 12) και, επίσης, οι «συνταγματικές δεσμεύσεις για δωρεάν εκπαίδευση» με αναφορά στο άρθρο 16 του Συντάγματος (σελ. 12) το οποίο είναι απόλυτα δαιμονοποιημένο από τους εκφραστές του νεοφιλελευθερισμού στην εκπαίδευση και φυσικά και από τους τεχνοκράτες του Ο.Ο.Σ.Α.
Έχει σημασία να σταθούμε κάπως πιο αναλυτικά στα σημεία αυτά τα οποία επισημαίνει η Έκθεση. Επιδιώκοντας μια βαθύτατη συντηρητική αλλαγή στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι αναγκασμένοι να επισημάνουν εκείνες  τις αξίες και τα στοιχεία που είτε νομοθετημένα είτε κατοχυρωμένα στη συλλογική συνείδηση μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας αποτελούν εμπόδιο για το σχολείο που θέλει ο Ο.Ο.Σ.Α : σχολείο φθηνό, πειθαρχημένο στα  επιχειρηματικά συμφέροντα, απόλυτα επιλεκτικό, ταξικό και ελιτίστικο, σχολείο για τους λίγους που θα ευνοεί στον απόλυτο βαθμό τους ήδη ευνοημένους και θα διαμορφώνει τις προυποθέσεις για μια γρήγορη έξοδο από την εκπαιδευτική διαδικασία των πολλών, των οποίων η εκπαίδευση θα στηρίζεται στη δεξιότητα και τη μαθητεία. 
Η έκθεση του 2011 από τις πρώτες σελίδες της θα καταγγείλει (δεν πρέπει να έχουμε την αυταπάτη ότι πρόκειται για ουδέτερη αναφορά ή μια ακαδημαϊκού χαρακτήρα διαπίστωση) το πνεύμα της κοινωνικής δικαιοσύνης (σχετικής που δεν αναιρεί τον ταξικό χαρακτήρα της ελληνικού σχολείου) που επικρατεί στην ελληνική εκπαίδευση, ιστορικό προϊόν χρόνιων κοινωνικών αγώνων από τη δεκαετία του ’60 για το όσο το δυνατόν μεγαλύτερο άνοιγμα της εκπαίδευσης στα λαϊκά στρώματα. Αυτό το πνεύμα ο Ο.Ο.Σ.Α προσπαθεί να το απαξιώσει ως αναχρονιστικό και παρωχημένο και ως εμπόδιο στον εκσυγχρονισμό – ιστορικό αναχρονισμό που προτείνει ο ίδιος.  Στην ίδια λογική θα επισημάνει ως αδυναμία του νεοφιλελεύθερου ελληνικού κράτους «την περιορισμένη παράδοση στήριξης σε ιδιωτικούς φορείς για την εξυπηρέτηση δημοσίων σκοπών. Το ελληνικό Σύνταγμα ορίζει ότι «η σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται» (άρθρο 16, παρ. 8) (σελ. 13). 
Τέλος, πρόβλημα θεωρείται η ύπαρξη ισχυρών εργατικών σωματείων και το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι που κατοχυρώνεται από τις διατάξεις του Συντάγματος (άρθρο 12), για να καταλήξει στην επισήμανση ότι «είναι συχνές οι απεργίες και οι δημόσιες διαδηλώσεις εναντίον διαφαινόμενων διαδηλώσεων για τα εργασιακά δικαιώματα» (σελ. 13).
Το ιδανικό για τους νεοφιλελεύθερους τεχνοκράτες και τ’ αφεντικά τους θα ήταν η γενικευμένη κοινωνική απάθεια των εργαζομένων και των εκπαιδευτικών αλλά και να μην υπάρχουν συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα σαν αυτό του συνεταιρίζεσθαι, όπως π.χ. έγινε στη δικτατορία του Πινοσέτ στη Χιλή, όπου τα εκπαιδευτικά οράματα του Ο.Ο.Σ.Α μέσα από τις ιδέες του Μ. Friedman και του F.Hayek, βρίσκουν απόλυτη εφαρμογή.
Στην αρχή της περιόδου της μνημονιακής λεηλασίας (2011) ο Ο.Ο.Σ.Α  μίλησε όσο πιο καθαρά μπορούσε για το ποια θα πρέπει να είναι η κατεύθυνση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα και ποια είναι τα εμπόδια που θα πρέπει να εξαλειφθούν, για να εφαρμοστεί.
Τα σχολεία στη σκέψη της νεοφιλελεύθερης τεχνοκρατικής ελίτ του οργανισμού πρέπει να λειτουργούν σαν επιχειρήσεις με ανταποδοτικότητα, ιδιωτική χρηματοδότηση, προσανατολισμό στην τοπική αυτοδιοίκηση.
Αποκέντρωση, σχολική αυτονομία, αυξημένη λογοδοσία στο κράτος και στα επιχειρηματικά συμφέροντα, διαφορετική χρηματοδοτική φόρμουλα για κάθε σχολική μονάδα, χρηματοδότηση με βάση τ’ αποτελέσματα, ιδιωτικοποίηση της χρηματοδότησης, αύξηση του διδακτικού ωραρίου, διαθεσιμότητες και απολύσεις, ατομική αξιολόγηση – χειραγώγηση των εκπαιδευτικών και αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας με σκοπό τη δέσμευσή της γύρω από επιχειρηματικά συμφέροντα. Ένταξη των σχολείων και των νηπιαγωγείων στην τοπική αυτοδιοίκηση, για να εγκαταλειφθεί η χρηματοδότησή τους από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και για να γίνει η εκπαίδευση μια τοπική υπόθεση, να εγκαταλειφθεί ο ενιαίος χαρακτήρας της σε εθνικό επίπεδο και να δυναμώσουν οι κοινωνικές – ταξικές διακρίσεις από περιοχή σε περιοχή. Ζητά ακόμα οι προσλήψεις των εκπαιδευτικών να γίνονται σε τοπικό επίπεδο, από τους διευθυντές των σχολείων που αναλαμβάνουν πλέον το ρόλο του manager. Οι προσλήψεις αυτές σε τοπικό επίπεδο είναι η αποθέωση της μαύρης εργασίας και της πλήρους διάλυσης των εργασιακών δικαιωμάτων.    
Ανάγοντας τη σχολική αυτονομία σε κεντρική έννοια της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης ο Ο.Ο.Σ.Α επιδιώκει την αλλαγή σε βάθος του τρόπου διοίκησης και ελέγχου των εκπαιδευτικών συστημάτων, με την εισαγωγή στη λειτουργία τους τις αρχές του νέου δημόσιου management και τη μείωση του κόστους λειτουργίας της δημόσιας εκπαίδευσης (Καλημερίδης, Τετράδια του Μαρξισμού, 02 /2016).
Το νέο δημόσιο management έχει να κάνει με την εισαγωγή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και οργανώνεται γύρω από συγκεκριμένους άξονες, που προτείνει ο Ο.Ο.Σ.Α, με στόχο τη διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης: α. τοποθέτηση του καταναλωτή στο κέντρο των δραστηριοτήτων των δημόσιων οργανισμών άρα και της εκπαίδευσης που νοείται πλέον ως εμπορεύσιμο προϊόν, β. αποκέντρωση των δραστηριοτήτων των πρακτικών των δημόσιων οργανισμών και αναβάθμιση του ρόλου των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και γ. έμφαση στην ποιότητα των υπηρεσιών και αντικατάσταση του παραδοσιακού γραφειοκρατικού μοντέλου ελέγχου και αξιολόγησης  από άλλο που θα στηρίζεται στην ανταποδοτικότητα και δίνει έμφαση στ’ αποτελέσματα (Καλημερίδης, Τετράδια του Μαρξισμού, 02 /2016).
Ο Ο.Ο.Σ.Α και όχι μόνον αυτός αλλά και η Κομισιόν και η Παγκόσμια Τράπεζα προωθούν αυτό το μοντέλο διοίκησης για τη δημόσια εκπαίδευση όχι μόνο ως μια στρατηγική επιλογή μείωσης του κόστους της  δημόσιας εκπαίδευσης αλλά και ως στρατηγική υποβάθμισης της εργασίας των εκπαιδευτικών, μια υποβάθμιση πολύπλευρη. Υποβάθμιση με την έννοια ότι η πρόσληψη σε τοπικό επίπεδο θα είναι γενίκευση των ελαστικών μορφών απασχόλησης ή υποαπασχόλησης, αύξηση της εργασιακής ανασφάλειας και της διευθυντικής αυθαιρεσίας αλλά και μείωση της δυνατότητας των συνδικάτων να προστατεύσουν αποτελεσματικά τα εργασιακά δικαιώματα των μελών τους.         
Η οργάνωση της διοίκησης και της εργασιακής διαδικασίας σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο ακυρώνει ή μειώνει σε σημαντικό βαθμό τη δυνατότητα του συνδικάτου να λειτουργήσει σε μια τέτοια κατεύθυνση, το κατακερματίζει και το αποδυναμώνει σε σημαντικό βαθμό. Επιπλέον του στερεί τη δυνατότητα να λειτουργήσει ενοποιητικά σε εθνικό επίπεδο, διατυπώνοντας συγκεκριμένα ενιαία αιτήματα που θα αφορούν το σύνολο της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών. Όχι τυχαία το κείμενο του 2011 κάνει λόγο για ισχυρά εργατικά σωματεία και δυναμικές απεργίες και διαδηλώσεις. Στοχοποιεί πολιτικά και οργανωτικά το συνδικαλιστικό κίνημα της εκπαίδευσης και επιδιώκει την οργανωτική του συρρίκνωση ή ακόμα και τη διάλυση του.
Ο Ο.Ο.Σ.Α ασκεί μια υπερεθνική κηδεμονία στα εκπαιδευτικά συστήματα των χωρών μελών του και προσπαθεί να προσαρμόσει τη λειτουργία τους στις απαιτήσεις των  μεγάλων  καπιταλιστικών επιχειρήσεων.
Το πρόγραμμα PISA που χρησιμοποιεί ο Ο.Ο.Σ.Α  για τη δήθεν αντικειμενική μέτρηση των μαθητικών επιδόσεων είναι διαμορφωμένο στα πλαίσια της λειτουργίας των εκπαιδευτικών συστημάτων των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών και όσων χωρών έχουν απαξιώσει στα αναλυτικά τους προγράμματα τη γνώση, προκρίνοντας απλά την πληροφορία και τη δεξιότητα ως πεδία μάθησης στο σχολείο. Παράγει μια κατασκευασμένη αποτυχία για τις χώρες εκείνες που δεν έχουν προσαρμοστεί πλήρως στα εκπαιδευτικά πρότυπα του σχολείου της αγοράς. Η πίεση που ασκεί ο συγκεκριμένος διαγωνισμός στην παιδαγωγική λειτουργία των εκπαιδευτικών συστημάτων αποσκοπεί στο να διαμορφωθεί η εκπαίδευση των μαθητών τους στις επιθυμητές για την αγορά κατευθύνσεις, αλλά και με βάση το βαθμό που επιτυγχάνουν αυτό το στόχο να τοποθετηθούν σ΄ έναν πίνακα ιεραρχικής κατάταξης και μια ανάλογη διαμόρφωση της αξίας τους, όπως απαιτεί η διεθνοποιημένη (καπιταλιστική) εκπαιδευτική αγορά. 
Το PISA είναι οργανικό κομμάτι της νεοφιλελεύθερης – καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης των εκπαιδευτικών συστημάτων. Προωθεί την εφαρμογή στην πράξη στρατηγικής σημασίας πλευρών της, όπως η δημιουργία μιας διεθνοποιημένης εκπαιδευτικής αγοράς. Δεν είναι απλά ένας διαγωνισμός αποτίμησης μαθητικών επιδόσεων, αλλά ένας διεθνοποιημένος μηχανισμός πίεσης προκειμένου τα εθνικά εκπαιδευτικά συστήματα και τ’ αναλυτικά τους προγράμματα να προσανατολιστούν – κάτω από την απειλή της περιθωριοποίησης των χαμηλών επιδόσεων – σε συγκεκριμένα πρότυπα για τη σχολική γνώση , τη διδασκαλία και τον ρόλο της εκπαίδευσης. Πρότυπα που σχετίζοται με τη μετάλλαξη της γνώσης σε πληροφορία και δεξιότητα, τη μετάλλαξη σε καταναλωτικό και εμπορικά εκμεταλλεύσιμο προϊόν.
H έκθεση του Ο.Ο.Σ.Α συνδέεται με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση στο πλαίσιο του γ’ μνημονίου για την ελληνική εκπαίδευση. Είναι το επιτελικό σχέδιο για την υλοποίησή τους. Eίναι στην ίδια λογική και κατεύθυνση με τις προτάσεις του ΣΕΒ.   
Η εκπαιδευτική κοινότητα, οι σύλλογοι εκπαιδευτικών, οι μαθητές και οι γονείς δεν έχουν να συζητήσουν τίποτε με τους εκπροσώπους του Ο.Ο.Σ.Α. Ξέρουμε ότι ο διάλογος που επιδιώκουν μαζί μας είναι προσχηματικός και αποβλέπει στο να νομιμοποιήσει ήδη ειλημμένες αποφάσεις , αποφάσεις που είναι καταστροφικές για τη δημόσια εκπαίδευση και τα μορφωτικά δικαιώματα των εργαζομένων.
Δεν συμμετέχουμε, επομένως, σ’ έναν τέτοιο διάλογο και καλούμε συναδέλφους και Διευθυντές Σχολείων να μην δεχτούν τέτοια κλιμάκια στα σχολεία τους και ενημερώνουμε άμεσα το Σύλλογό μας, αν  τέτοιο  κλιμάκιο εμφανιστεί στην περιοχή μας.
Καλούμε τη Δ.Ο.Ε να καταδικάσει την  επίσκεψη αυτών των κλιμακίων στα σχολεία και να πάρει μέτρα σε συνεργασία με τους Συλλόγους Π.Ε, που δεν θα επιτρέψουν τη συνέχιση αυτών των επισκέψεων.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  1. Ο.Ο.Σ.Α (2011), Καλύτερες επιδόσεις και επιτυχείς μεταρρυθμίσεις στην Εκπαίδευση. Προτάσεις για την Εκπαιδευτική Πολιτική στην Ελλάδα
  2. Γιώργος Καλημερίδης, (2016) Σχολική αυτονομία και καπιταλιστική αναδιάρθρωση του σχολείου, Τετράδια του Μαρξισμού, 2 , σελ. 365 – 380
  3. Χρ. Ρέππας (2017), Γλώσσα, Κριτικός Εγγραμματισμός και Αγοραία Κουλτούρα. Για το πρόγραμμα PISA ΤΟΥ Ο.Ο.Σ.Α (αδημοσίευτο κείμενο)